Τουρκία: Σε κλοιό πιέσεων ο Ερντογάν – Ο πόλεμος της διαδοχής φουντώνει

Μαίνεται ο πόλεμος των επιγόνων για την επόμενη ημέρα στην Τουρκία. Ο βηματισμός που ανοίγουν ο γιος και ο γαμπρός του Τούρκου Προέδρου και η δυναμική παρουσία του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, Ιμπραήμ Καλίν.

Των ΕΥ. ΑΡΕΤΑΙΟΥ, Θ. ΤΣΙΤΣΑ – ΠΗΓΗ: Realnews

Η ανελέητη επίθεση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Εκρέμ Ιμάμογλου και στο CHP δεν είναι ούτε συγκυριακή ούτε προσωπική. Είναι η πιο επεξεργασμένη θεσμικά επιχείρηση αποδόμησης της αντιπολίτευσης μετά το 2016 και συνδέεται με δύο κρίσιμες πραγματικότητες: την αυξανόμενη εκλογική φθορά του καθεστώτος και τη σιωπηλή διαμόρφωση της μετά Ερντογάν εποχής. Ο Τούρκος Πρόεδρος βρίσκεται σε κλοιό πιέσεων και έχει ανοιχτά μέτωπα, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, που τον απειλούν και κλονίζουν την κυριαρχία του στο πολιτικό σκηνικό. Το καθεστώς έχει αντιληφθεί, παρακολουθώντας και τις μετρήσεις, ότι σε μια πραγματικά ανταγωνιστική εκλογική διαδικασία -και με τον ισχυρό Ιμάμογλου ως αντίπαλο- οι πιθανότητες επανεκλογής είναι ελάχιστες. Στο εσωτερικό, η αχίλλειος πτέρνα είναι η οικονομία, που αποτελεί πλέον ανοιχτή πληγή για το καθεστώς και έχει φέρει την κοινωνία στα όριά της. Στο εξωτερικό μέτωπο, οι ελπίδες για ελευθερία κινήσεων που είχε φέρει η εκλογή Τραμπ έχουν εξανεμιστεί, με τους Αμερικανούς να ασκούν τώρα πίεση στον Ερντογάν να απεξαρτηθεί από τη ρωσική ενεργειακή επιρροή, κάτι που θα εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις και τα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας.

Σε αυτή τη συγκυρία, το κατηγορητήριο των 3.900 σελίδων και η παράλληλη σκιά περί ενδεχόμενης παύσης του CHP αποτελούν μια στρατηγική μετατόπιση: η αντιπολίτευση, που ενισχύεται στηρίζοντας την κριτική της στην οικτρή οικονομία, στις αποτυχίες και στις κοινωνικές εντάσεις, δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως πολιτικός αντίπαλος, αλλά ως θεσμική απειλή για το καθεστώς. Ταυτόχρονα, η επίθεση αυτή, που γίνεται εν μέσω μιας προσπάθειας αυταρχικής χειραγώγησης των Κούρδων μέσω της εν εξελίξει διαδικασίας για μια «Τουρκία χωρίς τρομοκρατία», λειτουργεί ως εργαλείο ελέγχου των εσωτερικών ισορροπιών του συστήματος εξουσίας. Το σύστημα αυτό δοκιμάζεται ήδη τόσο από την κουρδική διαδικασία όσο και από την υπόγεια διαμάχη για τη μετά Ερντογάν εποχή, όταν αυτή έρθει.

