Η Ελλάδα ανέκτησε την αξιοπιστία της, τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην αρχή της ομιλίας του στη Βουλή την Κυριακή (17/12), επισημαίνοντας ότι είναι «ο πρώτος προϋπολογισμός ύστερα από 14 χρόνια που δρομολογείται με τη χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα» και κάνοντας λόγο για «τομή στον ιστορικό χρόνο».
Ο πρωθυπουργός τόνισε στην ομιλία του ότι θέλει να αναλάβει πέντε σαφείς δεσμεύσεις, ενώ ανακοίνωσε πως από τις αρχές του 2024 αυξάνεται κατά 20% η αποζημίωση όλων των εφημεριών στο ΕΣΥ και ότι εντός του Ιανουαρίου θα ψηφιστεί ο νόμος για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια.
Στην αρχή της ομιλίας του για την κύρωση του προϋπολογισμού για το 2024, ο πρωθυπουργός τόνισε για την επενδυτική βαθμίδα ότι «σηματοδοτεί μια τομή στον ιστορικό χρόνο, καθώς αυτή η αναβάθμιση υπήρξε εθνικός στόχος για τον οποίο είχα δεσμευτεί προσωπικά εδώ πριν από έναν χρόνο ότι θα επιτευχθεί εντός του 2023 και έτσι έγινε. Μέσα από ένα σχέδιο της Πολιτείας βασισμένο στην εμπιστοσύνη».
Όπως υπογράμμισε, η εμπιστοσύνη είναι αυτή που γεννά εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη μεταξύ των χωρών αλλά και εμπιστοσύνη μεταξύ Πολιτείας και πολιτών όπως απέδειξαν και οι τελευταίες εκλογές είπε και τόνισε ότι είναι αυτή που κρύβεται πίσω από τους αριθμούς που αποτελούν την ταυτότητα της σημερινής οικονομικής πολιτικής. Αναφέρθηκε στο ρυθμό ανάπτυξης που είναι 2,4% και στην πτώση της ανεργίας κάτω από το 10%, στην υποχώρηση του δημόσιου χρέους, στην ενίσχυση των επενδύσεων και των εξαγωγών, όπως και στην αύξηση του μέσου μισθού πάνω από 15%.
«Η επενδυτική βαθμίδα για κάποιους μπορεί να μη λέει τίποτα. Αλλά στην ουσία τα λέει όλα διότι στην εσωτερική ζωή σφραγίζει το τέλος της ξένης εποπτείας και στο εξωτερικό στέλνει το μήνυμα ότι πέρασε οριστικά η εποχή της εθνικής αναξιοπιστίας», τόνισε.
Οι πέντε δεσμεύσεις
Ανακοίνωσε στη συνέχεια, ότι επιθυμεί να αναλάβει πέντε δεσμεύσεις: «Η χώρα να μην ξαναβρεθεί ποτέ σε αντίστοιχη οικονομική περιπέτεια με αυτή που βίωσε τα τελευταία δέκα χρόνια. Να μην τεθεί ποτέ ξανά στο διεθνές περιθώριο, μακριά από την Ευρώπη. Με σύνεση και ρεαλισμό κάθε μέρα να είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Με μία ενωμένη κοινωνία που θα συγκλίνει με την Ευρώπη σε όλα τα πεδία και ένα ισχυρό κράτος που θ α εκσυγχρονίζεται διαρκώς και θα κερδίζει τα στοιχήματα των καιρών» τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και συμπλήρωσε:
«η επενδυτική βαθμίδα τέλος νομίζω ότι αξίζει να αντιμετωπιστεί από όλους μας ως ένα ορόσημο εθνικής αυτογνωσίας. Ένα ορόσημο συνάντησης με την πραγματικότητα. Είναι ένας σταθμός στην πορεία μας για εθνική ωρίμανση που είναι προϋπόθεση για την εξέλιξη κάθε χώρας. Είναι κινητήριος μοχλός ενός υπεύθυνου πατριωτισμού ο οποίος και θα εκδηλώνεται παντού. Με λίγα λόγια η επενδυτική βαθμίδα είναι η ευκαιρία να αναδείξουμε την καλύτερη πλευρά του εαυτού μας».
