Τα κόμματα περνούν στο στάδιο της οριστικής τους φθοράς συνιστούν πλέον ΜΚΟ. Δεν επιζητούν προτάσεις κοινωνικής διεκδίκησης και δράσεις , δεν είναι φορείς ρήξης και ανατροπής και επίσης δεν θεμελιώνουν ρόλους θεσμοδιοικητικής αντιμετώπισης.
Οι χθεσινοί κομισάριοι είναι σήμερα οι αργόσχολοι καρεκλοκένταυροι κομματάνθρωποι του πολιτικού χρήματος, δηλαδή της κρατικής χρηματοδότησης, οι οποίοι λειτουργούν σε πλήρη αποσυγχρονισμό από την κοινωνία και τις ανάγκες της.
Ο κομματικός παρασιτισμός θρέφει τις φιλοδοξίες των ανίκανων, οργιάζει τη φαντασία των εν δυνάμει νεόπλουτων και εξεγείρει το θυμικό των αρχολίπαρων.
Και εκεί που βλέπουμε ο κύκλος τους να ολοκληρώνεται μια εφεδρεία από νέα κόμματα έρχονται για να σώσουν τα παλιά κομματικά ράκη.
Ωστόσο προκαλείται στους πολίτες μέσα από την αιμοδότηση των νέων κομμάτων προς στα παλιά και ξεθωριασμένα κόμματα, μια ιδιάζουσα ναυτία και μια υποψία σχέσης με σκοπιμότητες και συμφέροντα αλλά και υποψίες βάσιμες για αποστολές που ενώνονται σε μια οργανική αλληλεγγύη. Όλα αυτά αηδιάζουν τους πολίτες και τους εξοργίζουν.
Τα νέα κόμματα τίθενται σε μια δορυφορική τροχιά γύρω από το πολιτικό σύστημα με στόχο να μη διακινδυνεύσει την ασφάλεια του. Γι’ αυτό τα νέα κόμματα που διεκδικούν την ψήφο μας ουσιαστικά αποτελούν είδωλα σύνθεσης ή θα λέγαμε επίσης μεταλλάξεις (όπως οι μεταλλάξεις του κορωνοϊού) του παλαιοκομματισμού με τους ίδιους μανιερισμούς, απλά φέρουν την επικάλυψη της ψευδο-αλλαγής του νέου. Βαφτίζονται antrape-tout, δηλαδή καφενεία διερχομένων, που εμείς με πολιτική ορολογία τα είπαμε πολύσυλλεκτικά. Και ως δυνητικοί κλώνοι υπόσχονται την έκσταση της πολιτικής αξίας χωρίς καμία αναφορά.
Η υγειονομική κρίση έδωσε την ευκαιρία σε φιλόδοξους νεοπολιτευτές να διεκδικήσουν το σχηματισμό νέων κομμάτων. Δημοκράτες των καλών ευκαιριών, αυτόμολοι πολιτευτές παραδοσιακών κομμάτων, δηλαδή του παλαιοκομματισμού, θρασύδειλοι δημοσιογράφοι, εμετικοί κονδυλοφόροι, μαζί με τους κατ’ επιλογήν γραφικούς των καναλιών, και με την συνεπικουρία των καθ’ υποτροπήν “ξερόλων”, και από κοντά κάποιοι παγκοίνως αναγνωρισμένοι ως “λαδιάρηδες” του δημοσίου χρήματος στήνουν πολιτικά κόμματα ή «ντελίβερι» κινήματα.
Ιδρυτές και μέλη των νέων κομμάτων είναι όλοι εκείνοι που αποφεύγουν τα μεταίχμια της πολιτικής, και παράλληλα είναι οι οπαδοί της χρηματικής κοστολόγησης. Εκείνοι δηλαδή που εξορκίζουν τις αλήθειες, τις αντιστάσεις , τις ρήξεις και αφομοιώνονται στη λατρεία της κοινοβουλευτικής δύναμης, ουδετεροποιημένοι από τα συμφέροντα και συμφιλιωμένοι με τις υποταγές των αφεντικών.
Τα νέα κόμματα έρχονται για να συντηρήσουν τα προκαταβολικά αδιέξοδα, να ρευστοποιήσουν τα συμφέροντα και να υπερασπιστούν τις συμφωνίες των παλαιοτέρων κομμάτων. Έχουν δηλώσει πίστη στον πολιτικό παρασιτισμό του παρελθόντος, στις μοντέρνες συνθήκες που στερούν την ελευθερία, την ταυτότητα, την ισότητα. Πειραματίζονται σε δευτερολογίες και επιδερμικές καταγγελίες, δημιουργούν εκκωφαντικές ρητορικές, με ευφημιστικές και καθησυχαστικές φρασεολογίες. Λειτουργούν με υπονοούμενα και ψευδο-συγκινήσεις και κινούνται στο σκηνοθετημένο νόημα και όχι στο ίδιο το νόημα.
Ο Αντ. Γκράμσι είχε γράψει κάτι που μας βοηθάει να καταλάβουμε πως λειτουργούν τα πολιτικά κόμματα. Και είναι πολύ καθοριστικό να καταλάβουμε τη λειτουργία των ελληνικών κομμάτων. «Το να γράψει κανείς την ιστορία ενός κόμματος δεν σημαίνει τίποτα λιγότερο από το να γράψει ουσιαστικά την ιστορία αυτής της χώρας από μια συγκεκριμένη εξέλιξη … Αλλά αυτή η ιστορία προκύπτει κάθε φορά μόνο ως αποτέλεσμα εκείνης της σχέσης που προκύπτει μεταξύ της κοινωνίας και του κράτους στην συνθετική τους και διαλεκτική τους ολότητα». (Τα Τετράδια της Φυλακής.)
Και ο Εμμ. Ροϊδης υπερχρονικός και καυστικός τοποθετεί την ελληνική πολιτική πραγματικότητα στο μικροσκόπιο λέγοντας: «Οι ημέτεροι φατριάρχαι, προς σχηματισμόν ή ενίσχυσιν κόμματος, στρατολογούν εκ των τριόδων μισθοφόρους, τους πληρώνουν διά δημοσίων χρημάτων, ήτοι διά θέσεων περιττών. Των τοιούτων μισθοφόρων επί τοσούτων επολλαπλασιάσθη, προϊόντος του χρόνου, ο αριθμός και το θράσος, ώστε κατέστησαν σήμερον η μόνη αξιόμαχος δύναμις της Ελλάδος, προ της οποίας … και κυβέρνησις και Βουλή και ολόκληρον το έθνος κύπτουν γόνυ μετά τρόμου.»
Ακόμη λοιπόν και εκεί που θεωρούμε ότι ένα κόμμα είναι του κουτιού (καινούργιο) να ξέρουμε ότι ο παλαιοκομματισμός ποτίζει τις ρίζες του. Δεν σβήνει σ’ αυτή τη χώρα ο παλαιοκομματισμός να’τος πετιέται από την αρχή αντρειεύει και θεριεύει, και αυτό γιατί εμείς οι πολίτες ως ανεπίκαιροι και πάντα προσκυνητές αφεντικών ζητάμε τη σωτηρία από ανεύθυνους τενεκέδες. Έτσι ψηφίζουμε νεκροθάφτες της ελπίδας και πρωταθλητές της ατιμίας.
Απόστολος Αποστόλου. Δρ. Φιλοσοφίας.