Ο Ερντογάν επιχειρεί να «κλειδώσει» το πολιτικό πεδίο πριν αρχίσει η πραγματική μάχη της διαδοχής, περιορίζοντας όχι μόνο την εξωτερική αντιπολίτευση, αλλά και τους εσωτερικούς διεκδικητές που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν ένα πιο ανοιχτό πολιτικό περιβάλλον. Η κλιμάκωση αυτή σηματοδοτεί ότι η Τουρκία εισέρχεται σε μια φάση υβριδικού αυταρχισμού: οι εκλογές συνεχίζουν να υπάρχουν, αλλά οι όροι του ανταγωνισμού καθορίζονται μονομερώς από μια εξουσία που, πίσω από τις μεγαλοστομίες περί «ανεξάρτητης και ισχυρής Τουρκίας», κρύβει μια αυξανόμενη ανασφάλεια. Η Τουρκία εισέρχεται πλέον σε μια περίοδο κατά την οποία η Δικαιοσύνη λειτουργεί ως κεντρικός μηχανισμός ανασχηματισμού του πολιτικού πεδίου. Το κατηγορητήριο σε βάρος του Ιμάμογλου και 401 ακόμη προσώπων, με ποινές που μπορεί να φτάσουν τα 2.352 χρόνια, αποτελεί τη θεσμική έκφραση μιας στρατηγικής που αφήνει πίσω της τη δημοκρατία. Η υπόθεση επεκτάθηκε στην ίδια την υπόσταση του CHP μέσω της επίσημης ειδοποίησης προς το Ανώτατο Δικαστήριο, που αφήνει ανοιχτό ένα ενδεχόμενο παύσης του κόμματος. Όλα τα παραπάνω συγκροτούν μια νέα αρχιτεκτονική, με τη δικαστική διαδικασία να λειτουργεί όχι ως τιμωρία αλλά ως μηχανισμός πολιτικής οριοθέτησης, καταδεικνύοντας, όπως εκτιμούν Τούρκοι αναλυτές, ότι το καθεστώς φοβάται μια ελεύθερη εκλογική αναμέτρηση.

Το κατηγορητήριο δεν κρύβει τον πολιτικό του άξονα. Ο Ιμάμογλου παρουσιάζεται ως επικεφαλής μιας «κερδοσκοπικής εγκληματικής οργάνωσης» που, σύμφωνα με την Εισαγγελία, δεν επεδίωκε μόνο τον έλεγχο του δήμου Κωνσταντινούπολης, αλλά και την κατάληψη της κεντρικής εξουσίας. Αντιπολιτευόμενοι σχολιαστές έγραψαν ότι η λογική του κειμένου είναι «πολιτική και όχι νομική», καθώς ο δήμαρχος εμφανίζεται να οργανώνει από το 2015 ένα σχέδιο που προβλέπει την εκλογή του το 2019 και μια μελλοντική προεδρική διεκδίκηση. Η χρονολογική αυτή κατασκευή δεν αντέχει κριτική, αλλά λειτουργεί ως εργαλείο, καθώς μετατρέπει την εκλογική επιτυχία του Ιμάμογλου σε τεκμήριο ενοχής. Η επίσημη ειδοποίηση της Εισαγγελίας προς το Ανώτατο Δικαστήριο δεν αποτελεί τυπικό αίτημα για κλείσιμο του CHP, αλλά εγκαθιστά μια νέα μορφή διαρκούς απειλής. Τούρκοι αναλυτές υπογραμμίζουν τη σημασία της κίνησης της Εισαγγελίας που ουσιαστικά απευθύνει μια ανοιχτή πρόσκληση προς το Ανώτατο Δικαστήριο να αναλάβει δράση. Από εκείνη τη στιγμή, η νομική υπόσταση του CHP παραμένει θεσμικά ακέραιη, αλλά πολιτικά εύθραυστη. Η συνολική εικόνα παραπέμπει σε μοντέλο «υπό όρους ύπαρξης», όπου το κόμμα δεν απαγορεύεται, αλλά λειτουργεί μέσα σε ζώνη επιτήρησης.

Αντιπολίτευση

Σε αυτό το πλαίσιο, η υπόθεση Ιμάμογλου δεν στοχεύει μόνο έναν υποψήφιο. Στοχεύει την ίδια τη δυνατότητα του CHP να παράγει εναλλακτική διακυβέρνηση και να οργανώνει ισχυρή πολιτική αντιπολίτευση. Η κάλυψη από τα φιλοκυβερνητικά μέσα δείχνει μια καθαρή στρατηγική μετάβασης. Καθεστωτικοί σχολιαστές περιγράφουν την υπόθεση ως «ιστορικό σταθμό» που θα «καθαρίσει την πολιτική από μαύρα χρήματα». Σκληροπυρηνικοί σχολιαστές πηγαίνουν ακόμα παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι το δίκτυο του Ιμάμογλου θυμίζει «νέο FETΟ» και ότι «το μόνο που λείπει είναι τα όπλα», ενώ μιλούν και για «στοιχεία χρηματοδότησης δημοσιογράφων», εμπλέκοντας ουσιαστικά μέρος του ανεξάρτητου Τύπου σε ένα αφηγηματικό σχήμα «επιχειρησιακής υποστήριξης» του δήμου.

