Σύμφωνα με το γνωστό ευφυολόγημα του πρώτου Γενικού Γραμματέα του, λόρδου Ίσμεϊ, σκοπός ύπαρξης του ΝΑΤΟ είναι “να κρατά τους Αμερικανούς μέσα [στην Ευρώπη], τους Ρώσους έξω και τους Γερμανούς κάτω”. Και αυτές ακριβές τις προτεραιότητες ήρθε να επιβεβαιώσει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν κατά την πρώτη προγραμματική ομιλία του επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής την οποία έδωσε μέσω τηλεδιάσκεψης στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου.
“Η Αμερική επέστρεψε, η διατλαντική συμμαχία επέστρεψε” διακήρυξε ο ένοικος του Λευκού Οίκου, όπως ακριβώς είχε υποσχεθεί προ διετίας στην ίδια διοργάνωση, στην οποία έχει επανειλημμένα απευθυνθεί ως γερουσιαστής ή αντιπρόεδρος, αν και σε ένα περιβάλλον ριζικά διαφορετικό από το τωρινό.
Ο συνδυασμός του “μέσα”, με το “έξω” και το “κάτω” σημαίνει πολύ συγκεκριμένα για τον Τζο Μπάιντεν ότι η κυβέρνησή του τείνει και πάλι το ους στους Ευρωπαίους συμμάχους, διατρανώνει το Άρθρο 5 του Ατλαντικού Χάρτη (περί αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής) ως θεμέλιο της συμμαχικής σχέσης, την ίδια που “καλωσορίζει” τη δέσμευση των Ευρωπαίων για μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες, ακυρώνει το χρονοδιάγραμμα Τραμπ περί μείωσης των αμερικανικών δυνάμεων στην Γερμανία, προβάλλει την εντονότερη εμπλοκή στον αγώνα κατά του ISIS στο Ιράκ και ξεκαθαρίζει (παρά τις αντιρρήσεις του Βερολίνου) ότι οδεύει προς πολιτική λύση του ζητήματος του Αφγανιστάν.
Όμως η ομιλία Μπάιντεν είχε σε όλες τις πτυχές διπλή όψη. Η Αμερική που “επιστρέφει” είναι ταυτοχρόνως και αυτή που, όπως ο ίδιος ρητά δήλωσε, πρέπει να επουλώσει τις πληγές της και να ανακτήσει το πλεονέκτημά της στην τεχνολογία, την οικονομία, την στρατιωτική ισχύ, αλλά και το διεθνές της κύρος. Το ότι και οι δύο ερωτήσεις που δέχθηκε ο Αμερικανός πρόεδρος αφορούσαν την κατάρρευση της ηλεκτροδότησης στο Τέξας είναι από μόνο του χαρακτηριστικό.
Από την άλλη πλευρά, η Αμερική που, κατά Μπάιντεν, δεν έχει με τους συμμάχους της μια “συναλλακτική” σχέση, αλλά καθοδηγείται από την ανάγκη συλλογικής υπεράσπισης κοινών αξιών, με πρώτη τη δημοκρατία, έχει προφανώς και την ανάγκη να ορίσει μέτωπα – και από αυτή την άποψη η στοχοποίηση των ευρασιατικών δυνάμεων, με την επίκληση της μάχης κατά του “αυταρχισμού”, είναι προφανής.
Είναι μάλιστα πολύ ενδιαφέρον ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ επιλέγει να στρέψει τα βέλη του λιγότερο προς την Κίνα και περισσότερο προς τη Ρωσία. Η πρώτη κατονομάζεται ως “ανταγωνιστής”, απέναντι στον οποίο πρέπει να σταθεί όλη η Δύση, κυρίως σε ό,τι αφορά την απόκρουση αθέμιτων οικονομικών πρακτικών, ενώ η δεύτερη αποκαλείται “απειλή” και ο ηγέτης της, Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ο μόνος στον οποίο επιφυλάσσεται ονομαστική αναφορά και μάλιστα εξαπολύεται η κατηγορία ότι επιθυμεί τη διαίρεση της Ευρώπης και αξιοποιεί για τον σκοπό αυτό το όπλο της διαφθοράς. Διόλου τυχαία, ο Τζο Μπάιντεν κατηγόρησε ευθέως τη Ρωσία για τις πρόσφατες αμφιλεγόμενες επιθέσεις σε δημόσια αμερικανικά κυβερνοσυστήματα και επέμεινε στην ανάγκη υπεράσπισης της Ουκρανίας.
Όμως, ούτε και αυτή η όψη της ομιλίας Μπάιντεν είναι η μοναδική. Διότι εκ παραλλήλου ο ένοικος του Λευκού Οίκου προέβαλλε το όραμα μιας (περιορισμένης) πολυμέρειας στην οποία και οι ευρασιατικές δυνάμεις θα έχουν ρόλο, προκειμένου να αντιμετωπισθούν παγκόσμιες απειλές, όπως η πανδημία, η κλιματική κρίση και η διάδοση των εξοπλισμών. Ο Τζο Μπάιντεν έφερε το παράδειγμα της πρόσφατης ανανέωσης για πέντε χρόνια της εκπνέουσας πυρηνικής συμφωνίας New Start με τη Ρωσία. Το ότι την ίδια στιγμή με διακριτικό τρόπο η αμερικανική διπλωματία αξιοποιεί τη μεσολάβηση της Κίνας, της Ρωσίας και του Κατάρ για το άνοιγμα ενός διαύλου διαπραγματεύσεων με το Ιράν και την αποκατάσταση της διεθνούς συμφωνίας για το πυρηνικό του πρόγραμμα δείχνει μια πραγματιστική κατεύθυνση διακριτή από την υψιπετή ρητορική.
Πηγή: capital.gr