Της Κρινιώς Καλογερίδου
Δεν μου άρεσαν ποτέ σαν χρώματα το γκρι και το μαύρο, ακόμα κι αν ήμουν υποχρεωμένη να τα φορώ λόγω πένθους. Ζώντας ωστόσο – εδώ και ενάμιση χρόνο – σε τοξικά περιβάλλοντα επιβαρυμένα απ’ το στρες της πανδημίας, τις απολύσεις εργαζομένων ανεμβολίαστων και την αποδιοργάνωση της Παιδείας με το πήγαινε έλα σε ημι-ενεργά σχολεία με εκπαιδευτικούς και μαθητές φορτωμένους προβλήματα, τα μπόλιασα αναγκαστικά στο παρόν μου, που με οδήγησε σε διαπιστώσεις οδυνηρές.
Με πρώτη απ’ όλες τη διαπίστωση ότι άπαντες, ανεξαίρετα, βιώνουμε – λίγο πολύ – μια πρωτοφανή ψυχολογική πίεση η οποία έχει μετατρέψει σε κόλαση τη ζωή μας, αφού ο καθένας από μας – και προπάντων οι ανεμβολίαστοι που είναι στο μάτι του καλοκαιρινού επιδημικού τυφώνα – έχει φτάσει στα όριά του.
Στα όρια του φόβου, της απόγνωσης και της κραυγαλέας έκφρασης αγωνίας του για το παρόν και το μέλλον του ίδιου και του περιβάλλοντός του. Στα όρια των βιολογικών αντοχών του, που κάνουν την πανδημία του covid 19 να φαντάζει διπλή στα μάτια του, καθώς προστίθεται σε αυτήν η ασκούμενη από το κράτος ψυχολογική βία λόγω της τμηματικής υποχρεωτικότητας την οποία επιβάλλει, χωρίς να κρύβει τις προθέσεις του για επέκτασή της σε όλο τον δημόσιο τομέα.
Η ασκούμενη ψυχολογική βία όμως οδηγεί σε πρωτοφανείς πιεστικές καταστάσεις που βάφουν με γκρίζα και μαύρα χρώματα τη ζωή των ανεμβολίαστων (το 40% του γενικού πληθυσμού) και όχι μόνο. Γιατί και οι εμβολιασμένοι δεν καλοπερνούν.
Δεν ”κινούνται” ανέμελα, δηλαδή, λόγω του φόβου της μεγάλης μεταδοτικότητας του ιού και του κινδύνου να νοσήσουν (ελαφρύτερα) οι ίδιοι ή να τον μεταφέρουν στους ανεμβολίαστους των οικογενειών τους, αν δεν πάρουν προηγουμένως τις ενδεδειγμένες προφυλάξεις.
Κατά τα άλλα, οι εμβολιασμένοι (το 60% του γενικού πληθυσμού) φαίνεται να έχουν πειστεί είτε ότι προέχει η διασφάλιση της εργασίας τους που πάει πακέτο με τον εμβολιασμό τους είτε ότι το εμβόλιο είναι η ασφαλέστερη λύση απέναντι στην πανδημία κι ότι το ”ΝΑΙ” τους είναι πράξη ανθρωπιστική και πολιτιστική (όπως το ερμήνευσε η Βυζαντινολόγος-Ιστορικός Γλύκατζη-Αρβελέρ), αν και ο αντίλογος της άλλης πλευράς σ’ αυτό είναι ότι η ανθρωπιά και ο πολιτισμός προϋποθέτουν την απουσία βίας και εξαναγκασμού σε δημοκρατικό περιβάλλον.
Με τα παραπάνω δεδομένα και υπό το βάρος των τιμωρητικών μέτρων κατά των ανεμβολίαστων (κι ας λέει ο Κικίλιας το αντίθετο), αυτό που μένει στο τέλος είναι η αίσθηση στους πολίτες μιας βαβυλωνίας, μιας ασυνεννοησίας μεταξύ επιδημιολόγων και μη ανάμεσα στους οποίους έχει ξεσπάσει μεγάλη ”κόντρα” προσαυξημένη με δόσεις επιθετικότητας.