Αυτή η μετατόπιση δεν είναι απλώς υπερβολική. Δημιουργεί ένα πλαίσιο στο οποίο η αξιωματική αντιπολίτευση δεν θεωρείται πολιτικός ανταγωνιστής, αλλά δυνάμει απειλή για τη δημόσια τάξη και την εθνική ασφάλεια. Με αυτόν τον τρόπο, η νομική πίεση αποκτά διαστάσεις κεντρικής πολιτικής στρατηγικής. Οι επικριτές του καθεστώτος προσεγγίζουν την υπόθεση από την αντίστροφη πλευρά και σημειώνουν ότι η δίκη αποτελεί «δοκιμασία του αν η Τουρκία θα έχει πραγματικό πολιτικό ανταγωνισμό». Αντιπολιτευόμενοι σχολιαστές ανέλυσαν το κείμενο του κατηγορητηρίου επισημαίνοντας ότι πολλά αποσπάσματα αντιγράφουν λέξεις από προεδρικές ομιλίες. Ολοι πάντως συμφωνούν ότι η υπόθεση έχει σχεδιαστεί ώστε να αναγκάσει το CHP να υψώσει άμυνες σε πολλά μέτωπα, χάνοντας το επιθετικό του πολιτικό σχέδιο. Ετσι, η υπόθεση Ιμάμογλου θεωρείται πλέον τεστ για τη βιωσιμότητα της δημοκρατικής διαδικασίας, όχι για την τύχη ενός δημάρχου.

Το πιο ανησυχητικό στοιχείο της παρούσας συγκυρίας είναι η σύγκλιση δικαστικής γλώσσας και πολιτικής στρατηγικής. Το κατηγορητήριο κατασκευάζει ένα πλαίσιο εντός του οποίου η πολιτική επιτυχία μπορεί να εκληφθεί ως «απόδειξη εγκληματικότητας». Αν η ερμηνεία αυτή εδραιωθεί, κάθε μελλοντική νίκη της αντιπολίτευσης θα μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση με βάση την ίδια λογική, προειδοποιούν συνομιλητές της Realnews στην Τουρκία. Πρόκειται για μετατόπιση προς έναν υβριδικό αυταρχισμό: εκλογές υπάρχουν, αλλά οι όροι του ανταγωνισμού ορίζονται μονομερώς. Η Κωνσταντινούπολη, με τον τεράστιο δημοσιονομικό και πολιτικό της συμβολισμό, είναι το κέντρο αυτής της μάχης. Η υπόθεση Ιμάμογλου είναι πλέον ένα εργαλείο ανασχεδιασμού του συστήματος και θωράκισης του αυταρχισμού στην Τουρκία, ο οποίος εξελίσσεται μέσα σε μια εκκωφαντική σιωπή τόσο από την Ε.Ε. όσο και από τις ΗΠΑ.

Η μάχη των επιγόνων για την επόμενη ημέρα

Τα τρία στρατόπεδα και ο ρόλος του επικεφαλής της ΜΙΤ, Ιμπραήμ Καλίν

Η τουρκική πολιτική σκηνή βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη φάση. Η συζήτηση για τη διαδοχή δεν γίνεται δημόσια, αλλά έχει γίνει ο αόρατος άξονας γύρω από τον οποίο κινούνται οι ισορροπίες και οι δυναμικές στην Άγκυρα. Κανείς δεν μιλά ανοιχτά, πολλοί όμως συμπεριφέρονται λες και ένα «μετά Ερντογάν σύστημα» διαμορφώνεται ήδη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι κινήσεις του Χακάν Φιντάν αποκτούν στρατηγική βαρύτητα όχι για το τώρα, αλλά για τη μεταβατική εποχή που ίσως να πλησιάζει, εκτιμούν συνομιλητές της Realnews στην Τουρκία. Σύμφωνα με τα ίδια πρόσωπα, μέσα στο κράτος διαμορφώνονται τρία υπόγεια αλλά μάλλον σαφή στρατόπεδα: Το τεχνοκρατικό μπλοκ ασφαλείας γύρω από τον Φιντάν, ο οικογενειακός/πολιτικός κύκλος γύρω από τον Μπιλάλ Ερντογάν και το τεχνοεθνικιστικό σύμπλεγμα γύρω από τον Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ.

