Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου (Β΄ΜΕΡΟΣ)-Η πορεία προς την Γενοκτονία (1916 – 1923)

Oι ιδεολογικές συγκρούσεις των Νεότουρκων (Οθωμανιστές, Πανισλαμιστές, Παντουρκιστές) δυσχέραιναν περισσότερο τη δυνατότητα εξεύρεσης μιας ενωτικής πολιτικής, αποδεκτής από όλες τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις. Oι εσωτερικές συγκρούσεις των σκληροπυρηνικών Παντουρκιστών με τους φιλελεύθερους του Κιαμίλ Πασά και τους Οθωμανιστές του πρίγκιπα Σαμπαχεντίν επιδείνωναν ακόμη περισσότερο τη θέση των Χριστιανών, που λογικά δεν μπορούσαν πια ν’ ακολουθούν πολιτικά τους πρώτους. Ωστόσο αρκετοί ήσαν ακόμη εγκλωβισμένοι στους μηχανισμούς του κομιτάτου. Το νέο Οθωμανικό κόμμα «Ελευθερία και Συνεννόηση», που ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1911, συσπείρωσε τους Έλληνες και τις άλλες εθνότητες, με κοινό στόχο την ανατροπή των κομιτατικών. Oι Νεότουρκοι είχαν τώρα έναν επιπρόσθετο λόγο να ξεκαθαρίσουν τους ανοιχτούς λογαριασμούς τους με το Ελληνικό στοιχείο. Πρώτος ο Ταλαάτ αποκάλυψε στη Θεσσαλονίκη τις πολιτικές του προθέσεις, τον Αύγουστο του 1910, κατά τη διάρκεια μυστικής συνεδρίασης της κομιτατικής επιτροπής…

Oι Νεότουρκοι, στην εμμονή τους να πετύχουν τον εκτουρκισμό των εθνοτήτων της Αυτοκρατορίας, κατάργησαν με αλλεπάλληλους τεσκερέδες, καθ’ όλη τη διάρκεια του 1910, τις δικαιοδοσίες του Πατριάρχη σε κοσμικά θέματα, όπως της Παιδείας, της Δικαιοσύνης, και των υποχρεώσεων των πολιτών απέναντι στην πατρίδα. Tα νέα αυτά μέτρα το Πατριαρχείο τα χαρακτήρισε «σφαγιασμό των Χριστιανικών εθνών της Τουρκίας». Oι μυστικές αποφάσεις του τρίτου ετήσιου Νεοτουρκικού Συνεδρίου, που έγινε από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Οκτώβριο του 1911 στη Θεσσαλονίκη, είναι ενδεικτικές του αντιχριστιανικού κλίματος που είχε επικρατήσει σε όλη την Αυτοκρατορία.

Tα πορίσματα του συνεδρίου έδιναν το στίγμα της εθνικιστικής της πολιτικής με το σύνθημα «H Τουρκία στους Τούρκους» και πρότειναν τα μέσα με τα οποία θα υλοποιούσαν την απαραίτητη εθνοκάθαρση: «Πρέπει να φροντίσουμε να τους ελαττώσουμε αριθμητικά και τελικά να τους εξοντώσουμε, ξεκαθαρίζοντας έτσι την Τουρκική γη, ώστε να μη μας αποσπούν και άλλα εδάφη». Η χρησιμοποίηση και μόνο της λέξης «ξεκαθάρισμα», παραπέμποντας συνειρμικά σε αθώο ανθρώπινο αίμα.

Αποδεικνύει τους πραγματικούς τους σκοπούς και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να δικαιώσει στη διεθνή συνείδηση οποιαδήποτε ενέργειά τους για την επιβίωση του Τουρκικού έθνους. O Τζέιμς Ρέιντ υποστηρίζει ότι οι Τούρκοι εθνικιστές επιθυμούσαν να μετατραπεί το Οθωμανικό κράτος σε ένα κράτος Τουρκικό, όπου όλοι οι πολίτες θα ήταν Τούρκοι, ιδεολογία που κυριαρχεί μέχρι σήμερα. Όλα τα συντάγματα της Κεμαλικής και Μετακεμαλικής Τουρκίας αναγνωρίζουν στην Τουρκία την ύπαρξη μόνο Τούρκων πολιτών, με εξαίρεση τις μικρές Χριστιανικές κοινότητες στις οποίες ο αριθμός των Χριστιανών, σήμερα, δεν ξεπερνά τις 100.000, σε σύνολο 60.000.000, και πλέον, κατοίκων.

Σκοπός των Νεότουρκων ήταν η εξάπλωση της αδιαλλαξίας και της τρομοκρατίας σε όλη την Αυτοκρατορία, για να μπορούν να ελέγχουν καλύτερα τους πυρήνες αντίδρασης στο ξεκίνημά τους. Όπως και το ενδεχόμενο δημιουργίας στασιαστικών κύκλων εναντίον της Παντουρκικής πολιτικής. Από όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της Αυτοκρατορίας κατέφθαναν διαρκώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην Ελληνική κυβέρνηση αλλά και στις κατά τόπους Ελληνικές κοινοτικές και εκκλησιαστικές αρχές διαμαρτυρίες εναντίον των αδίστακτων κομματαρχών του κινήματος.

O εξοπλισμός της κυβέρνησης του Ταλαάτ Πασά με πολεμικό υλικό από τη Γερμανική βιομηχανία Krupps, η εγκατάσταση Βόσνιων Μουσουλμάνων όχι μόνο σε συνοριακές περιοχές αλλά και μέσα στα Χριστιανικά χωριά, οι σοβαρές παρεμβάσεις και πολλαπλές καταπιέσεις στα εθνικά, οικονομικά, κοινοτικά και εκπαιδευτικά ζητήματα συνετέλεσαν στη σύναψη μιας άτυπης ανακωχής ανάμεσα στους Έλληνες και τους Βούλγαρους, που αναγνώρισαν, προσωρινά, ότι οι διαφορές τους είναι μικρότερης σημασίας από τον κοινό Παντουρκικό κίνδυνο.

ΟΙ ΝΕΟΤΟΥΡΚΟΙ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ

Απρίλιος 1908 Κωνσταντινούπολη: Το Γ’ Σώμα Στρατού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βαδίζει από τη Μακεδονία προς την Κωνσταντινούπολη με αίτημα την αποκατάσταση του Συντάγματος. Έτσι, εκδηλώνεται ουσιαστικά το Κίνημα των Νεοτούρκων, ένα συνονθύλευμα από μεταρρυθμιστές, εθνικιστές, δυτικόφιλους οπαδούς του κοσμικού κράτους, που εναντιώνεται στην οπισθοδρομική και αυταρχική εξουσία του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμήτ Β’. Οι Νεότουρκοι μοιράζουν αφειδώς υποσχέσεις στις εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για ισότητα, εκσυγχρονισμό του κράτους και ελευθερία. Σύντομα θα αποδειχθούν φρούδες ελπίδες.

3 Ιουλίου 1908 Ρέσνα Μακεδονία: Ο ταγματάρχης Αχμέντ Νιγιαζί, φοβούμενος ανακάλυψη των συνωμοτικών κινήσεων των Νεοτούρκων, αναχωρεί για την Κωνσταντινούπολη, πλαισιωμένος από 200 αξιωματικούς και υποστηρικτές, με σκοπό την αποκατάσταση του Συντάγματος. Η εξέγερση εξαπλώνεται σαν πυρκαγιά σ’ όλη την Αυτοκρατορία.

24 Ιουλίου 1908 Κωνσταντινούπολη: Ο Αμπντούλ Χαμήτ Β’, βλέποντας ότι είναι μάταιη κάθε προσπάθεια να καταπνίξει το κίνημα, αναγκάζεται να αποδεχτεί τα αιτήματα των εξεγερμένων αξιωματικών. Αποκατάσταση του Συντάγματος.

Απρίλιος 1909 Κωνσταντινούπολη: Ψηφίζεται νομοσχέδιο περί υποχρεωτικής στρατολόγησης των Χριστιανών υπηκόων από την οθωμανική εθνοσυνέλευση, κάτι το οποίο θα ισχύσει για πρώτη φορά από την Άλωση της Πόλης το 1453.

1909 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Από το έτος αυτό ξεκινά μία εντατική και συστηματική εκστρατεία, εκπορευόμενη από τους Νεότουρκους, εναντίον του Χριστιανικού και κυρίως του Ελληνικού εμπορικού κόσμου, εντός της Οθωμανικής επικράτειας.

1909 Οθωμανική Αυτοκρατορία & Βασίλειο της Ελλάδος: Ένταση μεταξύ των δύο χωρών με αφορμή τα γεγονότα στην επαναστατημένη Κρήτη και τη διαβλεπόμενη Ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα. Απειλή πολέμου μεταξύ των δύο χωρών. Επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των Χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας λόγω του Κρητικού Ζητήματος.

1911 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Αποκλεισμός εις βάρος Ελληνικών προϊόντων στην Οθωμανική επικράτεια.

1911 Θεσσαλονίκη, Μακεδονία: Συνέδριο του Νεοτουρκικού κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος». Αποφασίζεται η διά της βίας δημιουργία ενός Τουρκικού κράτους, αμιγώς εθνικά Τουρκικού και Ισλαμικού.

1912 – 1913 Βαλκάνια: Ξεσπάνε ο Α’ και Β’ Βαλκανικός Πόλεμος με αποτέλεσμα την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την απώλεια των Ευρωπαϊκών επαρχιών της. Στα τέλη του 1912, ενώ ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος εξελίσσεται αρνητικά για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, κυκλοφορεί προκήρυξη στη Μικρά Ασία με ανθελληνικό περιεχόμενο, καλώντας τους Τούρκους να διακόψουν κάθε επαφή με τους Χριστιανούς, να μην αγοράζουν τα προϊόντα τους και επιρρίπτοντας σ’ αυτούς τις ευθύνες για τα δεινά της Αυτοκρατορίας. Η προκήρυξη αυτή χρηματοδοτείται από την «Deutsche Paelistin Bank» (Γερμανική Τράπεζα Παλαιστίνης).

1913 – 1914 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Χορηγείται αμνηστία στις χιλιάδες των επικηρυγμένων λιποτακτών του Οθωμανικού στρατού που είχαν λάβει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Απαραίτητος όρος, η ένταξή τους στα υπό σύσταση τάγματα ατάκτων. Σκοπός ίδρυσης των ταγμάτων αυτών είναι η γενοκτονία των Χριστιανικών πληθυσμών της Αυτοκρατορίας.

1914 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Γερμανοί αξιωματικοί καταλαμβάνουν σημαντικές θέσεις στον Οθωμανικό στρατό με στόχο την αναδιοργάνωσή του, την εκτέλεση του σχεδίου γενοκτονίας των Χριστιανικών λαών της Αυτοκρατορίας και την καταστολή των εξεγέρσεων των Αράβων. Ανάμεσα απ’ αυτούς ξεχωρίζει ο στρατηγός Λίμαν φον Σάντερς, το «μυαλό» πίσω από τη γενοκτονία των Ελλήνων Μικρασιατών, των Ποντίων και των Αρμενίων. Μαζί με τους στρατιωτικούς καταφτάνουν και τεχνοκράτες από τη Γερμανία αποσκοπώντας στον εκσυγχρονισμό των δομών του Οθωμανικού κράτους και την προώθηση της Γερμανικής στρατηγικής επέκτασης στη Μέση Ανατολή.

Ανάμεσα σ’ αυτούς υπάρχουν και αρκετοί κατάσκοποι που στήνουν ένα εκτεταμένο δίκτυο παρακολούθησης και αποδυνάμωσης της θέσης των Βρετανών στην περιοχή. Φήμες διασπείρονται στις Μουσουλμανικές μάζες της Ανατολίας από Γερμανούς και Τούρκους πράκτορες ότι ο Κάιζερ Γουλιέλμος προσηλυτίστηκε στο Ισλάμ και πλέον αποκαλείται Γουλιέλμος – Μεχμέτ.

1914 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Τμήματα του Οθωμανικού στρατού διέρχονται περιοχές όπου υπερισχύει το Ελληνικό εθνοτικό στοιχείο. Σφαγές και λεηλασίες απ’ άκρο εις άκρον. «Τσέτες», άτακτοι Τούρκοι στρατιώτες, λυμαίνονται την επαρχία, προκαλώντας τρόμο και οδύνη στους Έλληνες της Ιωνίας και του Πόντου. Σε αρκετές κοινότητες του Πόντου, οι κάτοικοί τους διατάσσονται να συγκεντρωθούν στις πλατείες και από κει οδηγούνται στα βάθη της Ανατολίας, έπειτα από εξοντωτική πορεία εκατοντάδων χιλιομέτρων. Πολλοί απ’ αυτούς πεθαίνουν στη διάρκεια των εφιαλτικών πορειών από την πείνα, τη δίψα, τις ασθένειες, την εξάντληση και τις δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες. ‘Εντονες διαμαρτυρίες των Ελλήνων προεστών προς τις Οθωμανικές αρχές, χωρίς όμως αντίκρισμα.

1914 Βιέννη Αυστρία: Απόρρητη αναφορά του πρεσβευτή της Αυστροουγγαρίας στην Κωνσταντινούπολη προς την κυβέρνησή του σχετικά με την πολιτική των Τούρκων εναντίον των μειονοτήτων. «Οι Τούρκοι διαπράττουν με τα νέα αυτά άκρως σκληρά μέτρα κατά του Ελληνικού στοιχείου ένα μέγα λάθος και κανείς δεν λυπάται γι’ αυτό τόσο πολύ όσο εμείς οι Αυστριακοί και οι Γερμανοί, στο λογαριασμό των οποίων θα περαστεί και αυτή η τελευταία βαρβαρότητα των Τούρκων».

14 Μαΐου 1914 Κωνσταντινούπολη: Διαταγή του υπουργού Εσωτερικών της Οθωμανικής κυβέρνησης, Ταλαάτ Πασά, εκδίδεται με στόχο τον Ελληνικό πληθυσμό της Ιωνίας και του Πόντου: «Οι Έλληνες σε πολλές επαρχίες αποτελούν πλειοψηφία, που μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη. Πρέπει να υποχρεωθούν σε εγκατάλειψη των εστιών τους και να μεταφερθούν στους νομούς Ερζερούμ, Ερντιτζάν και αλλού. Αυτό επιτάσσουν τόσο στρατιωτικοί όσο και πολιτικοί λόγοι. Αν εναντιωθούν να τις εγκαταλείψουν, δώστε κατάλληλες οδηγίες και χρησιμοποιήστε κάθε μέσο και κάθε είδους έκτροπα.

Πριν εγκαταλείψουν τις περιοχές τους, υποχρεώστε τους Έλληνες να υπογράφουν βεβαιώσεις στις οποίες να δηλώνουν ότι εγκαταλείπουν τις εστίες τους με τη δική τους βούληση. Αυτή είναι απαραίτητη συνθήκη για να μην υπάρξουν πολιτικές περιπλοκές στο μέλλον». Λόγοι «εθνικής ασφαλείας» προτάσσονται ως δικαιολογία για την εκτεταμένη γενοκτονία που προορίζουν οι Νεότουρκοι για τους Έλληνες του Πόντου και της Ιωνίας. 21 Ιουλίου 1914, Κωνσταντινούπολη: διαταγή Γενικής Επιστράτευσης όλων των αρρένων από 19 ως 45 ετών, απ’ όλες τις εθνότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όσοι δεν παρουσιαστούν εντός 11 ημερών θα θεωρηθούν λιποτάκτες και θα τιμωρούνται με ποινή θανάτου.

Αν συλληφθούν θα εκτελούνται επιτόπου. Οι επιστρατευμένοι κατατάσσονται σε τάγματα εργασίας. Τα βουνά του Πόντου και της Ανατολίας γεμίζουν με Έλληνες λιποτάκτες, που αργότερα θα αποτελέσουν τη «μαγιά» των αντάρτικων σωμάτων με πλούσια δράση ως το 1922. Από δω και στο εξής, αυτή θα είναι η μοίρα των ανδρών του Πόντου: τα τάγματα εργασίας ή η διαφυγή στα βουνά και η ένταξή τους στον ένοπλο αντάρτικο αγώνα.

Μάιος 1915 Αδραμύτιον βορειοδυτική Μικρά Ασία: Διαμαρτυρία του Έλληνα δημάρχου της πόλης προς τον Γερμανό στρατηγό Λίμαν φον Σάντερς και τον Νουρεντίν Πασά για τις σφαγές και τις διώξεις εναντίον του Ελληνικού πληθυσμού. Ανταπάντηση Φον Σάντερς: «Πλησιάζει η ώρα που η Γερμανία, με τη βοήθεια της Τουρκίας, θα κερδίσει τον πόλεμο. Τότε, όλοι οι Έλληνες θα πεταχτείτε στη θάλασσα». Ταυτόχρονα ψέγει τον Νουρεντίν Πασά διότι δεν έχουν εφαρμοστεί οι διαταγές του για εξαφάνιση του Ελληνικού στοιχείου από την ευρύτερη περιοχή.

