Γιατί οι άνθρωποι επισκέπτονται το Άγιον Όρος

Από θεολογική άποψη το Άγιον Όρος είναι ο κατεξοχήν τόπος αγιότητος. Από κοινωνική άποψη η αγιορειτική πολιτεία είναι η αρχαιότερη δημοκρατία που παραμένει ενεργός από την στιγμή της ιδρύσεώς της ως σήμερα.
Η ζωή και η παράδοση του Αγίου Όρους είναι αδιάκοπη. Δεν υπήρξε περίοδος κατά την οποία αυτό να έχασε την ταυτότητά του η να λησμόνησε την αποστολή του μέσα στην Εκκλησία και τον κόσμο.

Αποστολή του είναι να δημιουργεί αληθινούς ανθρώπους καθ’ ομοίωσιν Θεού, δηλαδή αγίους, καλλιεργώντας και μεταλαμπαδεύοντας την ζώσα παράδοση της θεώσεως στον κόσμο.

Το Άγιον Όρος έχει μία μοναδικότητα ζωής, κρύβει ένα μυστήριο, μία αναγεννητική δύναμη, που κατευθύνει στον Ουρανό. Γι’ αυτό και πολλοί προσκυνητές που το επισκέπτονται, αλλά και όσοι ακόμη έχουν κάποια επικοινωνία η κάποια σχέση μαζί του, βρίσκουν την εσωτερική πνευματική τους ανάπαυση και πλήρωση.

Σημαντική θέση στην λειτουργία του Αγιορειτικού κοινοβίου έχει η φιλοξενία των προσκυνητών. Δεν νοείται Μονή του Αγίου Όρους δίχως προσκυνητές. Ουσιαστικά τα μοναστικά καθιδρύματα ανήκουν στους προσκυνητές, στον λαό του Θεού.

Οι μοναχοί κάθε μοναστηριού είναι οι πρόσκαιροι οικήτορες και διαχειριστές του για κάποιο χρονικό διάστημα, που παραδίδουν τον χώρο και το πνεύμα της Μονής στην επόμενη γενεά των μοναχών ως ιερά παρακαταθήκη, για να την συντηρήσουν και να συνεχίσουν την παράδοσή της, ώστε να έρχονται και να αναπαύονται οι προσκυνητές.

Το Άγιον Όρος παρόλο που είναι αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής επικράτειας και βρίσκεται υπό την πνευματική σκέπη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έχει οικουμενικό χαρακτήρα. Οι μοναχοί του κατάγονται από διάφορες χώρες.

Αλλά και οι επισκέπτες του Αγίου Όρους, οι οποίοι μάλιστα δεν χαρακτηρίζονται ως επιστκέπτες αλλά ως προσκυνητές, γιατί δεν κάνουν κάποιο ταξίδι αναψυχής αλλά έρχονται να προσκυνήσουν τα ιερά σεβάσματα του τόπου, προέρχονται από όλα τα μέρη του κόσμου εκπροσωπώντας διάφορες πολιτιστικές, πνευματικές και θρησκευτικές ακόμη παραδόσεις.

Οι μοναχοί του Αγίου Όρους στο πρόσωπο καθενός προσκυνητού δεν βλέπουν απλώς κάποιον άνθρωπο, βλέπουν την εικόνα του Θεού, τον ίδιο τον Θεό. Λέει ο αββάς Απολλώς για τον τρόπο υποδοχής των αδελφών: «Καθώς έρχονται οι αδελφοί, πρέπει να υποκλινόμαστε με σεβασμό.

Την ώρα εκείνη υποκλινόμαστε στον Θεό και όχι σε αυτούς. Γιατί λέει “είδες τον αδελφό σου, είδες τον Θεό σου”». Οι μοναχοί αναγνωρίζουν τον Θεό στο πρόσωπο του συνανθρώπου, γι’ αυτό τον διακονούν με χαρά, με ταπείνωση, με αγάπη. Η αγάπη αυτή είναι ανιδιοτελής, έχει θυσιαστικό χαρακτήρα. Ο μοναχός δεν περιμένει να του δώσει κάτι ο προσκυνητής.