Δεν πρόκειται για φράξιες με τυπική δομή, αλλά για τρία διαφορετικά οράματα εξουσίας που αντανακλούν τρεις διαφορετικούς τρόπους άσκησης ισχύος μέσα στη μετά Ερντογάν Τουρκία. Ο Χ. Φιντάν αντιπροσωπεύει την τάση της κρατικής «βαθιάς τεχνοκρατίας» που προτιμά τη διαχείριση από τη ρητορική και την ακρίβεια από τις υπερβολές. Αυτό εκτιμούν Τούρκοι αναλυτές, σημειώνοντας ότι η στρατηγική του έχει ως κοινό παρονομαστή τον καθορισμό ορίων, από το τι μπορεί πραγματικά να κάνει η Τουρκία και από το τι δεν μπορεί. Η πρόσφατη τοποθέτησή του για το KAAN ήταν χαρακτηριστική: ναι, το πρόγραμμα προχωρά, αλλά χωρίς άδεια του Κογκρέσου για τους κινητήρες δεν υπάρχει επιχειρησιακό μέλλον. Σε ένα σύστημα που λατρεύει τη μεγαλοστομία, αυτή η δήλωση λειτούργησε σαν σκωτσέζικο ντους στους διαχειριστές προπαγάνδας. Και, ταυτόχρονα, σαν τεστ ηγεσίας: μόνο κάποιος που νιώθει σίγουρος για τον ρόλο του λέει τέτοια πράγματα.

Το ίδιο μήνυμα έστειλαν και οι πρόσφατες διευκρινίσεις του Φιντάν για τη Γάζα: η Τουρκία μεσολαβεί, δεν εγγυάται, εκτός αν υπάρξει πράγματι λύση δύο κρατών. Με άλλα λόγια, χωρίς πολιτικό τέλος δεν υπάρχει ανάληψη ρίσκου. Όπως θεωρούν συνομιλητές της «R», η στάση αυτή εκτιμάται διεθνώς και φτιάχνει το προφίλ ενός ανθρώπου που μπορεί να γίνει αποδεκτός από όλες τις δυτικές πρωτεύουσες στην επόμενη φάση της Τουρκίας. Στον αντίποδα, ο κύκλος του Μπ. Ερντογάν, με ισχυρή παρουσία σε θρησκευτικά ιδρύματα, πολιτιστικές δομές, ιστορικούς οργανισμούς και ΜΚΟ, εκπροσωπεί τη λογική της ελεγχόμενης δυναστικής μετάβασης. Δεν πρόκειται για επίσημο σχέδιο, αλλά -όπως τη «διαβάζουν» αναλυτές στην Άγκυρα- για μια διάχυτη επιθυμία του περιβάλλοντος του Προέδρου να διατηρηθεί η πολιτική/θρησκευτική ταυτότητα του συστήματος. Η σύγκριση με τον Φιντάν είναι καθοριστική: ο Μπιλάλ εκφράζει τον δεσμό με τα παραδοσιακά δίκτυα επιρροής, ο Φιντάν εκφράζει το κράτος ως μηχανισμό. Το πρώτο στρατόπεδο μιλά σε συναισθήματα και ιδεολογίες, το δεύτερο σε ισορροπίες ισχύος και διεθνή συστήματα.

