Τίποτα δεν θα αλλάξει στα ελληνοτουρκικά

Όταν ανοίξουν οι κάλπες την Κυριακή το βράδυ στην Τουρκία, η αναμενόμενη διαφορά 1,5% θα δώσει το χρίσμα είτε στον Ερντογάν είτε στον Κιλιτσντάρογλου και ο τουρκικός λαός θα έχει επιλέξει είτε τον χαραγμένο δρόμο του Ερντογάν, είτε τον άγνωστο ακόμα δρόμο της αντιπολίτευσης.

«Η Δύση», όπως αποτυπώθηκε σε πολλά δημοσιεύματα στο διεθνή Τύπο, ξαφνικά προέκρινε -δηλαδή, υποστήριξε- ως νικητές τον Κιλιτσντάρογλου και τους ομοτράπεζούς του.

Στον αντίποδα, ο μόνος που στήριξε ανοιχτά και επισήμως τον Ερντογάν ήταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος στα εγκαίνια του πυρηνικού σταθμού στο Ακουγιου είχε δηλώσει ότι οι επιτυχίες της Τουρκίας δεν θα είχαν υλοποιηθεί χωρίς την παρουσία του Ερντογάν στην εξουσία.

Από παλαιότερη συνάντηση Ερντογάν – Πούτιν στην Άγκυρα

Η προτίμηση των Δυτικών στον Κιλιτσντάργλου οφείλεται στα μισόλογα -στην αρχή- και στην τελική υπόσχεσή του ότι θα κάνει στροφή 180 μοιρών στην εξωτερική πολιτική. Η υπόσχεση αυτή δεν αφορά καθόλου τα Ελληνοτουρκικά, αλλά επιτρέπει στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε. να προσδοκούν -και να πιέζουν καταλλήλως- ότι οι ομοτράπεζοι του Κιλιτσντάρογλου, στην περίπτωση που αναλάβουν την εξουσία, θα απομακρυνθούν ταχύτατα από τη Ρωσία του Πούτιν, δηλαδή η Τουρκία θα ακολουθήσει, έστω καθυστερημένα, τις δυτικές κυρώσεις στη Μόσχα, ενώ για ορισμένους η Άγκυρα θα μπορούσε να κάνει τα στραβά μάτια στην εφαρμογή της Συνθήκης του Μοντρέ, που απαγορεύει σε καιρό πολέμου την είσοδο και την έξοδο πολεμικών πλοίων από τα Στενά.

Σύμφωνα με το προεκλογικό μανιφέστο των «έξι», στόχος τους είναι να αποκατασταθεί «αμοιβαία εμπιστοσύνη» με τις ΗΠΑ και με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και με το ΝΑΤΟ. Για τις ΗΠΑ, κομβικό σημείο είναι η τουρκική «αποκήρυξη» του Πούτιν, η απομάκρυνση των ρωσικών S-400, αλλά και η άρση του τουρκικού βέτο στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.

Εύλογο είναι η «νέα Άγκυρα» να απαιτήσει να πάρει τα F-35, αλλά και να αναλάβει ουσιαστικότερο ρόλο στην ανάπτυξη τω νατοϊκών δυνάμεων στην Ανατολική Ευρώπη. Όσο για την Ε.Ε., και εφόσον η Τουρκία γυρίσει στην «αγκαλιά» της Δύσης, δύσκολα θα αρνείτο την «αναβίωση» των «παγωμένων» ενταξιακών διαπραγματεύσεων, την απελευθέρωση της βίζας και φυσικά τον επαναπροσδιορισμό του μεταναστευτικού, αφού η Ε.Ε. αποδώσει τα «χρωστούμενα» στην Άγκυρα.