1915 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Κατά τη διάρκεια όλου του έτους συνεχίζονται με αμείλικτη μεθοδικότητα οι σφαγές και οι διώξεις εναντίον του Ελληνικού πληθυσμού. Όμως, η μανία των Τούρκων έχει επικεντρωθεί κυρίως εναντίον των Αρμενίων. Μεγάλος αριθμός επίσημων εγγράφων και αναφορών της Γερμανικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη επιβεβαιώνουν τόσο τη Γερμανική ανάμιξη στις φρικτές εξελίξεις όσο και τα σχέδια των Νεοτούρκων για γενίκευση της γενοκτονίας εις βάρος όλων των Χριστιανικών πληθυσμών της Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων της Ιωνίας και του Πόντου.

Οι Νεότουρκοι χρησιμοποιούν ως πρόσχημα για τις διώξεις των Ποντίων την ψευδή δικαιολογία ότι οι Ρώσοι εξοπλίζουν τους Πόντιους και τους παροτρύνουν να αποσχιστούν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι Πόντιοι βρίσκονται στο έλεος της εκδικητικής μανίας του φανατισμένου Μουσουλμανικού όχλου. Οι πρώτες σφαγές συμβαίνουν στην ευρύτερη περιοχή της Σινώπης και της Κερασούντας.

Ο ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 

Η Γενοκτονία Συνεχίζεται ενώ ο Πόλεμος Μαίνεται

«Από Ελληνες παρελάβομεν την Τραπεζούντα, εις τους Ελληνας και την παραδίδομεν». Μ’ αυτά τα λόγια παραδίδει ο Τούρκος βαλής Μεχμέτ Τζεμάλ Αζμή στον μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθο την πόλη τον Απρίλιο του 1916 ενώ οι Ρώσοι βρίσκονται προ των πυλών.

Απρίλιος 1916 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Ο Εμβέρ Πασάς εκδίδει διαταγή με την οποία υποχρεώνει τους προεστούς των Ελληνικών χωριών να παραδίδουν στις Οθωμανικές αρχές όσους Έλληνες δραπετεύουν από τα απάνθρωπα τάγματα εργασίας. Με πρόσχημα αυτή τη διαταγή, οι Τούρκοι πυρπολούν πολλά Ελληνικά χωριά ως τιμωρία για τη μη κατάδοση των ομοεθνών και ομοθρήσκων τους. Φυσικά, οι Έλληνες λιποτάκτες δεν κρύβονται στα χωριά των δικών τους αλλά στα βουνά. Είναι όμως μια καλή ευκαιρία για να αυξηθεί η πίεση στους Έλληνες από τις Οθωμανικές αρχές.

9 Ιουνίου 1916 Παρίσι, Γαλλία: Η Γαλλική εφημερίδα «Journal» λαμβάνει μία συγκλονιστική ανταπόκριση από τον ανταποκριτή της στην Ανατολία, Ανρί Μπαρπί: «Οι διωγμοί των Χριστιανών ξεκίνησαν εδώ και δύο χρόνια. Στις μεγάλες πόλεις οι Τούρκοι έχουν στήσει σκλαβοπάζαρα. Παντρεμένες γυναίκες και νέα κορίτσια αρπάζονται από τους τσέτες που περνούν από τα σκλαβοπάζαρα». Ο Γάλλος συγγραφέας Πιερ Αλό προσθέτει: «Οι Ελληνίδες του Γενί Σεχήρ κλείστηκαν διά βίας στα χαμαιτυπεία της πόλης, όπου βιάζονται από τους μεθυσμένους Τούρκους στρατιώτες».

28 Ιουλίου 1916 Βιέννη Αυστρία: Έκθεση του εμβρόντητου από την Τουρκική σκληρότητα πρεσβευτή της Αυστροουγγαρίας στην Κωνσταντινούπολη, Τράουτμανσντορφ, προς το Αυτοκρατορικό υπουργείο Εξωτερικών: «Υπέδειξα κατά την τελευταία επίσκεψη στον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών ποια εντύπωση θα έπρεπε να προκαλέσουν σε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο τέτοια φρικτά μέσα και του είπα ότι ένας τέτοιος τρόπος ενέργειας θα αποτελούσε ένα ακόμα λάθος, μεγαλύτερο από τα ριζοσπαστικά μέτρα που χρησιμοποιήθηκαν κατά των Αρμενίων».

28 Αυγούστου 1916 Πετρούπολη Ρωσία: Αναφορά της Ελληνικής πρεσβείας στη Ρωσία προς την Ελληνική κυβέρνηση για την κατάσταση στην Τραπεζούντα: «Tην 15ην Aπριλίου οι κάτοικοι των 16 χωριών της περιοχής Bαζελώνος, περιφερείας Tραπεζούντας, άπαντες Έλληνες, λαβόντες διαταγήν των Τουρκικών στρατιωτικών αρχών να φύγωσιν εις το εσωτερικόν της Aργυρουπόλεως και φοβηθέντες μη έμελλον καθ’ οδόν να σφαγώσιν, καθ’ ον τρόπον είδον σφαγέντας τους Aρμενίους, εγκατέλειπον τας κατοικίας των και εισήλθον εις τα δάση, ελπίζοντες να σωθώσι εκ ταχείας τινός προελάσεως του Ρωσικού στρατού.

Eκ τούτων, εις 6.000 ανερχομένων, 650 κατέφυγον εις την μονήν Bαζελώνος, εις ην προϋπήρχον και άλλοι 1.500 εκ Tραπεζούντος πρόσφυγες, 1.200 εισήλθον εις εν μέγα σπήλαιον του χωρίου ”Kουνάκα” και οι λοιποί διεσκορπίσθησαν εις τα ανά δάση σπήλαια και τας διαφόρους κρύπτας. Απασαι αι οικίαι των χωρίων τούτων ελεηλατήθησαν και αι περιουσίαι διηρπάγησαν υπό του Τουρκικού στρατού. Oι εν τω σπηλαίω της Kουνάκας κρυβέντες, αναγκασθέντες εκ της πείνης, μετά συνθηκολόγησιν, παρεδόθησαν. Eκ τούτων 26 γυναίκες και νεάνιδες ίνα αποφύγωσιν την ατίμωσιν έρριψαν εαυτάς εις τινά ποταμόν κείμενον παρά το χωρίον Γέφυρα και παρά τας προσπαθείας των άλλων, προς σωτηρίαν των, επνίγησαν».

Οκτώβριος 1916 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Με νέα διαταγή των Νεοτούρκων το μέτρο των πορειών θανάτου στις αφιλόξενες και άνυδρες ερήμους της Ανατολίας και στην ορεινή ποντιακή ενδοχώρα περιλαμβάνει πλέον όχι μόνο τους νέους άνδρες, αλλά επίσης όλους τους Πόντιους.

Δεκέμβριος 1916 Οθωμανική Αυτοκρατορία: Αρχή της εφαρμογής των πορειών των αμάχων Ποντίων (γέροι, γυναίκες με μικρά παιδιά) στην ορεινή ποντιακή ενδοχώρα. Το αφόρητο κρύο αποδεκατίζει πολλούς απ’ αυτούς ενώ βαδίζουν στη μαρτυρική αιχμαλωσία και τον αφανισμό τους. Οι πορείες αυτές ονομάζονται «λευκός θάνατος». Στην ευρύτερη περιοχή της Αμάσειας, στην πόλη Ασημοχώρι, Τούρκοι τσέτες συλλαμβάνουν 3.500 άνδρες και τους οδηγούν στον Άλι ποταμό. Όλοι βρίσκουν το θάνατο διά πνιγμού.

Παράλληλα, παρατηρούνται βίαιοι μαζικοί εξισλαμισμοί σε όλον τον Πόντο, καθώς πολλά χωριά επιλέγουν την οδό της αλλαξοπιστίας από το θάνατο και τον όλεθρο. Επιδρομές ατάκτων σε ορθόδοξα μοναστήρια του Πόντου. Λεηλασίες, καταστροφές έργων τέχνης και ιερών κειμηλίων, δολοφονίες μοναχών.

13 Δεκεμβρίου 1916 Βερολίνο Γερμανία: Αναφορά του πρεσβευτή της Γερμανίας Kuhlmann στην Κωνσταντινούπολη προς τον αρχικαγκελάριο Holweg στο Βερολίνο: «Οι πρόξενοι Σαμψούντας (Bergfeld) και Κερασούντας (Schede) αναφέρουν για τις άμεσα απειλούμενες μετατοπίσεις των Ελληνικών παραλιακών πληθυσμών. Μέχρι τώρα δολοφονήθηκαν 250 αντάρτες. Αιχμαλώτους δεν κρατούν. Πέντε χωριά πυρπολήθηκαν».

19 Δεκεμβρίου 1916 & 2 Ιανουαρίου 1917 Κωνσταντινούπολη: Απόρρητη έκθεση του Αυστριακού πρεσβευτή Παλαβιτσίνι προς την κυβέρνησή του: «11 Δεκεμβρίου 1916. Λεηλατήθηκαν 5 Ελληνικά χωριά, κατόπιν κάηκαν. Oι κάτοικοι εκτοπίστηκαν. 12 Δεκεμβρίου 1916. Στα περίχωρα της πόλης καίγονται χωριά. 14 Δεκεμβρίου 1916. Ολόκληρα χωριά καίγονται μαζί με τα σχολεία και τις εκκλησίες. 17 Δεκεμβρίου 1916. Στην περιφέρεια Σαμψούντας έκαψαν 11 χωριά. H λεηλασία συνεχίζεται. Oι χωρικοί κακοποιούνται. 31 Δεκεμβρίου 1916. 18 περίπου χωριά κάηκαν εξ ολοκλήρου. 15 εν μέρει. 60 γυναίκες περίπου βιάστηκαν. Eλεηλάτησαν ακόμη και εκκλησίες».

28 Δεκεμβρίου 1916 Κωνσταντινούπολη: Τηλεγράφημα του υπουργού Εσωτερικών Ταλαάτ Πασά προς τους στρατιωτικούς διοικητές του Πόντου: «Προβείτε σε άμεση εξόντωση όλων των αρρένων από 14 – 60 ετών και εκτοπισμό των γυναικόπαιδων και των ηλικιωμένων στην Ανατολία».

Ιανουάριος 1917 Πόντος & Ανατολία: Ολοσχερή καταστροφή της πόλης Τσαρσαμπά, της αρχαίας Θεμίσκυρας, στην ευρύτερη περιοχή Αμάσειας. Σφαγιάζεται το σύνολο σχεδόν του Ελληνικού πληθυσμού. Η έλλειψη ένοπλων Ποντιακών ανταρτικών τμημάτων στην περιοχή Τσαρσαμπά λειτούργησε προσθετικά στο μέγεθος της καταστροφής. Όπου παρατηρείται δράση Ποντιακών αντάρτικων τμημάτων οι Τούρκοι αποφεύγουν τις επιθέσεις εναντίον του Ελληνικού στοιχείου. Εν τω μεταξύ, αναφορές από τα τάγματα εργασίας ανεβάζουν τους νεκρούς μεταξύ 50% και 70% της συνολικής δύναμής τους.

Υπολογίζεται ότι μόνο στην περιοχή της Κερασούντας έχουν πυρποληθεί σχεδόν 100 χωριά. Αναφορά του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως επισημαίνει την αμείλικτη εξέλιξη των αριθμών: μόνο στην επαρχία Κολωνείας, από τους 52.000 Έλληνες κατοίκους έχουν απομείνει μόνο 15.000. Οι υπόλοιποι είτε θανατώθηκαν είτε εκτοπίστηκαν είτε εξισλαμίστηκαν.

Ιούλιος 1917 Ταϊγάνιον Αζοφική Ρωσία: Διεξαγωγή του Α’ Πανελλήνιου Συνεδρίου των Ελλήνων της Ρωσίας. Αποφασίζεται η δημιουργία ανεξάρτητου Ποντιακού κράτους με έδρα το Ροστόβ.

17 Δεκεμβρίου 1917 Πάφρα Πόντος: Γενική Συνέλευση των Ελλήνων της Πάφρας. Λήψη απόφασης περί ίδρυσης αντάρτικων ομάδων με αποστολή την προστασία των αμάχων από τις επιθέσεις των Τουρκικών συμμοριών. Κυρίαρχο σύνθημα της συνέλευσης: «Να ληστέψουμε τους ληστές». Ακόμη και γυναίκες κατατάσσονται στις ομάδες αυτές.

Ιανουάριος 1918 Παρίσι Γαλλία: Στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης ο Ελευθέριος Βενιζέλος προτείνει την ένταξη του Πόντου στο κυοφορούμενο κράτος της Αρμενίας. Στη θέση Βενιζέλου αντιτίθεται το σύνολο σχεδόν των Ποντίων, οι οποίοι διεκδικούν την Ένωση με την Ελλάδα. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, τότε να υποστηριχθεί η προσπάθεια ίδρυσης αυτόνομης Ελληνικής δημοκρατίας του Πόντου.

Φεβρουάριος 1918 Μασσαλία Γαλλία: Διεξαγωγή του Α’ Παγκόσμιου Παμποντιακού Συνεδρίου. Ζητείται η αρωγή της Σοβιετικής Ένωσης με επείγον τηλεγράφημα προς τον Λεονίντ Τρότσκι. Ωστόσο, οι Σοβιετικοί θα προτιμήσουν να δώσουν τη στήριξή τους στον Κεμάλ.

6 Φεβρουαρίου 1918 Λονδίνο Μεγάλη Βρετανία: Σε άρθρο της εφημερίδας «The Morning Post» αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Όλα τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τον Νέρωνα, τον Καλιγούλα, τον Αττίλα και τον Αβδούλ Χαμίτ χάνονται στην ανυπαρξία μπροστά στα εκατομμύρια που δολοφονήθηκαν σκόπιμα στην Τουρκία κατά τη διάρκεια των τεσσάρων προηγουμένων ετών. Στα θύματα περιλαμβάνονται αλλοδαποί εχθροί, αιχμάλωτοι πολέμου, Αρμένιοι, Έλληνες, Άραβες, κ.λπ. Δεν θα μπορούσε να ήταν χειρότεροι, εκτός κι αν πραγματικοί διάβολοι είχαν την υπόθεση στα χέρια τους, κι ακόμα και τότε αμφιβάλλω εάν θα είχαν κάνει χειρότερα.

Αυτή είναι η απάντηση που δόθηκε από τον πάστορα Frew, του οποίου το έργο ως επικεφαλής του Βρετανικού Ταμείου Ανακούφισης τον έφερε στην πιο στενή επαφή με τους φυλακισμένους».

12 Οκτωβρίου 1918 Τραπεζούντα Πόντος: Εμπιστευτική αναφορά του μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθου προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως απαριθμεί με συνταρακτικές λεπτομέρειες τα δεινά των Ελλήνων του Πόντου από τους Τούρκους. Παρόμοιες ανατριχιαστικές αναφορές καταφτάνουν στην Κωνσταντινούπολη και από άλλες μητροπόλεις του Πόντου, όπως αυτές της Ροδόπολης και της Νεοκαισαρείας.

Νοέμβριος 1918 Τρίπολη Πόντος: Εκτοπισμός των Ελλήνων της Ποντιακής πόλης της Τρίπολης στο Αρμενικό χωριό Πιρκ, του οποίου οι κάτοικοι είχαν σφαγιαστεί το προηγούμενο έτος. Από τις 13.000 ψυχές μόλις 800 φτάνουν στο Πιρκ μετά από μια εξαντλητική πορεία τριών μηνών. Οι υπόλοιποι αποδεκατίστηκαν από την πείνα και τις επιδημίες (πανούκλα, δυσεντερία).

Τέλη 1918 Τουρκία: Ελάχιστες γενναίες φωνές υψώνονται ανάμεσα στους Τούρκους που αντιδρούν στις κτηνώδεις μεθόδους των ομοεθνών τους με στόχο την εξόντωση των Ελλήνων του Πόντου. Ανάμεσα σ’ αυτούς ξεχωρίζει ο δημοσιογράφος Εντίπ Χανέμ. Καταγγέλλει την Τουρκική πολιτική γενοκτονίας γράφοντας: «Ξεριζώνουμε τους Έλληνες, όπως ακριβώς κάναμε τρία χρόνια πριν με τους Αρμενίους. Γι’ αυτόν το σκοπό, φθάσαμε να χρησιμοποιούμε μεθόδους ίδιες με εκείνες του Μεσαίωνα». Ωστόσο, δεν είναι παρά «φωνή βοώντος εν τη ερήμω».

Την ίδια περίοδο παρατηρείται ραγδαία αύξηση του αριθμού των ακραίων εθνικιστικών οργανώσεων στην Τουρκία -υποχείρια των Τουρκικών μυστικών υπηρεσιών- που σπείρουν το μίσος εναντίον των Ελλήνων της Ιωνίας και του Πόντου και παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη γενοκτονία που οργανώνεται εναντίον τους.

9 Φεβρουαρίου 1919 Γενικό Επιτελείο Ναυτικού Γαλλία: Έκθεση του Γάλλου αντιπλοίαρχου Ρολέν σχετικά με τις εξελίξεις στην καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία: «Οι Νεότουρκοι σε συνεργασία με τους Γερμανούς φανέρωσαν τους στόχους του. Απέβαλαν τη μάσκα. Από τις αρχές του 1914 υπό την καθοδήγηση του Γερμανού αρχιστρατήγου Liman Von Sanders άρχισαν συστηματικοί διωγμοί και εξορίες. Μεθοδική επιχείρηση εξαφάνισης του Ελληνικού στοιχείου. Υπό το πρόσχημα στρατιωτικής επιταγής οι διωγμοί μεταβλήθηκαν σ’ εκατόμβες. Χιλιάδες εξοντώθηκαν στα περίφημα Αμελέ Ταμπουρού».

