Μποτσουάνα: Το διαμάντι της υποσαχάριας Αφρικής

Η Μποτσουάνα είναι μια μικρή χώρα, που εντοπίζεται στην υποσαχάρια Αφρική, με πληθυσμό πάνω από δύο εκατομμύρια. Απέκτησε την ανεξαρτησία της το 1966 και θεωρήθηκε ένα από τα φτωχότερα έθνη, με το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν να φτάνει μόλις τα 70 δολάρια.

 

Της Βέτας Μαρτσούκου,

Η οικονομία της στηριζόταν, κατά κύριο λόγο, στην αγροτική της βάση, η οποία συνεισέφερε περίπου το 43% του ΑΕΠ της χώρας, κυρίως από την εκτροφή βοοειδών και την παραγωγή βόειου κρέατος. Ωστόσο, η τύχη της χώρας άλλαξε, λίγα χρόνια μετά την ανακάλυψη διαμαντιών.

Η Μποτσουάνα σημείωσε εξαιρετικά υψηλή οικονομική ανάπτυξη και μετεπήδησε σε χώρα μεσαίου εισοδήματος, όπως αποδεικνύεται και από το πραγματικό ΑΕΠ, που αυξήθηκε, με μέσο ετήσιο ρυθμό 4,6%, μεταξύ 1994 και 2011, ακολουθώντας τις νέες σταθερές τιμές του 2006 (Παγκόσμια Τράπεζα, 2014).

Ως αποτέλεσμα, το αναπτυξιακό μοντέλο της Μποτσουάνα μετατοπίστηκε από την εκμετάλλευση της γεωργίας και στηρίχθηκε εξολοκλήρου στην εξόρυξη διαμαντιών. Το ΑΕΠ δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η εκμετάλλευση των πηγών διαμαντιών.

Σύμφωνα με τον Siphambe (2006), η γεωργία συρρικνώθηκε από το 39% της οικονομίας το 1966 σε 2% της συνολικής παραγωγής έως το 2003, δεδομένου ότι, παράλληλα, η εξόρυξη αυξανόταν από το 0% στο ανώτατο όριο του 47%,. Η πρόσφατη παγκόσμια οικονομική κατάρρευση του 2008 αποκάλυψε την ευπάθεια της υπερβολικής εξάρτησης της Μποτσουάνα από την εξόρυξη διαμαντιών ως τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας της.

Η χαμηλή παγκόσμια ζήτηση ορυκτών οδήγησε σε απότομη πτώση των τιμών των εμπορευμάτων και ούτε τα διαμάντια δεν γλίτωσαν. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, πολλές θέσεις εργασίας χάθηκαν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι εργασίες εξόρυξης διακόπηκαν, προκειμένου να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας και ο ορυκτός πλούτος.

Ως αποτέλεσμα αυτής της εξάρτησης ολόκληρης της οικονομίας από την εξόρυξη, και συγκεκριμένα την εξόρυξη διαμαντιών, υπήρξαν εκκλήσεις προς την κυβέρνηση να ενθαρρύνει τις επενδύσεις σε άλλους τομείς της οικονομίας. Αυτή η έκκληση για διαφοροποίηση ως προς τις επενδυτικές πρωτοβουλίες οφείλεται στην περιορισμένη διάρκεια ζωής των ορυχείων διαμαντιών, καθώς και την ευθραυστότητα των τιμών των εμπορευμάτων λόγω των παγκόσμιων εξωτερικών σοκ. Τα διαμάντια είναι ένας φυσικός πόρος, που θα εξαντληθεί, με τους ειδικούς να υπολογίζουν την εξάντληση των ορυχείων να φτάνει το έτος 2029.

Τι θα γίνει, λοιπόν, τότε στη χώρα και την οικονομία της, θα πρέπει να εξαντληθεί ο κύριος οικονομικός μοχλός; Έχει η Μποτσουάνα την ικανότητα να προσελκύσει ξένους επενδυτές, για να αυξήσει τις προσπάθειές της, να δημιουργήσει και να διατηρήσει εναλλακτικούς οικονομικούς τομείς; Τεράστιες εκτάσεις ερήμου στην έρημο Καλαχάρι και τον ποταμό Chobe προσφέρονται για τουριστική εκμετάλλευση, ενώ υπάρχουν πολλές ευκαιρίες διαθέσιμες στην εμπορική εκτροφή βοοειδών και στην παραγωγή βόειου κρέατος.

Στο πλαίσιο αυτό, το Κέντρο Επενδύσεων και Εμπορίου της Μποτσουάνα (BITC, 2015) απαριθμεί, επίσης, πρόσθετα επενδυτικά κίνητρα. Η χώρα προσφέρει φορολογικές διακοπές και χαμηλούς εταιρικούς συντελεστές φόρου, π.χ. 15% για μεταποιητικές εταιρείες, 22% για υπεραξία, 15% για ξένα μερίσματα. Προσφέρει πρόσβαση σε αγορές λόγω περιφερειακών εμπορικών συμφωνιών μελών, όπως SADC και SACU. Τέλος, μια σταθερή και ανταγωνιστική συναλλαγματική ισοτιμία, το χαμηλό επίπεδο εγκληματικότητας, οι καλές εργασιακές σχέσεις και μια ομάδα εργασίας με βασική πρωτοβάθμια εκπαίδευση συμπληρώνουν το παζλ.

Η προσέλκυση ΑΞΕ στη Μποτσουάνα θα ενισχύσει και θα ενθαρρύνει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη και συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, θα δημιουργήσει απασχόληση και θα απελευθερώσει κυβερνητικούς πόρους. Σύμφωνα με τη Malema (2013), ο ιδιωτικός τομέας παραμένει υποτονικός και εξακολουθεί να προσβλέπει στην κυβέρνηση, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και άλλες επιχειρηματικές ευκαιρίες. Οι εγχώριες χρηματοπιστωτικές αγορές δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς, μέχρι στιγμής, για να διευκολύνουν την άντληση σημαντικών κεφαλαίων για μακροπρόθεσμες επενδύσεις και ανάπτυξη.

Το Χρηματιστήριο της Μποτσουάνα είναι σχετικά μικρό σε σύγκριση με άλλα χρηματιστήρια της Αφρικής στην Κένυα, τη Νιγηρία, την Ουγκάντα, τη Ζιμπάμπουε και τη Νότια Αφρική, με μόνο δεκαοκτώ (18) εισηγμένους μετρητές και με απλή κεφαλαιοποίηση αγοράς 4,588 εκατ. δολάρια το 2012 (Παγκόσμια Τράπεζα, 2014). Η ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών αγορών στη Μποτσουάνα δεν αντικατοπτρίζει το ΑΕγχΠ της χώρας και τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης που οδήγησαν στην κατάταξή της ως χώρα μεσαίου εισοδήματος.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.