Aθηνά Πολίτου
Κατά κανόνα οι ιστορικές εξελίξεις εξηγούνται από σοβαρά αντικειμενικά δεδομένα. Ωστόσο, στον κανόνα αυτόν υπάρχουν εξαιρέσεις, όπου πρωτεύοντα ρόλο παίζουν υποκειμενικοί παράγοντες, όπως ο χαρακτήρας των πρωταγωνιστών.
Πιστεύω ότι μία από τις εξαιρέσεις αυτές είναι και η περίπτωση της παραίτησης Κοτζιά. Αυτό φωτίζεται από τη διαδρομή του πρώην υπουργού. Πριν την ανάδειξή του από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και ακόμα πριν γίνει το «δεξί χέρι» του Γιώργου Παπανδρέου, ο κ. Κοτζιάς υπήρξε «παιδί» του Χαρίλαου Φλωράκη.
* Ο Νίκος Κοτζιάς, την εποχή όπου ορισμένοι τον αποκαλούσαν «Σουσλόφ του ΚΚΕ»
Η ρήξη με τον Γιώργο Παπανδρέου επήλθε την επομένη των εκλογών του Οκτωβρίου 2009, όταν ο κ. Κοτζιάς, πρόεδρος τότε του ΙΣΤΑΜΕ (think tank του Παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ) έμαθε ότι δεν θα είναι υπουργός Εξωτερικών και ότι η θέση αυτή προορίζεται για το νεαρό Δημήτρη Δρούτσα. Ο συνδυασμός αυτός εξόργισε τον κ. Κοτζιά, αφενός διότι είχε την πεποίθηση πως ο κ. Παπανδρέου του «χρωστούσε» το συγκεκριμένο υπουργείο, αφετέρου διότι, σαν μπαρουτοκαπνισμένος μαχητής και καταξιωμένος καθηγητής, εξέλαβε ως προσβολή να τον υπερκεράσει ένας άκαπνος 40χρονος. Η αντίδρασή του ήταν ακαριαία. Όχι μόνο παραιτήθηκε από πρόεδρος του ΙΣΤΑΜΕ, αλλά προσπάθησε εκβιαστικά να παρασύρει και το σύνολο του ΔΣ. Το οποίο, ξένο προς τα κίνητρα του κ. Κοτζιά, δεν ακολούθησε. Ο κ. Κοτζιάς είχε πλέον κουράσει τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, όχι για ιδεολογικό ή πολιτικό λόγο, αλλά πιο πεζά με τη συμπεριφορά του.
Έχοντας συνομιλήσει με αρκετούς ανθρώπους που γνωρίζουν τον πρώην υπουργό, μπορώ να διαβεβαιώσω, ότι επικριτές και θιασώτες του, συμφωνούν σε ένα σημείο: το «εγώ» του κ. Κοτζιά είναι σαφώς υπερτροφικό. Αυτό το υποκειμενικό δεδομένο, περισσότερο από κάθε άλλο, εξηγεί την επαναλαμβανόμενη διαδοχή έρωτος-αποστροφής, διαδοχικά με το ΚΚΕ, το ΠΑΣΟΚ και τώρα με το ΣΥΡΙΖΑ. Σε μια πρώτη φάση, ο κ. Κοτζιάς, που ασφαλώς διαθέτει το χάρισμα της πολυγνωσίας, και κυρίως ξέρει να το προβάλει, γοητεύει το συνομιλητή του. Σε μια δεύτερη φάση, η εμμονή της παντογνωσίας του και η αλαζονική συμπεριφορά προς κάθε διαφορετική άποψη, κουράζουν.