Απρίλιος 1919 Παρίσι Γαλλία: Ο Έλληνας πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος συναντάται με το μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθο. Παραδοχή Βενιζέλου ότι υποτίμησε τη δυνατότητα δημιουργίας Ανεξάρτητης Ποντιακής δημοκρατίας λόγω ελλιπούς ενημέρωσης. Ενθάρρυνση Βενιζέλου προς Χρύσανθο να εντείνει τις προσπάθειές του για ενημέρωση των Μεγάλων δυνάμεων. Θετική ανταπόκριση από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ουίλσον.

20 Μαΐου 1919 Αμάσεια Πόντος: Αποστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον πολύπαθο Πόντο, υπό την ηγεσία του αρχιμανδρίτη Πανάρετου. Οι ιερείς μένουν εμβρόντητοι μπροστά στο μέγεθος της συμφοράς που έχει πλήξει τον Ποντιακό λαό. Η αναφορά του προς το πατριαρχείο καταγράφει με αριθμούς την αμείλικτη πραγματικότητα. «Η επαρχία Αμασείας είχε προ του πολέμου 136.768 Ελληνικόν πληθυσμόν, 393 σχολεία, 12.360 μαθητάς και μαθητρίας, 493 διδασκάλους και διδασκαλίσσας και 498 Εκκλησίας. Εκ του ολικού πληθυσμού, 72.375 μετατοπίσθησαν ή εξωρίσθηκαν, εκ των οποίων τα 70% απέθαναν εν εξορία, μόλις δε οι 30% επανήλθαν».

Η ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΜΙΞΗ ΚΕΜΑΛ

10 Απριλίου 1920 Άγκυρα Τουρκία: «Η Πατρίς αντιμετωπίζει τον μεγαλύτερον κίνδυνον της ιστορίας της». Δήλωση Κεμάλ Πασά στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση.

19 Μαΐου 1919 Σαμψούντα Πόντος: Αποβίβαση Κεμάλ Ατατούρκ στη Σαμψούντα για να διευθύνει ο ίδιος την πορεία της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Σε τηλεγράφημά του προς το διοικητή του 15ου σώματος του Ερζερούμ σημειώνει εμφατικά: «H κατάσταση στη Σαμψούντα είναι τόσο ανησυχητική που μπορεί να έχει θλιβερές συνέπειες. Γι’ αυτό είμαι αναγκασμένος να παραμείνω εδώ».

29 Μαΐου 1919 Χάβζα Πόντος: Συνάντηση του Κεμάλ με τους Τοπάλ Οσμάν, Ισμαήλ Αγά, Νταρκάλογλου Μπιλάλ και Καρά Αχμέτ, τους διοργανωτές της γενοκτονίας των Ποντίων. Ο Κεμάλ, αφού συνεχάρη θερμά τους Τούρκους ηγέτες για το έως τώρα «έργο» τους, επιβεβαιώνει και επισήμως την ενεργή ανάμιξη του Τουρκικού στρατού στη γενοκτονία των Ποντίων. Τους αναθέτει αρμοδιότητες και τους υπόσχεται ότι θα τους πλαισιώσει με αξιωματικούς για να εκτελεστεί αποτελεσματικά η στρατηγική της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου αλλά και της υπόλοιπης Μικράς Ασίας. Στη Σαμψούντα, ο Κεμάλ αποσαφηνίζει την Τουρκική στρατηγική:

α) Ανακοπή της διαδικασίας διάλυσης του Οθωμανικού στρατού, όπως είχε ορίσει η συνθήκη ανακωχής με τις νικήτριες δυνάμεις της Αντάντ, με τη λήψη κατάλληλων μέτρων.

β) Επιβολή της Κεμαλικής πτέρυγας στο εσωτερικό της Τουρκίας και κατάπνιξη κάθε αντίδρασης.

γ) Σύσταση ατάκτων στρατιωτικών μονάδων με σκοπό την παρενόχληση του Ελληνικού στρατού και την εξόντωση των Ελλήνων κατοίκων του Πόντου και της Ιωνίας.

δ) Σε δραματική του διακήρυξη το Τουρκικό έθνος υπό καθεστώς διωγμού κάλεσε τον Τουρκικό λαό να αντισταθεί με όλα τα μέσα στους Έλληνες «εισβολείς» (εννοεί τον Ελληνικό στρατό που στις 2 Μαΐου είχε ήδη αποβιβαστεί στη Σμύρνη, τη λαμπρή πόλη της Ιωνίας).

22 Ιουνίου 1919 Αμάσεια Πόντος: Κοινή διακήρυξη της Εγκυκλίου της Αμάσειας από τον Κεμάλ και άλλους Τούρκους αξιωματικούς. «Η ανεξαρτησία και η ακεραιότητα της χώρας βρίσκεται σε κίνδυνο», σύμφωνα με τους υπογράφοντες, και καλούν τη σύγκληση εθνικής συνδιάσκεψης στη Σεβάστεια.

8 Ιουλίου 1919 Αμάσεια Πόντος: Παραίτηση Κεμάλ Πασά από τον Οθωμανικό στρατό. Δηλώνει ότι θα επικεντρώσει τις προσπάθειές του στην υπόθεση εκδίωξης των ξένων δυνάμεων από τα Τουρκικά εδάφη. Έκδοση εντάλματος σύλληψης του Κεμάλ Πασά από την Οθωμανική κυβέρνηση για απείθεια. Καταδίκη Κεμάλ Πασά σε θάνατο από την Οθωμανική κυβέρνηση.

23 Ιουλίου 1919 Ερζερούμ ανατολική Τουρκία: Σύγκληση συνεδρίου για την ανάδειξη αντιπροσώπων από τα έξι ανατολικά βιλαέτια για την εθνική συνδιάσκεψη της Σεβάστειας.

7 Σεπτεμβρίου 1919 Σεβάστεια ανατολική Τουρκία: Έναρξη της Εθνικής Συνδιάσκεψης των Τούρκων. Αποφασίζεται η στρατηγική των εθνικιστών Τούρκων και οι τρόποι ανατροπής της παρουσίας των Συμμάχων και των Ελλήνων στη Μικρά Ασία.

Θέρος 1919 Μικρά Ασία: Έναρξη των επιθετικών προσπαθειών του Ελληνικού στρατού προς Φιλαδέλφεια και Πάνορμο με στόχο την εκμηδένιση των τελευταίων εστιών αντίστασης του Τουρκικού στρατού. Απώτερος στόχος η εξασφάλιση της Ελληνικής κυριαρχίας στη δυτική Μικρά Ασία και, ει δυνατόν, η απελευθέρωση και των υπόλοιπων Ελληνικών περιοχών στη Μικρά Ασία. Φοβερά αντίποινα εις βάρος του Ποντιακού Ελληνισμού από τους Τούρκους τσέτες έχουν ως αποτέλεσμα εκατόμβες θυμάτων.

Αύγουστος 1919 Πόντος: Οι Τούρκοι στρέφονται εναντίον του εναπομείναντος ανδρικού πληθυσμού των Ελλήνων του Πόντου με στόχο την πλήρη εξόντωσή του. Πολλές πηγές αναφέρουν ότι οι τσέτες και οι κατάδικοι εξοπλίζονται από την Τουρκική διοίκηση. Η εκδικητική μανία τους στρέφεται τώρα εναντίον των εφήβων και των ηλικιωμένων. Δυνάμεις της Χωροφυλακής εισβάλλουν στις οικίες Ελλήνων αναζητώντας τα νέα θύματα της γενοκτονίας. Στο στόχαστρο των Τούρκων μπαίνουν τώρα και η πόλη και η επαρχία της Σαμψούντας. Δεσμώτες τους είναι χωροφύλακες, τρόφιμοι φυλακών, λιποτάκτες και τα κάθε λογής «κατακάθια» της Τουρκικής κοινωνίας.

Οι συλληφθέντες οδηγούνται υπό άθλιες συνθήκες στις «γνώριμες» πια για τον Ποντιακό Ελληνισμό πορείες στις ερήμους της Ανατολίας και τα βουνά του Πόντου. Σε πολλές περιπτώσεις, Τούρκοι χωρικοί και τσέτες σκοτώνουν με πυροβόλα όπλα ή μαχαίρια τα ανυπεράσπιστα θύματά τους. Άλλοτε, πάλι, οι Έλληνες συγκεντρώνονταν στην κεντρική πλατεία του χωριού τους και στη συνέχεια κλειδώνονταν μέσα στην εκκλησία, την οποία πυρπολούσαν και τους έκαιγαν ζωντανούς.

Αύγουστος 1919 Αθήνα Ελλάδα: Επιστολή των ανταρτών του Πόντου για στρατιωτική και υλικοτεχνική υποστήριξη φτάνει στην Ελληνική κυβέρνηση: «Ενεργώντας κατόπιν εντολής των αρχηγών των αντάρτικων ομάδων της ιδιαιτέρας μας πατρίδας που αγωνίζονται για την ελευθερία και την ανεξαρτησία του Πόντου σε ανεξάρτητη Ελληνική δημοκρατία, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα: Ως γνωστόν από πενταετίας ήδη επαναστάτησαν τα τέκνα του Πόντου και αγωνίζονται κατά του Τουρκισμού με δικούς τους αρχηγούς. Επιβάλλεται η ανάγκη προμήθειας σ’ αυτούς ενδυμάτων και σκεπασμάτων. Εκτός αυτού υπάρχει μεγάλη ανάγκη αποστολής φαρμάκων, επιδέσμων κ.λπ. χρειωδών για τους τραυματίες.

Έχουμε επίσης μεγάλη ανάγκη όπλων, πολυβόλων και μυδραλιοβόλων με όλα τους τα εξαρτήματα. Γι’ αυτό δηλώνουμε ότι θέλουμε να στείλουμε με δικές μας δαπάνες εδώ δύο άνδρες για εξάσκηση». Η Ελληνική κυβέρνηση παραμένει αδρανής στο αίτημα αυτό. Δεν θα εκμεταλλευτεί ποτέ κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας τη δυνατότητα ύπαρξης δεύτερου μετώπου στα νώτα του Τουρκικού στρατού. Ενδεικτική της αδράνειας της επίσημης Ελλάδας είναι το γεγονός ότι στον Πειραιά παραμένει φορτωμένο ένα πλοίο με πολεμικό υλικό, με προορισμό τη Σαμψούντα, το οποίο όμως δεν αποπλέει ποτέ.

Σεπτέμβριος 1919 Λονδίνο Μεγάλη Βρετανία: Ο ανταποκριτής της «Daily Telegraph» στην Τραπεζούντα αποστέλλει την εξής ανταπόκριση στην εφημερίδα του: «Oι τωρινοί εκτοπισμοί και οι σφαγές στη Μικρά Aσία είναι χωρίς προηγούμενο στην Τουρκική ιστορία. Ξεπερνούν σε σημασία αυτές της εποχής του Gladston και ακόμη και αυτές που πραγματοποιήθηκαν το 1915».

Δεκέμβριος 1919 Χάβζα Πόντος: Συνάντηση Κεμάλ Πασά με στελέχη των κομμουνιστών της επαναστατημένης Ρωσίας. Συμφωνείται η υποστήριξη των Κεμαλικών από τους Μπολσεβίκους με την παροχή πολεμικού υλικού και οικονομικής βοήθειας. Οι Μπολσεβίκοι θεωρούν στην παρούσα φάση τον Κεμάλ Πασά πολύτιμο σύμμαχό τους στον αγώνα τους εναντίον των δυτικών δυνάμεων της Αντάντ, που ελάχιστο καιρό πριν είχαν εισβάλει στην Ουκρανία (1918 – 1919). Η συμμετοχή μίας Ελληνικής μεραρχίας στην εκστρατεία αυτή έχει ως αποτέλεσμα να ενισχύσει την πεποίθηση των Μπολσεβίκων ότι οι Έλληνες είναι σύμμαχοι των ιμπεριαλιστικών, καπιταλιστικών δυνάμεων.

Κατά συνέπεια, εφαρμόζουν το γνωστό δόγμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι δικός μου φίλος». Η Μπολσεβικική ηγεσία αντιλαμβάνεται ότι η ενίσχυση των Τούρκων θα έχει ως αποτέλεσμα τη γενοκτονία χιλιάδων αμάχων. Ωστόσο, η εξουδετέρωση της απειλής που συνιστούσε ο συνασπισμός της Αντάντ για τους μπολσεβίκους ήταν πιο ψηλά στην ατζέντα του «κόκκινου» πλέον Κρεμλίνου. Γι’ αυτό το λόγο, ακολουθούσε μία «ρεαλπολιτίκ» στο Μικρασιατικό και το Ποντιακό Ζήτημα.

ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ (1920 – 1921)

«Στην αρχή εξαφάνισαν όλους τους αρτιμελείς άνδρες. Στη συνέχεια, στοίβαζαν τις γυναίκες, τα κοριτσόπουλα, τα παιδιά. Τους έλεγαν πως δήθεν θα τους έστελναν στους άνδρες τους, οι οποίοι υποτίθεται είχαν φτάσει στην Ελλάδα. Στην περιοχή ανάμεσα στο Χονάζ και τον Κοτσαμπά μάθαμε πως βίασαν γυναίκες και κορίτσια στους αγρούς και στα χαντάκια. Αργότερα, έγινε γνωστό ότι ορισμένες τις έσφαξαν στον Σαπαντζά. Κανείς δεν γνωρίζει αν κάποιες επέζησαν». Κεμάλ Γιαλτσίν, Τούρκος συγγραφέας.

9 Φεβρουαρίου 1920 Τραπεζούντα Πόντος: Αναφορά του Βρετανού πλοιάρχου Perring, του οποίου το πλοίο ναυλοχούσε στα ανοιχτά της Τραπεζούντας, για σφαγές των Ελλήνων αμάχων της πόλης και της επαρχίας από τους Τούρκους. Σύμφωνα με τον Perring, ηγέτης των Τούρκων τσετών είναι ο Αλή Ριζά. Οι Έλληνες της Τραπεζούντας φτάνουν σε απόγνωση.

30 Απριλίου 1920 χωριό Κιόσελι Τοκάτης Πόντος: Τούρκοι τσέτες υπό τον περιβόητο Καραμιστίχ, ισοβίτη των φυλακών Τοκάτης, που έχει αποφυλακιστεί με διαταγή του Κεμάλ Πασά, λυμαίνονται το χωριό. Αφού βιάσουν τις κόρες του ιερέα του χωριού, απαιτούν λύτρα από τους χωρικούς, με την απειλή της ομαδικής εκτέλεσης. Έντρομοι οι χωρικοί τούς δίνουν όσα έχουν αλλά «το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον». Οι Τούρκοι κλείνουν αρκετούς απ’ αυτούς σε μια εκκλησία και στη συνέχεια βάζουν φωτιά και τους καίνε ζωντανούς. Οι υπόλοιποι σφαγιάζονται στην πλατεία του χωριού, ενώ 30 κοπέλες βιάζονται και πωλούνται ως δούλες στους αγάδες της επαρχίας.

Άνοιξη 1920 επαρχία Πάρφας Πόντος: Τα Ελληνικά χωριά της Πάρφας, όπως το Ελεζλί και η ευρύτερη περιοχή Σουλού-Τερέ, ρημάζονται από τις ανελέητες επιθέσεις των Τούρκων τσετών. Σφαγές, πυρπολήσεις, βιασμοί, σκλαβοπάζαρο, η ανθρώπινη κτηνωδία στο μέγιστο βαθμό. Δυστυχώς, επιβεβαιώνεται για μία ακόμη φορά η ρήση ότι ο άνθρωπος είναι το «αγριότερο θηρίο». Ακόμη και αθώα βρέφη βρήκαν φρικτό θάνατο καθώς Τούρκοι στρατιώτες τα εκσφενδόνιζαν σε τοίχους.

Μέσα 1920 Πόντος: Με διαταγή του Κεμάλ ιδρύονται τα «δικαστήρια της ανεξαρτησίας», δηλαδή έκτακτα Στρατοδικεία, με έδρα την Αμάσεια. Μεγάλος αριθμός Ελλήνων Ποντίων προσάγεται στις δίκες αυτές με την κατηγορία της αποσχιστικής δράσης και κατά συνέπεια της εσχάτης προδοσίας. Φυσικά, τα στοιχεία εναντίον τους είναι φαλκιδευμένα, οι διαδικασίες κάθε άλλο παρά νόμιμες είναι και, στις περισσότερες περιπτώσεις, η ετυμηγορία είναι θάνατος. Πρωταγωνιστικό ρόλο στις δίκες αυτές παίζει ο Ζατέ Εμίν Μπέης, δικηγόρος και εξέχον στέλεχος των Κεμαλικών, ο οποίος διορίζεται πρόεδρος των δικαστηρίων με διαταγή του Κεμάλ.

Ιούνιος 1920 Κερασούντα Πόντος: Το υπό Ελληνική σημαία πλοίο «Φίλια» ελλιμενίζεται στην Κερασούντα λόγω τεχνικής βλάβης. Τούρκοι ένοπλοι επιβιβάζονται διά της βίας στο πλοίο και αιχμαλωτίζουν τους επτά Έλληνες ναυτικούς. Εκτελούνται και οι επτά, αφού πρώτα βασανιστούν στις φυλακές της πόλης.