Ο προσκυνητής δεν πληρώνει για την φιλοξενία του. Ο μοναχός που διακονεί δεν πληρώνεται από κανέναν, δεν έχει καμμία επαφή με χρήματα. Η φιλοξενία στις Μονές του Αγίου Όρους προσφέρεται δωρεάν, αμισθί, διότι έτσι θέλει η οικοδέσποινα του τόπου, η Ηγουμένη του Αγίου Όρους, η Κυρία Θεοτόκος.

Όλα αυτά τα πράγματα, ενώ είναι τόσο ανθρώπινα και απλά, είναι σχεδόν άγνωστα σήμερα στην κοσμική κοινωνία. Η ανιδιοτελής αγάπη, που είναι στην πραγματικότητα η μόνη αληθινή αγάπη, αυτήν που φανέρωσε ο Χριστός στον κόσμο, όχι μόνο έπαυσε να υπάρχει, αλλά και συχνά θεωρείται ως μωρία από τους ανθρώπους.

Το χρήμα, η σκοπιμότητα, η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο, έχουν ανυψωθεί σε στόχους και ιδανικά της σύγχρονης κοινωνίας. Γι’ αυτό το πνεύμα και το ήθος του Αγίου Όρους, που είναι πνεύμα και ήθος ανιδιοτελούς αγάπης, έρχεται ως γόνιμη πνευματική δροσιά για μία καλύτερη και πιο ανθρώπινη ζωή στον κόσμο.

Είναι η μόνη κοινωνία που έχει ως σκοπό και ως ελεύθερα επιλεγμένο ιδεώδες την ανιδιοτελή αγάπη, την εν Χριστώ αγάπη, και θεωρεί αμαρτία την έκπτωση από αυτήν.

Είναι η κοινωνία που επιλέγει ως ιδεώδες αυτό που μπορεί πραγματικά να συνενώσει τους ανθρώπους και όχι αυτό που εξαρχής εγγυάται την διάσπασή τους, δηλαδή την ιδιοτέλεια και την εκμετάλλευση για το κέρδος.

Μία σημαντική φιλοφρόνηση που προσφέρεται στους προσκυνητές του Αγίου Όρους είναι η προσκύνηση των αγίων λειψάνων και των θαυματουργών εικόνων, που πλαισιώνεται με την ξενάγηση στο Καθολικό της Μονής.

Διότι δεν υπάρχει τίποτε πολυτιμότερο και σπουδαιότερο επί της γης από την παρουσία των Αγίων, που διατηρείται διαχρονικά μέσα στον κόσμο με τα λείψανά τους. Αυτός είναι και ο σκοπός της Εκκλησίας, η δημιουργία Αγίων.

Στα ιερά λείψανα των Αγίων βρίσκεται ενοικούσα η θεία Χάρις, η άκτιστη θεία ενέργεια. Ασπαζόμενος λοιπόν ο προσκυνητής αυτά τα άγια λείψανα λαμβάνει την δωρεά της θείας Χάριτος.

Στο Άγιον Όρος ο προσκυνητής έχει την ευλογία να έλθει σε επαφή με πολλούς μεγάλους Αγίους της Εκκλησίας μας.

Στην Μονή μας φυλάσσονται πάνω από διακόσια τεμάχια αγίων λειψάνων, όπως των αγίων Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Γρηγορίου του Θεολόγου, Τιμίου Προδρόμου, αποστόλων Ανδρέα και Βαρθολομαίου, μεγαλομαρτύρων Παντελεήμονος, Ιακώβου του Πέρσου· και βέβαια το σημαντικότερο κειμήλιο, η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου.

Κάποιος προσκυνητής που είχε πρόβλημα με τα χέρια του, είχαν παραλύσει και δεν μπορούσε να τα κουνήσει, προσκυνώντας την Αγία Ζώνη στην Μονή μας αμέσως θεραπεύθηκε.