Μιας επιθετικότητας που μετατρέπει την… υγειονομική ”πανώλη” σε ιδεολογική, η οποία από τις 13 Σεπτεμβρίου και ύστερα θα δίνει την εντύπωση ότι στο θέμα αυτό διολισθαίνουμε στην Ελλάδα σε ημι-δημοκρατικό σύστημα απολυταρχικού τύπου λόγω του ακραίου διαχωρισμού εμβολιασμένων-ανεμβολίαστων.
Διαχωρισμού που αποδίδει στην πανδημία στερεοτυπικά χαρακτηριστικά (”πανδημία ανεμβολίαστων”) και υποχρεώνει τους ανεμβολίαστους εργαζόμενους στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα να πληρώνουν μέχρι και 80 ευρώ τον μήνα για να κάνουν Rapid test Ανίχνευσης Αντισωμάτων, τη στιγμή που αρκετοί απ’ αυτούς έχασαν τις δουλειές τους και αντιμετωπίζουν θέμα οικονομικής επιβίωσης.
Λίγες μέρες πριν το άνοιγμα των σχολείων και τα εγκαίνια της 85ης ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός θα ανηφορίσει στη Θεσσαλονίκη ”γκριζαρισμένος” απ’ την καπνιά της πανδημίας και της πύρινης λαίλαπας που έκαψε πάνω από 1,5 εκατομμύριο στρέμματα.
Θα ανηφορίσει έχοντας στο μυαλό του, πολύ πιθανόν, ότι ήρθε η ώρα για αναδιάταξη της κυβέρνησης (η παρέμβαση του Ρουβίκωνα δείχνει την υπάρχουσα χαλαρότητα, που έκανε τους αναρχικούς να κοκκινίσουν με συνθήματα τους τοίχους του σπιτιού του υπουργού Περιβάλλοντος Κώστα Σκρέκα).
Έχοντας στο μυαλό του, ίσως, και κάτι άλλο. Ότι στα πιο δύσκολα υπάρχει η εναλλακτική της διακομματικής συναίνεσης και συνεργασίας, αν και οι κακές, γλώσσες λένε πως, όταν θα αρχίσει να φαίνεται η ραγδαία φθορά του στις δημοσκοπήσεις, δε θα διστάσει και να συγκυβερνήσει ακόμα για να κρατήσει τη θέση του…
Προς ώρας ωστόσο δε γίνεται κουβέντα γι’ αυτό, αφού ο πρωθυπουργός ξεπέρασε σχετικά ανώδυνα το θέμα των πυρκαγιών στέλνοντας στην κατακαμένη Εύβοια τον Σταύρο Μπένο για να την ανασυγκροτήσει ”πνίγοντας” με έμπρακτη στήριξη και όχι γενικόλογες υποσχέσεις τα παράπονα των κατοίκων για ανοργανωσιά, χάος και απουσία εναέριων μέσων.
Και η έμπρακτη στήριξη είναι τα χρήματα που άρχισαν ήδη να μοιράζονται στους πυρόπληκτους, πράγμα που κάνει τον πρωθυπουργό να ελπίζει ότι θα βγει θετικό το τελικό ισοζύγιο, αφού – πέραν του ότι οι πολυμέτωπες πυρκαγιές δεν είχαν ανθρώπινα θύματα – ο ίδιος πραγματοποιεί αυτό που υποσχέθηκε στους πυρόπληκτους Ευβοιώτες. Ότι, δηλαδή, ”κανείς δεν θα μείνει αβοήθητος και όλα θα ξανακτιστούν από την αρχή”.
Κι αυτό, αν το προσθέσει κανείς στη ”συγγνώμη” που είπε – σε αντίθεση με τους προκατόχους του το 2007 και ’18 οι οποίοι δεν τόλμησαν να την πουν, αν και είχαν αμέτρητα θύματα απ’ τις πυρκαγιές – είναι υπολογίσιμο μέτρο σύγκρισης και μετράει πολλαπλάσια στη συνείδηση του λαού, στη συνείδηση του απλού ψηφοφόρου.