Ο γαμπρός του Ερντογάν, Σ. Μπαϊρακτάρ, αντιπροσωπεύει μια τρίτη τάση: την τεχνοεθνικιστική ταυτότητα της Τουρκίας. Τα UAVs, το brand «εγχώριας ισχύος», η προβολή της Τουρκίας ως τεχνολογικής δύναμης μέσω των θεαματικών φεστιβάλ τεχνολογίας TEKNOFEST δημιουργούν ένα αφήγημα που υπερβαίνει την πολιτική και αγγίζει την πολιτισμική φαντασία. Στην κοινωνία, ο Μπαϊρακτάρ ίσως να έχει την επιρροή που ο Φιντάν δεν διαθέτει. Στο κράτος, όμως, δεν θεωρείται ότι διαθέτει τον ίδιο θεσμικό βάθος. Η ένταση είναι τριγωνική: ο Μπαϊρακτάρ έχει κοινωνικό κεφάλαιο, ο Μπιλάλ έχει δικτυωμένο πολιτικό κεφάλαιο, ο Φιντάν έχει θεσμικό κεφάλαιο. Η τριπλή αυτή ισορροπία εξηγεί γιατί η επόμενη περίοδος, όσο μακρά και αν είναι, θα είναι ουσιαστικά μεταβατική. Μέσα σε αυτό το περίπλοκο τοπίο υπάρχει και ένας τέταρτος παίκτης όχι ως διεκδικητής, αλλά ως πιθανός ρυθμιστής: ο Ιμπραήμ Καλίν. Ως επικεφαλής της MIT, με βαθιά πρόσβαση τόσο στις ελίτ όσο και στο προεδρικό περιβάλλον, μπορεί να λειτουργήσει είτε ως γέφυρα είτε ως αντίβαρο. Ωστόσο αιωρείται ένα ερώτημα: θα επιλέξει να στηρίξει κάποια από τις τρεις κατευθύνσεις ή θα κινηθεί ως θεσμικός εγγυητής που αποτρέπει τη σύγκρουση;

Προς το παρόν, κρατά αποστάσεις και αυτό κάνει ακόμη πιο καθοριστικό τον ρόλο του, παρότι ο καθεστωτικός Τύπος τον προβάλλει διαρκώς, σε αντίθεση με τον Φιντάν. Η υπόθεση της δήθεν ασυνέπειας στο πανεπιστημιακό πτυχίο του Φιντάν δεν προκάλεσε πολιτικό σεισμό, αλλά λειτούργησε σαν μικροσκοπική πυξίδα εσωτερικών εντάσεων. Οι ασάφειες γύρω από τις ημερομηνίες φοίτησής του παρουσιάστηκαν όχι μόνο από την αντιπολίτευση, αλλά και από κύκλους που παρακολουθούν στενά τις κινήσεις των διαδοχικών κέντρων ισχύος.

Ορισμένοι στην Άγκυρα θεωρούν ότι το ζήτημα του πτυχίου του Φιντάν μπορεί να μην είναι εξωτερικό πλήγμα αλλά εσωτερική διαρροή, με στόχο να φθαρεί το προφίλ του σε μια στιγμή κατά την οποία η τεχνοκρατική του αξιοπιστία ενισχύεται. Σε μια Τουρκία που πλησιάζει τη στιγμή της αναπόφευκτης μετάβασης, όσο μακριά και αν είναι αυτή, ο Φιντάν δεν εμφανίζεται ως διεκδικητής, αλλά ως ο μόνος που συμπεριφέρεται με ψυχρό ρεαλισμό και όχι με υπερθετικούς συναισθηματισμούς. Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι τόσο επικίνδυνος για όσους ονειρεύονται μια συνέχεια «ως έχει».

Οι δύσκολες ώρες του Φιντάν στην Ουάσινγκτον

Το τελεσίγραφο των Αμερικανών για να σταματήσει η Αγκυρα την ενεργειακή συνεργασία με τους Ρώσους

Η Ουάσιγκτον εντείνει τη στρατηγική πίεση προς την Άγκυρα, επιδιώκοντας να αποκόψει σταδιακά την Τουρκία από τη ρωσική ενεργειακή επιρροή και να τη φέρει πιο κοντά στη δυτική γραμμή απέναντι στη Μόσχα. Η επίσκεψη του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν στην αμερικανική πρωτεύουσα στις 11 Νοεμβρίου και οι συναντήσεις του με τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς και τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, αποτέλεσαν ένα καθοριστικό σημείο στην προσπάθεια των ΗΠΑ να επαναχαράξουν τα όρια της τουρκικής «επιτήδειας» ουδετερότητας. Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών, η αμερικανική πλευρά μετέφερε ένα σαφές μήνυμα, σχεδόν σε μορφή τελεσιγράφου: η συνέχιση των αγορών ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου υπονομεύει τη συνοχή του ΝΑΤΟ και αποδυναμώνει την οικονομική απομόνωση της Ρωσίας. Ο Χ. Φιντάν πέρασε δύσκολες ώρες στην Ουάσιγκτον, καθώς βρέθηκε αντιμέτωπος με το σαφές αίτημα προς την Τουρκία να περιορίσει τις ενεργειακές συναλλαγές με τη Μόσχα.