Κάποιος άλλος που είχε μεγάλο πρόβλημα με την μέση του προσκυνώντας την εικόνα της Παναγίας Παραμυθίας, μία από τις επτά θαυματουργές εικόνες που φυλάσσονται στην Μονή μας, αισθάνθηκε να τον διαπερνά κάτι σαν ηλεκτρική ενέργεια, και θεραπεύτηκε εκείνη την στιγμή.

Πολλοί προσκυνητές στην Μονή μας αισθάνονται όταν προσκυνούν τα άγια λείψανα μία ευωδία. Αυτή η ευωδία δεν έχει φυσική προέλευση, δεν βάζουμε εμείς κολώνια η άρωμα στα άγια λείψανα. Η ευωδία αυτή είναι υπερφυσική, προέρχεται από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Στους προσκυνητές προσφέρεται και ο λόγος. Συνήθως το διακόνημα του λόγου επωμίζεται ο Γέροντας της Μονής, μπορεί όμως κάποιος αδελφός της Μονής, που ορίζει κάθε φορά ο Γέροντας να ομιλεί σε συνάξεις με τους προσκυνητές.

Εκεί συζητούνται πρακτικά θέματα που έχουν σχέση με την πνευματική οικοδομή των προσκυνητών και δίνονται απαντήσεις σε ερωτήματα και απορίες που προβάλλονται από αυτούς.

Ο θεολογικός λόγος έχει διάφορες βαθμίδες. Ας ορίσουμε κάποιες μορφές θεολογικού λόγου.

Αρχικά έχουμε τον κατηχητικό λόγο. Αυτόν που μπορεί να προσφέρει ένας μορφωμένος θεολογικά άνθρωπος στους ακροατές του δίχως να έχει την ανάλογη εμπειρία.

Μπορεί όμως και αυτός ο λόγος να ωφελήσει τους ακροατές σύμφωνα με την υπόδειξη του Χριστού, «πάντα όσα εάν είπωσιν υμίν τηρείν τηρείτε και ποιείτε· κατά δε τα έργα αυτών μη ποιείτε».

Ως δεύτερη βαθμίδα μπορούμε να θεωρήσουμε τον εμπειρικό λόγο, όταν ο λόγος είναι έκφραση και διατύπωση, δημιούργημα εκείνου του νου που ενώνεται και κοινωνεί εμπειρικά με τον ενυπόστατο Θεό Λόγο.

Ο λόγος αυτός είναι «ζων και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον και διϊκνούμενος άχρι μερισμού ψυχής τε και πνεύματος» και είναι ικανός να θεραπεύσει και να αναγεννήσει την «κοπιώσαν και πεφορτισμένην καρδίαν» των ανθρώπων.

Ο Πατερικός λόγος είναι κυρίως λόγος εμπειρικός, και έχει διαχρονική πνευματική δύναμη και αιώνια ανεκτίμητη αξία.

Υπάρχει όμως μία ακόμη ανώτερη βαθμίδα λόγου, και είναι αυτή του διακριτικού λόγου. Πρόκειται για τον ιδιαίτερο, αποκαλυπτικό λόγο που απευθύνεται προσωπικά στον χριστιανό από έναν χαρισματούχο Γέροντα.

Σε αυτόν τον διακριτικό, διορατικό λόγο αναφέρεται και η περίπτωση εκείνη του Γεροντικού, όπου κάποιος απευθύνεται με πόνο και επιμονή προς τον αββά Ευπρέπιο και λέει: «Αββά, ειπέ λόγον, πως θα σωθώ;».

Ένας τέτοιος διακριτικός πατερικός λόγος μπορεί να γίνει πηγή πραγματικής εμπνεύσεως και πνευματικού ανεφοδιασμού του προσκυνητού.

Συνάντησα έναν αγωνιζόμενο λαϊκό εκτός Αγίου Όρους, ο οποίος μου είπε ότι είχε τρία χρόνια να επισκεφθεί το Άγιον Όρος, αλλά αυτά τα τρία χρόνια τον συντηρούσε πνευματικά ένας λόγος που του είχε πει τότε ένας Αγιορείτης μοναχός.

