Η τουρκική λογική και η ιστορική αλήθεια για τα νησιά του Αιγαίου

Ή θα έχουμε πόλεμο ή θα επικρατήσει η (δική μας) λογική…

Στη φράση αυτή (που εκ πρώτης όψεως φαίνεται παιδιάστικη,αφελής, παρορμητική, ενώ στην πραγματικότητα είναι βαθυστόχαστη και υφέρπουσα εθνικιστική) κρύβεται η διαχρονική στρατηγική της Τουρκίας, ο προσανατολισμός της Εξωτερικής πολιτικής της.

Τη φράση αυτή δεν την είπε κάποιος τυχαίος κάπου, κάποτε, αλλά ο Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Ισμέτ Ινονού (διάδοχος του Κεμάλ στο Λαϊκό Κόμμα, πρωθυπουργός της Τουρκίας από τον Οκτώβριο του ’22 ως το ’37 και Πρόεδρός της μέχρι το 1950), κατά την αγόρευσή του στην Τουρκική Βουλή τον Ιούνιο του 1939. Αγόρευση που απεστάλη στον Έλληνα πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, για να αποκλείσει την οποιαδήποτε Μέση Λύση στις τότε ελληνοτουρκικές διαφορές.

Ογδόντα δύο χρόνια μετά από εκείνην την εθνική τοποθέτηση του Τούρκου στρατιωτικού και πολιτικού, σε περίοδο ιδιαίτερης όξυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων και με σοβούσα την οικονομικοπολιτική κρίση στην Τουρκία, έγινε γνωστή προ ολίγων ημερών (19/11/’21) η επιστολή της προς τον ΟΗΕ, σε συνέχεια των δυο προηγούμενων με ημερομηνία 13 Ιουλίου και 30 Σεπτεμβρίου 2021.

Επιστολή την οποία επέδωσε ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Τουρκίας στα ΗΕ (πρώην ΥΠΕΞ της το ’15) Φεριντούν Σινιρλίογλου και είναι ετεροχρονισμένα απαντητική των θέσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη στην 76η σύνοδο του ΟΗΕ (Σεπτέμβριο ’21). Εννοείται ότι η τουρκική επιστολή βρίθει κατηγοριών κατά της Ελλάδας, χωρίς να αφήνει απέξω την Κύπρο.

Πρόκειται ουσιαστικά για έναν καταιγισμό τροχειοδεικτικών βολών ανθελληνικού μένουςτο οποίο πυροδοτείται κυρίαρχα από δύο θέματα: 1. Αυτό των στρατιωτικοποιημένων νησιών του Αιγαίου [με αφορμή το αίτημά της για την αποστρατιωτικοποίησή τους η Τουρκία κατηγορεί τη χώρα μας ως παραβάτιδα των Συνθηκών της Λωζάνης (1923) και των Παρισίων (1947)] κα 2. Το θέμα οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας μας με την Αίγυπτο (Αύγουστος 2020) για το οποίο καταγγέλλει την Ελλάδα ότι ”παραβίασε εγγενή δικαιώματα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο”.

Εντύπωση προκαλεί επίσης η επιμονή της στον ισχυρισμό ότι δεν είναι ένα, αλλά πολλά τα προβλήματα που τη χωρίζουν απ’ την Ελλάδα. Κι αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι, αφού παραπέμπει ευθέως στην πρόθεση την οποία έχουν επανειλημμένα εκφράσει ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν και ο ΥΠΕΞ του Μεβλούτ Τσαβούσογλου για άνοιγμα της ατζέντας όλων των τουρκικών διεκδικήσεων όταν έρθει η ώρα της Χάγης.

Της Χάγης στην οποία προσβλέπει με αδικαιολόγητη αισιοδοξία ο Έλληνας πρωθυπουργός, ως εάν το έχει βέβαιο ότι θα δικαιωθούμε, τη στιγμή που οι μέχρι τώρα αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου δεν ήταν ποτέ υπέρ των ελληνικών θέσεων όποιος κι αν ήταν ο εθνικός μας αντίδικος…

Καθόλου τυχαίο δεν είναι επίσης το γεγονός ότι, κατά την στρεψόδικη συνήθειά της, η Τουρκία επιρρίπτει την αποκλειστική ευθύνη στη χώρα μας για την αδυναμία συνεργασίας και καλής γειτονίας μαζί της, ενώ την κατηγορεί παράλληλα:

1. Ότι παραβιάζει τις διεθνείς συνθήκες διασφάλισης ειρήνης και σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.

2. Ότι αγνοεί την αρχή της δίκαιης οριοθέτησης των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας, ”αν και αυτό επιτάσσει το διεθνές νομικό πλαίσιο” (μαθήματα πειθαρχίας στη διεθνή νομιμότητα από την μονίμως παραβιάζουσα τις Διεθνείς Συνθήκες και Συμβάσεις χώρα ) και..

3. Ότι επιδιώκει μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των νομίμων συμφερόντων της Τουρκίας.

Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, η Τουρκία διατείνεται υποκριτικά στην επιστολή της προς τον ΟΗΕ ότι στηρίζει μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με βάση όμως την αρχή της… διχοτόμησης, αφού κάνει λόγο για ελεύθερες διαπραγματεύσεις ”μεταξύ δύο εξίσου κυρίαρχων κρατών” αποκαλώντας τις μέχρι τώρα προσπάθειες με βάση το ομοσπονδιακό μοντέλο (βλ. Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία) ”αντιπαραγωγικές και καταδικασμένες να αποτύχουν”.

