Ο κ. Κοτζιάς εξήγησε ότι πρότεινε να μπει αυτό το σχέδιο «υπό την ομπρέλα του ΟΗΕ, να υπάρξει μια ειδική ομάδα που να καταγράψει με ακρίβεια το μέγεθος του τουρκικού στρατού, αλλά και της ΕΛΔΥΚ- δεν έχουμε καμία αντίρρηση
Την ανάγκη αποχώρησης του τουρκικού στρατού κατοχής με συνεχή ροή, μία μεγάλη αποχώρηση την πρώτη εβδομάδα και συγκεκριμένη καταληκτική ημερομηνία, τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς κατά την ενημέρωση των Ελλήνων δημοσιογράφων λίγο πριν ξεκινήσει το δεύτερο μέρος της Διάσκεψης για το Κυπριακό στη Γενεύη.
Ο κ. Κοτζιάς εξήγησε ότι πρότεινε να μπει αυτό το σχέδιο «υπό την ομπρέλα του ΟΗΕ, να υπάρξει μια ειδική ομάδα που να καταγράψει με ακρίβεια το μέγεθος του τουρκικού στρατού, αλλά και της ΕΛΔΥΚ- δεν έχουμε καμία αντίρρηση-, τον οπλισμό που έχει και τον τύπο του οπλισμού και να μπορεί αυτή η ομάδα κατόπιν – ο ΟΑΣΕ και ο ΟΗΕ έχουν μεγάλες εμπειρίες – να καταγράφει τη ροή αποχώρησης αυτών των ομάδων».
Επίσης, όπως είπε ο κ. Κοτζιάς, στις 23 Ιανουαρίου αναμένεται ότι θα συναντηθούν και πάλι στη Γενεύη οι υπουργοί Εξωτερικών των τριών εγγυητριών δυνάμεων προκειμένου να συζητήσουν το θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων, είδηση η οποία αναμένεται να ανακοινωθεί από τον ΟΗΕ στο πνεύμα της θετικής κατεύθυνσης για την προώθηση της λύσης του Κυπριακού.
«Πιθανολογώ με όσα έχουν δείξει οι συζητήσεις μέχρι τώρα, ότι θα επιβεβαιωθεί η καταρχάς συμφωνία μας για τη δημιουργία μιας ομάδας με ειδικούς οι οποίοι θα ετοιμάσουν έναν κατάλογο ερωτήσεων, στη βάση του οποίου θα γίνει στις 23 του Γενάρη συνάντηση των ΥΠΕΞ με βάση αυτά τα ερωτήματα», είπε ο κ. Κοτζιάς και πρόσθεσε ότι επικεφαλής από την πλευρά του ελληνικού ΥΠΕΞ θα είναι ο γενικός γραμματέας του υπουργείου, πρέσβης Δημήτρης Παρασκευόπουλος.
Εστιάζοντας περαιτέρω στις συζητήσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια του πρώτου μέρους της Διάσκεψης, τόνισε ότι το κεντρικό πρόβλημα ως προς την απόκλιση απόψεων είναι το ζήτημα των εγγυήσεων και των παρεμβατικών δικαιωμάτων, τονίζοντας την ανάγκη κατάργησης του καθεστώτος αυτού.
«Θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε να φτιαχτεί -μια πιθανότητα είναι αυτή- μια διεθνής ομάδα που να παρατηρεί και να κάνει υπό το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ εκθέσεις για το πώς θα πηγαίνει η υλοποίηση των αποφάσεων», τόνισε ο κ. Κοτζιάς και επισήμανε ότι «είναι φανερό ότι η δική μας πλευρά δεν θέλει παρεμβατικά δικαιώματα, και θέλει αποχώρηση του στρατού».
Ο υπουργός Εξωτερικών είχε μαραθώνιο συναντήσεων, οκτώ από το πρωί μέχρι το απόγευμα. Αρχικά πριν από την έναρξη της Διάσκεψης είχε μία εκτενή συζήτηση με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη, στη συνέχεια με την ηγεσία της ΕΕ, την ύπατη εκπρόσωπο της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι και τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Αργότερα, μαζί με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Κατρούγκαλο, συζήτησε με τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον και τη βρετανική αντιπροσωπεία. Μετά το γεύμα εργασίας, στο οποίο συμμετείχαν οι δύο κοινότητες, η ΕΕ, ο ΟΗΕ και οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, πραγματοποιήθηκε μια ξεχωριστή συνάντηση των εγγυητριών δυνάμεων και στη συνέχεια μια διμερής συνάντηση με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες.
«Το κύριο ζήτημα» όπως είπε «είναι ότι θα έχουμε μια ανακοίνωση το βράδυ ότι γίνανε βήματα σε θετική κατεύθυνση για να προωθηθεί η λύση του Κυπριακού» .
