Νέο διπλωματικό φιάσκο για Ερντογάν

Με την απειλή να απελάσει ξένους διπλωμάτες που στηρίζουν τον Οσμάν Καβάλα, ο Ερντογάν ανεβάζει για μία ακόκη φορά τους τόνους απέναντι στη Δύση. Που οφείλεται αυτό;.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν στην τελευταία δημόσια εμφάνισή του, στο Εσκισεχίρ
Το Σαββατοκύριακο ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδωσε εντολή στο υπουργείο Εξωτερικών να κηρύξει «ανεπιθύμητα πρόσωπα» (persona non grata) τους πρεσβευτές δέκα χωρών της Δύσης. Μία τέτοια απόφαση συνήθως συνεπάγεται την απέλαση των ανεπιθύμητων διπλωματών, κάτι που ωστόσο δεν έχει συμβεί μέχρι στιγμής. Και οι δέκα είχαν προηγουμένως ζητήσει, από κοινού, την απελευθέρωση του επιχειρηματία και μαικήνα της τέχνης Οσμάν Καβάλα, ο οποίος επί τέσσερα χρόνια παραμένει στη φυλακή στην Τουρκία, χωρίς να του έχουν απαγγελθεί κατηγορίες. Την αποφυλάκιση του Καβάλα έχει ζητήσει από το 2019 και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ο λόγος για την πρόκληση Ερντογάν είναι εμφανής: ο πρόεδρος της Τουρκίας θέλει να αποσπάσει την προσοχή της κοινής γνώμης από εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα του, επισημαίνει η Σαρλότε Γιόπιεν, ερευνήτρια σε θέματα τουρκικής πολιτικής στο πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Η ίδια εκτιμά ότι ο Ερντογάν βρίσκεται υπό μεγάλη πίεση, καθώς φθίνει συνεχώς η δημοτικότητά του στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει το ανεξάρτητο ινστιτούτο ερευνών Avrasya στην Τουρκία, καθώς εκτιμά ότι το κυβερνών κόμμα AKP δεν συγκεντρώνει πλέον ούτε το 30% στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Για πρώτη φορά μάλιστα μετά από δεκαετίες η δημοσκοπική υποχώρηση του AKP φαίνεται να σφυρηλατεί την ενότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Το κεμαλικό κόμμα CHP και το συντηρητικό, εθνικιστικό Iyi θα συγκέντρωναν από κοινού πάνω από το 40% των ψήφων. Εάν συνυπολογίσουμκε ότι υπάρχουν και άλλα, μικρότερα κόμματα που διάκεινται εχθρικά στον Ερντογάν, σύν το φιλοκουρδικό HDP που κυμαίνεται γύρω στο 10%, ο Τούρκος πρόεδρος έχει κάθε λόγο να προδικάζει από τώρα την ήττα του στις επικείμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές.
Οι λόγοι της δημοσκοπικής καθίζησης

Στασιμότητα στην τουρκική οικονομία, ενώ αυξάνεται ο πληθωρισμός
Δεν είναι μόνο ο εντεινόμενος αυταρχισμός και η αποδόμηση του κράτους δικαίου στην Τουρκία, αλλά κυρίως η κάκιστη οικονομική κατάσταση της χώρας που μειώνει συνεχώς τα ποσοστά δημοτικότητας του Τούρκου προέδρου. Ο πληθωρισμός έχει φτάσει στο 20%, η διαφθορά προελαύνει και ο κατήφορος της τουρκικής λίρας δεν έχει τέλος. Το πρωί της Δευτέρας η ισοτιμία της λίρας είχε υποχωρήσει σε επίπεδα-ρεκόρ 9.8545 έναντι του αμερικανικού δολαρίου. Οι συνέπειες είναι οδυνηρές: Εισαγόμενα αγαθά, τα οποία έχει ανάγκη η Τουρκία, είναι πλέον απλησίαστα. Πολλοί Τούρκοι είχαν δανειστεί χρήματα με ρήτρα δολαρίου, αλλά αδυνατούν τώρα να τα αποπληρώσουν. Ακόμη και στα καθημερινά καταναλωτικά αγαθά γίνονται συνεχείς ανατιμήσεις. Ο ίδιος ο Ερντογάν με τη συμπεριφορά του επιδεινώνει την κατάσταση. Συνεχίζει τις πιέσεις προς την κεντρική τράπεζα της Τουρκίας για να μειωθούν τα επιτόκια, αν και οι περισσότεροι ειδικοί προειδοποιούν ότι αυτή η τακτική είναι αναποτελεσματική.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ερντογάν ποντάρει σε ένα διπλωματικό «φιάσκο», επιχειρώντας να συσπειρώσει τους οπαδούς του. Το ίδιο είχε επιχειρήσει στην υπόθεση του συλληφθέντος ανταποκριτή της γερμανικής εφημερίδας Die Welt Ντενίζ Γιουτσέλ, τον οποίο αποκαλούσε «τρομοκράτη», αλλά και στη διπλωματική σύγκρουση με ΗΠΑ και Γαλλία για τις μαζικές δολοφονίες των Αρμενίων στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Συνήθεις στόχοι του Ερντογάν σε αυτές τις περιπτώσεις είναι οι χώρες εκείνες που «δεν καταλαβαίνουν την Τουρκία» ή που «θέλουν να την περιορίσουν στα όρια μίας μικρής χώρας», αλλά και τα μέσα ενημέρωσης που «δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους». Η τακτική πόλωσης που ακολουθεί είναι πάντα η ίδια: με μία συγκρουσιακή τακτική θέλει να ξυπνήσει τα εθνικιστικά αντανακλαστικά πολλών Τούρκων, αναγκάζοντας έτσι και την αντιπολίτευση να συστρατευθεί σε μία «εθνική γραμμή».
Πώς θα αντιδράσει η αντιπολίτευση;