Τα δεδομένα αυτά μας οδηγούν λογικά στα παρακάτω ασφαλή συμπεράσματα:

1. Η Τουρκία, με τον ίδιο τρόπο που προσπαθεί να περάσει στα ελληνοτουρκικά ως επιχειρηματολογία τις ενταγμένες στη στρατηγική της ”Γαλάζιας Πατρίδας” θεωρίες περί ”γκρίζων ζωνών” και ”εγγυτέρων νήσων”, θέλει να περάσει “alla turca” στους Διεθνείς Οργανισμούς (προεξάρχοντος του ΟΗΕ) την εμμονή της στην αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.

Για να γίνει μάλιστα πιο πειστική, υποκρίνεται ότι υπερασπίζεται με σθένος της Διεθνείς Συνθήκες που χάραξαν τα σύνορα μεταξύ μας (Λωζάνης, 1923, και Παρισίων, 1947), ενώ ξέρει καλά πως οι ισχυρισμοί της περί αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών σκοντάφτουν στο άρθρο 51 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ “περί νόμιμης άμυνας”.

2. Επικαλείται κατά το δοκούν τη Συνθήκη της Λωζάνης (άρθρο 13) για τα νησιά Λήμνος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος, Λαγούσες, Σάμος και Ικαρία, για τα οποία πράγματι γίνεται λόγος περί ολικής αποστρατιωτικοποίησης, χωρίς ωστόσο να τίθεται περιορισμός σε πάσης φύσεως στρατιωτικό έργο (όπως το ραντάρ, για παράδειγμα) ή αεροπορικές βάσεις, ακόμα και σε οποιαδήποτε άλλη ειδική διαδικασία ελέγχου του αριθμού των ελληνικών και αστυνομικών δυνάμεων εκεί.

Το σπουδαιότερο όμως είναι (και το γνωρίζει καλά αυτό ο εξ Ανατολών γείτονάς μας) ότι η Συνθήκη του Μοντρέ (1936), που ακολούθησε εκείνην της Λωζάνης, την υποκατέστησε στο θέμα αυτό επιτρέποντας τον επανεξοπλισμό των ελληνικών νησιών για λόγους αμυντικής προστασίας.

Ας σημειωθεί επίσης, ότι τις ως άνω Συνθήκες τις συνυπέγραψε η Τουρκία. Την πρώτη δια χειρός Ισμέτ Ινονού (διαδόχου του Κεμάλ τον Οκτώβριο του ’22 στην αρχηγία του ”Λαϊκού Κόμματος, πρωθυπουργού μέχρι το ’37 και Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας μέχρι το ’50) και τη δεύτερη δια χειρός του πρέσβη της Τουρκίας στην Αθήνα επί Μεταξά (1936), Ρουσσέν Εσρέφ, του οποίου διασώζεται η επιστολή προς τον τότε Έλληνα πρωθυπουργό όπου εκφράζει τη ”σύμφωνη γνώμη της χώρας του για στρατικοποίηση των νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης ταυτόχρονα με τον εξοπλισμό των Στενών”.

Τώρα θα μου πείτε πως αφήνει διεκδικούμενα τα υπόλοιπα νησιά, αφού δεν αναφέρονται στην επιστολή του Τούρκου πρέσβη. Ναι, αλλά δεν το κάνει τυχαία αυτό, γιατί θα θεωρείτο ”νομική αυθαιρεσία” αν διεκδικούσε την αποστρατιωτικοποίηση των Λαγουσών επειδή ανήκουν στην Ελλάδα και όχι της Ίμβρου (όπου εδρεύει Σύνταγμα Τούρκων Καταδρομών) και της Τενέδου (όπου εδρεύει Λόχος Τούρκων Καταδρομών) για τον λόγο ότι ανήκουν σ’ αυτήν.

3. Στην περίπτωση τώρα των Δωδεκανήσων, αδίκως προσπαθεί η Τουρκία να υψώσει τους τόνους στην προσπάθειά της να αμφισβητήσει την ελληνική κυριαρχία σ’ αυτά, αφού παραχωρήθηκαν από’ την Ιταλία στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Παρισίων το 1947.

Στη Συνθήκη αυτή, μάλιστα, αναφέρονται ονομαστικά – πέραν των νήσων Ρόδου, Σύμης, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψών, Κω, Αστυπάλαιας και Νισύρου – και οι νησίδες του συμπλέγματος της Μεγίστης/Καστελορίζου τις οποίες κατείχαν μέχρι τότε οι Ιταλοί.

Τέλος, στις ως άνω τουρκικές αιτιάσεις που απαντήθηκαν ήδη με βάση τα ιστορικά καταγεγραμμένα στοιχεία δικαίωσης των θέσεών μας, ένας ακόμα αδιάψευστος μάρτυρας υπεράσπισης των δικαίων μας και αφερεγγυότητας των ισχυρισμών της Άγκυρας περί διακινδύνευσής της λόγω στρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών είναι η ύπαρξη της 4ης Στρατιάς (”Στρατιάς του Αιγαίου”) απέναντί τους.

Της Στρατιάς που τη συγκροτεί ένας τεράστιος αποβατικός στόλος ο οποίος περιλαμβάνει – εκτός από πολεμικά πλοία με ελικόπτερα – και μαχητικά αεροσκάφη, ελικόπτερα και UAV (μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar TB2 και Bayraktar AKINCI TİHA) με τα οποία η Τουρκία σαρώνει τα ανατολικά μας σύνορα από τον Έβρο μέχρι το τελευταίο άκρο του Αιγαίου. Κι ύστερα ισχυρίζεται πως τη φοβίζουν οι κάνες των ελληνικών φυλακίων των νησιών μας…

Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.