Το λιώσιμο των πάγων της Γης σε όποια μορφή και αν βρίσκονται (παγετώνες, μόνιμα στρώματα, θαλάσσιοι πάγοι) προκαλούν διαφόρων ειδών σοβαρές παρενέργειες στο φυσικό περιβάλλον και ακολούθως σε κάθε μορφή ζωής. Το λιώσιμο των μόνιμων στρωμάτων πάγου στις ηπειρωτικές αρκτικές περιοχές έχει προκαλέσει έντονες ανησυχίες. Οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι κάτω από τους πάγους είναι για πολλές χιλιάδες χρόνια εγκλωβισμένα διαφόρων ειδών υλικά και οργανισμοί που το λιώσιμο των πάγων θα απελευθερωθούν στο περιβάλλον.
Εκτιμάται ότι υπάρχουν τεράστιες ποσότητες μεθανίου που θα απελευθερωθούν στην ατμόσφαιρα διογκώνοντας το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Ειδικοί φοβούνται επίσης ότι μέσα στους πάγους έχουν καταψυχθεί πολλοί μικροοργανισμοί που υπήρχαν κάποτε στο φυσικό περιβάλλον και δεν έχει έρθει ποτέ σε επαφή με αυτούς ο άνθρωπος και κάποιοι από αυτούς μπορεί να αποδειχθούν εξαιρετικά παθογόνοι και πιθανώς να προκαλέσουν νέες θανατηφόρες πανδημίες.
Με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Earth-Science Reviews» ερευνητική ομάδα σημειώνουν ότι υπάρχει ένα άλλο επικίνδυνο αέριο που κρύβεται κάτω από τον μόνιμο πάγο της Αρκτικής: το ραδόνιο, ένα ραδιενεργό αέριο που έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει καρκίνο στους ανθρώπους.
Αυτό το άχρωμο, άοσμο αέριο παίζει ρόλο στη ραδιενεργή αποσύνθεση του φυσικού ουρανίου. Είναι γνωστό ότι μερικές φορές συσσωρεύεται μέσα στα σπίτια, ειδικά στα υπόγεια, αυξάνοντας έτσι τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο καρκίνου του πνεύμονα για τους κατοίκους. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος, το ραδόνιο είναι η δεύτερη κύρια αιτία καρκίνου του πνεύμονα στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπεύθυνη για 21.000 θανάτους ετησίως.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια μετανάλυση αναλύοντας δεδομένα προηγούμενων μελετών σχετικά με το ραδόνιο σε περιοχές με μόνιμα στρώματα πάγου σε όλο τον κόσμο από την Αλάσκα ως τα όρη του Χαρμπίν, μιας επαρχίας στη βορειοανατολική Κίνα. «Η μελέτη υποδηλώνει ότι η υποχώρηση του μόνιμου πάγου έχει τη δυνατότητα να επιτρέψει στο ραδόνιο να μεταναστεύσει σε σπίτια και χώρους εργασίας» αναφέρουν οι ερευνητές, με επικεφαλής επιστήμονες του Κέντρου Περιεκτικής Έρευνας Φυσικών Πόρων του Γεωλογικού Ινστιτούτου της Κίνας.
Naftemporiki.gr