Μέσα 1920 Κωνσταντινούπολη: Πολυσέλιδη έκθεση του Τζεμάλ Νουζχέτ, νομικού σύμβουλου του φρουραρχείου Κωνσταντινούπολης και πρόεδρος της Εξεταστικής Επιτροπής: «Tο παρά τα παράλια του Eυξ. Πόντου Ελληνικόν στοιχείον, ως εργατικόν και κατέχον το εμπόριον εις χείρας του και πλούσιον, ετύγχανε ο σπουδαιότερος παράγων της περιφερείας αύτης. O M. Κεμάλ προς διατήρησιν των τσετών έπρεπε όπως ετοιμάση έδαφος δράσεως δι’ αυτάς και ως τοιούτον εύρε το της περιφερείας του Πόντου. Αι γενικαί σφαγαί, αι αρπαγαί και εξοντώσεις εις την περιφέρειαν ταύτην ήρχισαν από τον Φεβρουάριον και διήρκεσαν μέχρι του Aυγούστου.

Αι σφαγαί αύται και εκτοπισμοί εξετελέσθησαν ημιεπισήμως τη συμμετοχή και στρατιωτικών και πολιτικών υπαλλήλων, επειδή δε η περιφέρεια αύτη ήτο πολύ εκτενής και πλουσία, εις την καταστροφήν της έλαβον μέρος άτομα εξ όλων των τάξεων. Aι εξ χιλιάδες των Ελλήνων κατοίκων της Πάφρας αποκλεισθείσαι εντός των εκκλησιών του Σλαμαλίκ, του Σουλού Δερέ, της Παναγίας και του Γκιοκτσέ. Σου παρεδόθησαν εις το πυρ και εντός αυτών εκάησαν όλοι: γέροντες, άνδρες, γυναίκες και παιδία, ουδείς εσώθη. Μερικαί εκ των γυναικών οδηγήθησαν εις το εσωτερικόν υπό των τσετών και, αφού ασέλγησαν επ’ αυτών, τας εθανάτωσαν.

Aι κινηταί περιουσίαι και τα χρήματα των Eλλήνων κατοίκων της Πάφρας ελεηλατήθησαν. Mετά το φρικώδες τούτο έργον αι τσέται ήλθον εις τον δήμον Aλά- Tσαμ, όπου παρέταξαν εις γραμμήν τους εις 2.500 Χριστιανούς κατοίκους, και παρασύραντες αυτούς εις τους πρόποδας των ορέων, τους εθανάτωσαν όλους. Eκ των 25.000 Eλλήνων της περιφερείας Πάφρας, Aλά-Tσαμ, ενενήκοντα τοις εκατόν εξοντώθησαν, οι δε εκτοπισθέντες εθανατώθησαν εις το εσωτερικόν».

10 Αυγούστου 1920 Παρίσι, Γαλλία: Υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. Το όνειρο της Μεγάλης Ιδέας με το οποίο μεγάλωσαν τόσες γενιές Ελλήνων μοιάζει να γίνεται πραγματικότητα. Τόσο η ελεύθερη Ελλάδα όσο και οι υπόδουλοι Έλληνες της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Θράκης υποδέχονται τα νέα αυτά με μεγάλο ενθουσιασμό. Με τη Συνθήκη των Σεβρών, η Ελλάδα «των δύο Ηπείρων και των Πέντε Θαλασσών» είναι γεγονός. Τα χερσαία σύνορά της στην ηπειρωτική Ευρώπη εκτείνονται μέχρι την Τσατάλτζα, μόλις εξήντα χιλιόμετρα από την πάλαι ποτέ «Βασιλεύουσα», την Κωνσταντινούπολη. Ελληνικά πολεμικά πλοία αγκυροβολούν έξω από την αρχαία πόλη και ένδοξη πρωτεύουσα της μεγαλύτερης Χριστιανικής πόλης του Μεσαίωνα.

Στην Ελλάδα, δεν είναι λίγοι αυτοί που αποκαλούν την Αθήνα προσωρινή πρωτεύουσα του κράτους και οραματίζονται τη μεταφορά της στην Κωνσταντινούπολη. Η Σμύρνη, η δεύτερη πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ένα από τα πλουσιότερα αστικά και εμπορικά κέντρα της ανατολικής Μεσογείου, μαζί με το βιλαέτι του Αϊδινίου, υπάγονται στην Ελληνική διοίκηση. Οι Έλληνες στρατιώτες βαδίζουν συγκινημένοι ανάμεσα στα ερείπια ιστορικών και πανάρχαιων πόλεων, όπως η Αλικαρνασσός, η Μίλητος, η Έφεσος, η Μαγνησία και η Φωκαία, στα μέρη όπου είχαν μεγαλουργήσει ο αρχαίος και ο Μεσαιωνικός Ελληνισμός.

Η Συνθήκη των Σεβρών αποδίδει επίσης την Ιμβρο, την Τένεδο και τα Δωδεκανήσα στην Ελλάδα. Ανοιχτό μένει το ενδεχόμενο παραχώρησης της Ρόδου από την Ιταλία και της Κύπρου από τη Μεγάλη Βρετανία. Η συνθήκη περικλείει ταπεινωτικούς όρους για την Οθωμανική Αυτοκρατορία και το στρατό της: αποστρατιωτικοποίηση των Στενών των Δαρδανελίων, μείωση της δύναμης του Τουρκικού στρατού σε 50.000 άνδρες, εκ των οποίων 35.000 χωροφύλακες και οι υπόλοιποι συνοροφύλακες. Το Τουρκικό Πυροβολικό και η Αεροπορία διαλύονται ως όπλα. Σε οικονομικό επίπεδο, οι Σύμμαχοι επιδικάζουν βαρύτατες πολεμικές αποζημιώσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, σε βαθμό εξοντωτικό.

Ο,τι απομένει από την πάλαι ποτέ κραταιά Αυτοκρατορία των σουλτάνων στην Ασία «περικυκλώνεται» στα ανατολικά και από το νεοϊδρυθέν ανεξάρτητο Αρμενικό κράτος στη βορειανατολική Τουρκία (ως έμμεση αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915 από τους Συμμάχους και ανταμοιβή τους) και Κουρδικό στα σύνορα με την κεντρική Περσία. Ο αποικιακός προσανατολισμός της Συνθήκης των Σεβρών αποτυπώνεται στους όρους που περιλαμβάνουν την ίδρυση των κρατών της Συρίας και του Λιβάνου υπό Γαλλική εντολή, της Μεσοποταμίας (σημερινό Ιράκ) υπό Βρετανική εντολή, της παραχώρησης της Αττάλειας και του Ικονίου στην Ιταλία.

Τέλος, ιδρύεται το Εβραϊκό κράτος της Παλαιστίνης, υπό Βρετανική εντολή. Ο Έλληνας πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, εκστασιασμένος, βλέποντας τους πόθους και το έργο τόσων γενεών να ευοδώνεται με τη συνθήκη αυτή. Δύο χρόνια αργότερα, η ευδαιμονία εκείνης της ημέρας θα διαψευστεί οικτρά. Η Συνθήκη των Σεβρών θα αποδειχτεί τόσο εύθραυστη όσο και οι πορσελάνες που κατασκευάζονταν στο ομώνυμο προάστιο του Παρισιού. Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι εκατομμύρια πρόσφυγες και χιλιάδες νεκροί, θύματα της εκδικητικής μανίας των Τούρκων, της παραδοπιστίας των «Συμμάχων» και των εγκληματικών λαθών της Ελληνικής πολιτειακής, πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας.

Ο Ελληνισμός της Ανατολής -όσοι γλίτωσαν από τη φωτιά και το τσεκούρι των τσετών- θα καταφύγει στην όχι και τόσο φιλόξενη αγκαλιά της Μητρόπολης. Η τρισχιλιόχρονη παρουσία του στην Ιωνία, στην Ανατολία και τον Πόντο θα τερματιστεί άδοξα.

7 Οκτωβρίου 1920 Εύξεινος Πόντος: Ο διοικητής της Βρετανικής ναυτικής πολεμικής μοίρας στον Εύξεινο Πόντο στέλνει μια συγκλονιστική και αποκαλυπτική αναφορά στην κυβέρνησή του για το δράμα του Ποντιακού Ελληνισμού: «Στο τέλος Αυγούστου οι σφαγές των Ελλήνων είχαν προσλάβει μαζικές διαστάσεις. Όλοι οι Έλληνες της Νίκαιας εσφάγησαν. Προσωπικά βρέθηκα ο ίδιος σε σημεία όπου υπήρχαν δεκάδες πτώματα. Τα χέρια και τα πόδια των θυμάτων ήταν κομμένα. Τους βασάνιζαν. Πρώτα τους έκοβαν τα άκρα και ύστερα το κεφάλι. Αναγνώρισα πολύ καλά ανάμεσα στα πτώματα γυναίκες και παιδιά».

22 Ιανουαρίου 1921 Σαμψούντα Πόντος: Σύλληψη του επισκόπου Σαμψούντας Ευθυμίου, του πρωτοσύγκελλου Πλάτωνα Αϊβαζίδη και άλλων μελών της εκκλησιαστικής ηγεσίας της πόλης από τον Τουρκικό στρατό. Ακολουθούν συλλήψεις εκπαιδευτικών, εμπόρων και επιστημόνων της Σαμψούντας. Σε μία βραδιά απορφανίζεται η Ελληνική κοινότητα της Σαμψούντας από την ηγεσία της. Οι συλληφθέντες δικάζονται στην Αμάσεια με την κατηγορία της «εσχάτης προδοσίας» και εκτελούνται διά απαγχονισμού τον Σεπτέμβριο του 1921.

Πρωταγωνιστές στην επιχείρηση Γενοκτονίας των Ελλήνων της Σαμψούντας αναδεικνύονται κορυφαία στελέχη των Νεοτούρκων και των Κεμαλικών, όπως ο Σεζάι Μπέης, ο Σαρρή Μπέης, αστυνομικός διοικητής της πόλης, οι αξιωματικοί της Τουρκικής Χωροφυλακής Γιουσούφ Αράπ και Τζεμάλ Μπέης και ο Κιπάρ Αλή Τεφκίφ, Τουρκοεβραίος της Θεσσαλονίκης, που είχε έλθει στον Πόντο μετά τους Βαλκανικούς πολέμους.

Φεβρουάριος 1921 Μερζιφούντα Πόντος: Εισβολή των Τούρκων ατάκτων του Τοπάλ Οσμάν στην πόλη και σφαγιασμός του Ελληνικού πληθυσμού. Εκτοπισμός των κατοίκων της Πάφρας, της Οινόης και της Ορδούς. Τον ίδιο μήνα συνελήφθησαν από τους Τούρκους με την κατηγορία της αντεθνικής δραστηριότητας ο πρόεδρος του Δ.Σ. του συλλόγου «Πόντος Μερζιφούν» καθηγητής Δ. Θεοχαρίδης, ο αντιπρόεδρος Χαράλ. Ευσταθιάδης, ο γραμματέας Αναστάσιος Παυλίδης, ο ταμίας Συμεών Ανανιάδης και ο υπεύθυνος αθλητισμού Γρηγόριος Τσακάλωφ.

Λίγους μήνες αργότερα εκτελέστηκαν όλοι. Ανάμεσα στα θύματα συμπεριλαμβάνεται και ο ταμίας και κορυφαίος αθλητής του συλλόγου Συμεών Ανανιάδης από τη Σαμψούντα, ο οποίος ήταν εξαιρετικός δρομέας ταχύτητας. Πολλοί ήταν αυτοί που πίστευαν, βάσει των επιδόσεών του, ότι θα κατόρθωνε να σπάσει το παγκόσμιο ρεκόρ των 100 μ.

Μάιος – Ιούνιος 1921 Πάφρα Πόντος: Όλα τα Ελληνικά χωριά της περιοχής της Πάφρας τα περνούν η φωτιά, το τσεκούρι και το μαχαίρι των Τούρκων. Υπεύθυνοι της γενοκτονίας τους είναι ανώτατα στελέχη του Κεμαλισμού, όπως ο Ραχμί Τσακίρογλου, ο Κιορ Τζεμίλ, έπαρχος της Πάφρας, και Τούρκοι προερχόμενοι από τη Θεσσαλονίκη, όπως ο Μεχμέτ Τσαούς και Ριφάτ Μπέης. Όσοι γλιτώνουν από τις εκτελέσεις στέλνονται σε εξοντωτικές πορείες στην Ανατολία, όπου σχεδόν όλοι πεθαίνουν από τις κακουχίες. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 3.000 ψυχές χάθηκαν στις ερήμους της Ανατολίας προερχόμενοι από την Πάφρα.

15 Μαΐου 1921 Πόντος: Μαινόμενοι τσέτες στρέφονται εναντίον των Ελληνικών χωριών Κουντζιλάρ, Μαρτάρ, Εκίζ Τεπέ, Καρασέιν και Μουαμλί. Οι ηγέτες των τσετών Αρναούτ Χουσεΐν και Μεχμέτ Τιλίρογλου διατάσσουν την πυρπόληση των χωριών και τη συγκέντρωση όσων δεν κατάφεραν να διαφύγουν, πάνω από 350 άτομα, στο αρχοντικό του προεστού Σάββα Τσιγάλογλου στο Μουαμλί. Κατά την προσφιλή τους συνήθεια, οι τσέτες έβαλαν φωτιά στο αρχοντικό και τους έκαψαν όλους ζωντανούς, συμπεριλαμβανομένης και της οικογένειας Τσιγάλογλου.

25 Μαΐου 1921 Πόντος: Συνταρακτικές αναφορές για την τύχη των Ελλήνων κατοίκων των χωριών Ερικλί, Κακόλ, Πιτλί Κελίκ, Αντά, Καρά Περτζέν Τογούζ Αγά, Καβάκογλου Τεπέ, Τικεντζίκ. Πάνω από 3.000 Έλληνες βρίσκουν φρικτό θάνατο, καθώς τους κλείνουν οι τσέτες σε σχολεία ή εκκλησίες ή αρχοντικές οικίες και στη συνέχεια τις πυρπολούν. Το Ελληνικό ΓΕΝ (Γενικό Επιτελείο Ναυτικού) συλλέγει τις πληροφορίες αυτές και τις προωθεί στην Ελληνική κυβέρνηση στην Αθήνα, η οποία αδρανεί καθώς είναι απορροφημένη με τις εξελίξεις στο Μικρασιατικό μέτωπο.

28 Μαΐου 1921 Ανδρεάντες Καβζά Πόντος: Σύλληψη 1.200 ανδρών της πόλης Ανδρεάντες. Μακρά και εξαντλητική πορεία προς χωριό Καβάκ υπό τους προπηλακισμούς των δεσμωτών τους. Εκτέλεσή τους διά τυφεκισμού στις 30 Μαΐου. Στο άκουσμα της φρικτής τύχης των συμπατριωτών τους οι υπόλοιποι Έλληνες διαφεύγουν στα δάση της περιοχής. Οι Τούρκοι τους καταδιώκουν μέσα στα δάση και σκοτώνουν πολλούς απ’ αυτούς. Μερικοί Έλληνες κατορθώνουν να φτάσουν στα παράλια, όπου και διασώζονται από το καταδρομικό «Νάξος» του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, ναυαρχίδα της Μοίρας Ευδρόμων του Εύξεινου Πόντου (Α’ Στόλος), με μοίραρχο τον πλοίαρχο Βρυάκο.

Η Μοίρα Ευδρόμων αποτελείται από εξοπλισμένα μεγάλα εμπορικά πλοία επιφορτισμένα με την αποστολή ναυτικού αποκλεισμού των τουρκικών παραλίων από τον Εύξεινο Πόντο ως τις νοτιοανατολικές ακτές.

Τέλη Μαΐου 1921 Λονδίνο Μεγάλη Βρετανία: Αναφορά του Βρετανού αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη Sir Horace Rumbold προς το Foreign Office και τον υπουργό Εξωτερικών Curzon: «Οι Τούρκοι φαίνεται ότι δρουν βάσει προ- μελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων. Όλοι οι άνδρες ηλικίας άνω των 15 ετών της περιφερείας Τραπεζούντος και της ενδοχώρας εκτοπίστηκαν στα εργατικά τάγματα του Ερζερούμ, Καρς και Σαρήκαμις».

1 Ιουνίου 1921 Σουρμελί Πόντος: Η προσπάθεια αφανισμού των Ελλήνων του Πόντου δεν έχει τελειωμό. Ούτε αυτό το Ελληνικό χωριό δεν ξέφυγε από το μένος των Τούρκων. 550 κάτοικοι, άνδρες, γέροι, γυναίκες και παιδιά κλείνονται στο δημοτικό σχολείο και καίγονται ζωντανοί. Σημειώνεται ότι στις επιχειρήσεις αυτές δεν λαμβάνουν μέρος μόνο οι τσέτες, συνήθως λιποτάκτες του τουρκικού στρατού και κατάδικοι, αλλά και Τούρκοι κάτοικοι των γειτονικών χωριών και πρόσφυγες από τους Βαλκανικούς πολέμους, που δράττονται της ευκαιρίας για πλιάτσικο εις βάρος των Ελλήνων γειτόνων τους.