«Νομίζω ότι είχαμε μια δημιουργική συζήτηση», είπε ο υπουργός Εξωτερικών, επισημαίνοντας ότι «για πρώτη φορά χθες τέθηκαν χάρτες στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στις δύο κοινότητες», ενώ τις προηγούμενες φορές «οι χάρτες ήταν πρωτοβουλίες του ΟΗΕ και προτάσεις του Ανάν».
Ο κ. Κοτζιάς τόνισε τη σημασία που είχε αυτή η πρώτη «συνδυασμένη συζήτηση ανάμεσα στις εγγυήτριες δυνάμεις», καθώς σε διμερές επίπεδο είχαν γίνει συζητήσεις και με την Τουρκία και με τη Βρετανία. «Προσπαθούμε εδώ και πάρα πολύ καιρό, θα έλεγα από τον Απρίλη του 2015, να οργανωθεί αυτή η συζήτηση. Πολλοί θέλησαν να την αποφύγουν, να την αναβάλλουν. Ορισμένοι πίστευαν ότι στον δρόμο θα χανόταν αυτό το τρίπτυχο συζήτησης: εγγυήσεις-παρεμβατικά δικαιώματα-στρατός. Αυτό το είχαμε δει σε παρελθούσες διαπραγματεύσεις, όπου από την ελληνική σκοπιά δεν υπήρχε επιμονή και υπήρχε μια παθητική αποδοχή ότι αυτά θα παραμείνουν ή θα περιοριστούν απλώς» προσέθεσε.
Ο κ. Κοτζιάς σημείωσε ότι πρόκειται για «ένα θετικό βήμα και δίδαγμα για την ελληνική διπλωματία ότι έχουμε ξεκινήσει σε πολλούς τομείς- και ένας από αυτούς είναι η Κύπρος- μια μακρόχρονη διπλωματία, στηριγμένη πέρα από τους διπλωμάτες μας και τους εμπειρογνώμονες και τους νομικούς μας που κάνανε εξαιρετική δουλειά», εξηγώντας ότι αυτή η δουλειά «στηρίζεται και σε 5 καθηγητές διεθνούς δικαίου οι οποίοι βοηθάνε τη δουλειά μας πάρα πολύ και οι οποίοι θα συνεχίσουν. Εθελοντικά θέλω να υπογραμμίσω».
Ο πυρήνας της ημερήσιας διάταξης στο Κυπριακό, όπως σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών, «είναι τα θέματα που θέσαμε τον Απρίλιο του 2015» και τότε «πάρα πολλοί θεώρησαν παράτολμο να τεθεί το θέμα των εγγυήσεων, πάρα πολλοί θεώρησαν ότι δεν μπορεί να τεθεί τέτοια ημερήσια διάταξη, έτσι όπως είχε γίνει και στη διαπραγμάτευση του 2002-2004, αλλά και στις συζητήσεις που είχαν εξελιχθεί το 2008-2009».
Ο κ. Κοτζιάς τόνισε τη σημασία που είχε η επιστημονική τεκμηρίωση και η σταθερότητα σε ένα αίτημα ως δίδαγμα για την επίτευξη ενός στόχου όπως αυτός του να μπει στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεων κι είναι σήμερα το κύριο θέμα αυτής της πολυμερούς διάσκεψης.
«Αυτό» πρόσθεσε «σημαίνει ότι υπενθυμίσαμε και σήμερα και διά όλης αυτής της στρατηγικής ότι το πρόβλημα του Κυπριακού δεν είναι μόνο ένα θέμα σχέσεων ανάμεσα στις δύο κοινότητες, αλλά είναι πριν από όλα ένα θέμα κατοχής της Κύπρου και παράνομης επέμβασης στο εσωτερικό της».
«Ως ελληνική κυβέρνηση» υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών «θέλουμε να λύσουμε τα προβλήματα που ήταν αδρανή, γιατί τα αδρανή προβλήματα συσσωρεύουν και άλλα προβλήματα, δεν λύνουν ζητήματα» καθώς, όπως είπε, «τόσο η χώρα μας όσο και η διπλωματία της πρέπει να στραφεί προς τους σχεδιασμούς του μέλλοντος».
Στο πλαίσιο αυτό, ανακοίνωσε ότι έκλεισαν για λόγους οικονομίας οι πρεσβείες στη Νέα Ζηλανδία και στο Σουδάν, αλλά ανοίγει βάσει Προεδρικού Διατάγματος νέα πρεσβεία στη Σιγκαπούρη, που είναι το κέντρο του αναδυόμενου κόσμου, των νέων τεχνολογιών, των νέων συνθηκών.
«Προσπαθούμε» κατέληξε ο κ. Κοτζιάς «να δούμε τα ζητήματα πιο μακρόχρονα, πιο στρατηγικά».