Οι λογογράφοι του Κυριάκου Μητσοτάκη αντιγράφουν τον Αλέκο Σακελάριο στην κινηματογραφική ταινία «Υπάρχει και φιλότιμο». Όταν ο Ανδρέας Μαυρογιαλούρος (Λάμπρος Κωνσταντάρας) έλεγε σε κάποια σκηνή του έργου: «είμαστε κυβέρνηση των έργων και όχι των λόγων» την ίδια ατάκα χρησιμοποίησε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την επίσκεψή του στη Σαμοθράκη.
Βλέπετε οι καιροί περνούν αλλά το περιεχόμενο της επαναληπτικής ρητορικής με τα επαναλαμβανόμενα κλισέ συνεχίζεται. Είναι σαν να μην αλλάζει τίποτα σ’ αυτόν τον τόπο. Τα πρόσωπα και τα λόμπι στον κύκλο συμφερόντων αλλάζουν, τα συμφέροντα όμως είναι το ίδιο συσσωρευτικά και πολιορκούν τη χώρα από κάθε πλευρά.
Οι πολιτικοί αρχηγοί δεν μπορούν να δώσουν ραντεβού με την ιστορία, δεν μπορούν να φτιάξουν χάρτες ιδεολογίας, βρίσκονται στους μηχανισμούς του περιορισμού και της περιοριστικότητας, δεν κινούνται σε προσδοκίες και προοπτικές απελευθερωτικής δυναμικής αλλά σε μικρούς ορίζοντες που υποθηκεύουν το μέλλον της χώρας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης (όπως και ο Αλέξης Τσίπρας) εκπροσωπεί τη «παραστατική» εξουσία όπως έλεγε ο Τέοντορ Αντόρνο, δηλαδή, σύμφωνα πάντα με τον Αντόρνο, την εξουσία που ζει από τη ζωή που καταπιέζει.
Οι πολιτικοί στην Ελλάδα προσαρμόζουν τη χώρα από κάθε πλευρά (από το πεδίο της θεσμικής παχυδερμίας, έως το πεδίο της οικονομικής ανεπάρκειας κλπ.) στα συμφέροντα του πλούτου που επιθυμεί να κερδίσει μέσα από ένα εναλλασσόμενο κύμα διασυνδέσεων με αγαθά που παράγει η χώρα, ή με εκείνα που κατέχει ως τιμαλφή για αιώνες στα υπόγειά της, ορυκτός πλούτος.
Για να κατορθωθεί όμως η λεηλασία της χώρας απαιτείται μια νέα ελλαδοσκοπία, μια ψευδαίσθηση που ακούει στο όνομα της εθνοφόρας εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Ταυτίζεται η προκοπή και η ανάπτυξη της χώρας με τα συμφέροντα της προστασίας, δηλαδή με ΕΕ, ΝΑΤΟ, και παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα.
Οι ψυχολογικές επιχειρήσεις για να λειανθεί τόσο η σκέψη όσο και η συλλογική συνείδηση αναλαμβάνουν εργασία ώστε το αναπεπταμένο πεδίο βοσκής να προετοιμαστεί καταλλήλως. Η παγίδα της υποτέλειας στήνεται από παντού. Οι οικότροφοι ισοβίτες του συστήματος αναλαμβάνουν γρήγορα δουλειά ώστε να προσαρμόσουν τις συνθήκες. Πράκτορες επί μισθώσι διευθύνουν τις ασκήσεις κοινωνικού αυτοματισμού, γιατί η προσαρμογή στα νέα συμφέροντα πρέπει να μεταβληθεί σε φετίχ.
Ο Αλέξης Τσίπρας με αυτή τη συνταγή υποθήκευσε την ελληνική περιουσία για 100 χρόνια, έφερε νέα μνημόνια και ξεπούλησε το όνομα της Μακεδονίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζει τη γερμανοκρατούμενη κατοχή και οσονούπω θα ανοίξει διάλογο με τους Τούρκους για θαλάσσιες ζώνες και καθορισμό κυριότητας σε εναέρια και θαλάσσια έκταση.
Το Αρχείο της Βαρβαρότητας είναι μεγάλο σ’ αυτόν τον τόπο. Οι δύο τελευταίοι πρωθυπουργοί της χώρας είναι τόσο διαφορετικοί ως προσωπικότητες αλλά και τόσο όμοιοι στην άσκηση πολιτικής όπου οι αντιφάσεις τους εξουδετερώνονται τόσο που φθάνουν να γίνονται ομοιότητες.
Για παράδειγμα ο Α. Τσίπρας έβαλε τη σφραγίδα σε μια διαδικασία που υπήρχε αλλά επιταχύνθηκε με τον πολιτικό του ρόλο και την κυβερνητική του διαχείριση. Το να είσαι αριστερός σήμαινε τον συνδυασμό μιας ηθικής πεποίθησης με μια ιστορική θέληση και έναν τρόπο ζωής. Με τον Α. Τσίπρα το να είσαι αριστερός σημαίνει αντεπαναστατισμός, νεοφιλελεύθερη θεραπεία σε όλα τα ζητήματα και χαμηλή ένταση σε διεκδικήσεις που αφορούν τη χώρα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης νεοφιλελεύθερος από τα γεννοφάσκια του προχώρησε σε μια πολιτική αρχιτεκτονική όπου η ισχυροποίηση των δικαιωμάτων που περιμένουν οι πολίτες, η αυξημένη κοινωνική προστασία η οποία αποτελεί μια πιθανότητα ανθρώπινης πραγμάτωσης για τον καθένα δεν παρκάρονται πουθενά. Ούτε στον ιδιωτικό τομέα, ούτε φυσικά στον δημόσιο τομέα. Όλα συναιρούνται στην πολιτική αδιαφορία. Ή καλύτερα στο ρήγμα που μικραίνει από τη μια μεριά με τους εγγυημένους και που μεγαλώνει από την άλλη μεριά με τους αποκλεισμένους.
Βεβαίως και οι δύο ενέπλεξαν τα χρέη με την εθνική υποχώρηση και οι δύο λάτρεψαν τον επαρχιώτικο κοσμοπολιτισμό και οι δύο ανάπτυξαν τη διεθνοποίηση ως λύση όλων των δεινών μας και οι δύο στέγνωσαν την εθνική αυτοσυνειδησία και προώθησαν τον εποικισμό της χώρας κατ’ εντολή της γερμανοδεσποτείας.
Επιπλέον και οι δύο βοήθησαν την κομματική τους συντεχνία να ανεβεί και να διαχειριστεί κρίσιμους τομείς της χώρας και προετοίμασαν τους αφομοιωτικούς μηχανισμούς να αναπτυχθούν τόσο ώστε οι Έλληνες πολίτες να φτάσουν να ζητάνε λύσεις υποβολιμαίες. Με άλλα λόγια και οι δύο τους υπήρξαν θαυμαστές του εθνικού μας προϊόντος, του μαυρογιαλουρισμού. Λέτε να υπάρχει γι’ αυτό τον τόπο «η πίστη στο αδύνατο» που έλεγε και ο Εντγκάρ Κινέ;
Απόστολος Αποστόλου