Ο κ. Κοτζιάς θεωρήθηκε χρήσιμος προεκλογικά από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για ευνόητους λόγους. Τον ακολουθούσε ένα αριστερό άρωμα αφενός, και είχε μια απήχηση στο πασοκικό κοινό αφετέρου. Επίσης, μετεκλογικά εξυπηρέτησε αποτελεσματικά τη ρεαλιστική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ. Εδραίωσε άριστες σχέσεις με τον αμερικανικό παράγοντα και με την ισραηλινή ηγεσία (όσο παράδοξο και αν ακούγεται για ένα πρώην σκληροπυρηνικό στέλεχος του Κουμουνιστικού Κόμματος και ρωσόφιλο). Και εδώ όμως τα πράγματα χάλασαν, λόγω της απολυτότητας του χαρακτήρα του πρώην υπουργού. Καλοδεχούμενη η εύνοια των ΗΠΑ, στο μέτρο όμως που δεν δημιουργεί άσκοπες έχθρες. Είναι σύνηθες οι πρώην κομμουνιστές να εξελίσσονται σε αδιάλλακτους αντικομουνιστές. Και αυτό συμπεριλαμβάνει τη Ρωσία, έστω και αν έχει πάψει να είναι σοσιαλιστική εδώ και σχεδόν 30 χρόνια. Τελικά, η έλλειψη διπλωματίας ήταν κύρια αιτία που οδήγησε τον επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας εκτός κυβέρνησης.
Πως όμως συνέβη αυτό; Ας εξετάσουμε προσεκτικά την διαδοχή των γεγονότων.
Παραβλέποντας την πραγματικότητα και υπερεκτιμώντας την υποστήριξη που έχει από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της, ο κ. Κοτζιάς προσπαθεί να ανάγει την κίνηση «Πράττω», σε «συγκυβερνών» κόμμα (βλ. δηλώσεις μετά την τραγωδία των πυρκαγιών). Αυτό υποδηλώνει πρόθεση να παίξει αυτόνομο ρόλο στις επόμενες εκλογές. Το οποίο αποτελεί «φάουλ» για το ΣΥΡΙΖΑ, διότι δεν μπορεί να δεχτεί, στις δύσκολες ισορροπίες που προβλέπονται το 2019, έναν επιπλέον παίχτη, ο οποίος στην ουσία συνοψίζεται αποκλειστικά στο άτομο του κ. Κοτζιά. Πράγματι, το «Πράττω» είναι ο Κοτζιάς και ο Κοτζιάς είναι το «Πράττω». Το έτερο πρώην μέλος «Πράττω» της κυβέρνησης, ο κ. Τόσκας, αποτελεί παράδειγμα βουλευτή, που δεν εκτέθηκε ποτέ στη λαϊκή κρίση (όπως εξάλλου και ο κ. Κοτζιάς). Πράγματι, διορίστηκε στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ με εισήγηση του κ. Κοτζιά, τον Ιανουάριο 2015, και τοποθετήθηκε σε εκλόγιμη θέση, πάλι με βούληση του κ. Κοτζιά, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, που διεξήχθησαν με λίστα. Είναι λογικό συνεπώς να θεωρηθεί καταχρηστική η αξίωση του κ. Κοτζιά, να συμπεριφέρεται ως αρχηγός «συγκυβερνώντος κόμματος» με το ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, το υπερτροφικό «εγώ» του κ. Κοτζιά τον εμπόδισε να αντιληφθεί αυτό που ήταν ορατό για κάθε προσεκτικό παρατηρητή. Έτσι θεώρησε σκόπιμο, να μην ακολουθήσει την γραμμή της κυβέρνησης, που όρισε ο αρχηγός της, δηλαδή το κατευνασμό μετά τις όντως τραγελαφικές δηλώσεις του υπουργού Άμυνας, αλλά να εμφανιστεί ως τιμητής της κατάστασης. Η όξυνση στο υπουργικό συμβούλιο