Αντώνης Αντωνάκος
εκπαιδευτικός
Τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως φαίνονται. Ούτε φυσικά όπως ορισμένοι «έμποροι της ενημέρωσης» μας τα παρουσιάζουν. Η γεωπολιτική στρατηγική δεν αναλύεται μόνο με οδηγό την συγκυρία αφού αυτή αλλάζει και μαζί της αλλάζουν και οι άνεμοι της τύχης.
Η ιστορία της Μικρασιατικής καταστροφής που ακολούθησε τον «θρίαμβο» της συνθήκης των Σεβρών υπήρξε ένα φοβερά επώδυνο μάθημα για να επιτρέψουμε να οδηγηθεί στην λήθη. Η ιστορία μας πρέπει να μας διδάξει ότι είναι λάθος να πορευόμαστε με το «βλέποντας και κάνοντας» ενώ έπρεπε να αναλύουμε την πραγματικότητα και να χαράζουμε μακροχρόνια εθνική στρατηγική.
Η κρίση με την Τουρκία δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Εντάσσεται σε μια μακροχρόνια στρατηγική με σταθμούς το 1955, το 1974, το 1996.
Η προσπάθεια «εξημέρωσης των λύκων» ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Γιατί οι λύκοι, όποιο χρώμα και να έχει το δέρμα τους, δεν εξημερώνονται, ούτε χορταίνουν «αίμα».
Ούτε η προσπάθεια «καθυστερήσεων», όταν στερείται από την συνεχή και συνεπή προετοιμασία, έχει καμία λογική. Αν ο χρόνος, που υποτίθεται ότι κερδίζεις, λειτουργεί υπέρ του εχθρού σου, τότε προφανώς στερείσαι στρατηγικής.
Αν στον κερδισμένο χρόνο ο εχθρός σου προετοιμάζεται και ισχυροποιείται ενώ εσύ αντίθετα αποδυναμώνεσαι τότε μοιραία συμβάλλεις σε αυτό που θα ακολουθήσει, τον διευκολύνεις να σου επιτεθεί. Είναι, επί του προκειμένου, αυτό που υφιστάμεθα σήμερα. Την ασύμμετρη απειλή του Τουρκικού αναθεωρητισμού.
Φυσικά το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι θαλάσσιοι φυσικοί πόροι, όπως θέλουν να μας πείσουν κάποιοι «εκσυγχρονιστές» -Σημιτικοί ή αλλότριοι δεν έχει σημασία- που μας μιλάνε για «τις αλήθειες των άλλων»(Ιωακειμίδης) ή για «συνεκμετάλλευση» αφού όπως προαναφέραμε οι «λύκοι» δεν χορταίνουν αντίθετα όσο τρώνε τους ανοίγει η όρεξη.
Είναι επιτακτική ανάγκη η άμεση «οχύρωση» της χώρας με εξοπλισμούς και συμμαχίες εκ των ενόντων για την αντιμετώπιση της παρούσας απειλής.
Σε αυτά τα πλαίσια η διπλωματική μάχη και η εξασφάλιση συμμαχιών με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τα Αραβικά Εμιράτα έχει μεγάλη σημασία.
Ακόμα μεγαλύτερη φυσικά είναι η σημασία της συνεργασίας με την Γαλλία. Η υπογραφή της συμφωνίας με την Αίγυπτο, όπως και η συμφωνία των Πρεσπών ήταν αναγκαίες κινήσεις στην γεωπολιτική σκακιέρα. Όποιες επιφυλάξεις –ακόμα και ενστάσεις- διατυπώνονται δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν το μείζον.
Μπορεί η συμφωνία να εξόργισε τον Ερντογάν –γιατί του χάλασε το «αφήγημα»- αλλά από την άλλη έδειξε ότι η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί τις αυθαιρεσίες του επιλέγοντας ακόμα και την σύγκρουση αν η Τουρκία εξακολουθεί να προσπαθεί να επιβάλλει αυθαίρετα τις «δικές της αλήθειες».
Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού και αυτοί που «κρατάνε πισινή», διατυπώνοντας ενστάσεις, μόνο εικασίες μπορούν να κατατεθούν σχετικά με το τι επιπλέον ήταν εφικτό στην παρούσα συγκυρία ή θα ήταν πιθανόν στο μέλλον.
Φυσικά θα πρέπει να μελετήσουμε με ψυχραιμία εκτός από την στρατηγική των Τούρκων –η οποία είναι μάλλον εμφανής- και τις τακτικές τους κινήσεις.
Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει να ερευνήσουμε τις συμμαχίες τους οι οποίες, στη βάση του κοινού συμφέροντος, είναι πιο σταθερές και εκείνες που είναι συγκυριακές και συνάπτονται στο βαθμό που εξυπηρετούν τις εκβιαστικές κινήσεις της Άγκυρας. Θα πρέπει να αναζητήσουμε –με βάση γεωστρατηγικά, οικονομικά, θρησκευτικά και εν γένει πολιτισμικά δεδομένα- ποιες από τις συμμαχίες έχουν βάθος και μακροχρόνια προοπτική. Δηλαδή να αναλύσουμε στα πλαίσια μιας ανάλυσης στρατηγικού βάθους ποιοι είναι οι «φίλοι» και ποιοι «εχθροί» των γειτόνων μας.
Το ερώτημα αυτό ασφαλώς αφορά πρωτίστως και την Ελλάδα. Ποίοι μπορεί να υπολογίζονται, φυσικά στη βάση κοινών συμφερόντων, «φίλοι» και ποιοι όχι. Επιπλέον ποιοι από αυτούς μπορούν να παίξουν ενεργό ρόλο στην διασφάλιση της εθνικής μας κυριαρχίας.
Σε αυτά τα πλαίσια –ασφαλώς και στα όρια αυτής της περιληπτικής προσέγγισης- πρέπει να εξετάσουμε πόσο σοβαρή είναι η «απομόνωση» της Τουρκίας από την Ε.Ε. –κυρίως από την Γερμανία που «μοιράζει την τράπουλα»- και από τις Η.Π.Α. και από την άλλη πλευρά θα πρέπει να ερμηνεύσουμε την αναπτυσσόμενη «φιλία» της με την Ρωσία.
Η αργή αλλά εμφανής «απόσυρση» των Η.Π.Α. από την ευρύτερη περιοχή και η εργώδης προσπάθειες για την πολιτική και οικονομική απομόνωση της Ρωσίας καθιστούν την Τουρκία πολύτιμο εταίρο.
Η παραχώρηση ρόλου στην Μέση Ανατολή(Ιράκ, Συρία) -παρά τις παραγγελίες των S400 και την συνεργασία με το Ιράν- είναι ενδεικτική των παραχωρήσεων που είναι διατεθειμένη η υπερδύναμη να κάνει προκειμένου να εξασφαλίσει έναν έστω και δύστροπο «χωροφύλακα» στην περιοχή. Αν μάλιστα οι παραχωρήσεις αυτές είναι σε βάρος τρίτων –εν προκειμένω της Ελλάδας- η «κατανόηση» -στις «αλήθειες των άλλων»- από τις ΗΠΑ καθίσταται ευχερής.
Με δεδομένο ότι προς Δυσμάς έχουν απομονώσει την Ρωσία με την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. των χωρών του πρώην Ανατολικού Μπλοκ το ενδιαφέρον τους επικεντρώνεται Νότια. Εκεί είναι η Τουρκία.
Η Γερμανία από την πλευρά της, -δίχως να παραβλέπουμε το πρόβλημα που συνιστούν οι Τούρκοι ψηφοφόροι και το μεταναστευτικό- καθορίζεται κυρίως από τα οικονομικά συμφέροντα. Οι Γερμανικές επενδύσεις, τα εξοπλιστικά αλλά και οι εν γένει εμπορικές συναλλαγές την μετατρέπουν σε μακροχρόνιο στρατηγικό «συνοδοιπόρο» της Τουρκίας.
Η πολιτική της δεν πρόκειται να διαφοροποιηθεί σημαντικά στο μέλλον. Θα προτάσσει πάντα το «καρότο» έναντι του μαστιγίου έχοντας άλλωστε την βεβαιότητα ότι ένα μεγάλο μέρος του «καρότου» θα καταλήξει τελικά στην Γερμανία –ενώ θα έχει πληρωθεί από το σύνολο της Ε.Ε.-.
Αλλά γιατί δεν ανησυχεί η Δύση για το «φλερτ» της Τουρκίας με την Ρωσία; Φυσικά γιατί γνωρίζει πολύ καλά –όπως το γνωρίζουν και οι εμπλεκόμενοι- ότι δεν υπάρχει περίπτωση αυτό να καταλήξει σε «γάμο». Αυτός είναι ο λόγος που τα «νάζια» του Ερντογάν γίνονται ανεκτά με απλές «επιπλήξεις» για το θεαθήναι.
