«Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν οδηγεί το κόμμα του και ολόκληρη την Τουρκία στο χάος» γράφει ο Χασάν Τσεμάλ σε άρθρο του στην τουρκική ιστοσελίδα T24.
Ο αρθρογράφος αναφερόμενος στον Τούρκο επιχειρηματία Ρεζά Ζαράμπ (Reza Zarrab ή Ριζά Σαράφ -Rıza Sarraf), γράφει ότι στοιχειώνει το Προεδρικό Μέγαρο σαν φάντασμα και προσθέτει ότι οι πολιτικές και οικονομικές προσδοκίες χειροτερεύουν καθημερινά για τον Πρόεδρο Ερντογάν.
Σημειώνεται ότι η δίκη θα διεξαχθεί στη Νέα Υόρκη την 27η Νοεμβρίου καθώς και ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μαζί με τους βοηθούς του φοβούνται ότι τα ηχογραφημένα αρχεία που ήρθαν στο φως κατά την έρευνα της 17ης-25ης Δεκεμβρίου θα περιληφθούν στην ατζέντα.
Όπως ο ίδιος υποστηρίζει, η δίκη αυτή μπορεί να έχει τόσο πολιτικές όσο και οικονομικές συνέπειες.
Τονίζεται ότι η κρατική Halkbank είναι πιθανό να «κτυπηθεί» με ένα βαρύ πρόστιμο, το οποίο μπορεί να βλάψει όλο το τραπεζικό σύστημα της Τουρκίας επισημαίνοντας παράλληλα ότι η λίρα αποδυναμώνεται έναντι του δολαρίου ενώ οι κατασκευαστές αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα με την πληρωμή των χρεών τους.
Αναφέρει επίσης ότι η αποδυνάμωση της λίρας χειροτερεύει την προοπτική της οικονομίας ενώ η Κεντρική Τράπεζα φοβούμενη τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι σε θέση να προχωρήσει σε προσαρμογές των επιτοκίων.
Βέβαια, επισημαίνει ότι στην πραγματικότητα τώρα είναι πλεόν αργά και ενδεχομένως να μην προσφέρει κάποια βοήθεια εάν αποφασίσει τώρα η Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια.
Τονίζει επίσης ότι η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης είναι ένα ακόμη πρόβλημα καθώς βλάπτει την οικονομία ενώ η αυξανόμενη ανομία πυροδοτεί ανησυχίες αναφορικά με τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και αποτρέπει τις ξένες επενδύσεις στην Τουρκία.
Ο αρθρογράφος υπογραμμίζει ότι οι ειδήμονες είναι γνώστες των προβλημάτων αλλά φοβούνται να μιλήσουν, γιατί φοβούνται τις προδερικές αντιδράσεις.
Ένα άλλο θέμα είναι οι δημοσκοπήσεις, τις οποίες ο Τσεμάλ χαρακτηρίζει ως ελάχιστα ελπιδοφόρες.
Ειδικότερα, υπογραμμίζει ότι η υποστήριξη προς το ΑΚΡ έχει πέσει κάτω από το 40% ενώ το «Καλό Κόμμα» της (πρώην;) γκρίζας λύκαινας Μεράλ Ακσενέρ «διαλύει» το ακροδεξιό MHP (Γκρίζοι Λύκοι) ενώ προσελκύει ψηφοφόρους από το ισλαμιστικό ΑΚΡ.
Όπως υποστηρίζει ο αρθρογράφος η νίκη στις εκλογές του 2019 δεν είναι σίγουρη για τον Ερντογάν.
Καταλήγοντας, ο Τσεμάλ υπογραμμίζει ότι ο Ερντογάν οδηγεί το κόμμα του αλλά και ολόκληρη την Τουρκία στο χάος.
Κατρακυλά επικίνδυνα η τουρκική λίρα καθώς από την αρχή της εβδομάδας, πληθαίνουν τα δημοσιεύματα και οι πληροφορίες ότι ο ιρανικής καταγωγής επιχειρηματίας Ρεζά Ζαράμπ θα δηλώσει ένοχος για το αδίκημα της δωροδοκίας υπουργών όταν ήταν πρωθυπουργός στην Τουρκία ο Ερντογάν και θα προβεί σε αποκαλύψεις στις ΗΠΑ.
Αυτές οι εξελίξεις ρίχνουν λάδι στη φωτιά που έχει ανάψει μεταξύ Άγκυρας και Ουάσινγκτον, καθώς ο Ρεζά Ζαράμπ που συνελήφθη στο Μαϊάμι πέρσι τον Μάρτιο, διώκεται στις ΗΠΑ επειδή παραβίασε τις αμερικανικές κυρώσεις εναντίον του Ιράν και η ακροαματική διαδικασία αναμένεται να ξεκινήσει εκεί στις 27 Νοεμβρίου.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απαίτησαν την έκδοση του πρώην υπουργού Οικονομίας Μεχμέτ Ζαφέρ Καγκλαγιάν και στελεχών της κρατικής τράπεζας της Τουρκίας Halkbank για ύποπτες συμπαιγνίες με τον Ζαράμπ.
