Δεν είναι τόσο έξυπνη και καλοσχεδιασμένη η τουρκική επεκτατική πολιτική. Την καθιστά, ωστόσο, εφικτή, υλοποιήσιμη η τακτική που ακολουθείται από την ελληνική πλευρά.
Η Λευκωσία κρυβόταν διαχρονικά πίσω από το μέγεθος της χώρας και την έλλειψη αποτρεπτικής δύναμης. Αυτό δεν είναι άλλοθι, συνιστά ωστόσο μια πραγματικότητα. Χάθηκαν πολλά χρόνια χωρίς να γίνει οτιδήποτε στο πεδίο της ανάσχεσης, της αποτροπής. Κι αυτό είναι αποτέλεσμα των ιδεοληψιών, των φοβικών συνδρόμων και της αδυναμίας εν γένει για τη διαμόρφωση μιας συνολικής ολοκληρωμένης πολιτικής αντιμετώπισης της κατοχικής Τουρκίας.
Μιας πολιτικής, που θα διαμορφωνόταν και θα υλοποιείτο από κοινού με την Ελλάδα. Κι όταν γίνεται λόγος για ενιαία πολιτική δεν εννοούμε το λεγόμενο δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου, καθώς αυτό δεν λειτούργησε. Τουλάχιστον σε περιόδους κρίσης.
Σημειώνεται συναφώς ότι στην κρίση των Ιμίων, ο τότε Πρόεδρος της Κύπρου, Γλαύκος Κληρίδης είχε συγκαλέσει εκείνο το βράδυ έκτακτη σύσκεψη στο Προεδρικό. Μάταια προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τον Κώστα Σημίτη για να συνεννοηθούν. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός ήταν εξαφανισμένος! Σε αυτές τις στιγμές κρίνονται οι συνεργασίες και τα αμυντικά δόγματα και όχι, για παράδειγμα, στις αγορές εξοπλισμών.
Στην Αθήνα, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ δεν θεωρούν μόνο ότι η Κύπρος είναι μακριά, αλλά ζουν στην ψευδαίσθηση πως με την πολιτική του κατευνασμού θα τιθασεύσουν την επιθετική Τουρκία. Αυτό από πολιτική αφέλεια μετεξελίχθηκε σε ιδεολογία της προσαρμογής στα ιμπεριαλιστικά σχέδια της Άγκυρας. Είναι η ίδια ελίτ που δίνει διαπιστευτήρια στην Ουάσινγκτον και στο Βερολίνο (τα παρακολουθήσαμε την περίοδο της σκληρής λιτότητας των μνημονίων).
Για να μπορέσουν στην Αθήνα να δουν κατάματα τις επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας, θα πρέπει να ξεφύγουν από τα σύνδρομα της προσαρμογής. Δεν χρειάζεται η Ελλάδα να έχει πάντα έναν ατζέντη. Και η Τουρκία εάν ελέγχει τις κινήσεις της Αθήνας, θα πετύχει τον στόχο της, για φιλανδοποίηση της Ελλάδος.
Η πολιτική του κατευνασμού αντί να ηρεμήσει τον Ερντογάν, φέρνει πιο κοντά τη σύγκρουση Ελλάδος και Τουρκίας. Το βιώνουμε τώρα. Το καθεστώς της Άγκυρας έχει τεντώσει το σχοινί στα άκρα. Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, Σταύρο Λυγερό, η Τουρκία κατά κανόνα αποφεύγει να αιφνιδιάζει. Προαναγγέλλει τις επεκτατικές κινήσεις της, με σκοπό να εθίσει: Πρώτον, τη διεθνή κοινότητα και κατ’ αυτόν τον τρόπο να περιορίσει τις αντιδράσεις της. Δεύτερον, την ελληνική πλευρά, προσφέροντας στους εδώ κατευναστές τον χρόνο να προετοιμάσουν με διάφορα ιδεολογήματα το έδαφος στην κοινή γνώμη για την εκάστοτε υποχώρηση.
Τι θα κάνει η Αθήνα εάν η Άγκυρα προχωρήσει σε σεισμικές έρευνες στην περιοχή της Κρήτης; Θα αποτρέψει τις έρευνες στέλνοντας φρεγάτες στην περιοχή; Και ποια θα είναι η αντίδραση της Τουρκίας; Θα δεχθεί να αποτραπούν οι έρευνές της, που θα διενεργούνται εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας; Αυτό δεν θα οδηγήσει σε σύγκρουση; Η άλλη επιλογή είναι η Αθήνα να αποδεχθεί υπό διαμαρτυρία τα νέα τουρκικά τετελεσμένα. Είναι πλέον ξεκάθαρο πως θα γίνει ακριβώς αυτό που επιδιώκει η κατοχική δύναμη. Είτε επεισόδιο είτε αποδοχή των τετελεσμένων.
Εάν η Ελλάδα αντιδρούσε από την αρχή. Όπως για παράδειγμα, με τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς», που απέτρεψε το «Μπαρμπαρός» να εισέλθει σε ελληνικά ύδατα, τότε ενδεχομένως να ήταν σήμερα διαφορετικά τα δεδομένα.
Η ακολουθούμενη πολιτική είναι αδιέξοδη. Αποδεικνύεται άκρως επικίνδυνη.