Δέσμη εργαλείων

Η αμερικανική πίεση συνδυάζεται με μια νέα δέσμη εργαλείων. Στις 22 Οκτωβρίου, το υπουργείο Οικονομικών επέβαλε κυρώσεις στις Rosneft και Lukoil, πλήττοντας τις χρηματοδοτικές, ναυτιλιακές και ασφαλιστικές αρτηρίες του ρωσικού πετρελαϊκού εμπορίου. Οι επιπτώσεις υπήρξαν άμεσες: στις αρχές Νοεμβρίου οι θαλάσσιες ροές ρωσικού αργού μειώθηκαν αισθητά, ενώ πολλοί αγοραστές κράτησαν τα φορτία «εν πλω» αναμένοντας διευκρινίσεις για το νέο καθεστώς συμμόρφωσης. Η Τουρκία, τρίτος μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού πετρελαίου μετά την Κίνα και την Ινδία, βρέθηκε στο επίκεντρο αυτής της στροφής. Σύμφωνα με το Bloomberg, τα διυλιστήρια TÜPRAS και STAR έχουν ήδη περιορίσει τις αγορές ρωσικού αργού, στρεφόμενα σε προμήθειες από Ιράκ, Καζακστάν, Βραζιλία και Αγκόλα. Η κίνηση αυτή αποσκοπεί στη μείωση του κινδύνου κυρώσεων και στη διατήρηση της πρόσβασης στις ευρωπαϊκές αγορές, όπου η συμμόρφωση με τις δυτικές οδηγίες καθίσταται ολοένα και αυστηρότερη.

Λεπτή ισορροπία

Ωστόσο, η Άγκυρα εξακολουθεί να βρίσκεται σε μια λεπτή και δύσκολη ισορροπία. Οι εκπτώσεις που απολαμβάνει στο ρωσικό αργό και τα πολυετή συμβόλαια φυσικού αερίου μέσω αγωγών καθιστούν δύσκολη μια αιφνίδια μεταστροφή. Ο υπουργός Ενέργειας Αλπαρσλάν Μπαϊρακτάρ, στη διάρκεια της «Russian Energy Week» στη Μόσχα, υπογράμμισε τον ρόλο της Τουρκίας ως «κρίσιμου διαμετακομιστικού κόμβου» για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, αφήνοντας να εννοηθεί πως η διαφοροποίηση θα είναι σταδιακή και όχι αυτή της ρήξης με τη Ρωσία. Η αντίστιξη με την Αθήνα είναι χαρακτηριστική. Η Ελλάδα, έχοντας επενδύσει σε υποδομές LNG στη Ρεβυθούσα και στην Αλεξανδρούπολη και προωθώντας τον «Vertical Corridor» προς τα Βαλκάνια, έχει ήδη υπογράψει τη πρώτη μακροχρόνια συμφωνία για εισαγωγή αμερικανικού LNG. Ενώ η Αθήνα «κλειδώνει» δυτικές διαδρομές ενέργειας, η Άγκυρα επιχειρεί να δρομολογήσει μια ελεγχόμενη απομάκρυνση από τη Ρωσία, επιδιώκοντας να παραμείνει ενεργειακός κόμβος και όχι απλός αγοραστής.