Η Τουρκία δίχως το οικονομικό οξυγόνο της Δύσης θα «πεθάνει» ακαριαία από ασφυξία. Οι Δυτικές επενδύσεις δεν αναπληρώνονται ούτε γι’ αστείο από τα κεφάλαια του Κατάρ -τα οποία άλλωστε στο μεγαλύτερο ποσοστό τους θα αποχωρήσουν αν κλείσουν οι αγορές της Ε.Ε. και των Η.Π.Α.-. Ούτε οι αγορές της Δύσης μπορούν να αναπληρωθούν για την Τουρκία από εκείνες της Ρωσίας και των όποιων άλλων χωρών της Ασίας ή της Αφρικής.
Δίχως την Δύση η Τουρκία θα καταρρεύσει σαν γυάλινος πύργος. Αυτοί είναι οι λόγοι που και από τις δύο πλευρές συντηρήθηκε ένας λαϊκός μύθος για την ένταξη της στην Ε.Ε. κάτι το οποίο δεν υπήρχε ποτέ πιθανότητα να πραγματοποιηθεί. Κανένας δεν θα αποδεχόταν την μαζική μετεγκατάσταση Τούρκων στην Ευρώπη η οποία θα ακολουθούσε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Από την πλευρά της Ρωσίας η Τουρκία αποτελεί ανάχωμα για την ανάπτυξη της επιρροής της στην Μέση Ανατολή. Γνωρίζει ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να αποσχισθεί από την Δύση. Γνωρίζει ότι η στρατηγική και οικονομική της αναβάθμιση την μετατρέπει δυνητικά σε επικίνδυνο παράγοντα για τα συμφέροντά της.
Ο εναγκαλισμός της είναι συγκυριακός και δεν στηρίζεται τόσο στις οικονομικές συναλλαγές όσο στην προσπάθεια της να εντείνει τις αντιθέσεις και να αποδυναμώσει το ΝΑΤΟ.
Αντίθετα η στρατηγική των αγωγών, που είχε εγκαινιαστεί την περίοδο 2004-2009, με την «παράκαμψη» της Τουρκίας, υποβάθμιζε τον στρατηγικό της ρόλο. Ενίσχυε τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και της Βουλγαρίας -παραδοσιακής συμμάχου της Ρωσίας- εγκαθιστώντας ταυτοχρόνως στα Ελληνο-Τουρκικά σύνορα τον «φράχτη» των Ρωσικών συμφερόντων.
Η ανάπτυξη των διμερών σχέσεων –χωρίς να τίθεται υπό αμφισβήτηση η σταθερή προσήλωσή μας στις αξίες αλλά και τις στρατηγικές συμπορεύσεις με την Δύση- προωθούσε τα Ελληνικά συμφέροντα αλλά και την εθνική ασφάλεια. Το ίδιο άλλωστε συνέβη και με την ανάπτυξη των σχέσεων με την Κίνα μέσω και της επένδυσης της COSCO στον Πειραιά.
Η ανάπτυξη των αγωγών δεν έθετε υπό αμφισβήτηση τις στρατηγικές, μακροχρόνιες και σταθερές για πάνω από έναν αιώνα συμμαχίες της Ελλάδας.
Άλλωστε η Γερμανία έχει προωθήσει την κατασκευή του North Stream 1 και προχωρά και στην κατασκευή του North Stream 2 παρά τις πιέσεις από διάφορες πηγές και τις απειλές των ΗΠΑ.
Πιέσεις οι οποίες αυξήθηκαν με αφορμή την πρόσφατη δηλητηρίαση του επικεφαλής της Ρωσικής αντιπολίτευσης –το γεγονός βέβαια αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει και άλλες εκδοχές ως προς το συμβάν- Αλεξέι Ναβάλνι.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον Turkish Stream παρά τις αντιδράσεις των ΗΠΑ και παρά το γεγονός ότι οι σχετικές διαδικασίες ξεκίνησαν μια δεκαετία μετά την υπογραφή των σχετικών συμφωνιών μεταξύ Ελλάδος-Ρωσίας και Βουλγαρίας.
Οι Ελληνο-Ρωσικοί αγωγοί θα ήταν ήδη σε λειτουργία αν η χώρα δεν είχε την ατυχία εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης να έχει ως δεύτερο κόμμα εξουσίας το ΠΑΣΟΚ. Η συμβολή του στην αποσταθεροποίηση και εν συνεχεία στην πρόωρη πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή ενταφίασε τους αγωγούς ικανοποιώντας τις επιδιώξεις των ΗΠΑ. Το γεγονός ότι οδηγηθήκαμε στην χρεωκοπία, με καταστροφικές επιπτώσεις μπορεί να θεωρηθεί και ως «παράπλευρη απώλεια» της «τιμωρίας» Καραμανλή.