Μία τέλεια, μία ιδανική κατάσταση στο μυστήριο της θείας εξομολογήσεως είναι η προσφορά του διακριτικού λόγου από τον Πνευματικό και η εν υπακοή αποδοχή του από τον εξομολογούμενο. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι οι περισσότεροι χριστιανοί κάνουν την πρώτη εξομολόγησή τους σε κάποιο μοναστήρι.

Πόσοι προσκυνητές έχουν επιστρέψει στο σπίτι τους «εν ετέρα μορφή», ανακαινισμένοι, μεταμορφωμένοι από την Χάρη του Θεού!

Πόσα διαζύγια αποφεύχθηκαν και πόσες διαλυμένες οικογένειες βρήκαν την ποθητή ένωση και θαλπωρή της αγάπης με την συμβολή κάποιου εναρέτου Αγιορείτου πνευματικού!

Πόσοι προσκυνητές δεν βρίσκουν λύση στα αδιέξοδα χρόνια προβλήματα που τους μαστίζουν και τους ταλαιπωρούν μετά την επαφή τους με έναν χαρισματούχο πνευματικό;

Ο προσκυνητής, που φιλοξενείται στο Άγιον Όρος για μία η για περισσότερες ημέρες, θα έρθει οπωσδήποτε σε επαφή με μοναχούς, θα δει τον κοινοβιακό τρόπο ζωής τους και θα παραδειγματιστεί από αυτόν κατά δύναμη.

«Ένα κοινόβιο είναι η τέλεια ευαγγελική κοινότητα, του αποστολικού χορού, των φιλομαρτύρων πρωτοχριστιανών, των καλών αγωνιστών της ευσεβείας, που κύρια μέριμνα είναι το αμέριμνο του απράγμονος βίου της εν Χριστώ ζωής».

Το κοινόβιο, όπως έλεγε χαρακτηριστικά και ο μακαριστός Γέροντάς μας Ιωσήφ, «είναι ο επίγειος ουρανός· το κοινόβιο αν και υφίσταται εντός των ορίων του χρόνου και του χώρου, αν και ευρίσκεται στον κόσμο τούτο, δεν είναι εκ του κόσμου τούτου».

Στον κόσμο που βρίσκεται εγκλωβισμένος στην εφημερότητα και είναι γεμάτος από την αγωνία και το άγχος της καθημερινότητας με τις πολλές δυσκολίες και τα αδιέξοδα, χωρίς να σκέφτεται ότι μπορεί να υπάρχει κάτι άλλο, διαφορετικό από το καθημερινό που μπορεί να δώσει λύση σε όσα τον ταλαιπωρούν και τον βασανίζουν, το Άγιον Όρος ανοίγει μία άλλη προοπτική ζωής.

Στην μονοδιάστατη οριζόντια ζωή παρουσιάζει την κατακόρυφη πολυδιάστατη κοινωνία με τον Θεό και τους Αγίους Του· με έναν τελείως διαφορετικό και συχνά αντίθετο από τον κοσμικό τρόπο θεωρήσεως των πραγμάτων φωτίζει αληθινά την συγκεχυμένη και αδιέξοδη κοσμική ζωή.

Έτσι ο άνθρωπος μπορεί τελικά όχι μόνο να αξιοποιήσει τις θετικές και ευνοϊκές ευκαιρίες της ζωής, αλλά και να αντιμετωπίσει δημιουργικά τις δύσκολες καταστάσεις, τις αποτυχίες, τις συμφορές ακόμη και αυτόν τον θάνατο.

Παρουσιάζει έναν τρόπο ζωής, που ελευθερώνει τελικά τον άνθρωπο από τον φόβο του θανάτου, με όλες τις οδυνηρές επιπτώσεις του, και τον καθιστά πραγματικά ελεύθερο.

Στο Άγιον Όρος, όπως και γενικότερα σε κάθε ορθόδοξο μοναστήρι, καταφεύγουν άνθρωποποι που εγκαταλείπουν τον κόσμο και τον κοσμικό τρόπο ζωής. Το φαινόμενο αυτό μπορεί να θεωρηθεί, και είναι οπωσδήποτε από μία άποψη, αντικοινωνικό.