Νέο πλαίσιο

Η συνάντηση Φιντάν – Ρούμπιο δεν έλυσε τον ενεργειακό γρίφο, αλλά όρισε το νέο πλαίσιο: η Τουρκία καλείται να μειώσει το ρωσικό αποτύπωμα στο ενεργειακό της μείγμα, ενώ οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να σφίγγουν τις βαλβίδες της ρωσικής εφοδιαστικής αλυσίδας. Το μόνο που δέχθηκαν οι Αμερικανοί συνομιλητές του Τούρκου υπουργού ήταν να δοθεί χρόνος ώστε αυτή η προσαρμογή να γίνει σταδιακά προκειμένου να μην προκαλέσει αστάθεια στην τουρκική αγορά. Για την Τουρκία ωστόσο ακόμα και έτσι πρόκειται για μια δύσκολη άσκηση που θα εκτινάξει και το ενεργειακό κόστος και γι’ αυτό θεωρείται αμφίβολη. Το αν η ισορροπία αυτή θα γείρει οριστικά προς τη Δύση θα εξαρτηθεί από δύο παράγοντες – το πραγματικό κόστος συμμόρφωσης της αποχώρησης από τη ρωσική ενέργεια και τη σταθερότητα των εναλλακτικών ροών LNG και αργού στην τουρκική αγορά.

Η παρουσία του Χ. Φιντάν στην Ουάσιγκτον συνδέθηκε άμεσα και με μια άλλη, εξίσου κρίσιμη εξέλιξη: την επίσκεψη του μεταβατικού Προέδρου της Συρίας, Αχμαντ αλ Σάρα, στον Λευκό Οίκο. Η επίσκεψη αυτή, η πρώτη σε αυτό το επίπεδο μετά την έναρξη του πολέμου, αποτέλεσε ένδειξη αναδιάταξης των ισορροπιών στη Μέση Ανατολή. Παρότι ο Φιντάν δεν συμμετείχε στη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Αλ Σάρα, οι επαφές του στο περιθώριο της συνάντησης με τον Μ. Ρούμπιο και άλλους αξιωματούχους θεωρήθηκαν σημαντικές για τον καθορισμό των παραμέτρων ώστε να ενεργοποιηθούν πάλι οι αμερικανο-συριακοί δίαυλοι υπό τουρκική διαμεσολάβηση. Η Άγκυρα έχει ισχυρό κίνητρο να επιδιώξει τη διασύνδεση αυτή. Η σταθερότητα της Συρίας επηρεάζει άμεσα τα τουρκικά συμφέροντα: από τις προσφυγικές ροές και την παρουσία κουρδικών δυνάμεων στα σύνορα μέχρι τις ενεργειακές διαδρομές της ανατολικής Μεσογείου. Ο Φιντάν, στη συνάντηση με τον Ρούμπιο, φέρεται να τόνισε ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη λύση στη Συρία χωρίς ενεργό ρόλο της Τουρκίας.

Κάλυψη

Σύμφωνα με αμερικανικές διπλωματικές πηγές, η συνάντηση Φιντάν – Ρούμπιο, μία ημέρα πριν από την επίσκεψη του Αλ Σάρα, ερμηνεύθηκε ως προσπάθεια εξασφάλισης πολιτικής κάλυψης στο Κογκρέσο και χαρτογράφησης κοινής στρατηγικής ΗΠΑ – Τουρκίας για το μεταπολεμικό σκηνικό στη Συρία. Η Άγκυρα, αξιοποιώντας τους διαύλους που διατηρεί τόσο με τη Δαμασκό όσο και με την Ουάσιγκτον, επιδιώκει να βρεθεί στο επίκεντρο των μελλοντικών ρυθμίσεων. Ο νέος συσχετισμός δυνάμεων στη Μέση Ανατολή φαίνεται να διαμορφώνεται γύρω από έναν άξονα ΗΠΑ – Τουρκίας – Συρίας, με την κάθε πλευρά να αναζητεί διαφορετικά οφέλη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να περιορίσουν την επιρροή της Ρωσίας και του Ιράν, να ελέγξουν τα μεταναστευτικά κύματα και να ανοίξουν την πόρτα για αμερικανικές εταιρείες στην ανοικοδόμηση της Συρίας. Η Τουρκία φιλοδοξεί να ενισχύσει τη θέση της ως ρυθμίστριας των ισορροπιών και να επαναβεβαιώσει τον ρόλο της ως «κεντρικού κράτους» της περιοχής. Για τη Συρία, το όφελος είναι προφανές: η διεθνής αναγνώριση και μια ανάσα για την κατεστραμμένη οικονομία της.

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.