3 Ιουνίου 1921 Σαμψούντα Πόντος: Συλλήψεις άνω των 1.000 Ελλήνων ανδρών της πόλης. 300 απ’ αυτούς «κατατάσσονται» στα τάγματα εργασίας, ενώ οι υπόλοιποι σχηματίζουν φάλαγγα και οδηγούνται υπό τα όπλα των συμμοριτών του Τοπάλ Οσμάν στο Καβάκ. Αργά τη νύχτα της επομένης, στις 4 Ιουνίου 1921, σφαγιάζονται από τους συμμορίτες και τον εξαγριωμένο Τουρκικό όχλο. Με διαταγή του Νουρεντίν Πασά οι τάφοι των θυμάτων είχαν ήδη ανοιχτεί από το προηγούμενο βράδυ.

5 Ιουνίου 1921 Αμάσεια Πόντος: 700 Έλληνες της Σαμψούντας φτάνουν στην πόλη -άλλη μία καταθλιπτική πορεία αμάχων προστίθεται στο θλιβερό κατάλογο- και στη συνέχεια στέλνονται σε τάγματα εργασίας. Ελάχιστοι απ’ αυτούς θα επιζήσουν.

5 Ιουνίου 1921 Κιοβντσεζού Πάφρα Πόντος: 600 Έλληνες, συλληφθέντες από τα γύρω χωριά τις προηγούμενες μέρες, οδηγούνται στο χωριό Κιοβντσεζού. Όλοι κλείνονται στην εκκλησία του Αγίου Χαράλαμπου και καίγονται ζωντανοί. Υπεύθυνοι για τον άνανδρο θάνατό τους είναι οι τσέτες του Οσμάν Αγά.

5 Ιουνίου 1921 Αλατσάμ Πάφρα Πόντος: Τούρκοι τσέτες υπό τους Ντουρούν Μπέη και τον αξιωματικό Χωροφυλακής Ισάν Μπέη εισβάλλουν στο χωριό και υποχρεώνουν τους κατοίκους του να συγκεντρωθούν στην κεντρική πλατεία. Οι άνδρες οδηγούνται στο δάσος του Τουραχάν. Ενώ είναι έτοιμοι οι Τούρκοι να τους εκτελέσουν, σεισμός συνταράζει συθέμελα τη γη. Οι επίδοξοι δολοφόνοι εκλαμβάνουν το σεισμό ως σημάδι της οργής του Θεού. Ματαίωνουν την εκτέλεση και τους οδηγούν στις φυλακές του Ελπιστάν (αρχαίο Ελπινίκιον). Ωστόσο, 200 άλλοι Έλληνες του Αλατσάμ, οι οποίοι είχαν συλληφθεί από τη συμμορία του Μεχμέτ Τσαούς, στέκονται λιγότερο τυχεροί. Εκτελούνται διά τυφεκισμού.

Τα επιφανή μέλη της Ελληνικής κοινότητας του Αλατσάμ μεταφέρονται στο Ντεμιρτζί Κιόι, το χωριό του Μεχμέτ Τσαούς. Οι οικογένειές τους υποχρεώνονται να πληρώσουν λύτρα για την απελευθέρωσή τους αλλά οι συμμορίτες δεν κρατούν το λόγο τους και τους εκτελούν. Μάλιστα, η σύζυγος και οι κόρες ενός εκ των εκτελεσθέντων, του Θεόδωρου Ραφαήλογλου, σφαγιάστηκαν ενώ ήταν καθ’ οδόν για το Ντεμιρτζί Κιόι για να πληρώσουν τα λύτρα. Παρόμοια τύχη έχουν και άλλες επιφανείς και οικονομικά ευκατάστατες Ελληνικές οικογένειες του Πόντου. Η δίψα των Τούρκων τσετών για λάφυρα είναι αστείρευτη.

Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι Έλληνες καταβάλλουν τα απαιτούμενα λύτρα και στη συνέχεια σφαγιάζονται και αυτοί και τα υπόλοιπα μέλη των οικογενειών τους από τους τσέτες. Όσοι κατορθώνουν να διαφύγουν είτε φτάνουν στην Ελλάδα μέσω της Μικράς Ασίας είτε στα παράλια, όπου μεταφέρονται από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, είτε εντάσσονται στις Ποντιακές αντάρτικες ομάδες.

7 Ιουνίου 1921 Τζουμπούς Πόντος: 1.100 Έλληνες της Σαμψούντας οδηγούνται από την Τουρκική Χωροφυλακή στη θέση αυτή. Οι Τούρκοι χωροφύλακες απομακρύνονται και τη θέση τους «αναλαμβάνουν» τσέτες του Τοπάλ Οσμάν. Οι τσέτες βάλλουν με πολυβόλα από τους γύρω λόφους εναντίον των Ελλήνων και σκοτώνουν πολλούς απ’ αυτούς. Οι τραυματίες δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ και χωρίς ίχνος ελέους από τα μαχαίρια των τσετών. Αρκετοί Έλληνες καταφέρνουν να κρυφτούν, αλλά οι περισσότεροι συλλαμβάνονται εκ νέου και εκτελούνται. Μόλις 250 επιζούν, οι οποίοι οδηγούνται στη Μαλάτεια και εντάσσονται στα τάγματα εργασίας (ή μάλλον το ορθότερο θα ήταν να αποκαλούνταν τάγματα θανάτου).

Βάσει διαταγής του ανώτερου αξιωματικού του Τουρκικού στρατού Οσμάν Νουρή, οι διασωθέντες υπογράφουν δήλωση σύμφωνα με την οποία πιστοποιείται ότι δέχθηκαν επίθεση όχι από τους τσέτες, αλλά από Έλληνες αντάρτες του Πόντου. Φυσικά, το «οξύμωρο» του περιεχομένου της δήλωσης αυτής είναι προφανές. Πώς θα ήταν δυνατόν οι Έλληνες αντάρτες να επιτίθεντο στους αδελφούς τους, αιχμάλωτους των εχθρών αντί να τους απελευθερώσουν από τους δεσμώτες τους; Οι δηλώσεις αυτές όμως εξυπηρετούσαν το μεταγενέστερο σκοπό των Τούρκων να χρησιμεύσουν ως «αποδείξεις» της μη εμπλοκής τους.

8 Ιουνίου 1921 Σελαμελίκ Πάφρα Πόντος: Άλλοι 500 Έλληνες εκτελούνται διά τυφεκισμού από τους τσέτες του Οσμάν Αγά, οι οποίοι σπέρνουν σε όλους τους Έλληνες της Πάφρας τον τρόμο και τον όλεθρο.

11 Ιουνίου 1921 Σουλού Τερέ Πάφρα Πόντος: 700 Έλληνες κάτοικοι της περιοχής Πάφρας οδηγούνται στο χωριό Σουλού Τερέ. Ως συνήθως, φανερώνοντας και το θρησκευτικό μίσος τους για τον Χριστιανισμό, οι Τούρκοι τσέτες επιλέγουν ως τόπο εκτέλεσής τους την εκκλησία του χωριού, της Θεοτόκου, όπου τους κλείνουν μέσα και τους καίνε ζωντανούς. Μέσα Ιουνίου 1921, Χασίμπεη, Αμάσεια, Πόντος: Στις όχθες του ποταμού Γιασίλ Ιρμάκ καταφτάνουν έφιπποι οι τσέτες του Τοπάλ Οσμάν. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του διασωθέντα Βασιλείου Βασιλειάδη, συλλαμβάνουν τους χωρικούς που καλλιεργούν τα παρακείμενα χωράφια καλαμποκιού και τους σφάζουν στις όχθες του ποταμού.

Παρόμοια η τύχη και των Ελλήνων στα χωριά Φάνταρα, Γκελεμί και Νταζλί. Παρατηρείται μεγάλη συμμετοχή στις σφαγές από τους Τούρκους κάτοικους των γειτονικών χωριών.

3 Ιουλίου 1921 Τσόρουμ Σεϊτάν Ντερεσί (Φαράγγι του διαβόλου) Πόντος: Φάλαγγα 650 Ελλήνων της Σαμψούντας οδηγείται στο σημείο αυτό, όπου και σφαγιάζονται όλοι μαζικά. 13 Αυγούστου 1921, Σαμψούντα, Πόντος: Μία ακόμη θλιβερή φάλαγγα Ελλήνων αμάχων της ιστορικής πόλης του Πόντου, της αρχαίας Αμισού, αποτελούμενη κυρίως από γέρους, γυναικόπαιδα και τους δασκάλους των σχολείων της Σαμψούντας, ξεκινά για ένα ταξίδι δίχως επιστροφή και δίχως προορισμό μέσα από την Ανατολία.

17 Σεπτεμβρίου 1921 Σαμψούντα Εύξεινος Πόντος: Η τελευταία φάλαγγα αιχμαλώτων της Σαμψούντας εγκαταλείπει την πόλη επισφραγίζοντας την εξαφάνιση του Ελληνικού στοιχείου. Αποτελείται από 200 άτομα, οι οποίοι είχαν κρυφτεί για βδομάδες ολόκληρες. Όμως η πείνα ήταν ένας ακόμη αμείλικτος εχθρός, πιο πολύ και από τον Τούρκο. Τους υποχρεώνει να φανερωθούν και να παραδοθούν στους δεσμώτες τους. Η φάλαγγα αυτή κατευθύνεται στην Αμάσεια, όπου και φυλακίζονται όλα τα μέλη της. Το χειμώνα του 1921 – 1922 μεταφέρονται στο Κουρδιστάν, στα βουνά του οποίου οι περισσότεροι αφήνουν την τελευταία τους πνοή, εξαντλημένοι από την πεζοπορία, το ελάχιστο φαγητό και τις αντίξοες καιρικές συνθήκες.

Τέλη Σεπτεμβρίου 1921 Πάφρα Πόντος: Η μακραίωνη παρουσία των Ελλήνων στην περιοχή, της οποίας οι ρίζες φτάνουν στους αρχαίους καιρούς, εξαλείφεται οριστικά με την αναχώρηση της τελευταίας φάλαγγας 2.300 Ελλήνων, κυρίως γυναικόπαιδων. Τον Δεκέμβριο του 1921 θα φτάσουν μόλις 800 απ’ αυτούς στη Μαλάτεια. Ούτε αυτό ήταν αρκετό για τους διώκτες τους, οι οποίοι τους εκτόπισαν στο Κουρδιστάν. Σχεδόν κανείς δεν έμεινε ζωντανός από τις εξοντωτικές πορείες μέσα από τα χιονισμένα βουνά.

Οκτώβριος 1921 Πάφρα Πόντος: Φωτεινή εξαίρεση στην Τουρκική βαρβαρότητα αποτελεί ο γαιοκτήμονας Ζαντέ Χαπίλ -αντίστοιχος του Σίντλερ- που διέσωσε πολλούς Έλληνες της περιοχής μεταφέροντάς τους διά θαλάσσης με μία άκατο στην Κωνσταντινούπολη και από κει στην Ελλάδα. Οι Τούρκοι τον υποπτεύθηκαν και κινήθηκαν να τον συλλάβουν αλλά αυτός διέφυγε με μυθιστορηματικό τρόπο στην Αθήνα, όπου και έμεινε για το υπόλοιπο του βίου του.

7 Νοεμβρίου 1921 Λονδίνο Βουλή Κοινοτήτων Μεγάλη Βρετανία: Επερώτηση του βουλευτή T. P. O’ Connor προς τον υφυπουργό Εξωτερικών Harmsworth: «Ποιες ενέργειες έγιναν για τον απαγχονισμό των 67 Ελλήνων και 3 Αρμενίων από τις Κεμαλικές αρχές, αλλά και για τις βιαιοπραγίες και τις εκτοπίσεις των γυναικοπαίδων; Ποια μέτρα έχει σκοπό να πάρει η κυβέρνηση σε περίπτωση αναχώρησης των Γάλλων στρατιωτών από την Κιλικία, για να προστατέψει τον Ελληνικό και Αρμενικό πληθυσμό σ’ αυτήν την επαρχία, εκτός από τις εναλλακτικές λύσεις της φυγής ή της σφαγής;».

20 Νοεμβρίου 1921 Νέα Υόρκη ΗΠΑ: Συλλαλητήριο υπέρ του δοκιμαζόμενου Ποντιακού λαού διοργανώνεται από μέλη της Αμερικανικής Γερουσίας και ακαδημαϊκούς. Συγκλονιστικές περιγραφές από αυτόπτες μάρτυρες, με τη μαρτυρία της Αμερικανίδας ιατρού Νόστον να ξεχωρίζει σχετικά με την τύχη των μικρών παιδιών. Ψήφισμα προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ Γουόρεν Χάρντινγκ και σε μέλη της Αμερικανικής κυβέρνησης περιγράφει τα δεινά των Ποντίων και καλεί για άμεση παρέμβαση.

22 Νοεμβρίου 1921 Αθήνα Ελλάδα: «Oι Έλληνες συγγραφείς και καλλιτέχναι απηύθυναν προς τους διανοουμένους της Ευρώπης και Aμερικής την κάτωθι διαμαρτυρίαν: Μετά βαθυτάτης συγκινήσεως οι συγγραφείς και καλλιτέχναι της Ελλάδος απευθύνονται προς τους διανοουμένους του πεπολιτισμένου κόσμου όπως γνωστοποιήσουν εις αυτούς την τραγωδίαν χιλιάδων οικογενειών του Ελληνικού Πόντου. Εξηκριβωμένα και αναμφισβήτητα τα γεγονότα είναι τα εξής:

  • Oι Tούρκοι εφόνευσαν όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους της πόλεως Μερζιφούντος, αφού την ελεηλάτησαν και την επυρπόλησαν. Tους προσπαθήσαντας να διασωθούν ετυφέκισαν και εθανάτωσαν καταλαβόντες τας διόδους. 
  • Μετετόπισαν όλον τον άρρενα πληθυσμόν των πόλεων Τριπόλεως, Κερασούντος, Ορδούς, Οινόης, Aμισού και Πάφρας και καθ’ οδόν κατέσφαξαν τους πλείστους εξ αυτών. 
  • Έκλεισαν εντός του ναού του χωρίου Ελεζλή εν Σουλού-Tερέ 535 Έλληνας και τους κατέσφαξαν διασωθέντων μόνον τεσσάρων. Πρώτους έσφαξαν 7 ιερείς διά πελέκεως προ της θύρας του ναού. 
  • Aπηγχόνισαν εν Aμασεία 168 προκρίτους Aμισού και Πάφρας. 
  • Eβίασαν όλας ανεξαιρέτως τας γυναίκας, τας παρθένους και τα παιδία των άνω πόλεων, τας ωραιοτέρας δε παρθένους και νέους έκλεισαν εις τα χαρέμια. Πλείστα βρέφη εφόνευσαν, σφενδονίζοντες αυτά κατά των τοίχων. 

Oι υπογεγραμμένοι θέτουσι τα ανωτέρω υπ’ όψιν των διανοουμένων της Ευρώπης και της Aμερικής θεωρούντες ότι όχι μόνον τα γεγονότα ταύτα αλλά και η ανοχή αυτών αποτελεί πένθος της ανθρωπότητος. Αννινος X., Aυγέρης M., Bλαχογιάννης I., Bώκος Γερ., Γρυπάρης I., Δούζας A., Δροσίνης Γ., Zάχος A., Θεοδωροπούλου Aύρα, Θεοτόκης K., Iακωβίδης Γ., Kαζαντζάκης N., Kαζαντζάκη Γαλ., Kαμπάνης Aρ., Kαμπούρογλους Δ., Kαρολίδης Π., Kόκκινος Δ., Kορομηλάς Γ., Mαλακάσης M., Mαλέας K., Mένανδρος Σ., Nικολούδης Θ., Nιρβάνας Π., Ξενόπουλος Γρ., Παλαμάς K., Παπαντωνίου Z., Παράσχος K., Πασαγιάν- νης K., Πολίτης Φ., Πωπ Γ.

Σικελιανός Αγγ., Σκίπης Σ., Στρατήγης Γ., Tαγκόπουλος Δ., Tσοκόπουλος Γ., Φυλλύρας P., Xατζιδάκις Γ., Xατζόπουλος Δ., Xορν Π., Σβορώνος I. μεθ’ όλης της πικρίας μου διά την κυρίως υπό της Γαλλίας και υπό ουδενός αισθήματος ή συμφέροντος ανθρωπίνου, δικαιολογουμένην εγκατάλειψιν εις σφαγήν των Xριστιανών».

Δεκέμβριος 1921 Μαλάτεια Ανατολία: Άφιξη των υπολειμμάτων πορειών που περιλαμβάνουν Έλληνες της Τραπεζούντας και της Κερασούντας. Υπολογίζεται ότι πάνω από 2.000 άμαχοι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια αυτών των πορειών.

Δεκέμβριος 1921 Εύξεινος Πόντος: Η διοίκηση της Μοίρας Ευδρόμων του Εύξεινου Πόντου (Α’ Στόλος) του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού αποστέλλει επείγουσα αναφορά προς την Ελληνική κυβέρνηση. Βάσει μαρτυριών των διασωθέντων Ελλήνων του Πόντου από τα Ελληνικά πλοία η συντριπτική πλειοψηφία των ανδρών της Σαμψούντας μεταξύ 14 και 45 ετών έχουν βρει τραγικό θάνατο είτε λόγω εκτελέσεων είτε λόγω των αφόρητων συνθηκών που συνεπαγόταν η πορεία τους μέσα από την Ανατολία. Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των διασωθέντων που έχουν καταφύγει στα δάση του Πόντου ή στις αντάρτικες ομάδες δεν ξεπερνούν τους 700 άνδρες. Μαζικές σφαγές σε Καβάκ, Τζιμπίς Χαν, Τζουμπούς και Τζακαλί.

