Για πολλούς από διεθνείς παρατηρητές αλλά και στενούς συμμάχους των ΗΠΑ οι προεδρικές εκλογές του Νοέμβρη αποτελούν ορόσημο. Βλέπετε κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών έδειχναν να θεωρούν την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ ως μια «ιστορική εκτροπή», από την οποία η χώρα θα συνέλθει μετά από μια ήττα του από τον Τζο Μπάιντεν, επανερχόμενη στις δημοκρατικές της ρίζες.
Η τελευταία όμως ταραγμένη περίοδος στις ΗΠΑ, με την ραγδαία εξάπλωση της πανδημίας αλλά και τις διαδηλώσεις για τις δολοφονίες Αφροαμερικάνων από αστυνομικούς, δείχνουν να κλονίζουν αυτή την πεποίθηση. Κι αυτό γιατί οι εν λόγω εξελίξεις στην πραγματικότητα «τραβάν την κουρτίνα», αποκαλύπτοντας μια χώρα βαθιά άρρωστη σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει σε άρθρο του το Foreign Policy, σήμερα οι ΗΠΑ βρίσκονται στο επίκεντρο της διεθνούς κατακραυγής, όχι μόνο για τον τωρινό πρόεδρο της, αλλά και για το «σκοτεινό παρελθόν» τους, με άπειρα περιστατικά ανεξέλεγκτης αστυνομικής βίας, ρατσιστικών λιντσαρισμάτων, δουλείας, εμφυλίων πολέμων (κι όχι μόν). Όλοι αυτά έρχονται ξανά στο προσκήνιο, σκορπίζοντας φόβο σε όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις, από την Γενεύη μέχρι την Γκαμπόν.
Το διεθνές «μπρα ντε φερ» για την καταπίεση των Αφροαμερικάνων
Στη Γενεύη ένα μπλοκ κυβερνήσεων χωρών της Αφρικής ήδη ασκούν πιέσεις στα Ηνωμένα Έθνη για διεξαγωγή έρευνας για την καταπίεση εις βάρος πολιτών με αφρικανικές ρίζες στις ΗΠΑ κι άλλες χώρες. Την ίδια στιγμή, μια ομάδα 20 ανώτερων αξιωματούχων του ΟΗΕ, μεταξύ των οποίων και ο Αιθίοπας γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, εξέδωσαν πρόσφατα κοινή δήλωση καταδικάζοντας την αστυνομική βαρβαρότητα σε πόλεις των ΗΠΑ.
«Ως αφρικανικής καταγωγής ανώτερα στελέχη στα Ηνωμένα Έθνη αισθανόμαστε βαθιά εξοργισμένοι, κατά τις εβδομάδες που ακολούθησαν μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από τα χέρια της αστυνομίας, από την αδικία του ρατσισμού που συνέχισε τόσο στην χώρα υποδοχής μας (σσ τις ΗΠΑ) αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο» αναφέρεται χαρακτηριστικά στη δήλωση.
«Οι ΗΠΑ πρέπει να τεθούν υπό στενή παρακολούθηση» σημείωσε με νόημα μιλώντας στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ο καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια αλλά και ειδικός εισηγητής στα Ηνωμένα Έθνη για τις σύγχρονες μορφές ρατσισμού, φυλετικών διακρίσεων, ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας, Τεντάι Ατσίμε.
«Η κατάσταση στις ΗΠΑ απαιτεί μια διεθνή απάντηση ώστε να διασφαλιστεί πως οι πολίτες αφρικάνικης καταγωγής δεν θα υπόκεινται στο εξής σε ακραίες παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους» επεσήμανε ο κύριος Ατσίμε προέτρεψε το συμβούλιο να συστήσει εξεταστική επιτροπή «με την απαραίτητη εξουσία για τη διερεύνηση του συστημικού ρατσισμού στην επιβολή του νόμου στις Ηνωμένες Πολιτείες».