Ο πρώην υπουργός οικονομίας και ο πρώην επικεφαλής της κρατικής τράπεζας της Τουρκίας κατηγορήθηκαν ότι συνωμότησαν για να παραβιάσουν τις κυρώσεις και να μεταφέρουν παράνομα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ, για λογαριασμό της Τεχεράνης.
«Προς το παρόν, είναι αδύνατο να αξιολογηθούν οι κατηγορίες στο πλαίσιο του ποινικού δικαίου αλλά σίγουρα στρέφονται εναντίον της Τουρκικής Δημοκρατίας» είχε δηλώσει τότε ο Ερντογάν σε δημοσιογράφους στο αεροδρόμιο Ατατούρκ της Κωνσταντινούπολης προσθέτοντας ότι:
«Δεν αποφασίσαμε να επιβάλουμε κυρώσεις στο Ιράν. Έχουμε διμερείς δεσμούς με το Ιράν, ιδιαίτερα ευαίσθητες σχέσεις» και τονίζοντας ότι αυτό το είχε πει και στον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, όταν ακόμα οι κυρώσεις ήταν σε ισχύ.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αναθεωρήσουν αυτή την απόφαση που πήραν να προσάψουν κατηγορίες στον Καγκλαγιάν» επέμεινε ο Ερντογάν, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Η συνεχής υποτίμηση της λίρας προκαλεί τώρα σοβαρή ανησυχία στην Άγκυρα, καθώς επηρεάζει άμεσα το ποσοστό πληθωρισμού της χώρας, την αποπληρωμή του χρέους της και τη δυνατότητα δανεισμού την ώρα που η κυβέρνηση πρέπει να βελτιώσει την εικόνα της οικονομίας ενόψει των κρίσιμων εκλογών του 2019.
Όμως και η πολιτική εικόνα της χώρας είναι ζοφερή με τους μισούς από τους εκλεγμένους τοπικούς άρχοντες (δημάρχους και περιφερειάρχες) να έχουν απομακρυνθεί από το αξίωμά τους και εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιους υπαλλήλους να έχουν απολυθεί.
Το σκάνδαλο Ρεζά Ζαράμπ είναι απλώς το κερασάκι στην τούρτα που γεύτηκε για πρώτη φορά η τουρκική κοινή γνώμη τον Δεκέμβριο του 2013, όταν τεράστιες υποθέσεις διαφθοράς έπληξαν την κυβέρνηση Ερντογάν.
Ο Ζαράμπ, Ιρανός έμπορος χρυσού με διπλή υπηκοότητα, κατηγορήθηκε ότι δωροδόκησε Τούρκους αξιωματούχους ως μέρος ενός σχεδίου μεταβίβασης χρυσού στο Ιράν για να παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις που αποσκοπούν στην αποτροπή του Ιράν να λαμβάνει πληρωμές για τις εξαγωγές του προς την Τουρκία.
Μια πληθώρα καταγεγραμμένων τηλεφωνικών συνομιλιών υποδεικνύει ότι ο Ζαράμπ έλαβε βοήθεια από υπουργούς, γιους υπουργών, τραπεζίτες και γραφειοκράτες του τουρκικού Δημοσίου.
Ο Ζαράμπ συνελήφθη τότε, αλλά αφέθηκε ελεύθερος μετά από περίπου δύο μήνες.
Οι κατηγορίες εναντίον του εγκαταλείφθηκαν με την Άγκυρα να προστατεύει τόσο τον Ζαράμπ όσο και άλλους υπόπτους, καλώντας τους εισαγγελείς να αλλάξουν γνώμη για να μην κατηγορηθούν -όπως συνέβη με τους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν- ότι συνωμοτούν με τους οπαδούς του Γκιουλέν για να δυσφημήσουν την κυβέρνηση.
Το ζήτημα, ωστόσο, δεν έκλεισε για τις ΗΠΑ.
Τον Μάρτιο του 2016, οι αμερικανικές Αρχές τον συνέλαβαν όταν έφτασε στο Μαϊάμι για οικογενειακές διακοπές.
Ένα χρόνο μετά τη σύλληψη του Ζαράμπ, ο αναπληρωτής διευθυντής της Halkbank, Μεχμέτ Χακάν Ατίλλα συνελήφθη επίσης και φυλακίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αν ο Ζαράμπ, όπως διαρρέεται στον αμερικανικό Τύπο, συνεργαστεί με τους εισαγγελείς και τους δώσει πληροφορίες που εμπλέκουν την Halkbank, άλλες τουρκικές τράπεζες, γραφειοκράτες και πολιτικούς, συμπεριλαμβανομένου του Ερντογάν και του στενού κύκλου του, η υπόθεση αυτή έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει τεράστιους πολιτικούς και οικονομικούς σεισμούς.
Οι διμερείς εντάσεις γύρω από την υπόθεση είναι πιθανόν επίσης να συνεχιστούν τις επόμενες ημέρες, με ολέθρια αποτελέσματα στην τουρκική οικονομία και το εθνικό της νόμισμα.