Στην περίπτωση που κερδίσει τις εκλογές ο Ερντογάν, με εκπεφρασμένη την αντιπάθεια των Δυτικών στην κυβέρνησή του, το ζητούμενο είναι οι «διορθωτικές κινήσεις» που θα επιλέξει να κάνει ο πρόεδρος του ΑΚP απέναντι στις ΗΠΑ, κυρίως, και λιγότερο απέναντι στην Ε.Ε., χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερή και αποδοτική συνεργασία του με τον Πούτιν, από τον οποίο η Άγκυρα έχει άφθονο και φτηνό φυσικό αέριο (σε αντίθεση με την Ευρώπη), αλλά και τη φανερή ή όχι οικονομική συνδρομή της Μόσχας σε χαλεπούς οικονομικούς καιρούς για την Τουρκία απέναντι σε ένα αδηφάγο ΔΝΤ, που καραδοκεί. Επιπροσθέτως, διά της Μόσχας ο Ερντογάν μπαίνει εύκολα στο αναδυόμενο κλαμπ των «Ευρωασιατών» (Ρωσία, Κίνα, Ινδία, αραβικά κράτη κ.λπ.), που στοχεύουν να γίνουν το αντίπαλο δέος στους «Ατλαντιστές».

Στα ανοιχτά θέματα της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, στο πολιτικό σταυροδρόμι που βρίσκεται, ένα θέμα θα παραμείνει σταθερό, ανεξαρτήτως νικητή στις αυριανές εκλογές: τα Ελληνοτουρκικά.

Από το 1974, η Τουρκία, ανεξαρτήτως κυβέρνησης και πολιτικού προσανατολισμού, συνεχώς αναβαθμίζει την πολιτική της απέναντι στην Ελλάδα και εγείρει νέες διεκδικήσεις, κατά κανόνα εκμεταλλευόμενη τα λάθη, τις προχειρότητες, τις αβλεψίες όλων των ελληνικών κυβερνήσεων.

Τα τελευταία δύο χρόνια, αιχμή του δόρατος της τουρκικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα, στο Αιγαίο και στην Αν Μεσόγειο -με την απολύτως σύμφωνη γνώμη του Κιλιτσντάρογλου-, είναι η αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και η πλήρης αμφισβήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος όλων των ελληνικών βραχονησίδων, ώστε να υπάρξει «δίκαιη μοιρασιά» κατά την Άγκυρα.

Οι άστοχες και επικίνδυνες τοποθετήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, ότι «εξοπλίζουμε τα νησιά διότι απειλούμεθα», αλλά και ο ψευδής ισχυρισμός ότι οι βραχονησίδες αποδόθηκαν στην Ελλάδα από τις συνθήκες βοηθούν την Άγκυρα να εμμένει στους ισχυρισμούς της και να καταγγέλλει την Ελλάδα για παραβίαση των συνθηκών, εισάγοντας εμμέσως την αναθεώρησή τους.

Από την τελετή υπογραφής της τουρκολιβυκής συμφωνίας

Η τουρκολιβυκή ΑΟΖ για τον Ερντογάν θεωρείται «επίτευγμα» της «Γαλάζιας Πατρίδας» και, μετά τη νομιμοποίησή της από τον ΟΗΕ, το 2021, σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να ακούσει τα παράπονα της Αθήνας, που μόνη πλέον θεωρεί την τουρκολιβυκή ΑΟΖ παράνομη.

Μητσοτάκης και Ερντογάν, καθείς με τις σκοπιμότητές του, τις παραμονές των εκλογών διαμηνύουν ότι βλέπουν θετικά την αναβίωση του διμερούς πολιτικού διαλόγου Ελλάδας – Τουρκίας.

Σε αυτόν τον διμερή πολιτικό διάλογο η Άγκυρα θα προσέλθει με καλάθι γεμάτο και με τις «φρέσκες» διεκδικήσεις της, ενώ η Αθήνα με τη σύμφωνη γνώμη όλων των πολιτικών κομμάτων επιθυμεί προσφυγή στο ΔΔΧ μόνο για τον καθορισμό των θαλάσσιων ζωνών.

Στην πραγματικότητα και στον «νέο διάλογο» Ελλάδας – Τουρκίας, είτε με Ερντογάν είτε με Κιλιτσντάρογλου, η Άγκυρα θα εδραιώσει και τις νέες διεκδικήσεις της (αποστρατιωτικοποίηση, βραχονησίδες), χωρίς να υποχωρήσει σε καμιά από αυτές.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.