Την ανάγκη η ΕΕ να κάνει περισσότερα για τη βιωσιμότητα του αγροτικού κλάδου, για την επισιτιστική επάρκεια, αλλά και για τη βιωσιμότητα του πλανήτη, επισήμανε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Λευτέρης Αυγενάκης, σε δηλώσεις του στο περιθώριο του Συμβουλίου των Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνεδρίασε στο Λουξεμβούργο για να εξετάσει: πρώτον, τα περαιτέρω βήματα για απλοποίηση της ΚΑΠ και δεύτερον, την έναρξη του στρατηγικού διαλόγου για το μέλλον της γεωργίας.
Ο ΥπΑΑΤ θύμισε ότι «πριν λίγους μήνες κανείς δεν πίστευε ότι θα κάνουμε αλλαγές στην ΚΑΠ. Εμείς το πιστέψαμε, το παλέψαμε και το πετύχαμε», τόνισε και πρόσθεσε:
-
- Επενδύσαμε στην αγροτική διπλωματία,
- χτίσαμε συμμαχίες με τους Ομολόγους μας,
- ενεργοποιήσαμε το EU Med 9 και στον τομέα της γεωργίας,
- ενισχύσαμε τη συμμετοχή μας στο ΕΛΚ.
«Και καταφέραμε να εγκριθούν οι πρώτες αλλαγές στην ΚΑΠ», σημείωσε.
Τι έχει επιτευχθεί
Ο Υπουργός έκανε αναφορά στο τι έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα, σημειώνοντας ότι ως προς τις ευελιξίες, αποτελεί πάγια θέση της Ελλάδας, ότι το κάθε κράτος – μέλος, θα πρέπει να κάνει μόνο του τις επιλογές εκείνες που συνάδουν με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
Συγκεκριμένα, έχουν επιτευχθεί:
1) Ειδικές εξαιρέσεις που αφορούν στις ΚΓΠΠ (Καλές Γεωργικές και Περιβαλλοντικές Πρακτικές):
- ΚΓΠΠ (GAEC) 5: διάβρωση του εδάφους και κλίση του εδάφους,
- ΚΓΠΠ (GAEC) 6: για ελάχιστη κάλυψη εδάφους,
- ΚΓΠΠ (GAEC) 7: όχι μόνο εναλλαγή καλλιεργειών, αλλά και εναλλακτική για διαφοροποίηση των καλλιεργειών (αμειψισπορά),
- ΚΓΠΠ (GAEC 9): μόνιμοι βοσκότοποι.
2) Προσωρινές αποκλίσεις που κρίνονται απαραίτητες λόγω ακραίων, απρόβλεπτων καιρικών συνθηκών που θέτουν σοβαρά εμπόδια στην εφαρμογή των όρων της ΚΑΠ.
3) Τροποποιήσεις στα οικολογικά προγράμματα σε συνδυασμό με το GAEC 8 για την αγρανάπαυση.
4) Προβλέφθηκε εξαίρεση από τους ελέγχους και τις κυρώσεις της αιρεσιμότητας για τις μικρές εκμεταλλεύσεις κάτω των 100 στρεμμάτων.
5) Από το 2026 και μετά δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ενσωματώσουμε στο Στρατηγικό μας Σχέδιο νέες δεσμεύσεις από την Πράσινη Συμφωνία.
6) Μπορούν να γίνονται δύο τροποποιήσεις του Στρατηγικού Σχεδίου ανά έτος, αντί της μιας που ίσχυε.
Τις επιτευχθείσες αλλαγές ο ΥπΑΑΤ τις χαρακτήρισε σημαντικές, αλλά, όπως τόνισε «πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα για να στηρίξουμε τους αγρότες μας και την αγροτική παραγωγή και να διασφαλίσουμε την επισιτιστική ασφάλεια».
Τι πρέπει να γίνει
Αναφερόμενος στις προτεραιότητες για επιπλέον αλλαγές είπε ότι οι βασικές μεταρρυθμίσεις που προτείνει η Ελλάδα είναι οι εξής:
- Να διατίθεται το 2% του προϋπολογισμού της ΚΑΠ για την αντιμετώπιση κλιματικών κρίσεων, εφόσον μια χώρα το επιθυμεί.
- Να αυξηθεί η ευελιξία και να επιτρέπεται στα κράτη-μέλη να μεταφέρουν πόρους μεταξύ των δύο Πυλώνων ή από έτος σε έτος ανάλογα με τις αναδυόμενες ανάγκες.
- Την απλοποίηση των οικολογικών σχημάτων ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή τους και να μην χάνονται χρήματα, που πρέπει να πηγαίνουν στους αγρότες μας.
- Επιπλέον, επιδιώκουμε την επαναφορά του κανόνα Ν+3. Αυτό είναι σημαντικό για την ολοκλήρωση επενδύσεων για την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση.
«Ζητούμε- έστω κι αυτήν την ώρα- από όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις να συμβάλλουν σε αυτές τις αλλαγές. Μπορούμε να το επιτύχουμε. Αρκεί να το πιστέψουμε. Έχουμε τη δύναμη. Το επόμενο διάστημα είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Οι ευρωεκλογές είναι εξαιρετικά κρίσιμες. Πιστεύουμε σε έναν ισχυρό αγροτικό τομέα και σε μια ισχυρή Ευρώπη, αλλά και σε μια ισορροπία μεταξύ πράσινης μετάβασης και γεωργίας και αλιείας στην Ευρώπη», τόνισε ο ΥπΑΑΤ.
Μέτρα κατά του αθέμιτου ανταγωνισμού
Επί πλέον ο Έλληνας υπουργός έθεσε στο Συμβούλιο Υπουργών το μείζον ζήτημα του εμπορίου με τρίτες χώρες και τον αθέμιτο ανταγωνισμό που υφίστανται οι Ευρωπαίοι Αγρότες, οι οποίοι, όπως παρατήρησε «επιβαρύνονται δυσανάλογα σε σχέση με τους παραγωγούς τρίτων χωρών».
Όπως είπε «κάθε εμπορική συμφωνία της Ένωσης με τρίτες χώρες θα πρέπει να διασφαλίζει:
- ρήτρες ισοδυναμίας,
- τις έννοιες αμοιβαιότητας, και
- των δικαίων όρων ανταγωνισμού».
Και κατέληξε: «Η ΕΕ πρέπει να κάνει περισσότερα και για τη βιωσιμότητα του αγροτικού κλάδου και την επισιτιστική επάρκεια, αλλά και για τη βιωσιμότητα του πλανήτη».