Η διαφορά μεταξύ πατριωτισμού κι εθνικισμού

Οι Έλληνες έχουμε μάθει με τα χρόνια να φοβόμαστε τις λέξεις. Σαν αδαείς κι ετερόφωτοι παντογνώστες πιανόμαστε από λέξεις, όπου αγνοούμε παντελώς την ακριβή τους ερμηνεία, με σκοπό να κράξουμε και να βρίσουμε. Το χαμηλό γνωστικό μας επίπεδο πάνω σε σοβαρά κι επικείμενα θέματα σε συνδυασμό με το «αλάθητο του Πάπα», που μας έχει δοθεί, μας προσδιορίζουν αυτομάτως ως έναν επικίνδυνο λαό.

Τρωγόμαστε με θέματα που έχουμε πλήρη άγνοια χωρίς να βάλουμε το μυαλό μας λίγο να δουλέψει. Αν ρωτήσω κάποιον, ποια είναι η διαφορά μεταξύ των εννοιών φασισμός, ναζισμός, σοβινισμός, εθνικισμός και πατριωτισμός, θα με κοιτάξει σαν εξωγήινο. Δεν είναι το ίδιο πράγμα, φίλε μου.

Πρώτα γεννήθηκε ο πατριωτισμός, η φιλοπατρία, η αγάπη για τη μαμά πατρίδα, η οποία μας ανέθρεψε, μας μεγάλωσε μέσα στην αγκαλιά της. Είναι το αίμα που κυλάει μέσα στις φλέβες μας, έτοιμο να χυθεί προς υπεράσπισή της, τα αθάνατα χώματα που φιλούσαν οι άνθρωποι μετά από χρόνια στην ξενιτιά. Η ακραία της μορφή, ο εθνικισμός, ορίζεται ως ο υπερβάλλων ζήλος για το έθνος, ο αντιδημοκρατικός πατριωτισμός. Έκανε την εμφάνισή του την περίοδο της Γαλλικής επανάστασης απ’ το φιλόσοφο Ζαν Ζακ Ρουσσώ, με σκοπό την αναγέννηση του γαλλικού λαού.

Η έννοια του εθνικισμού, στην οποία στηρίχτηκε κι ένα μεγάλο μέρος της Ελληνικής επανάστασης, βάφτηκε με αίμα, με αποτέλεσμα να μεταφραστεί ως η πεποίθηση της ανώτερης εθνικής ταυτότητας. Άλλωστε, η ιστορία γράφεται πάντα από τους νικητές.

Ο σοβινισμός, που ακολούθησε, αποτελεί μία παράλογη μορφή του εθνικισμού, όπου απαιτεί την απόλυτη αφοσίωση σε εθνικά σύμβολα χωρίς καμία διάκριση. Ο σοβινισμός ή υπερεθνικισμός είναι ο πατέρας του φασισμού, ο οποίος γεννήθηκε μια ανοιξιάτικη μέρα στις αρχές του 20ου αιώνα, στο Μιλάνο της Ιταλίας απ’ το γνωστό σε όλους μας, Μουσολίνι. Η πρώτη μορφή φασισμού στην Ευρώπη, όπου έμελλε να γίνει ο προάγγελος του πιο θανατηφόρου πολέμου στα ιστορικά χρονικά.

Ο ναζισμός κι ο φασισμός είναι η ίδια όψη του ίδιου νομίσματος, έννοιες ταυτόσημες και θεμελιωμένες στην ανθρώπινη δυστυχία. Όπως βλέπεις, η ανθρώπινη δυστυχία, είτε αυτή ερμηνεύεται ως πόλεμος είτε ως οικονομική κρίση, είναι το πάτημα που καταχράστηκαν λίγοι για να εδραιωθούν στους πολλούς.

Οι πέντε αυτές έννοιες έχουν μία πολύ σημαντική διαφορά που τις ξεχωρίζει, το φανατισμό. Αν στην προηγούμενη έννοια προσθέσεις το φανατισμό, μεταβαίνεις απευθείας στην επόμενη. Οπότε, αν έχεις ένα φανατισμένο πατριώτη μετατρέπεται αυτομάτως σ’ έναν ακραίο εθνικιστή, ο φανατισμένος δημοκράτης είναι ο αναρχικός. Ποτέ δε μ’ άρεσαν τα άκρα, διότι τα θεωρούσα πάντα ως πρόβλημα και ποτέ ως λύση.