«Τυχόν αποτυχία να προχωρήσει σε κάτι τέτοιο θα σήμαινε στην πραγματικότητα ότι οι ζωές των μαύρων δεν έχουν σημασία» κατέληξε.
Δυστυχώς, οι ΗΠΑ, οι οποίες έχουν αποχωρήσει από την Επιτροπή από το 2018, φαίνεται πως κατάφεραν να «πείσουν» διάφορες φιλικές προς αυτές χώρες, μεταξύ των οποίων η Βρετανία, η Γαλλία και το Μεξικό, προκειμένου να ασκηθεί πίεση προς τις χώρες της Αφρικής να αποσύρουν την έκκληση για δημιουργία μια τέτοιας επιτροπής αλλά και να διαγραφούν συγκεκριμένες αναφορές για την ανοχή των αμερικάνικων αρχών στην καταπίεση των μαύρων πολιτών. Αντ’ αυτού, προτάθηκε η έγκριση ψηφίσματος, με το οποίο θα ζητάται από την επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Μισέλ Μπασελέ, η επανεξέταση της κατάχρησης εξουσίας εις βάρος πολιτών Αφρικανικής καταγωγής οπουδήποτε στον κόσμο.
Δεν αποδείχτηκε μόνο ο Τραμπ ανεπαρκής…
Την ίδια ώρα, παρότι σχεδόν το σύνολο των διεθνών παρατηρητών συμφωνούν πως ο Ντόναλντ Τραμπ επέδειξε καταστροφική διαχείριση τόσο αναφορικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας του κοροναϊού όσο και στις εβδομάδες της κοινωνικής αναταραχής που ακολούθησαν μετά τη δολοφονία του Φλόιντ, δηλώνουν βαθιά απογοητευμένοι και από τις εικόνες που είδαν ακόμη και σε φιλελεύθερες πολιτείες. Είναι χαρακτηριστικό ότι πόλεις με προοδευτικό στίγμα, όπως η Νέα Υόρκη, όχι μόνο αποδείχτηκαν τραγικά απροετοίμαστες για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά ήταν από τις πρώτες σε φαινόμενα άγριας καταστολής των διαδηλώσεων. Είναι χαρακτηριστικό, όπως αναφέρεται στο άρθρο του Foreign Policy, ότι η αστυνομία έσπευσε να υιοθετήσει πολύ σκληρή στάση ακόμη κι απέναντι σε ειρηνικούς διαδηλωτές σε πολιτείες με Δημοκρατικούς ηγέτες, όπως το Λος Άντζελες, η Μινεάπολη και η Νέα Υόρκη.
Σε κάθε περίπτωση, η εν λόγω επίδειξη ακραίου αυταρχισμού στις ΗΠΑ δείχνει να είναι ακόμη σημάδι ότι η χώρα εισέρχεται με μεγάλη ταχύτητα σε μια εποχή εσωτερικής αλλά και διεθνούς παρακμής.
«Υπήρξε μια ραγδαία πτώση τόσο στην αμερικάνικη πολιτική σκηνή όσο και στην εικόνα της χώρας ως ήπια δύναμη κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Τραμπ» σημειώνει ο Βρετανός πρώην βοηθός γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Άντριου Γκίλμορ και προσθέτει: «Προέρχομαι κι εγώ από μια χώρα που βίωσε ανάλογη παρακμή, αλλά χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες για να ολοκληρωθεί. Σε αυτή την περίπτωση εξελίσσεται πολύ γρήγορα. Μια νίκη των Δημοκρατικών ίσως να μπορέσει να την ανακόψει σε ένα βαθμό, αλλά δεν θα μπορέσει να αντιστρέψει τη ζημιά που έκανε ο Τραμπ στο κύρος των ΗΠΑ».