Στο «Κόμμα του Μέλλοντος» ο Αχμέτ Νταβούτογλου, πρώην πρωθυπουργός του Ερντογάν
Ωστόσο, αυτή τη φορά η τακτική του δεν φαίνεται να αποδίδει – τουλάχιστον όσον αφορά την αντιπολίτευση. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν υποχωρούν. Ο επικεφαλής του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης CHP, Κεμάλ Κιλιντζάρογλου, κατηγορεί τον Ερντογάν ότι «προσπαθεί να επινοήσει λόγους για την κατάρρευση της οικονομίας, ενώ η ευθύνη βαρύνει τον ίδιον». Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Αχμέτ Νταβούτογλου, άλλοτε υπουργός Εξωτερικών αλλά και πρωθυπουργός επί Ερντογάν, ο οποίος ακολουθεί πλέον τη δική του πορεία, έχει ιδρύσει το «Κόμμα του Μέλλοντος» στην Τουρκία και θεωρεί ότι στην πραγματικότητα ο Ερντογάν δεν ενδιαφέρεται ούτε για τον Οσμάν Καβάλα, ούτε για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η πόλωση. «Χρησιμοποιεί τη γλώσσα του δρόμου και όχι τη στρατηγική σκέψη του ηγέτη και αυτό είναι ντροπή για τη χώρα μας», τονίζει ο Νταβούτογλου.
Ποιες εναλλακτικές λύσεις έχει ο Ερντογάν;

Ρωσικοί πύραυλοι S-400 σε στρατιωτική παρέλαση στη Μόσχα
Κι όμως, είναι νωρίς ακόμη για να ξεγράψει κανείς τον Ερντογάν, ο οποίος διαθέτει πολλούς μοχλούς πίεσης. Για παράδειγμα μπορεί να στρέψει την Τουρκία, μία χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, ακόμη πιο κοντά στη Ρωσία. Ήδη έχει αγοράσει ρωσικούς πυραύλους S-400, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες των Αμερικανών, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να σταματήσουν την σχεδιαζόμενη πώληση πολεμικών αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία. Τώρα ο Ερντογάν εξετάζει το ενδεχόμενο να προμηθευθεί ακόμη και ρωσικά πολεμικά αεροσκάφη. Ήδη σήμερα η Τουρκία διαθέτει τη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στην Ατλαντική Συμμαχία μετά τις ΗΠΑ.
Στο εσωτερικό της χώρας τη γραμμή Ερντογάν στηρίζουν βέβαια πολλοί από τους υπουργούς του και ιδιαίτερα ο υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού. Αναφερόμενος στο διπλωματικό επεισόδιο με τους δέκα «ανεπιθύμητους πρεσβευτές» ο Σοϊλού είχε δηλώσει πρόσφατα: «Ας έρθουν και οι δέκα μαζί, η Τουρκία δεν φοβάται, δεν μπορούν να πειράξουν ούτε μία τρίχα από τα μαλλιά μας». Προς το παρόν οι δέκα χώρες που αντιμετωπίζουν τις απειλές Ερντογάν – μεταξύ αυτών ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και Καναδάς- δηλώνουν απλώς ότι «διαβουλεύονται». Η Γερμανία φαίνεται ότι επενδύει κυρίως στην κοινή γραμμή με τις ΗΠΑ. Μία ηχηρή αντίδραση της Ουάσιγκτον, εκτιμούν στο Βερολίνο, θα μπορούσε ίσως να καταλαγιάσει τα πολιτικά πάθη στην Τουρκία.

Πηγή: Ντάνιελ Χάινριχ Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου dw.com

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.