Όπως είπε στη συνέχεια, «σειρά έχει τώρα η αντιμετώπιση χρόνιων παθογενειών, με ρίζες δεκαετιών μέσα από ένα τολμηρό κύμα μεταρρυθμίσεων και δίπλα ένα σαφές χρονοδιάγραμμα ορατών έργων, με αποτελέσματα που θα πείθουν ότι αυτοί οι στόχοι ναι, μπορούν να γίνουν πραγματικότητα».
Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι δεν θέλει να ωραιοποιήσει καμία εικόνα, αλλά είναι εδώ για να αντικρούσει την καταστροφολογία της αντιπολίτευσης. «Πρέπει να θωρακίσουμε την κοινωνία με αναχώματα στις έκτακτες δυσκολίες. Πρέπει να αυξήσουμε το διαθέσιμο εισόδημα περιορίζοντας ανισότητες και διευρύνοντας τα δικαιώματα. Γι’ αυτό και οι αλλαγές στην καθημερινότητά μας είναι αλλαγές που γίνονται προτεραιότητα για την κυβέρνησή μας παρέχοντας αξιοπρεπή υγεία, σύγχρονη παιδεία, ισχυρή άμυνα και ασφάλεια, ένα ευέλικτο και ψηφιακό κράτος αλλά και πιο γρήγορη και αποτελεσματική δικαιοσύνη», είπε χαρακτηριστικά και υπογράμμισε ότι «θεμέλιο για όλα αυτά δεν μπορεί παρά να είναι μια δυναμική, μια εξωστρεφής οικονομία, με καθαρούς στόχους, τους οποίους περιγράφει ο προϋπολογισμός».
«Η πατρίδα μας διαθέτει σήμερα ακλόνητη πολιτική σταθερότητα»
Επεσήμανε σε αυτό το σημείο ότι η Ελλάδα είναι σήμερα πιο δυνατή από ό,τι ήταν εδώ και πολύ καιρό και προς επίρρωση της θέσης του αυτής προσέθεσε τρία ακόμη σημαντικά στοιχεία.
«Πρώτον η πατρίδα μας διαθέτει σήμερα ακλόνητη πολιτική σταθερότητα, με ισχυρή κυβέρνηση, με άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Είναι σαφές το τοπίο των πολιτικών δυνάμεων και διαμορφώνεται κατά συνέπεια ένα πολύ ευνοϊκό περιβάλλον για ακόμα περισσότερες επενδύσεις, για πρόσθετη ανάπτυξη.
Δεύτερον, σε πείσμα των όσων είπε ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, η οικονομία μας γίνεται πιο εξωστρεφής. Το 50% του ΑΕΠ συγκροτείται από εξαγωγές. Ήταν το 20% στην αρχή της οικονομικής κρίσης. Είναι καταμεμημένες οι εξαγωγές αυτές ισόρροπα μεταξύ προϊόντων και υπηρεσιών. Αλλάζει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας μας. Δεν στηρίζεται πια μόνο σε έναν κλάδο που είναι ο Τουρισμός. Κι αυτό είναι καλό γιατί έτσι διευρύνονται οι πηγές των δημοσίων εσόδων.
Και τρίτον, η χώρα μας έχει στη διάθεσή της εκτός από τους πόρους του Ταμείου Συνοχής, τους οποίους είχαμε υπολογίσει το 2019 και το υπερόπλο των 36 δισεκατομμυρίων του Ταμείου Ανάκαμψης που θυμίζω ότι αυτή η κυβέρνηση έφερε στη χώρα».
«Έχω πει πολλές φορές ότι ο στόχος είναι η συλλογική πρόοδος να μετατρέπεται σε ατομική ευημερία», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης και πρόσθεσε πως «αν οι αριθμοί και οι δείκτες του Προϋπολογισμού απασχολούν τους οικονομολόγους, η ουσία του ενδιαφέρει τον κάθε πολίτη». Έδειξε δε ένα διάγραμμα για την πορεία του εθνικού ομολόγου που όπως είπε δείχνει ότι η επενδυτική βαθμίδα μας επιτρέπει να δανειζόμαστε ακόμη πιο φθηνά. Μίλησε μάλιστα για εξέλιξη που φαινόταν αδιανόητη πριν από κάποια χρόνια.