Δεκέμβριος 1921 Ατά Σαμψούντα Πόντος: Κατόπιν καταγγελιών ιερέων της Σαμψούντας και μαρτυριών δύο γυναικών και ενός μικρού παιδιού, ναύτες ενός Αμερικανικού αντιτορπιλικού αποβιβάζονται και κατευθύνονται στο χωριό Ατά. Βρίσκονται ενώπιον μιας αποτρόπαιης κατάστασης: τρεις οικίες σχεδόν ολοσχερώς κατεστραμμένες από την πυρά, όπου εντός των κείτονταν καμένα τα πτώματα 300 και πλέον αμάχων Ελλήνων του χωριού. Πριν από λίγες ώρες είχαν περάσει οι τσέτες του Τοπάλ Οσμάν.

Δεκέμβριος 1921 Σμύρνη Μικρά Ασία: Η γραπτή μαρτυρία του Αμερικανού ταγματάρχη Νταν Γιόουελ, ο οποίος υπηρετεί στη Σμύρνη, δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: «Οι Πόντιοι συνεχίζουν να εκτοπίζονται από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Οι πορείες θανάτου ακολουθούν το δρομολόγιο Σεβάστεια – Χαρπούτ – Ντιγιαρμπακίρ. Πρόκειται για πολιτική εξόντωσης. Υπολογίζονται σε 30.000 όσοι κατάφεραν να φθάσουν στη Σεβάστεια. Μέχρι το Χαρπούτ πέθαναν καθ’ οδόν 8.000. Εκεί πέρασαν τον τελευταίο χειμώνα ζώντας σε άθλιες συνθήκες όσοι άντεξαν, ενώ τουλάχιστον άλλοι 2.000 πέθαναν από τις αρρώστιες και το κρύο.

Τελικά έφθασαν στο Ντιγιαρμπακίρ κάπου 15.000, εκ των οποίων τα ¾ ήταν γυναίκες και παιδιά. Οι Τούρκοι τούς έριχναν στις πορείες όταν είχε χιονοθύελλες, για να πεζοπορούν μέσα σε απροσπέλαστα βουνά, δίχως σκεπάσματα και τρόφιμα. Ένας δικός μας, Αμερικανός, μέτρησε τον Δεκέμβρη του 1921 στην οδό Μαλάτειας – Σεβάστειας 1.500 νεκρούς Έλληνες».

14 Δεκεμβρίου 1921 Παρίσι Γαλλία: Αναφορά πρακτόρων των Γαλλικών Μυστικών Υπηρεσιών από τον Πόντο προς τη Γαλλική κυβέρνηση: «Σ’ όλα τα παράλια του Ευξείνου Πόντου, από το Ζουλκουντάγκ ως την Τραπεζούντα, έγινε εκκαθάριση όλων των ενήλικων αρρένων Ελλήνων. Έχουν απομείνει ακόμα αγόρια κάτω των 17 ετών και μερικοί υπερήλικοι. Τα μικρά αυτά αγόρια εργάζονται στα λιμάνια ως λούστροι ή χαμάληδες. Όλα τα Ελληνικά σχολεία έκλεισαν. Η Ελληνική γλώσσα δεν ακούγεται πουθενά πλέον, ακόμη και μεταξύ τους οι Έλληνες που συνεχίζουν να ζουν εδώ μιλούν από φόβο Τουρκικά.

Στα ελάχιστα Ελληνικά χωριά που ακόμη δεν καταστράφηκαν, επιτρέπεται η είσοδος μόνο κατόπιν ειδικής αδείας εκ μέρους των Τουρκικών αρχών».

Δεκέμβριος 1921 επαρχία Τραπεζούντας Πόντος: Οι τελευταίες εστίες Ελληνικής παρουσίας στην περιοχή της Τραπεζούντας, τα χωριά Λιβερά, Ματσούκα και Γαλίαινα, καταστρέφονται από τον Τουρκικό στρατό παρά τη λυσσώδη αντίσταση των Ελληνικών αντάρτικων ομάδων που δρουν στην περιοχή και υποστηρίζονται από τον τοπικό πληθυσμό.

22 Δεκεμβρίου 1921 Ουάσιγκτον ΗΠΑ: Λεπτομερής και εκτεταμένη εισήγηση του γερουσιαστή Γουίλιαμ Κινγκ σχετικά με τη Γενοκτονία των Ποντίων κατατίθεται στην Αμερικανική Γερουσία. Ο γερουσιαστής συμπεραίνει, βάσει των συγκεντρωθέντων στοιχείων, ότι απώτερος σκοπός της Κεμαλικής στρατηγικής είναι η εξάλειψη των Χριστιανικών και μη Τουρκικών στοιχείων από την κυοφορούμενη Νέα Τουρκία που οραματίζονται ο Κεμάλ και οι οπαδοί του.

30 Δεκεμβρίου 1921 Ελληνική διοίκηση Σμύρνη Μικρά Ασία: Απόρρητη αναφορά από την Ανατολία επιβεβαιώνει τις χειρότερες φήμες για την τύχη των Ελλήνων του Πόντου και της ενδότερης Μικράς Ασίας. Μιλάει για απώλειες χιλιάδων Ελλήνων στα τάγματα εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού).

Η ΕΠΙΣΦΡΑΓΙΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ 

«Σε σύνολο 500 και πλέον Ελληνικών χωριών στον Πόντο, δεν βρήκαμε όχι πέντε χωριά, αλλά ούτε καν πέντε σπίτια». Ρεφέτ Τζανίτεζ, μέλος της Τουρκικής διοίκησης Πόντου, Ιούνιος 1922.

Ιανουάριος 1922 Λονδίνο Βουλή των Κοινοτήτων (House of Commons): Σε ομιλία του προς το Βρετανικό Κοινοβούλιο ο πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ δηλώνει τα ακόλουθα: «Στον Πόντο δεκάδες χιλιάδες Έλληνες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά απελαύνονταν και πέθαιναν. Ήταν καθαρή ηθελημένη εξολόθρευση. «Εξολόθρευση» δεν είναι δικιά μου λέξη. Είναι η λέξη που χρησιμοποιεί η Αμερικανική Αποστολή».

Ιανουάριος 1922 Σμύρνη Μικρά Ασία: Μαρτυρία της Εθελ Τόμπσον, μέλους ενός Αμερικανικού φιλανθρωπικού οργανισμού που δραστηριοποείται σε όλη τη Μικρά Ασία, είναι αποκαλυπτική της Ποντιακής τραγωδίας αλλά και της Τουρκικής θηριωδίας: «Σειρές πεινασμένων Ελληνίδων σέρνονταν στους δρόμους, κουβαλώντας τα σκελετωμένα παιδιά τους στην πλάτη τους. Οι Τούρκοι χωροφύλακες τις έσπρωχναν με τα τουφέκια τους, τις υποχρέωναν να περπατούν ασταμάτητα χωρίς τροφή και νερό, μέχρι να πέσουν νεκρές. Φθάνοντας στο Χαρπούτ βρήκαμε την πόλη γεμάτη από λιμοκτονούντες Έλληνες, πραγματικά ανθρώπινα ερείπια.

Μάθαμε ότι προέρχονταν από τη Σαμψούντα του Πόντου, είχαν περπατήσει για 800 χιλιόμετρα. Μας πληροφόρησαν ότι ο δρόμος από το Χαρπούτ μέχρι το Μπιτλίς ήταν διάσπαρτος με πτώματα Ελλήνων. Χιλιάδες χάθηκαν μέσα στα χιόνια. Θα ήταν πολύ πιο ανθρώπινο να τους αποτελειώσουν με μια σφαίρα, για να μην υποφέρουν».

3 Ιανουαρίου 1922 Μαλάτεια ανατολική Μικρά Ασία: Όπως και στη Γενοκτονία των Αρμενίων, έτσι και στη Γενοκτονία των Ποντίων, η Μαλάτεια αποτελεί προορισμό των καραβανιών του θανάτου, των εκτοπισμένων από τις πόλεις και τα χωριά του Πόντου. Στην πράξη, αποδεικνύεται ότι η Μαλάτεια δεν είναι ο τελικός προορισμός τους αλλά τα στρατόπεδα εξόντωσης στην κεντρική Μικρά Ασία. Οι εναπομείναντες 5.000 ψυχές οδηγούνται σε τμήματα και σταδιακά στα βουνά του Κουρδιστάν, μέσα στο χιόνι, και εξαφανίζονται για πάντα.

8 Μαΐου 1922 Foreign Office Λονδίνο: Τηλεγράφημα του Βρετανού πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Ρούμπολντ προς το Βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών σχετικά με τη Γενοκτονία των Ποντίων: «Οι Τούρκοι εργάζονται επί προδεδιαγραμένου σχεδίου. Έλληνες του Πόντου οδηγούνται πεζοί από την Αμάσεια στην Καισάρεια και από κει ανατολικά προς το Χαρπούτ. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία: θα πεθάνουν στα όρη. Οι Τούρκοι επιχειρούν ολοκληρωτική εξολόθρευση πριν τον διακανονισμό για την ειρήνη στη Μικρά Ασία».

10 Μαΐου 1922 Foreign Office Λονδίνο Μεγάλη Βρετανία: Νέο τηλεγράφημα Ρούμπολντ από την Κωνσταντινούπολη προς το Βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών «Δεν υπερβάλλουμε για τις αγριότητες που διαπράττουν οι Κεμαλικοί. Αν η κοινή γνώμη είχε πληροφόρηση, θα υπήρχε υποστήριξη στο να πάρουμε μέτρα εναντίον των Τούρκων και προς υποστήριξη των Ελλήνων. Η κοινή γνώμη όμως παραμένει απαθής και η Τουρκική προπαγάνδα για δήθεν Ελληνικές ωμότητες περνάει ανεξέλεγκτη».

11 Μαΐου 1922 Foreign Office Λονδίνο Μεγάλη Βρετανία: Τρίτο στη σειρά τηλεγράφημα του Ρούμπολντ από την Κωνσταντινούπολη με αποδέκτη το Βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία: Εξοντώνουν όλους τους Έλληνες. Έχουμε καθαρές αποδείξεις ότι οι Τούρκοι είναι ανάξιοι όσο ποτέ να κυβερνήσουν τους εαυτούς τους και άλλους. Είναι ανίκανοι να συμμορφωθούν με τις βασικές αρχές του πολιτισμού».

Μέσα Μαΐου 1922 Κωνσταντινούπολη / Λονδίνο: Υπομνήματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης προς το Βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών και παράκληση όπως μεσολαβήσει η Βρετανική κυβέρνηση για την προστασία του Ελληνικού στοιχείου του Πόντου. Ανταπάντηση των Βρετανών ότι οι Έλληνες ήταν υπεύθυνοι για την τύχη τους και εξώθησαν τους Τούρκους σε ωμότητες επειδή οι πρώτοι είχαν αποσχιστική δράση – «δεν έπαυαν να επιδιώκουν ανεξαρτησία», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Βρετανικό υπόμνημα.

21 Μαΐου 1922 Άγκυρα Τουρκία: Δήλωση Ισμέτ Ινονού προς την Τουρκική Εθνοσυνέλευση σχετικά με τις πληροφορίες για εθνοκάθαρση των Ελλήνων του Πόντου: «Η σφαγή των γκιαούρηδων αποφασίστηκε διότι αυτοί δολοφόνησαν πολλούς Τούρκους και ατίμασαν χανούμισσες, έκαναν καταστροφές. Τότε έδωσε διαταγή το Κέντρον στον Τοπάλ Οσμάν Αγά να ξεκινήσει η σφαγή».

20 Μαΐου 1922 Αθήνα Ελλάδα: Οι Γαλλικές Μυστικές Υπηρεσίες προωθούν απόρρητη έκθεση πράκτορα των αντίστοιχων Αμερικανικών στην Ελληνική κυβέρνηση σχετικά με την κατάσταση στον Πόντο, σύμφωνα με την οποία επιβεβαιώνεται ότι ο Ελληνικός πληθυσμός της Τραπεζούντας, της Σαμψούντας και της Κερασούντας έχει είτε εξοντωθεί είτε εκτοπιστεί ή εκδιωχθεί από το Τουρκικό έδαφος. Τα Ελληνικά χωριά της Τραπεζούντας βομβαρδίστηκαν σφοδρώς από δυνάμεις του Τουρκικού Πυροβολικού και καταστράφηκαν ολοσχερώς. δεν έχει μείνει «λίθος επί λίθου».

25 Μαΐου 1922 Σαμψούντα Πόντος: Το εύδρομο «Νάξος» του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού βομβαρδίζει την πλήρως ελεγχόμενη από τους Τούρκους πόλη σε αντίποινα για τις βιαιοπραγίες των Τούρκων εις βάρος του Ελληνικού πληθυσμού και προς ανύψωση του ηθικού των Ελλήνων.

15 Ιουνίου 1922 Αθήνα Ελλάδα: Λήψη επείγοντος αιτήματος για παρέμβαση της Ελληνικής κυβέρνησης στην τραγωδία του Ποντιακού Ελληνισμού με αποστολέα τον Δημήτριο Οικονομίδη, καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής στην Κωνσταντινούπολη και Ποντιακής καταγωγής. Το αίτημα προσυπογράφεται και από άλλα εξέχοντα μέλη της Ελληνικής κοινότητας στην Κωνσταντινούπολη. Μεταξύ άλλων η επιστολή τους αναφέρει:

«Οι Νεοτουρκικές οργανώσεις και οι Χριστιανομάχοι χοτζάδες φανάτισαν το Μουσουλμανικό λαό και ενθάρρυναν τις βιαιοπραγίες. Προς κατατρομοκράτηση του Ελληνικού πληθυσμού δολοφονούν, ληστεύουν, εξορίζουν και εξισλαμίζουν. Προς αποδεκατισμό μας επιλέγουν σκόπιμα μέρες κακοκαιρίας και θύελλας, ώστε απροσδόκητα να εκτοπίζουν τον κόσμο. Σωρηδόν πέθαναν στις πορείες γέροντες, ασθενείς και μικρά παιδιά. Σπαρακτικές σκηνές εκτυλίσσονταν όταν αποχώριζαν βίαια παιδιά από τις μητέρες τους. Ελάχιστα άντεχαν τις δοκιμασίες αυτές, σε πορείες των 1.000 και 1.500 χιλιομέτρων. Πολλά τα παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας στο βωμό της τιμής.

Οι γυναίκες της Οινόης ρίχθηκαν με τα βρέφη τους στη θάλασσα, από απόκρημνο σημείο, όταν ήρθε η διαταγή εκτοπισμού τους. Έφθασε σε τέτοιο σημείο η θηριωδία των Τούρκων, που γέμισαν σε μια περίπτωση λέμβους με νήπια και ορφανά, τα οποία έπειτα δολοφόνησαν ως εξής: Μεταξύ Κερασούντας και Πουλαντζάκης, κάτω από τη λοφοσειρά του Αγίου Βασιλείου, έχει απόκρημνους βράχους. Οι Τούρκοι πλησίαζαν εκεί με τις λέμβους και συνέτριβαν τα βρέφη και τα νήπια ένα προς ένα, εκσφενδονίζοντάς τα με μανία στους βράχους. Ύστερα, τα πετούσαν στη θάλασσα».

Όμως είναι πια πολύ αργά. Η γενοκτονία έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί ενώ η Ελληνική κυβέρνηση είναι απορροφημένη από τις δυσμενείς εξελίξεις στο Μικρασιατικό μέτωπο.

21 Αυγούστου 1922 Άγκυρα Τουρκία: Σε μία από τις πλέον θυελλώδεις συνεδριάσεις της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, λίγες αλλά γενναίες φωνές, προερχόμενες από Τούρκους βουλευτές περιφερειών του Πόντου, καταγγέλλουν την απάνθρωπη εξολόθρευση τόσων χιλιάδων ψυχών. Βουλευτής Κίρσεχιρ, Γιαγχιά Γκαλίπ: «Δεν ακούσαμε τίποτα για αντιμετώπιση του προβλήματος του Πόντου με εκτοπίσεις αθώων ανθρώπων. Με πρόφαση τον εκτοπισμό των Ποντίων κατέστρεψαν το βιος και τον πληθυσμό των χωριών. Θέλω όλοι να είναι μάρτυρες ότι εγώ δεν συμφωνώ με τον εκτοπισμό κανενός. Είναι τρομερό αυτό που έγινε. Θα το πληρώνουμε για χρόνια».

Βουλευτής Μερσίνας, Σαλαχαντίν Μπέη: «Μήπως η πραγματική μας επιθυμία είναι να μην απομείνει κανένας μη Μουσουλμάνος, να εξοριστεί και να εξαφανιστεί μέχρι και ο τελευταίος; Σε μια τέτοια περίπτωση πώς θα μπορέσουμε να σταθούμε στον κόσμο; Γιατί θέτουμε μια πολιτική αφανισμού και καταστροφής; Κι ο αφανισμός, όμως, γίνεται με άλλους τρόπους, υπάρχουν διάφοροι τρόποι».

Βουλευτής Σινώπης, Χακί Χαμή Μπέης: «Το πρόσωπό μας θα μείνει κηλιδωμένο αιώνια εξαιτίας των εκτοπίσεων. Εάν οι εκτοπισμοί γίνονται προκειμένου να δολοφονηθούν ανθρώπινες ψυχές, τότε, κύριοι, αυτό είναι άκρως αποτρόπαιο. Μας κηλιδώνει ενώπιον του σύμπαντος, του κόσμου. Τα είδα με τα μάτια μου. Έχουν γίνει αθλιότητες, κύριοι». Όλοι οι παραπάνω βουλευτές παραπέμφθηκαν στη συνέχεια σε Εξεταστική Επιτροπή με την κατηγορία της προδοσίας.