Κάτι που, όπως φαίνεται, δεν αντιλαμβάνεται ακόμα ο αμετανόητος αρχηγός της Αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας, του οποίου την αυτοκριτική για την ευθύνη της εκατόμβης και πλέον θυμάτων σε Μάνδρα και Μάτι (24 πνιγμένοι και 103 καμένοι) ακόμα περιμένουμε.
Κι αυτό δείχνει ότι όχι μόνο δεν διαθέτει τη γενναιότητα και το θάρρος που πρέπει να έχει ένας ηγέτης για την αναγνώριση των λαθών του, αλλά και ότι δεν παραδειγματίστηκε απ’ αυτά και δεν εγκατέλειψε τις αραχνιασμένες ιδεοληψίες και εμμονές του. Δεν εγκαταλείπει, προπάντων, την τάση του για δημαγωγία και εντυπωσιοθηρία, όπως απέδειξε η τελευταία εμφάνισή του στη Βουλή.
Κάτι που του στερεί τη δυνατότητα να χτυπήσει ευθύβολα τον πολιτικό του αντίπαλο στα τρωτά του σημεία, χωρίς να λαϊκίζει. Και τα τρωτά σημεία του Κυριάκου Μητσοτάκη, στην περίπτωση των πυρκαγιών, είναι η οργανωτική και δομική αποσάθρωση των υπηρεσιών αντιπυρικής προστασίας, η μη ενεργή συμμετοχή συναρμόδιων υπηρεσιών και οργανισμών, ο ελλιπής συντονισμός των μέσων αεροπυρόσβεσης και η αντίληψη περί ”παραγωγικών δασών” σ’ έναν τόπο ”σπαρμένο” με ανεμογεννήτριες τις οποίες έχει σκοπό να πολλαπλασιάσει.
Σ’ αυτά έπρεπε να σταθεί ο κ. Τσίπρας. Γι’ αυτά έπρεπε να τον ελέγξει, γιατί σ’ αυτά οφείλεται η μεγάλη οικολογική καταστροφή που συνοδεύτηκε και από πυρπολήσεις σπιτιών, επιχειρήσεων και γεωργικών ιδιοκτησιών των κατοίκων στους τόπους εκδήλωσης της πύρινης λαίλαπας.
Αλλά είπαμε. Ο ”Πολακισμός” του πρώην πρωθυπουργού είναι στο αίμα του και, όσο κουβαλάει αυτόν, δεν γίνεται πιστευτός. Όπως δεν έγινε πιστευτός και ο εθνικός λόγος του, όταν ύψωσε σαν τρόπαιο νίκης τις Πρέσπες.
Αυτό και μόνο αποδεικνύει ότι δεν συνειδητοποίησε το ιστορικό λάθος του. Ότι δηλαδή η ”συμφωνία των Πρεσπών” (12 Ιουνίου 2018) είναι σημαία ντροπής για εκείνον και όχι νίκης. Όπως είναι βραβείο ντροπής αυτό που του έδωσε η Γερμανία (”Βραβείο Ειρήνης της Βεστφαλίας”, 27/8/21) – από κοινού με τον πρωθυπουργό της… ”Βόρειας Μακεδονίας” Ζόραν Ζάεφ – για την συνηγορία του στην παραχάραξη της ελληνικής ιστορίας απ’ τους Σκοπιανούς αλυτρωτιστές.
Τέτοιοι ηγέτες με τέτοια πολιτική διαδρομή δεν μπορούν παρά να αποδεικνύουν ότι περισσότερο επικίνδυνη κι απ’ την υγειονομική ”πανώλη” του covid 19 είναι η ιδεολογική, η οποία μαστίζει αδιακρίτως πολιτικούς και κόμματα εντός και εκτός του Εθνικού Κοινοβουλίου…