Εκείνο όμως που το διακρίνει ουσιαστικά και το ξεχωρίζει από κάθε αντικοινωνικό φαινόμενο είναι το ακόλουθο.

Ο μοναχός δεν εγκαταλείπει τον κόσμο από εχθρότητα προς αυτόν, αλλά από αγάπη προς τον Χριστό για μία πληρέστερη κοινωνία μαζί Του και δι’ Αυτού με όλο τον κόσμο. Δεν αρνείται τον κόσμο, την κοινωνία, αλλά το κοσμικό φρόνημα, γι’ αυτό εξάλλου επιζητεί την αληθινή εν Χριστώ κοινωνία.

Έτσι η μοναστική κοινωνία, ιδιαίτερα το κοινόβιο του Αγίου Όρους παρουσιάζεται «ως ένα είδος “αντικοινωνίας”, η οποία, χωρίς να έχει την έννοια της αντιθέσεως προς την κοσμική κοινωνία, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μία συνεπέστερη χριστιανική ζωή», όπου ζει ο άνθρωπος την κοινωνικότητά του σφαιρικά και ισόρροπα, με την οριζόντια και την κατακόρυφη διάστασή του.

Ο μοναχισμός προσφέρει ένα πρότυπο ζωής. Ειδικότερα το κοινόβιο εκφράζει την πεμπτουσία της Ορθοδοξίας.

Μπορεί μάλιστα να λεχθεί ότι ολόκληρη η κοινωνία των πιστών όπως επισημαίνει και ο όσιος Θεόδωρος Στουδίτης είναι “μία Εκκλησία κοινοβιακή”.

Και το μοναστικό κοινόβιο αποτελεί την συνεπέστερη προσπάθεια ιστορικής πραγματώσεώς της». Γι’ αυτό οι βυζαντινοί αυτοκράτορες έγιναν οι κτίτορες, οι δωρητές και οι ευεργέτες των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους, διότι γνώριζαν την ωφέλεια που θα προκύψει μέσα στην κοινωνία από την δημιουργία μοναστηριών.

Η πνευματική ζύμη που προσφέρεται στην κοινωνία από ένα κοινόβιο είναι ικανή να ζυμώσει προς το αγαθότερο όλη την κοινωνία. Αρκεί και μόνο να σκεφτεί κάποιος, πως είναι δυνατόν αυτός που έχει λάβει εντολή από τον Χριστό «να αγαπά τους εχθρούς του», να βλάψει την κοινωνία;

Πως είναι δυνατόν αυτός που έχει λάβει την εντολή «να γίνει άγιος», να θεωθεί και να καταστεί πολίτης «της ουράνιας πολιτείας» να μην είναι συγχρόνως καλός και αγαθός πολίτης της επί γης πολιτείας;

Το κοινόβιο είναι ένα εργαστήριο σωτηρίας και αγιότητος. Ο αληθινός μοναχός, τόνιζε ο μακάριος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, «είναι προϊόν του Αγίου Πνεύματος».

Είναι αυτός που βρίσκει τον αληθινό εαυτό του μέσα στην καρδιά του και κατόπιν τον Θεό, και κοντά Του ολόκληρο τον κόσμο. Υπάρχουν μοναχοί σήμερα στο Άγιον Όρος που έχουν λησμονήσει τον εαυτό τους, δεν προσεύχονται για τον εαυτό τους, προσεύχονται ακατάπαυστα, ώρες ολόκληρες για τον κόσμο.

Αυτή είναι η ουσιαστικότερη προσφορά του αγιορειτικού μοναχισμού, η προσευχή υπέρ της ειρήνης και της σωτηρίας σύμπαντος του κόσμου. Ο προσκυνητής που θα έρθει σε επαφή με αυτούς τους μοναχούς ακόμη και αν δεν μιλήσει μαζί τους θα ωφεληθεί από την παρουσία τους. Στο Γεροντικό αναφέρεται για τρεις αδελφούς που είχαν συνήθεια να επισκέπτονται τον Μέγα Αντώνιο και να τον ρωτούν για τα πνευματικά ζητήματα που τους αποσχολούσαν.