24 Σεπτεμβρίου 1922 Κωνσταντινούπολη: Είσοδος του Γαλλικού πλοίου «Ανατολή» στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Επιβάτες του είναι 800 γυναικόπαιδα που περισυνέλεξε από τα παράλια της Τραπεζούντας. Άλλοι Έλληνες του Πόντου, «τυχεροί μέσα στην ατυχία τους», σώζονται από τη βέβαιη εξόντωση, ταξιδεύοντας μέσα στη νύχτα με ακάτους ως τα παράλια της νότιας Ρωσίας.

14 Οκτωβρίου 1922 Μάντσεστερ Μεγάλη Βρετανία: Δήλωση του Λόιντ Τζορτζ σχετικά με τη Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου: «Οι Τούρκοι εξόντωσαν εν ψυχρώ από το 1914 ως σήμερα 500.000 Έλληνες, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, χωρίς καμία πρόκληση. Ο Τουρκικός στρατός έχει, εκτός από τον ενθουσιασμό της νίκης, αίμα στα χέρια του».

ΕΠΙΛΟΓΟΣ 

Η Γενοκτονία των Ποντίων αποτελεί μια αδιαμφισβήτητη ιστορική πραγματικότητα. Προστίθεται ως ένας ακόμη βαμμένος με αίμα κρίκος στην αλυσίδα των γενοκτονιών που επιτέλεσε το Τουρκικό κράτος στο πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα, μαζί με τις γενοκτονίες των Αρμενίων, των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, των Χριστιανών Αράβων της Τουρκίας, των Χαλδαίων και των Ασσύριων. 353.000 ψυχές χάθηκαν στα χιόνια, στα αφιλόξενα βουνά της Ανατολίας, από τη φωτιά, τον μπαλτά, το μαχαίρι και όσους άλλους τρόπους μπορεί να μηχανευτεί η σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης για να εξοντώσει το συνάνθρωπο.

Δεν ήταν απλά το έργο άτακτων, ληστών και τσετών, αλλά το οργανωμένο σχέδιο του Νεοτουρκικού και Κεμαλικού κράτους που παρείχε κάλυψη σε αυτές τις συμμορίτικες ομάδες. Ο Τουρκικός στρατός υποστήριξε υλικά τους τσέτες και συμμετείχε στις σφαγές. Η Τουρκική δικαιοσύνη παρείχε νομότυπη κάλυψη στην εθνοκάθαρση μέσω των εκτάκτων Στρατοδικείων, κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμενων «δικαστηρίων ανεξαρτησίας». Ο Τουρκικός λαός είτε ανέχτηκε την απάνθρωπη πολιτική των ηγετών του είτε συμμετείχε στο πλιάτσικο και τη σφαγή. Οι Μεγάλες δυνάμεις και η Ρωσία εθελοτυφλούσαν συστηματικά στο συντελούμενο φρικτό έγκλημα για χάρη των γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων τους.

Τα ηγετικά μέλη της Ποντιακής Κοινότητας διέπραξαν μια σειρά από πολιτικά λάθη την περίοδο 1914 – 1922 με αποτέλεσμα να εκθέσουν σε κίνδυνο το λαό τους. Οι Ελληνικές κυβερνήσεις της ίδιας περιόδου είτε κώφευσαν γιατί δεν ήθελαν να αναλάβουν το κόστος της προστασίας του Ποντιακού Ελληνισμού και τις παρακείμενες επιπλοκές της εισροής των προσφύγων είτε αδυνάτησαν να αντιληφθούν το μέγεθος του προβλήματος και τη σημασία που θα είχε για την προσπάθεια στο Μικρασιατικό μέτωπο η ύπαρξη ενός ισχυρού Ποντιακού αντάρτικου κινήματος και κράτους. Σε κάθε περίπτωση, παρέμειναν τραγικά αδρανείς.

Όλοι οι παραπάνω είναι άμεσα ή έμμεσα ένοχοι για τη Γενοκτονία των Ποντίων αλλά και των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Το έγκλημα αυτό δεν έχει σταματήσει. Συντελείται -έμμεσα- ως σήμερα. Η μη αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων από το Τουρκικό κράτος, με την ανοχή ή αδράνεια μεγάλου μέρους της διεθνούς κοινότητας, αποτελεί μια συνεχή και βάναυση προσβολή στα εκατομμύρια των θυμάτων. Η αναγνώριση της γενοκτονίας από τους Τούρκους δεν είναι ένα εθνικιστικό αίτημα για την ικανοποίηση ενός σωβινιστικού εγωισμού.

Είναι ένα αίτημα που έχει τις ρίζες του στην άγραφη, πανάρχαια και ισχυρή αρχή του κοινού περί δικαίου αισθήματος που θα επιτρέψει την ένταξη της Τουρκίας στα πολιτισμένα έθνη, θα καθαρίσει το αμαυρωμένο όνομά της. Πάνω απ’ όλα, όμως, θα δικαιώσει, έστω μετά θάνατον, τα αθώα θύματα της γενοκτονίας και θα ανακουφίσει τον πόνο που έχει μεταφερθεί στη συλλογική μνήμη των μεταγενέστερων γενεών των θυμάτων. Είναι η ελάχιστη πράξη δικαιοσύνης που τους οφείλεται από την Ιστορία.

ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

ΓΕΝΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Το 1908, δημιουργήθηκε ένα επαναστατικό κόμμα με το όνομα Επιτροπή Ενότητας και Προόδου που έγινε ευρέως γνωστό ως Κίνημα των Νεότουρκων. Με σύνθημα τους το «Ελευθερία, Δικαιοσύνη, Ισότητα, Αδελφοσύνη», οι Νεότουρκοι έτυχαν μεγάλης αποδοχής από όλα τα στρώματα της Οθωμανικής κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων και των Χριστιανικών μειονοτήτων. Με τη βοήθεια του στρατού, οι Νεότουρκοι πίεσαν τον Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β’ να δώσει νέο σύνταγμα αντικαθιστώντας εκείνο που ο ίδιος είχε ανακαλέσει. Εκτός από τις θέσεις τους για τα διεθνή θέματα, όπως ήταν η αντιμετώπιση του δυτικού ιμπεριαλισμού και η βελτίωση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας τους.

Το όραμα των Νεότουρκων για την Οθωμανική Αυτοκρατορία στόχευε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων που θα ανέτρεπαν την οικονομική ευρωστία των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων, δηλαδή των Ελλήνων, των Αρμένιων και των Εβραίων, και στη δημιουργία μιας αστικής τάξης που θα απαρτιζόταν από Τούρκους Μουσουλμάνους. Αρχικά, οι Νεότουρκοι εμφανίστηκαν να συμπεριλαμβάνουν όλες τις εθνικές και θρησκευτικές ομάδες στην πρωτοποριακή τους κυβέρνηση για να δημιουργήσουν μια πολυεθνική, πολυπολιτισμική ομοσπονδία. Ακόμα και οι Χριστιανοί εκπροσωπούνταν στο κοινοβούλιο. Μετά από εκατοντάδες χρόνια Οθωμανικής καταπίεσης, οι πιο προοδευτικές δυνάμεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν φέρει ένα κλίμα ευφορίας.

Στον Πόντο έπνευσε αέρας ανανέωσης και οι Πόντιοι ανέκτησαν την αυτοεκτίμηση που είχαν στερηθεί στο παρελθόν. Όμως, αυτή η περίοδος της αγαλλίασης έμελλε να τελειώσει με τον πιο σκληρό τρόπο. Αν και η Ελλάδα είχε ήδη απελευθερωθεί από τους Οθωμανούς στις αρχές του 19ου αιώνα, υπήρχαν πολλές περιοχές όπου οι Έλληνες αποτελούσαν μεν την πλειοψηφία του πληθυσμού, αλλά υπέφεραν από την τυραννία του Οθωμανικού ζυγού. Μέχρι το 1910, οι Έλληνες, οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι είχαν ήδη συνειδητοποιήσει ότι δεν επρόκειτο τελικά να ωφεληθούν από το νέο σύνταγμα. Μαζικές συλλήψεις, στυγερά βασανιστήρια και δολοφονίες Χριστιανών, ξεκινώντας από τους προύχοντες και τους κληρικούς, έλαβαν χώρα σε όλη τη Μακεδονία.

Αυτές οι χωρίς διακρίσεις διώξεις υπήρξαν σημαντικός παράγοντας που οδήγησε τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Ελευθέριο Βενιζέλο να δημιουργήσει συμμαχία με την Βουλγαρία και την Σερβία και να κηρύξει πόλεμο κατά της Τουρκίας. Σε αυτόν τον Πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο του 1912 – 1913, η Ελλάδα ξανακέρδισε εδάφη που ήταν ελληνικά από την αρχαιότητα, όπως την Κρήτη. Στον Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο το 1913, η Ελλάδα επανέκτησε τμήματα της Μακεδονίας από την Βουλγαρία. Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, μια φατρία των Νεότουρκων, με αρχηγό τον Εμβέρ Πασά και τον Ταλάατ Μπέη, κέρδισε τον έλεγχο της κυβέρνησης και με το σύνθημα «η Τουρκία για τους Τούρκους».

Άρχισε, περί το 1914, να δίνει εντολές για την κατάσχεση των Ελληνικών περιουσιών και την ολοκληρωτική σφαγή και εξορία του Ελληνικού πληθυσμού στην Ανατολία – γεωγραφικός όρος που περιλάμβανε όλη την Μικρά Ασία. Όπως συμβαίνει πάντα, οι προύχοντες των πόλεων και των χωριών, οι κληρικοί, οι δάσκαλοι και οι έμποροι ήταν οι πρώτοι που συνελήφθησαν και εξορίστηκαν προς το εσωτερικό της χώρας ή δολοφονήθηκαν. Ο γενικός πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη Τζωρτζ Χόρτον ανέφερε ότι το 1914 αποφασίστηκε γενικός οικονομικός αποκλεισμός των Ελληνικών επιχειρήσεων και προϊόντων στην Ανατολία και αυτό ανάγκασε τους Έλληνες σε χρεοκοπία.

Άτεχνες λιθογραφίες, με κομμένες και κολλημένες απεικονίσεις Ελλήνων να σκοτώνουν και να διαμελίζουν Τουρκάλες γυναίκες και παιδιά, τυπώθηκαν κρυφά από την κυβέρνηση και κατόπιν τοποθετήθηκαν στα τζαμιά και στα σχολεία για να εξεγείρουν τον Τουρκικό πληθυσμό εναντίον των Ελλήνων. Επίσης, διάφορα άρθρα στις εφημερίδες υποδαύλιζαν το μίσος για τους «Έλληνες Άπιστους». Ξέσπασαν εξεγέρσεις κατά των Ελλήνων και απλώθηκαν σε όλη την Μαύρη Θάλασσα και κατά μήκος της δυτικών παραλίων από την Πέργαμο μέχρι την Λυδία.

Ο Τζωρτζ Χόρτον επιβεβαιώνει ότι «μερικές εκατοντάδες χιλιάδες οδηγήθηκαν στην εγκατάλειψη των αγροκτημάτων τους ή μακριά από τα χωριά τους». Μόνο στη Φώκαια, μια παραλιακή πόλη κοντά στη Σμύρνη, και οι 8.000 Έλληνες κάτοικοι σφαγιάστηκαν ή ξυλοκοπήθηκαν και διώχτηκαν από τα σπίτια τους. Οι περιουσίες τους κλάπηκαν. Εκατοντάδες χιλιάδες απελάθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες προς τα νησιά του Αιγαίου. Την ίδια περίοδο, η συμμαχία της Γερμανίας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία γινόταν ολοένα και ισχυρότερη και εκείνη τη χρονιά, το 1914, η Γερμανία κήρυξε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πριν καταληφθεί η περιοχή της Τραπεζούντας στον Πόντο από τους Ρώσους το 1915, ο Τούρκος κυβερνήτης Μεχμέτ Τζεμάλ Αζμί Μπέης παρέδωσε την πόλη στον Μητροπολίτη Χρύσανθο, τον τοπικό Έλληνα προύχοντα, δηλώνοντας: «Από τους Έλληνες πήραμε τη πόλη και σε Έλληνες την επιστρέφουμε». Η Ποντιακή κυριαρχία, όμως, ήταν βραχύβια. Μέχρι το 1917, η Ρωσία, εξασθενημένη από τους πολέμους, αποσύρθηκε. Ο τσάρος παραιτήθηκε και οι μπολσεβίκοι, καθοδηγούμενοι από τον Λένιν, πήραν τον έλεγχο της κυβέρνησης.

Οι μεγάλες απώλειες, η οικονομική κατάρρευση και η πρόταση του Αμερικανού προέδρου Γούντροου Ουίλσον, που έγινε γνωστή ως πρόταση των «δεκατεσσάρων σημείων», ανάγκασαν τη Γερμανία να παραδεχτεί την ήττα της και έτσι, το 1918, έληξε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Όμως, ακόμα και μετά την κήρυξη της εκεχειρίας, οι Πόντιοι συνέχισαν να σφαγιάζονται και οι πορείες Θανάτου δεν σταμάτησαν. Ο Μουσταφά Κεμάλ και οι οπαδοί του συνέχισαν απτόητοι το έργο των Νεότουρκων. Οι Πόντιοι που είχαν καταφύγει στη Ρωσία είχαν οργανωθεί με σκοπό να διεκδικήσουν τη δικαίωση του Ποντιακού Ελληνισμού και εξέδωσαν ψηφίσματα που θα τους επέτρεπαν να επιστρέψουν στις πατρογονικές εστίες τους.

Αλλά το τελευταίο κύμα των κυβερνητικών υποσχέσεων ακολούθησαν νέες σφαγές και απελάσεις, οι οποίες, ως συνήθως, είχαν ως πρώτα θύματα τους μορφωμένους και τους κληρικούς. Και, για μια ακόμη φορά, οι εγγυήσεις για την ασφάλεια των Χριστιανικών μειονοτήτων αποδείχθηκαν άνευ αξίας. Αναγνωρίζοντας ότι μονάχα η πλήρης αυτονομία ή ένα ανεξάρτητο ποντιακό κράτος θα παρείχε την απαραίτητη εγγύηση για να σταματήσουν παρόμοιες σφαγές, Πόντιοι από όλο τον κόσμο, μέχρι και από τις ΗΠΑ, συγκεντρώθηκαν στη Μασσαλία της Γαλλίας και διεξήγαγαν το πρώτο Παμποντιακό Συνέδριο το Φεβρουάριο του 1918. Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης, ένας εύπορος Πόντιος έμπορος από τη Μασσαλία, εξελέγη πρόεδρος.

Στο συνέδριο συντάχθηκε ψήφισμα -παρόμοιο με ψηφίσματα που είχαν εκδώσει άλλες Ποντιακές ομάδες στην Κωσταντινούπολη, τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα- και κατόπιν ζητήθηκε βοήθεια από την Ρωσία. Σε τηλεγράφημα που απευθυνόταν στον Τρότσκι, οι σύνεδροι ζητούσαν την στήριξη του ψηφίσματος που αφορούσε στην ποντιακή ανεξαρτησία και τη συμπαράσταση του για τη δημιουργία ενός αυτόνομου Ελληνοποντιακού κράτους.

ΤΑΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 

Καθώς ο σουλτάνος Αμπτούλ Χαμίτ Β’ κατέγραφε την κληρονομιά που απέμεινε από το απέραντο κράτος του, προέβλεψε ότι θα μπορούσε να έρθει στα χέρια των άπιστων Ελλήνων και Αρμένιων, (γνωρίζοντας την ευφυΐα τους που υπερείχαν πολύ πνευματικά από τους Τούρκους). Έτσι το 1895 ξεκίνησαν οι Χαμιτικές σφαγές κατά των Αρμενίων με αφορμή την άρνησή τους να πληρώσουν την χρονιά εκείνη τον ετήσιο παράνομο φόρο που ζητούσαν οι Κούρδοι φύλαρχοι. Οι Νεότουρκοι το 1908 παίρνουν στα χέρια τους την εξουσία με επανάσταση, με επικεφαλής την τριανδρία του κομιτάτου ”Ένωση και Πρόοδος” Ενβέρ, Ταλαάτ και Τζεμάλ Πασά.

Ο βασικός και κύριός τους στόχος είναι η μετατροπή της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε Μωαμεθανικό εθνικό Τουρκικό κράτος με την εξόντωση και τον εκτουρκισμό όλων των άλλων λαών. Η απόφαση πάρθηκε στο συνέδριό τους στη Θεσσαλονίκη το 1911 και για να πραγματοποιηθούν τα σχέδιά τους αποφασίστηκε η προσφυγή στην ένοπλη βία. Η Τούρκικη βουλή την άνοιξη του 1909 ψηφίζει δύο νομοσχέδια, το εκπαιδευτικό και το στρατολογικό. Με το νόμο αυτό ο έλεγχος της Ελληνικής παιδείας περνούσε αναγκαστικά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο Υπουργείο Παιδείας.