Η ζημιά που προκάλεσε ο κύριος Παπανδρέου(και το ΠΑΣΟΚ φυσικά) στον τόπο δεν θα μπορούσε να βρει πιο έγκυρη έκφραση από τις διατυπώσεις του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη:
«Η διετής κυβέρνηση η δική μας οδήγησε σε αδιέξοδα. Οικονομικά, εθνικά, κοινωνικά. Οδήγησε σε φτώχεια και αποσύνθεση, εθνική ταπείνωση και εθνική αναξιοπρέπεια και τέλος οδήγησε σε εθνική αποδιοργάνωση. […] Ο κ. Παπανδρέου δεν μπορεί να παραμένει στην παράταξη γιατί έχει διαρρήξει τις σχέσεις μας με το λαό και έχει διαρρήξει και τις σχέσεις μας με τους Ευρωπαίους. […] Ο κύριος Παπανδρέου δεν πρέπει να είναι υποψήφιος, μόνο σε αποικία μπορεί να είναι υποψήφιος με τέτοια προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα.»(MEGA, 4/12/2011). Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων; Άλλωστε είχε αντιταχθεί και στις ιδιωτικοποιήσεις Ολυμπιακής, ΟΤΕ, Λιμένος Πειραιώς απλώς δεν πρόλαβε να τις εμποδίσει. Εμπόδισε όμως την τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος με αποτέλεσμα να παραμείνει η τριτοβάθμια «συντεχνιακών συμφερόντων υποτελής».
Επανερχόμενοι στο βασικό θέμα, υπάρχει ένα ερώτημα που χρήζει ουσιαστικής και εμπεριστατωμένης απάντησης. Ποια στρατηγική πρέπει να χαράξει η χώρα; Ποίοι είναι οι στρατηγικοί φίλοι –στη βάση του αμοιβαίου συμφέροντος φυσικά- και ποιοι οι «εχθροί»;
Δεν τίθεται φυσικά σε καμία περίπτωση υπό αμφισβήτηση η στρατηγική επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την ένταξη της χώρας στην Ενωμένη Ευρώπη. Παρά τις όποιες αμφιβολίες υπάρχουν για την βιωσιμότητα του σχεδίου της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης -μετά τις εξελίξεις των τριών τελευταίων δεκαετιών- ο προσανατολισμός μας παραμένει σταθερός.
Ακόμα και μετά την αποδεδειγμένη και επανειλημμένη απροθυμία των εταίρων να μας συμπαρασταθούν. Ούτε η συμπόρευση με τις ΗΠΑ τίθεται υπό αμφισβήτηση παρά τις οδυνηρές εμπειρίες από τον ρόλο τους στο Κυπριακό.
Όταν όμως, διαπιστωμένα, ο –με δική του ευθύνη- εχθρός μας είναι «προνομιακός εταίρος» των «φίλων» μας μήπως πρέπει να χτίσουμε πάλι «γέφυρες» με τον εχθρό του εχθρού μας στα πλαίσια την ανάπτυξης διμερών σχέσεων όπως έχει απαράγραπτο δικαίωμα να κάνει κάθε πραγματικά ανεξάρτητο κράτος;
Μήπως πρέπει, για να είμαστε λιγότερο εκτεθειμένοι, στον «εταίρο» των «φίλων» μας να σταματήσουμε να αισθανόμαστε –και να συμπεριφερόμαστε- ως υποτελείς σε αυτούς;
Αν το ΝΑΤΟ είναι «κλινικά νεκρό» και η Ε.Ε. -υπηρετώντας οικονομικά συμφέροντα- ηθικά εκτροχιασμένη, τι δέον γενέσθαι;
Κοινοποιήστε:
- Πατήστε για κοινοποίηση στο Facebook(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Twitter(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο LinkedIn(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Πατήστε για να μοιραστείτε στο WhatsApp(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Pocket(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για εκτύπωση(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Pinterest(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Reddit(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για κοινοποίηση στο Tumblr(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Πατήστε για να μοιραστείτε στο Telegram(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)
- Κλικ για αποστολή ενός συνδέσμου μέσω email σε έναν/μία φίλο/η(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)