Είπε, επίσης, ότι όσο μικρότερο είναι το χρέος του κράτους, τόσο μειώνονται και οι επιβαρύνσεις για την εξυπηρέτησή του απελευθερώνοντας έτσι πόρους για κοινωνική πολιτική.
Το μήνυμα, όπως είπε, είναι ότι «η Ελλάδα ανέκτησε και πάλι οριστικά την αξιοπιστία της».
«Έκλεισε ένας κύκλος ο οποίος για να διορθώσω τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ δεν άνοιξε το 2009. Η χώρα χρεωκόπησε τον Απρίλιο του 2010 με πρωθυπουργό τον Γιώργο Παπανδρέου όταν το 2009 σε αυτή την αίθουσα φέρατε έναν προϋπολογισμό αυξάνοντας τις κοινωνικές δαπάνες κατά 1 δισεκ. ευρώ και λέγατε ότι λεφτά υπάρχουν. Αυτό απλά για να αποκαταστήσουμε λίγο την ιστορική αλήθεια», είπε ο κ. Μητσοτάκης.
Κεντρικός πυρήνας του σχεδίου μας η σταθερή αύξηση μισθών
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι σηματοδοτείται η ανάταξη της οικονομίας μας και το πέρασμα από την κρίση στην πρόοδο κι ότι σκοπός του είναι να παρουσιάσει αυτή τη μετάβαση από την προηγούμενη τετραετία που ήταν ουσιαστικά μια τετραετία μάχης με πολλαπλές κρίσεις σε μια τετραετία που ο κεντρικός στόχος της κυβέρνησης δεν μπορεί να είναι άλλος από τη δυναμική ευρωπαϊκή σύγκλιση.
Αναφέρθηκε ακολούθως σε όσα όπως είπε απασχολούν περισσότερο τον πολίτη της διπλανής πόρτας. «Και αναφέρομαι στον εισαγόμενο πληθωρισμό και στην ακρίβεια διότι εμείς δεν ωραιοποιήσαμε ποτέ καταστάσεις και δεν ισχυριστήκαμε ότι δεν είναι η ακρίβεια το μεγαλύτερο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία. Έχουμε όμως σχέδιο συγκροτημένο, στο οποίο θα ήθελα εν τάχει να αναφερθώ.
Θέλω να επαναλάβω ότι κεντρικός πυρήνας του σχεδίου μας με ορίζοντα τετραετίας είναι η σταθερή και διατηρήσιμη αύξηση των μισθών και η προεκλογική δέσμευση την οποία είχα δώσει για κατώτατο μισθό στα 950 και μέσο μισθό στα 1500 ευρώ, ισχύει στο ακέραιο».
Και επεσήμανε: «εξαντλούμε κάθε μέσο το οποίο διαθέτουμε για να στηρίξουμε τους πολίτες ειδικά τους πιο ευάλωτους». «Pιστεύω ειλικρινά ότι ως προς τον πληθωρισμό έχουμε δει τα χειρότερα», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.
Από τις αρχές του 2024 αυξάνεται κατά 20% η αποζημίωση όλων των εφημεριών στο ΕΣΥ
Ανακοίνωσε στη συνέχεια ότι αυξάνεται κατά 20% η αποζημίωση όλων των εφημεριών στο Εθνικό Σύστημα Υγείας από τις αρχές του 2024.
Οι μισθοί έχουν αυξηθεί ήδη κατά 10% από πέρυσι, είπε ο κ. Μητσοτάκης, απευθυνόμενος στον πρόεδρο της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ. «Όταν η οικονομία πηγαίνει καλά, αντέχουμε να κάνουμε τέτοιες αυξήσεις», συμπλήρωσε.
Εντός Ιανουαρίου η ψήφιση του νόμου για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια
«Εισάγουμε στην Ελλάδα τη λειτουργία μη κρατικών Ανώτατων Ιδρυμάτων» τόνισε ακολούθως ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή.
Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι το επίμαχο νομοσχέδιο θα παρουσιαστεί στο υπουργικό συμβούλιο της επόμενης εβδομάδας, θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση αμέσως μετά και θα έχει γίνει νόμος του κράτους εντός του πρώτου μήνα του 2024.