Ο ένας από αυτούς ήταν πάντοτε σιωπηλός, ποτέ δεν ρωτούσε κάτι τον αββά Αντώνιο. Ο δε αββάς Αντώνιος ρώτησε σε κάποια στιγμή αυτόν τον αδελφό: «Τόσα χρόνια έρχεσαι εδώ και γιατί δεν με ρωτάς κάτι»;

Και ο αδελφός του απάντησε: «Αρκεί μοι μόνον του βλέπειν σε, Πάτερ».

Ο προσκυνητής που ακολουθεί το πρόγραμμα της Μονής προσέρχεται και στις Ιερές Ακολουθίες.

Στο καθολικό της Αγιορείτικης Μονής συμμετέχει στην λογική και νοερά λατρεία, η οποία προσφέρεται στον Θεό «εν ενί στόματι και μια καρδία».

Η λατρεία του Θεού δεν είναι έργο ανθρώπου αλλά μυστήριο, που υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική. Είναι ενέργεια του Αγίου Πνεύματος εντός της Εκκλησίας.

Σε αυτήν δεν είναι παρόντες μόνο οι μοναχοί, οι κληρικοί και οι προσκυνητές, αλλά και οι Άγιοι, οι Άγγελοι, η Παναγία, ο Χριστός. Είναι μία μυσταγωγία που μεταρσιώνει και μεταμορφώνει τον άνθρωπο.

Ένα παιδάκι ηλικίας τεσσάρων ετών πριν μερικά χρόνια στο καθολικό της Μονής μας έβλεπε μέσα στο Ιερό Βήμα πλήθος Αγγέλων, που δεν ήταν βέβαια ορατοί στους πολλούς, ήταν όμως παρόντες.

Παρόμοια βιώματα είχαν συχνά και πολλοί άγιοι λειτουργοί. Αλλά και ο καθένας ανάλογα με την δεκτικότητα και την καθαρότητά του παίρνει και την αμοιβή του. Πόσοι δεν μπήκαν μέσα σε έναν ιερό ναό σκοτισμένοι, με ταραχή και αγωνία, με αισθήματα απελπισίας και απογνώσεως, και βγήκαν φωτισμένοι, ειρηνικοί και χαρούμενοι!

Το Άγιον Όρος λειτουργεί ως πνευματικό ιατρείο. Αποτελεί θεραπευτικό κέντρο και πνευματική οάση στην έρημο του κόσμου της αθεΐας, του αποπροσανατολισμού και του παραλογισμού. Συνιστά δείκτη που παραπέμπει στον Ουρανό και διασφαλίζει την πορεία προς τον Πατέρα.

Ο μακάριος Γέροντας Παΐσιος έλεγε: «Αν ο κόσμος επισκεπτόταν περισσότερο τα μοναστήρια και είχε πνευματικές σχέσεις με μοναχούς, θα έκλειναν πολλά ψυχιατρεία». Στο μοναστήρι καλλιεργείται ο αγιασμός του μοναχού, ο οποίος καλείται να λειτουργήσει ως ζύμη για την πνευματική προκοπή και την σωτηρία του κόσμου.

Δεν υπάρχει σημαντικότερο και σπουδαιότερο γεγονός για τον άνθρωπο από την σωτηρία του.

Ο άνθρωπος κάθε εποχής, και ακόμη περισσότερο ο σύγχρονος άνθρωπος, είναι διασπασμένος, κατατεμαχισμένος πνευματικά, αλλοτριωμένος ολοκληρωτικά από τον εαυτό του. Χρειάζεται ανόρθωση, αποκατάσταση, σωτηρία. Χρειάζεται να γίνει σώος, δηλαδή ολόκληρος, να βρει τον εαυτό του, τον αληθινό άνθρωπο.

Από την σωτηρία αυτήν έχει επιτακτική ανάγκη ο σύγχρονος άνθρωπος και αυτήν μπορεί να την γνωρίσει και να την δοκιμάσει στο ευλογημένο και αγιασμένο Περιβόλι της Παναγίας, το Άγιον Όρος.

Aρχιμ.Εφραίμ Ηγούμενος Ι.Μ Βατοπαιδίου.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.