Μία από τις μακροβιότερες έριδες στην Αφρική παραμένει εκείνη της Δυτικής Σαχάρας, όπου η επίλυσή της αποτελεί, έως και σήμερα, έναν γόρδιο δεσμό.
Της Ιωάννας Παπαδοπούλου,
Η πρώην ισπανική αποικία ελέγχεται κατά 80% από το Βασίλειο του Μαρόκο, που απολαμβάνει το πλούσιο έδαφος και τη θάλασσα της χώρας, επιδιώκοντας την προσάρτησή της.
Η γειτονική Αλγερία, παράλληλα, συμμετέχοντας στη σύγκρουση, στηρίζει το Μέτωπο Πολισάριο (Polisario Front), φιλοξενώντας, σε δομές της, δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες Σαχαρουί και στρατιώτες του Μετώπου.
Το 1991, υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και έπειτα από 16 χρόνια πολέμου, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να προβούν σε εκεχειρία, προγραμματίζοντας ένα δημοψήφισμα που θα όριζε την ανεξαρτησία του κράτους ή την προσάρτησή του από το Μαρόκο. Ωστόσο, παρά το γεγονός πως οι προσπάθειες και οι πρωτοβουλίες ήταν σημαντικές, το δημοψήφισμα δεν πραγματοποιήθηκε και η λύση δεν επήλθε.
Το Μαρόκο, στις 13 Νοεμβρίου 2020, επέλεξε να κλιμακώσει την ένταση στην ουδέτερη ζώνη, Guerguerat, απειλώντας την εκεχειρία που διατηρείται εδώ και τρεις δεκαετίες. Η Μαροκινή κυβέρνηση υποστήριξε πως η κλιμάκωση αυτή είναι η απάντηση στις «προκλήσεις» των μελών του Μετώπου Πολισάριο, δεδομένου πως από τον Οκτώβριο του 2020, το Μέτωπο εμποδίζει την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων και αγαθών, μέσω οδοφραγμάτων, στο πέρασμα που συνδέει το Μαρόκο με τη Μαυριτανία.
Άλλωστε, το Μέτωπο θεωρεί τον δρόμο παράνομο και πως χτίστηκε κατά παράβαση της εκεχειρίας που ορίστηκε το 1991. Ακολούθως, έγιναν αναφορές για επιθέσεις κατά αμάχων, που διαδήλωναν κατά της εκμετάλλευσης των πόρων της Δυτικής Σαχάρας από το Μαρόκο, και έγινε λόγος για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπρόσθετα, σε δήλωσή του, το Υπουργείο Εξωτερικών του Μαρόκο εξέφρασε την ανάγκη να δώσει ένα τέλος στο χρόνιο αδιέξοδο, ξεκινώντας τη στρατιωτική επιχείρησή του στη προστατευόμενη ζώνη των Ηνωμένων Εθνών.
Ως επακόλουθο, ο Γενικός Γραμματέας του Μετώπου Πολισάριο, Brahim Ghali, σε διάταγμά του ανακοίνωσε την «επανάληψη του ένοπλου αγώνα για την υπεράσπιση των νόμιμων δικαιωμάτων των Σαχαρουί».
Οι κλιμακούμενες αυτές εντάσεις τις τελευταίες ημέρες έχουν προκαλέσει ανησυχία στα Ηνωμένα Έθνη, στην Αφρικανική Ένωση και στη Μέση Ανατολή. Πιο συγκεκριμένα, τη βαθιά ανησυχία του για τα γεγονότα στη Δυτική Σαχάρα εξέφρασε o Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, António Guterres, καθόσον το Συμβούλιο Ασφαλείας επέκτεινε την ειρηνευτική επιχείρηση “MINURSO” έως τον Οκτώβριο του 2021.
Παρομοίως, ο Cyril Ramaphosa, ως Πρόεδρος της Νοτίου Αφρικής, ζήτησε την αποκλιμάκωση των εντάσεων, μέσω διαπραγματεύσεων των αξιωματούχων του Μαρόκο και της Δυτικής Σαχάρας. Τέλος, το Αλγερινό Υπουργείο Εξωτερικών έκανε λόγο για την ανάγκη άμεσης παύσης των στρατιωτικών επιχειρήσεων, καταδικάζοντας την παραβίαση της εκεχειρίας.
Εν κατακλείδι, οι διαπραγματεύσεις των αντιμαχόμενων πλευρών έχουν ουσιαστικά σταματήσει από το 2019, οπότε και παραιτήθηκε ο προηγούμενος εκπρόσωπος των Ηνωμένων Εθνών, λόγω ζητημάτων υγείας. Η πρόσφατη αναταραχή φανερώνει την παραμέληση του ζητήματος από την πλευρά των Ηνωμένων Εθνών, τόσο σε ανθρωπιστικό, όσο και πολιτικό επίπεδο.
Μάλιστα, η επίλυση αυτής της μακροχρόνιας σύγκρουσης παραμένει γενικότερα υποβαθμισμένη από τη διεθνή κοινότητα. Οι δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες Σαχαρουί, που στεγάζονται στην Αλγερινή πόλη Tindouf, χρειάζονται μία άμεση, δίκαιη και διαρκή πολιτική λύση, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Ειδάλλως, πρόκειται να βιώσουν ακόμα δυσχερέστερες συνθήκες, λόγω της κλιμάκωσης της έντασης και της πανδημίας του Covid-19.