Μάκης Ανδρονόπουλος
Η Συμφωνία των Πρεσπών σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα λειτουργήσει ως καταλύτης στον ευρύτερο χώρο της δεξιάς, με πιθανότατη την διάσπαση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία ενδέχεται να ακολουθήσει τη μοίρα της γαλλικής δεξιάς μετά το Μάη του ’68.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης το γνωρίζει πολύ καλά αυτό, ιδιαίτερα μετά την αποκάλυψη πως άλλα λέει στις κατ΄ ιδίαν συναντήσεις του έξω και άλλα μέσα.
Την Κυριακή στην Καστοριά, χαρακτήρισε τη Συμφωνία «επαίσχυντη» και διαβεβαίωσε ότι «η ΝΔ δεν πρόκειται να ψηφίσει αυτή την συμφωνία ούτε τώρα ούτε στην επόμενη Βουλή».
Ουσιαστικά απάντησε στο «τρομακτικό» σενάριο του Βασ. Λεβέντη σύμφωνα με το οποίο ο Τσίπρας θα αφήσει τη Συμφωνία για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία θα πιεστεί από τους Αμερικανούς και τους Γερμανούς να την πάει στη Βουλή και τότε θα φύγουν περί τους τριάντα βουλευτές (Σαμαρικοί και βορειοελλαδίτες) και η κυβέρνησή του θα πέσει.
Όμως, ο Τσίπρας δεν πρόκειται να αφήσει τη Συμφωνία στην τύχη της, την πιστεύει και θέλει να την πιστωθεί, καθώς έχει τη δυνατότητα να την περάσει, ενώ θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ενισχυθεί και θα είναι πρώτο κόμμα.
Έχω υποστηρίξει σε ανύποπτο χρόνο ότι υπάρχουν καραμανλικοί βουλευτές που στις κατ΄ ιδίαν συνομιλίες του με παράγοντες της οικονομίας εκφράζουν ενδοιασμούς για την αντιμετώπιση του όλου θέματος από τη ΝΔ, εκτιμούν ότι η Συμφωνία βρίσκεται εντός του πλαισίου της εθνικής θέσης και δηλώνουν πως αντιλαμβάνονται την γεωπολιτική της σημασία στις τρέχουσες συνθήκες.
Οι βουλευτές αυτοί εκφράζουν και ένα ανοιχτόμυαλο δημοκρατικό-ευρωπαϊκό τμήμα των ψηφοφόρων της δεξιάς παράταξης που αντιδρούν έντονα στην ορμπανοποίηση της ΝΔ, αλλά και ορισμένους ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες συνομιλητές τους που διαβλέπουν τις ευκαιρίες που ανοίγει στη χώρα και στην περιοχή η υπογραφή της Συμφωνίας.
Το τμήμα αυτό της δεξιάς παράταξης ανησυχεί έντονα με τη μόχλευση της υπόθεσης Κατσίφα από γνωστούς ακροδεξιούς κύκλους, καθώς φοβούνται πως δίνεται λαβή στον Έντι Ράμα που πατρονάρεται από την Άγκυρα, να υπαναχωρήσει στην συμφωνία-πακέτο για την επίλυση των ελληνο-αλβανικών ζητημάτων (μειονότητα, ΑΟΖ κλπ).
Επίσης, οι ίδιοι κύκλοι της παράταξης βλέπουν θετικά τη συμφωνία Τσίπρα-Ιερώνυμου για τις σχέσεις κράτους-Εκκλησίας.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ετοιμάζεται πυρετωδώς η συγκρότηση νέου πολιτικού φορέα στο χώρο της «κοινωνικής δεξιάς» και του «φιλελεύθερου δημοκρατικού κέντρου» από τον Ευάγγελο Αντώναρο και τον επικοινωνιολόγο Νίκο Καραχάλιο.
Δεν είναι επίσης τυχαίο που οι δημοσκόποι τηρούν σιγήν ιχθύος για το κόμμα-όχημα «Δύναμη Ελληνισμού» των Μπαλτάκου-Καμμένου που εκφράζει την σαμαρική σκληρή γραμμή και φιλοδοξεί να πάρει ένα κομμάτι της Χρυσής Αυγής.
Μέσα στο κλίμα αυτό, ο Μάκης Βορίδης, με την παρασκηνιακή στήριξη του Αντ. Σαμαρά και του Άδωνη Γεωργιάδη, καραδοκεί για να αντικαταστήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο πρώτο στραβοπάτημα, ενώ ταυτόχρονα ωθεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε όλο και πιο ακραίες θέσεις.
Στελέχη της ΝΔ και παράγοντες της δεξιάς που άκουγαν έκπληκτοι προ ημερών τον Βορίδη στην τηλεόραση να ασκεί ένα αδιανόητο λαϊκισμό για τη σημαία και πολλά άλλα υπονομεύοντας την συμφωνία για τον διαχωρισμό κράτους-Εκκλησίας, βλέπουν πως το κόμμα ελέγχεται πλήρως από τους ακραίους εθνικιστές και αυτό το θεωρούν επικίνδυνο.
Επιπλέον, πολλοί κομματικοί παράγοντες δυσαρεστήθηκαν με την ψήφιση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη του Γερμανού Μάνφρεντ Βέμπερ ως υποψήφιου προέδρου της Κομισιόν για το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, καθώς εκτός του είναι νεοφιλελεύθερος-ακροδεξιός, είχε χαρακτηρίσει τα Ίμια τούρκικα παράλια και ζητούσε την αποβολή της Ελλάδας από τη Συμφωνία Σένγκεν.
Οι ζυμώσεις αυτές που δεν φαίνεται να πολυενδιαφέρουν τα επικυρίαρχα μίντια, εγκυμονούν εξελίξεις.
Έγκυροι παρατηρητές του χώρου της ευρύτερης δεξιάς εκτιμούν πως μια ενδεχόμενη διάσπαση της Νέας Δημοκρατίας και ο διαχωρισμός της κεντροδεξιάς από την ακροδεξιά θα διευκολύνει τον πολιτικό διάλογο και τις συμπράξεις, ενώ θα σηματοδοτήσει το νέο πολιτικό ως αφετηρία για εθνική συνεννόηση.