Το «σκοτεινό παρελθόν»
Κι όμως, αν ανατρέξει κανείς τόσο στο απώτερο όσο και στο πιο πρόσφατο παρελθόν, θα αντιληφθεί πως οι ΗΠΑ έχουν βιώσει ανάλογες δραματικές καταστάσεις. Από τις εικόνες αστυνομικών να εξαπολύουν σκυλιά και αύρες νερού εναντίον ειρηνικών μαύρων διαδηλωτών και τις σφαγές αμάχων στο Βιετνάμ την δεκαετία του 1960, τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία μέχρι το βασανισμό κρατουμένων στο Αμπού Γκράιμπ και τα στρατόπεδα του Τραμπ για ανήλικους μετανάστες, η ιστορία της υπερδύναμης είναι γεμάτη από «μαύρες κηλίδες».
Ενδεικτική είναι η μαρτυρία του Σουηδού πρώην υπουργού Εξωτερικών και πρέσβη στις ΗΠΑ, Γιαν Έλιασον, ο οποίος τις επισκέφτηκε πρώτη φορά ως μαθητής το 1957. Ο ίδιος τότε έβλεπε τις ΗΠΑ ως «φάρο δημοκρατίας», ενά όραμα που έμελλε να καταρρεύσει πολύ γρήγορα βλέποντας από κοντά τα γεγονότα στο Little Rock, όπου ρατσιστές ηγέτες του Αρκάνσας χρησιμοποίησαν την εθνοφρουρά και την αστυνομία για να εμποδίσουν μαύρους μαθητές να μπουν σε σχολείο.
«Οφείλω να ομολογήσω ότι τρόμαξα όταν είδα τον Τραμπ να δηλώνει έτοιμος να κατεβάσει τον στρατό απέναντι στους διαδηλωτές» δηλώνει ο ίδιος, προσθέτοντας όμως ότι «εντυπωσιάστηκα βαθιά που τα ανώτερα κλιμάκια του στρατού υπερασπίστηκαν το σύνταγμα. Νόμιζα ότι ήταν το καλύτερο για τη χώρα».
Αρκεί η νίκη των Δημοκρατικών;
«Η εικόνα των ΗΠΑ έχει καταρρεύσει κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Τραμπ» επισημαίνει ο εκτελεστικό διευθυντή του Ινστιτούτου Lowy της Αυστραλίας, Μάικλ Φούλιοβ, ο οποίος σημειώνει πως το χάος που παρατηρήθηκε στη χώρα αναφορικά με την αντιμετώπιση του κοροναϊού είναι ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί. «Είμαστε συνηθισμένοι να βλέπουμε την Αμερική ως το επίκεντρο της παγκόσμιας δύναμης, όχι το επίκεντρο της παγκόσμιας ασθένειας» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Άλλοι αναλυτές όπως ο Γάλλος πρώην πρέσβης στη Συρία και ειδικός σύμβουλος στο think tank Institut Montaigne, Μισέλ Ντουκλός, εκτιμούν πως τυχόν ήττα του Τραμπ ίσως συμβάλει στο να ανακάμψουν οι ΗΠΑ τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, χωρίς όμως κάτι τέτοιο να μπορεί να θεωρηθεί και δεδομένο. «Αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ έχουμε μια κοινωνία κι ένα πολιτικό σύστημα σε βαθιά κρίση» αναφέρει με νόημα.
«Ο κόσμος δεν θα ξεχάσει ποτέ πως ο Τραμπ εξελέγη πρόεδρος ΗΠΑ, αν ηττηθεί τον Νοέμβρη όμως ίσως υπάρχει μια ελπίδα για τον αμερικάνικο λαό» σημειώνει από τη μεριά του ο Φούλιοβ.
Όπως τονίζουν όμως οι πλέον έμπειροι παρατηρητές, για να μην αποδειχτεί μάταιη η συγκεκριμένη ελπίδα, θα πρέπει να διασφαλίσουμε πως η εκλογή Τραμπ ήταν πράγματι μια «ιστορική εκτροπή».