Το Bloomberg – σε αντίθεση με τον Αδωνι Γεωργιάδη – κατατάσσει την Ελλάδα στην τελευταία θέση στην Ευρώπη ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, το lockdown απέτυχε καθότι στην διάρκειά του το ποσοστό θνητότητας από τον κορονοϊό εκτοξεύτηκε στο 6,3%, και η προσδοκία της συλλογικής ανοσίας δια του εμβολιασμού μετατίθεται κάπου στο επόμενο φθινόπωρο αφού, σε πρώτη φάση, τα εμβόλια δεν φθάνουν ούτε για το υγειονομικό προσωπικό και τις ευπαθείς ομάδες.
Παρά ταύτα η κυβέρνηση δεν δείχνει να ανησυχεί και δεν αλλάζει σχεδιασμό – δηλαδή, η χώρα παραμένει σε οικονομική παράλυση και στην γραμμή του «βλέποντας και κάνοντας».
Στην πραγματικότητα, σχέδιο δεν υφίσταται και η κυβερνητική διαχείριση εξαντλείται αφενός στις εορταστικές απαγορεύσεις και αφετέρου στην ειλημμένη απόφαση για παράταση των περιοριστικών μέτρων τουλάχιστον έως το τέλος Ιανουαρίου.
Σε ό,τι αφορά τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, τα παιδιά δεν θα πουν φέτος τα κάλαντα αλλά μπορεί να τα πει η… αστυνομία.
Ο Νίκος Χαρδαλιάς προειδοποίησε ότι θα εξαντληθεί η αυστηρότητα για όσους επιχειρήσουν να κυκλοφορήσουν μετά τις 10.15 το βράδυ, θα ελέγχονται όλα τα αυτοκίνητα στα διόδια και σε κεντρικούς οδικούς άξονες, ενώ ο εκπρόσωπος της ΕΛΑΣ Θεόδωρος Χρονόπουλος δεν απέκλεισε ακόμη και εφόδους σε σπίτια για παράνομες συναθροίσεις.
Μιλώντας το πρωί στον ΣΚΑΙ είπε χαρακτηριστικά πως «η αυτοπρόσωπη παρουσία της αστυνομίας σε κάποιο σπίτι θα εξαρτηθεί από τις καταγγελίες».
Στα δε περαιτέρω ο Νίκος Χαρδαλιάς προειδοποίησε πως εάν δεν πρυτανεύσει η «ατομική ευθύνη» τα Χριστούγεννα, θα επιβληθούν ακόμη πιο αυστηρά μέτρα την Πρωτοχρονιά.
Η πρώτη αποτίμηση θα γίνει σε τηλεδιάσκεψη της επιτροπής των επιδημιολόγων στις 28 Δεκεμβρίου, όμως για το τι μέλλει γενέσθαι μετά τις 7 Ιανουαρίου δεν υπάρχει κοινή εκτίμηση ούτε εντός της κυβέρνησης, ούτε μεταξύ των ειδικών.
Το πρώτο μεγάλο ζήτημα είναι εάν θα ανοίξουν ή όχι τα σχολεία. Το υπουργείο Παιδείας έχει ζητήσει την επαναλειτουργία τουλάχιστον των δημοτικών στις 8 Ιανουαρίου, οι λοιμωξιολόγοι όμως εκφράζουν έντονες αντιρρήσεις ενώ ανοιχτές είναι και οι μεταξύ τους διαφωνίες.
Ο καθηγητής του ΑΠΘ Δημοσθένης Σαρρηγιάννης εμφανίστηκε σήμερα κατηγορηματικά αντίθετος δηλώνοντας πως εάν ανοίξουν τα σχολεία στις 8 Ιανουαρίου στο τέλος Μαρτίου θα έχουμε σε αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού κατά 50%.
Μιλώντας με απόλυτους αριθμούς είπε ότι αν τα σχολεία ανοίξουν στις 20 Ιανουαρίου, τα ημερήσια κρούσματα στο τέλος Μαρτίου θα είναι 600 ενώ αν ανοίξουν στις 8 του μήνα, θα είναι 900. Πρόσθεσε ότι η διασπορά στα σχολεία σχετίζεται με τη κινητικότητα των γονέων αλλά και τις δραστηριότητες γύρω από το σχολείο.
Σε άλλο μήκος κύματος ο καθηγητής Χαράλαμπος Γώγος υποστήριξε άποψη ότι τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν αμέσως μετά τις γιορτές.
«Υπάρχει ανάγκη να ανοίξουν τα σχολεία, επείγει να ανοίξουν» είπε χαρακτηριστικά αλλά συμπλήρωσε ότι θα ληφθούν υπόψη τα επιδημιολογικά δεδομένα.
Απολύτως θολό είναι το τοπίο και για το λιανεμπόριο, με μία εκ των εισηγήσεων να επαναφέρει το μοντέλο των γεωγραφικών και επιδημιολογικών ζωνών και την έναρξη λειτουργίας των καταστημάτων από τα μέσα Ιανουαρίου σε όσες περιοχές εμφανίζουν χαμηλό ιικό φορτίο.
Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκε το πρωί και ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης δηλώνοντας στον ΑΝΤ1 ότι «την πρώτη εβδομάδα του νέου έτους θα μετρήσουμε τα δεδομένα για το άνοιγμα του λιανεμπορίου. Αν συνεχίσουμε να πηγαίνουμε καλά, εκεί που οι λοιμωξιολόγοι θα μας πουν ότι αυτές οι περιοχές είναι καθαρές από τον ιό, θα ανοίξουμε».
Οι περισσότεροι επιδημιολόγοι όμως είναι και επ’ αυτού επιφυλακτικοί, καθώς φοβούνται ένα ενδεχόμενο διπλό κύμα κορονοϊού και γρίπης μέσα στον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο και προειδοποιούν πως, παρά την αργή μείωση των διασωληνώσεων, οι αντοχές των ΜΕΘ παραμένουν οριακές.
Για την εστίαση συζήτηση δεν γίνεται από κανέναν και θεωρείται δεδομένο πως δεν θα ανοίξει πριν από την άνοιξη.
Υπό αυτά τα δεδομένα, το επικρατέστερο σενάριο αυτή τη στιγμή είναι, εάν δεν υπάρξει έξαρση της πανδημίας μετά τις γιορτές, να ξεκινήσει ένα σταδιακό άνοιγμα πρώτα με τα σχολεία και μετά με την αγορά από τα τέλη Ιανουαρίου.
Τίποτα όμως δεν είναι βέβαιο ακόμη και η μόνη σταθερά παραμένει το… βλέποντας και κάνοντας.