Η σύγχυση μεταξύ των εννοιών αυτών είναι ο κύριος παράγοντας παράλογων αντιδράσεων. Ο πατριώτης δεν είναι εθνικιστής. Όταν λέω πως αγαπάω περισσότερο το λαό μου, τα χώματα της πατρίδας μου δεν είμαι ρατσιστής, δεν είμαι φασίστας, είμαι πατριώτης. Αυτή τη διαφορά πότε θα την καταλάβουμε;

Δεν πιστεύω πως ο Έλληνας είναι πνευματικά ή σωματικά ανώτερος απ’ οποιονδήποτε άλλο. Όμως, είναι το αίμα μου, πώς να το κάνουμε. Τον αγαπάω περισσότερο. Δακρύζω όταν ακούω για τους πρόσφυγες, στενοχωριέμαι βαθιά για τον πόνο τους και προσπαθώ όσο μπορώ να βοηθάω. Η διαφορά είναι πως όταν άκουσα τη γιαγιά μου να μου λέει ιστορίες για το Αϊβαλί, άρχισα να τρέμω κι ας ήμουν μόλις δώδεκα χρονών. Ματωμένες λέξεις με αποκορύφωμα το «Το νούμερο 31328». Δε θα τα ξεχάσω ποτέ και κάθε φορά που τα θυμάμαι, θα κλαίω. Κι αν νομίζεις πως έχω μένος για τους Τούρκους, κάνεις λάθος. Έχω μένος για όλους όσο διαπράττουν τέτοια εγκλήματα, κι ας είναι και πολέμου.

Υπάρχουν άνθρωποι που τυλίγονται με την Ελληνική σημαία και πέφτουν στον γκρεμό, που φιλούν τη γαλανόλευκη και ντρέπονται να την υπογράψουν και τους βρίζουμε, ενώ κάνουμε εθνικούς ήρωες αυτούς που την καίνε. Έλληνας είναι αυτός που διδάχθηκε την ελληνική παιδεία, ασπάστηκε τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική ιστορία. Αυτόν θεωρώ συμπατριώτη μου, αδελφό μου. Το «ελληνικό» αίμα σε κάνει απλώς άνθρωπο, τίποτα παραπάνω. Ο τίτλος «Έλληνας» είναι βαρύς και κερδίζεται, δεν κληρονομείται. Βέβαια, ξέρω πως η νεολαία μας δεν ενδιαφέρεται για τόσο «μπας κλας» θέματα.

Από τη μία πλευρά είναι οι φανατισμένοι εθνικιστές κι απ’ την άλλη οι απάτριδες φιλάνθρωποι. Τα δύο άκρα που βρίσκονται στα μαχαίρια και στη μέση οι αδιάφοροι κι οι λογικοί. Δε θα μιλήσω καθόλου για τους φασίστες και τους αδιάφορους. Είναι πολύ κακό να ισοπεδώνεις την έννοια πατρίδα, να απαρνείσαι την ιστορία του έθνους σου κι έναν πολιτισμό που χτίστηκε με ιδρώτα κι αίμα, για να αναπνέεις εσύ ελεύθερος. Ναι, όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι, ναι, να βοηθάμε κάθε λαό, χωρίς όμως να ξεχνάμε την εθνική μας ταυτότητα, την κουλτούρα που μας έπλασε. Προσωπικά είμαι υπερήφανος που είμαι Έλληνας, το θεωρώ τιμή κι όχι ρετσινιά.

Το πιο σημαντικό αγαθό του Έλληνα είναι η πνευματική καταγωγή του!

Συντάκτης: Θάνος Αραμπατζής
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ

Διαβάστε και τους στίχους:

Μεσ’ τους δρόμους τριγυρνάνε οι μανάδες και κοιτάνε ν’ αντικρίσουνε, τα παιδιά τους π’ ορκιστήκαν στο σταθμό όταν χωριστήκαν να νικήσουνε.

Μα για ‘κείνους που ‘χουν φύγει και η δόξα τους τυλίγει, ας χαιρόμαστε, και ποτέ καμιά ας μη κλάψει, κάθε πόνο της ας κάψει, κι ας ευχόμαστε:

Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά, που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά, παιδιά στη γλυκιά Παναγιά προσευχόμαστε όλες να ‘ρθετε ξανά.

Λέω σ’ όσες αγαπούνε και για κάποιον ξενυχτούνε και στενάζουνε, πως η πίκρα κι η τρεμούλα σε μια τίμια Ελληνοπούλα, δεν ταιριάζουνε.

Ελληνίδες του Ζαλόγγου και της πόλης και του λόγγου και Πλακιώτισσες, όσο κι αν πικρά πονούμε υπερήφανα ασκούμε σαν Σουλιώτισσες.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.