«Το γενικότερο κλίμα αβεβαιότητας ανακάτεψε την τράπουλα και έχει μπερδέψει τις προθέσεις των ψηφοφόρων. Ο Φιγιόν, δηλαδή, δείχνει να έχει ξαναμπεί στο παιχνίδι και η Μαρίν Λεπέν δεν είναι εκτός παιχνιδιού», γράφει το ιταλικό περιοδικό, προσθέτοντας ότι η επικεφαλής του Εθνικού Μετώπου «είναι σε θέση να κερδίσει μεγάλο μέρος της λαϊκής ψήφου στον πρώτο γύρο, αλλά όχι και στον δεύτερο». Παραλληλίζει επίσης την δυναμική αυτή με το τελικό αποτέλεσμα της άκρας δεξιάς στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2015 και ιδίως με την θεαματική ήττα του Ζαν Μαρί Λεπέν στις προεδρικές εκλογές του 2002.
Ο Ντιαμάντι, πάντως, υπογραμμίζει με σαφήνεια ότι «όλοι πιστεύουν ότι η Λεπέν κατάφερε να σπάσει την απομόνωση στην οποία βρισκόταν, από την στιγμή που οι πολιτικοί της αντίπαλοι έδειξαν να την λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους και δεν την ‘δαιμονοποίησαν’, πρώτα απ΄όλα στις τηλεοπτικές αναμετρήσεις». Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή, πολλά οφείλονται στο ότι «στην Γαλλία η πολιτική αλλαγή είναι θεαματική», από την στιγμή που «οι παραδοσιακές πολιτικές εναλλακτικές και οι γνωστές διαχωριστικές γραμμές, μοιάζουν να έχουν ξεπερασθεί, πιθανότατα για πάντα». Κάτι που αποδεικνύεται από το ότι ο υποψήφιος ο οποίος κέρδισε το χρίσμα των σοσιαλιστών, ο Μπενουά Αμόν, στις δημοσκοπήσεις δεν κατάφερε να ξεπεράσει το 10%.
«Ο Μελανσόν μπόρεσε να κερδίσει σημαντικό έδαφος διότι ο Αμόν κρίνεται υπερβολικά αριστερός από τους μεταρρυθμιστές του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Από την άλλη, ο Φιγιόν τάσσεται υπερβολικά υπέρ του προστατευτισμού και αφήνει σημαντικές ροές ψήφων να κατευθύνονται προς τον ευρωπαϊστή Μακρόν και το κίνημά του» , υπογραμμίζει ο ιταλός αναλυτής. Σε σχέση, δε, με τον Μακρόν, προσθέτει πως μοιάζει να έχει χάσει την αρχική του δυναμική, διότι «το να αγωνίζεσαι σε μια τόσο μακρά εκστρατεία είναι οπωσδήποτε κουραστικό» και εκτιμά πως «κινδυνεύει να κριθεί υπερβολικά άχρωμος ή, συγχρόνως, υπερβολικά πολύχρωμος».
Ο Ίλβο Ντιαμάντι θεωρεί ότι αν ο Μακρόν καταφέρει να περάσει στον δεύτερο γύρο, αυτό δεν σημαίνει ότι θα μπορέσει και να κερδίσει την ψήφο των Σοσιαλιστών ή Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων, χάρη σε μια “αντιλεπενιστική λογική”.
«Οι γαλλικές αυτές προεδρικές εκλογές είναι σημαντικές για την Ευρώπη και όχι μόνον για την Γαλλία, διότι σηματοδοτούν μια “ριζική” αλλαγή στις πολιτικές οικογένειες οι οποίες, μέχρι τώρα, είχαν κατευθύνει τις παραδοσιακές και πρόσφατες πολιτικές τάσεις και εναλλακτικές», γράφει το περιοδικό L’ Espresso. Και προβλέπει ένα πιθανόν πολύ αβέβαιο μέλλον για την Γαλλία, «χωρίς φαβορί και σταθερές πλειοψηφίες». Σε μια χώρα η οποία δεν είναι Ιταλία και κατά συνέπεια δεν έχει συνηθίσει σε μια ασαφή πολιτική πραγματικότητα που απαιτεί «να ξέρεις να τα φέρνεις βόλτα».