της Τρίτης 16 Οκτωβρίου ήταν νομοτελειακή. Η επίκληση του κ. Κοτζιά για την προσβολή που αποτέλεσαν τα υπονοούμενα για τα μυστικά κονδύλια του υπουργείου του, είναι ασθενές επιχείρημα. Ο καθένας γνωρίζει ότι ο κ. Καμμένος συνηθίζει τις θορυβώδεις άσφαιρες βολές, που εξάλλου του γυρίζουν συνήθως μπούμερανγκ. Στην προκειμένη περίπτωση, οι αυθαίρετες αιτιάσεις του κ. Καμμένου διατυπώθηκαν αμυντικά. Ο επιτιθέμενος ήταν ο κ. Κοτζιάς και κατάφερε, κατά την έκφραση ενός παρευρισκομένου, να μετατρέψει το υπουργικό συμβούλιο σε… τσίρκο. Αυτό δεν ήταν το επιδιωκόμενο από τον κ. Τσίπρα, αλλά δεν τον κατέβαλε κιόλας. Ο κ. Κοτζιάς είχε ακόμα μια φορά κουράσει τους ευεργέτες του. Αξιοποιώντας την περίσταση, ήταν η ευκαιρία για τον πρωθυπουργό να κάνει δεκτή την παραίτηση του, όχι με «πόνο καρδιάς», όπως διπλωματικά δήλωσε, αλλά με μια έκδηλη υπόκωφη ανακούφιση.
Πως οδηγήθηκε όμως ο έμπειρος κ. Κοτζιάς στο πρωτοφανές στραβοπάτημα να υποβάλει αυτή την παραίτηση, η οποία τελικά αποτελεί αποπομπή; Μια παραίτηση η οποία σηματοδοτεί μια αποτυχία, ενώ ποτέ δεν στερήθηκε ο πρώην υπουργός των μέσων για να υλοποιήσει την πολιτική του. Μια αποτυχία που τον αποκόβει από τον προστάτη-ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να του ανοίγει πόρτες στην αντιπολίτευση.
Προφανώς ο κ. Κοτζιάς πρέπει να σημείωσε την ψυχρή στάση του πρωθυπουργού απέναντί του στο υπουργικό συμβούλιο της Τρίτης. Προφανώς πρέπει να άκουσε τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να μιλάει για «κάθοδο από το τραίνο για όσους δυσανασχετούν», την Τετάρτη πρωί. Κάθε άνθρωπος, κυρίαρχος του θυμικού του, θα αντιλαμβανόταν ότι έχει περιέλθει σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο και ότι είναι ώρα να αναδιπλωθεί. Αυτό θα επέβαλε εκείνη τη στιγμή η αντικειμενική πολιτική κατάσταση. Εδώ όμως κυριαρχεί ο υποκειμενικός παράγοντας. Ο κ. Κοτζιάς «δεν μπορεί να πιστέψει» ότι η κυβέρνηση δύναται να στερηθεί τις υπηρεσίες του. Και έτσι αποφασίζει να «δοκιμάσει» τον πρωθυπουργό, υποβάλλοντας παραίτηση, η οποία (πιστεύει) θα απορριφθεί. Δεν θα ήταν εξάλλου η πρώτη φορά. Έγκυρα δημοσιεύματα αναφέρουν πολλά προηγούμενα, το τελευταίο στις 17 Μαΐου 2018.
Η υπερεκτίμηση του «εγώ» του, οδηγούν λοιπόν τον πρώην υπουργό να πιστέψει πως η υποβολή παραίτησής του θα απορριφθεί, ακόμα μια φορά και συνεπώς θα μπορέσει να παραμείνει στην κυβέρνηση, δικαιωμένος.
Η μαρξιστική ανάλυση, που δίδασκε κάποτε ο κ. Κοτζιάς, εξηγεί ότι τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα καθορίζονται από τις αντικειμενικές ιστορικές συνθήκες και το συσχετισμό δυνάμεων. Ίσως το λάθος του κ. Κοτζιά, στη προκειμένη περίπτωση, ήταν να πιστέψει ότι αποτελεί προσωπικά ο ίδιος «μεγάλο ιστορικό γεγονός».