Δεν συναντά κανείς συχνά πολιτικούς που μιλούν χωρίς περιστροφές σε συνεντεύξεις με τα μεγάλα δυτικά δίκτυα.
Ο πρόεδρος της Γουϊάνα, Ιρφάν Αλί, ανήκει σε αυτή τη σπάνια κατηγορία. Σε μια συζήτηση με τον δημοσιογράφο του BBC Στίβεν Σικούρ, που προοριζόταν να τον στριμώξει για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στη χώρα του, ο Αλί όχι μόνο δεν έδειξε αμηχανία, αλλά αντεπιτέθηκε με έναν λόγο που θα ζήλευαν πολλοί ηγέτες. Με απλές, καθαρές φράσεις υπενθύμισε κάτι που ο Δυτικός κόσμος προτιμά να ξεχνά: ότι η ανάπτυξη και η βιομηχανική ισχύς της Ευρώπης και της Αμερικής χτίστηκαν πάνω στην αχαλίνωτη χρήση του πετρελαίου και του άνθρακα, ενώ σήμερα απαιτούν από μικρές χώρες, που μόλις ανακαλύπτουν τον δικό τους φυσικό πλούτο, να μείνουν δέσμιες της φτώχειας στο όνομα της «σωτηρίας του πλανήτη».
Η Γουϊάνα βρίσκεται μπροστά σε ένα ενεργειακό Ελντοράντο. Τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων που έχουν βρεθεί εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 150 δισεκατομμύρια δολάρια. Για μια χώρα μικρή, κάποτε αποικία και σήμερα ακόμη παγιδευμένη στη μνήμη της εξάρτησης, αυτό σημαίνει δυνατότητα να σταθεί στα πόδια της, να χρηματοδοτήσει έργα, να μειώσει φτώχεια, να αποκτήσει φωνή στη διεθνή σκηνή. Αντί, όμως, να ακούσει ερωτήσεις για το πώς θα διαχειριστεί αυτά τα πλούτη, ο Αλί βρέθηκε αντιμέτωπος με την ηθικολογία του BBC: «μα καλά, θα συνεχίσετε να εξορύσσετε πετρέλαιο, όταν μιλάμε για κλιματική κρίση;»
Η απάντηση ήταν καθαρή σαν γροθιά: δεν μπορεί η Βρετανία, η Γερμανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, που γέμισαν την ατμόσφαιρα με ρύπους επί δύο αιώνες, να ζητούν σήμερα από τη Γουϊάνα να παραιτηθεί από τον μόνο δρόμο ανάπτυξης που της δίνεται. Η Δύση έζησε τον βιομηχανικό της θρίαμβο χωρίς κανέναν φραγμό, και τώρα εμφανίζεται σαν αυστηρός επιτηρητής που μοιράζει ενοχές στους άλλους. Πρόκειται για μια νέα μορφή αποικιοκρατίας – αυτή τη φορά «πράσινης».
Η συζήτηση δεν έμεινε εκεί. Ο Αλί ανέδειξε και την παράξενη, σχεδόν θρησκευτική αντιμετώπιση του διοξειδίου του άνθρακα. Μια ουσία που η φύση χρησιμοποιεί για τη ζωή – τα φυτά το απορροφούν, η φωτοσύνθεση το χρειάζεται, οι κύκλοι των βροχοπτώσεων το εμπεριέχουν – έχει μετατραπεί στον «διάβολο» της εποχής. Πάνω σε αυτό το αφήγημα οικοδομείται μια βιομηχανία τρισεκατομμυρίων. Προγράμματα δέσμευσης άνθρακα, τεράστια έργα αποθήκευσής του σε υπόγεια κοιτάσματα ή στους ωκεανούς, φουτουριστικές τεχνολογίες που κανείς δεν ξέρει αν θα φέρουν περισσότερη καταστροφή από όση υποτίθεται ότι αποτρέπουν.
Η αντίφαση είναι κραυγαλέα: αντί να φυλάμε τα δάση μας, τα θυσιάζουμε για να τοποθετηθούν ανεμογεννήτριες. Αντί να επενδύουμε σε φυσικούς μηχανισμούς απορρόφησης, κατασκευάζουμε τοξικές μπαταρίες που λήγουν γρήγορα και γεμίζουν τον πλανήτη απόβλητα. Αντί να μιλήσουμε για αυτά, μιλάμε για «σωτηρία». Ο Αλί, με την ψυχραιμία που του δίνει η εμπειρία μιας χώρας που γνώρισε την εκμετάλλευση από πρώτο χέρι, το είπε όπως είναι: το νέο «πράσινο» θαύμα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας ακόμη γύρος κερδοσκοπίας. Ένας «πράσινος καπιταλισμός» που αλλάζει πρόσημο αλλά όχι ουσία.
Η συνέντευξη αυτή, που έγινε viral σε πολλές γωνιές του πλανήτη, άγγιξε και τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Στην Ελλάδα, που βλέπει τα δάση της να καίγονται το καλοκαίρι για να ανοίξει χώρος σε «επενδύσεις πράσινης ανάπτυξης», που έχει μετατραπεί σε αγορά αιολικών πάρκων με ξένο χρήμα και εισαγόμενες τεχνολογίες, ο λόγος του Αλί ηχεί σχεδόν προφητικά. Δεν μπορείς να μιλάς για «σωστή πλευρά της ιστορίας» την ώρα που παραδίδεις τον φυσικό σου πλούτο σε πολυεθνικές και υποθηκεύεις την ενεργειακή σου ανεξαρτησία.
Το μάθημα του Αλί δεν ήταν απλώς μια έξυπνη απάντηση σε έναν δημοσιογράφο. Ήταν μια υπενθύμιση προς ολόκληρο τον αναπτυγμένο κόσμο ότι δεν μπορεί να απαιτεί αιώνια θυσίες από τους άλλους, τη στιγμή που οι ίδιοι έχτισαν την ισχύ τους με τρόπο που σήμερα θεωρείται «απαγορευμένος». Αν κάτι έδειξε αυτή η ανταλλαγή, είναι ότι οι μικρές χώρες δεν είναι πια πρόθυμες να σιωπούν. Και ότι η «ηθική» της Δύσης έχει αρχίσει να ξεθωριάζει, όταν εκτίθεται σε ευθείες ερωτήσεις.
Η Γουϊάνα δεν είναι μεγάλη δύναμη. Δεν έχει στρατούς, δεν έχει διεθνή δίκτυα επιρροής. Έχει, όμως, το αυτονόητο δικαίωμα να ζήσει από τον πλούτο της. Και αυτό το δικαίωμα δεν μπορεί να το αφαιρέσει καμία «κλιματική ατζέντα» που φτιάχτηκε στα γραφεία των Βρυξελλών ή των think tanks του Λονδίνου. Ο Ιρφάν Αλί, με την απλή του φράση, είπε αυτό που πολλοί σκέφτονται και λίγοι τολμούν να πουν: η υποκρισία πρέπει να τελειώσει.