Το νομοσχέδιο για το στρατολογικό προέβλεπε για πρώτη φορά από την άλωση της Κωνσταντινούπολης την υποχρεωτική στρατολόγηση των Χριστιανών. Οι διαμαρτυρίες των Ελλήνων βουλευτών δεν απέφεραν κανένα αποτέλεσμα. Στη Θεσσαλονίκη το 1911 το Νεοτουρκικό κομιτάτο ”Ένωση και Πρόοδος” πραγματοποίησε το συνέδριό του και πάρθηκε η εξής απόφαση:

  • Η Τουρκία πρέπει να γίνει Ισλαμική χώρα.
  • Οι Ισλαμικές αντιλήψεις και η Ισλαμική ισχύ πρέπει να κυριαρχήσουν σε όλη τη χώρα.
  • Κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα πρέπει να καταπνίγεται.

Αργά ή γρήγορα πρέπει να ολοκληρωθεί η πλήρης Ισλαμοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Ασφαλώς είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δε θα μπορούσε να γίνει με την πειθώ αλλά κατά συνέπεια έπρεπε να προσφύγουν στην ένοπλη βία. Το ενδιαφέρον της Γερμανίας για τα οικονομικά της σχέδια στην Τουρκία έβρισκε μοναδικό εμπόδιο για την διείσδυσή της τους Έλληνες και τους Αρμένιους. Γι’αυτό και παρακινούσαν τους Τούρκους με κάθε μέσο να στραφούν εναντίον τους, κηρύσσοντας οικονομικό πόλεμο σε καθετί Ελληνικό. Ο προδιαγεγραμμένος αφανισμός του Μικρασιατικού Ελληνισμού εφαρμόστηκε με στρατηγική από τους Νεότουρκους.

Στις 21 Ιουλίου του 1914 κήρυξαν γενική επιστράτευση όλων των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και από 19 έως 45 χρονών κλήθηκαν όλοι στα όπλα. Όσοι δεν παρουσιάζονταν μέσα σε έντεκα μέρες κρίνονται λιποτάκτες και καταδικάζονταν σε θάνατο. Τη μεγάλη πανωλεθρία που έπαθαν στον πόλεμο με τη Ρωσία, κοντά στο Σαρίκαμις του Καρς, την απέδωσαν στους Χριστιανούς στρατιώτες. Με αυτό το πρόσχημα αφόπλισαν τους Έλληνες στρατιώτες και τους κατέτασσαν σε βοηθητικές υπηρεσίες κυρίως στα τάγματα εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού) να σπάνε πέτρες και να ανοίγουν δρόμους με σκοπό την φυσική τους εξόντωση.

Πολλοί από αυτούς δεν μπόρεσαν να αντέξουν τις θανάσιμες κακουχίες, την εξοντωτική δουλειά και την κακή διατροφή οπότε τους ανάγκαζαν καθημερινά να δραπετεύουν και να λιποτακτούν. Μέσα από τα βουνά, τα δάση και τα μονοπάτια οι περισσότεροι γύριζαν κρυφά στα χωριά τους. Πριν ακόμα φτάσουν στα σπίτια τους τα αποσπάσματα των χωροφυλάκων έφθαναν στα χωριά τους και πίεζαν γονείς και συζύγους να παραδώσουν τους φυγόστρατους. Με την ευκαιρία έκαναν έρευνα, άρπαζαν πράγματα, ατίμαζαν γυναίκες και έκαιγαν σπίτια. Με την αφορμή αυτή το 1917 στην Κερασούντα εκκενώθηκαν και πυρπολήθηκαν 88 Ελληνικά χωριά.

Ο απώτερος στόχος των εργατικών ταγμάτων ήταν ο εξευτελισμός και η εξόντωση του ανδρικού πληθυσμού για να μην υπάρχουν δυνάμεις αντίστασης κατά τη φάση του γενοκτονικού σχεδίου. Το πρόγραμμα αυτό προέβλεπε τη ληστεία και μετά τη θανατική καταδίκη των γυναικόπαιδων και των ηλικιωμένων, με τη μέθοδο των μαζικών εκτοπίσεων στα βάθη της Ανατολίας.

ΕΚΤΟΠΙΣΜΟΙ – ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ 

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν σαν συνέπεια να αυξηθούν οι διωγμοί και στον Πόντο. Τούρκικες εφημερίδες παρακινούσαν τους αναγνώστες τους να αρχίσουν τους διωγμούς και τις σφαγές. Οι δολοφονίες άρχισαν να αυξάνονται, χωρικοί που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους βρίσκονταν καθημερινά δολοφονημένοι. Ορισμένες συμμορίες μάλιστα τις νύχτες λεηλατούσαν πόλεις και χωριά. Η Γερμανία έδωσε στους Νεότουρκους να καταλάβουν πως με την φυσική εξόντωση των γηγενών λαών θα έκαναν την Μ. Ασία δική τους πατρίδα και θα έβρισκαν την ησυχία τους.

Ο Γερμανός αρχιστράτηγος του Τουρκικού στρατού Liman von Sanders δήθεν για στρατιωτικούς λόγους συμβούλεψε στους Τούρκους την απομάκρυνση των Ελλήνων από τα παράλια προς το εσωτερικό για προστασία τους από τον εχθρικό στόλο. Σκοπός των εκτοπισμών ήταν η πυρπόληση χωριών, η λεηλασία και να πετύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των Ελληνικών περιοχών ώστε να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν. Οι χωροφύλακες εμφανίζονταν σε Ελληνικά χωριά συγκέντρωναν τους κατοίκους στην πλατεία και τους διάταζαν να ετοιμαστούν αμέσως για αναχώρηση.

Ο εκτοπισμός γινόταν συνήθως χειμώνα και με δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Στους εκτοπιζόμενους απαγορευόταν να μεταφέρουν τρόφιμα, ρούχα ή στρώματα. Η πομπή ξεκινούσε με άγνωστο προορισμό, στα Ελληνικά σπίτια εισέβαλαν Τούρκοι των γειτονικών περιοχών, καθώς φαίνεται αυτοί δεν διέτρεχαν κανένα κίνδυνο από το στόλο. Οι σταθμεύσεις γίνονταν στην ύπαιθρο και σε ακατοίκητες περιοχές, ώστε να αποκλείεται ο ανεφοδιασμός, ενώ απαγορεύονταν η περίθαλψη των αρρώστων και η ταφή των νεκρών. Επιβάλλονταν η απολύμανση όλων σε θερμά λουτρά Τουρκικού τύπου (χαμάμ) και περιμένοντας αμέσως μετά στην παγωμένη ύπαιθρο για καταμέτρηση και ιατρική εξέταση.

Μετά το λουτρό (ήταν εισήγηση των Γερμανών) η πορεία συνεχίζονταν με πλήρη ασιτία. Ο λευκός θάνατος αποδεκάτιζε τους εξόριστους, μυστικά διατάγματα και διαταγές έθεταν εκτός νόμου και ζωής τους Χριστιανούς Έλληνες. Οι μετατοπίσεις των πληθυσμών, οι λεηλασίες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί και οι δολοφονίες είχαν ως κύριο στόχο την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των Ελληνικών περιοχών για να επιτευχθεί ευκολότερα ο εκτουρκισμός εκείνων που θ’ απέμεναν.

Η τρομερή αυτή επινόηση ικανοποιούσε πλήρες το φανατισμό και την κτηνωδία του Εμβέρ, την πιο ψυχρή, μα κυνική φαντασία του Ταλαάτ, καθώς μπορούσαν να ισχυριστούν πως τις εκτοπίσεις τις απαιτούσαν οι στρατιωτικές ανάγκες και πως τα χέρια τους δεν είχαν λερωθεί με αίμα, γιατί οι Χριστιανοί πέθαιναν μόνοι τους στο δρόμο. Στις 19 Μαΐου 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στην Αμισό (Σαμψούντα) ως απεσταλμένος της Οθωμανικής κυβέρνησης για να αναλάβει να αποκαταστήσει την τάξη στην περιοχή του Πόντου.Αρχίζει ένα εγκληματικό έργο αντίθετο με την αποστολή του κηρύσσοντας το μίσος εναντίον των Ελλήνων.

Μέλος της Κεμαλικής οργάνωσης ήταν και ο Τοπάλ Οσμάν γνωστός στην ιστορία ως ο μεγαλύτερος δήμιος του Ποντιακού Ελληνισμού. Ο ίδιος ο Κεμάλ τον διόρισε αντιπρόσωπο του στην παραλιακή ζώνη του Πόντου με απεριόριστο δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους Πόντιους. Στις πόλεις του Πόντου στήνονται τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας που καταδίκαζαν και εκτελούσαν την ηγεσία του Ποντιακού Ελληνισμού. Περισσότεροι από 350 000 Πόντιοι βρήκαν μαρτυρικό θάνατο από τους Νεότουρκους και Κεμαλικούς. Οι εξορίες, οι αγχόνες, οι σφαγές και οι εμπρησμοί, δημιούργησαν, ιδιαίτερα στον δυτικό Πόντο, κατά τα έτη 1916 – 1923, στρατιά περιπλανώμενων ορφανών.

Πολλά απ’ αυτά κατέληξαν σε σπίτια Τούρκων πολιτών και εκτουρκίστηκαν. Πολιτικά συμφέροντα και σκοπιμότητες έριξαν σε λήθαργο μετά τον ξεριζωμό την υπόθεση της γενοκτονίας των Ποντίων. Οποιαδήποτε αναφορά στο Ποντιακό ζήτημα αποφεύχθηκε από το Ελλαδικό κράτος για χάρη της Ελληνοτουρκικής φιλίας και του Νατοϊκού δόγματος της διατήρησης της Τουρκικής ακεραιότητας.

ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ 

Η αιτία του Ποντιακού αντάρτικου βρίσκεται στην υποχρεωτική στράτευση των Ποντίων στον Τουρκικό στρατό. Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί ανάγκασαν τους Πόντιους να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο για την προστασία του άμαχου πληθυσμού. Η προσβολή της οικογενειακής τιμής από τα καταδιωκτικά αποσπάσματα ανάγκαζαν πολλούς από τους φυγόδικους που κρυβόταν στα σπίτια τους να πάρουν τα βουνά και οι πιο θαρραλέοι από αυτούς σχημάτιζαν ομάδες. Πολλές απ’ αυτές ενωμένες αποτελούσαν ολόκληρα τμήματα και, αφού εξασφάλιζαν ολίγα όπλα επιθετικά και αμυντικά, άρχισαν την δράση τους.

Το αντάρτικο κίνημα με αποκλειστικό κίνητρο τη σωτηρία τους, αποτέλεσε για τους Νεότουρκους και του Κεμαλικού καθεστώτος μια πρώτης τάξεως δικαιολογία για να πετύχουν αφ’ ενός τον πολιτικό τους στόχο που ήταν η εθνοκάθαρση, και αφ’ ετέρου τον οικονομικό, που ήταν η καταλήστευση των Ελληνικών περιουσιών. Το ποντιακό αντάρτικο που είχε το χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης έδρασε κυρίως στο δυτικό Πόντο ενώ στον ανατολικό είναι γνωστό το περίφημο αντάρτικο της Σάντας. Το αντάρτικο διακρίθηκε σε δυο φάσεις η πρώτη από το 1916 έως την ανακωχή του Μούδρου Οκτώβριος 1918 με την ήττα της Τουρκίας στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο.

Η δεύτερη φάση του αντάρτικου ξεκινά με την εμφάνιση του Μουσταφά Κεμάλ στην Σαμψούντα 19 Μαΐου 1919 και συμπίπτει με την δεύτερη και σκληρότερη φάση της γενοκτονίας που τελειώνει το 1923 με τον ξεριζωμό. Στην αρχή δημιουργήθηκαν άταχτες ένοπλες ομάδες που μετασχηματίστηκαν σε αντάρτικα σώματα και έδρασαν κυρίως στο δυτικό Πόντο στα βουνά της Πάφρας, της Αμισού, της Αμάσειας, της Τοκάτης κ.α. και ανατολικά στη Σάντα έδρασε ο καπετάνιος Ευκλείδης Κουρτίδης. Τα αντάρτικα σώματα χρησιμοποιήθηκαν από τους Ρώσους για στρατιωτικούς σκοπούς ως αντιπερισπασμό στα μετόπισθεν των Τούρκων. Από το 1916 έως το 1917 εφοδιάζονταν από τους Ρώσους με όπλα και άλλα πολεμοφόδια.

Επίσης καλές σχέσεις διατηρούσαν οι αντάρτες με τους Κιρκάσιους οι οποίοι τους προμήθευαν τρόφιμα και πυρομαχικά καθώς και με πολύτιμες πληροφορίες. Τα πράγματα χειροτέρεψαν για τους αντάρτες μετά τον Οκτώβριο του 1917 που ξέσπασε η επανάσταση των Μπολσεβίκων στην Ρωσία και σταμάτησε ο ανεφοδιασμός τους. Ο Ποντιακής καταγωγής έφεδρος υπολοχαγός μηχανικού του Ελληνικού στρατού Χρυσόστομος Καραΐσκος φτάνει στην Αμισό αρχές Φεβρουαρίου 1920 με σκοπό να οργανώσει στην ύπαιθρο τις αντάρτικες ομάδες. Σε συνεργασία με τον οπλαρχηγό Στύλο Κοσμίδη περιοδεύουν όλη την ορεινή περιοχή του δυτικού Πόντου. Δημιούργησε ταμεία σε κάθε χωριό για την αγορά όπλων.

Οργάνωσε υπηρεσίες μεταφοράς πολεμοφοδίων και ρούχων και αναγνωρίστηκε ως στρατιωτικός, δικαστικός και πολιτικός αρχηγός. Ο Καραΐσκος κατέγραψε τις συνθήκες διαβίωσης των ανταρτών και τις ανάγκες τους σε πολεμικό εξοπλισμό. Με αλλεπάλληλες εκθέσεις αλλά και μηνύματα προσπαθούσε να πείσει την Ελληνική κυβέρνηση να εφοδιάσουν τους αντάρτες με όπλα και πολεμοφόδια ως την μοναδική λύση του Ποντιακού προβλήματος. Ο αρχιτσέτης Τοπάλ Οσμάν ποτέ δεν τόλμησε να συγκρουστεί με τους Πόντιους αντάρτες. Πάντα απέφευγε τα μέρη όπου υπήρχαν αντάρτικα σώματα.

Τον Οκτώβριο του 1922 ο στρατηγός Λίβα Πασάς του Τούρκικου στρατού από το Μικρασιατικό μέτωπο με 40 000 στρατιώτες καταφθάνει στον Πόντο όπου καίει και ρημάζει τα πάντα. Στις 18 Οκτωβρίου δίνει αμνηστία και καλεί τους αντάρτες να παραδώσουν τα όπλα τους. Οι άοπλοι αντάρτες και τα γυναικόπαιδα επιβιβάζονται σε πλοία και φεύγουν για την Ελλάδα με την ανταλλαγή του πληθυσμού. Τον Φεβρουάριο του 1924 έφυγαν έπειτα από πολλές περιπέτειες και οι οπλαρχηγοί της Σάντας και έτσι πήρε τέλος το έπος της ένοπλης αντίστασης των Ποντίων. Οι αντάρτες στον Πόντο είχαν μαζί τους στα βουνά τα γυναικόπαιδα και τους ανήμπορους ηλικιωμένους, για να τους σώσουν από τις επιθέσεις των τσέτηδων και του τακτικού στρατού.

Τη δύναμη των ανταρτών αναγνώριζε μονάχα η Κεμαλική κυβέρνηση, γιατί ο Κεμάλ γνώρισε άμεσα τις μεγάλες δυνατότητες της. Η Τουρκική Εθνοσυνέλευση ασχολήθηκε αρχικά περισσότερο με τον Πόντο από ότι με την Ιωνία.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΠΟΝΤΟΣ 

Ο αγώνας των Ελλήνων του Πόντου στο διάστημα 1917 – 1922 για την δημιουργία Ποντιακού κράτους είναι το σημαντικότερο κεφάλαιο της νεότερης ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Με προηγούμενο ιστορικό για την ανεξαρτησία του Πόντου είναι τα δυο μακρόχρονα βασίλεια, το Βασίλειο του Πόντου με την δυναστεία των Μιθριδατών και την Μεσαιωνική Αυτοκρατορία Τραπεζούντας με την δυναστεία των Κομνηνών. Καθώς και η περίοδος τοπικής αυτονομίας κατά τον 11ο και 12ο αιώνα με τους δούκες των Γαβράδων. Τον Φεβρουάριο του 1916 η Τσαρική Ρωσία επιτίθεται στην Τουρκία με δυο σώματα στρατού.

Το ένα εισχωρεί στην Τουρκία από το Βατούμ και παραλιακά, προχωρεί και καθηλώνεται στον ποταμό Χαρσίτ, λίγο έξω από την πόλη Τρίπολη. Το άλλο σώμα προχωρεί από το Καρς προς Ερζερούμ και Αργυρούπολη, κυκλωτικά. Στις μάχες αντίστασης του Σαρίκαμις, η Τουρκία έχασε 90.000 στρατιώτες, οι περισσότεροι από κρυοπαγήματα. Στις 18 Απριλίου 1916 καταλαμβάνεται η Τραπεζούντα. Κατά την αποχώρηση των Τούρκων από την πόλη ο Βάλης είπε χαρακτηριστικά στον μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθο, που τον άφηνε επικεφαλή της διοίκησης:

Στην συνέχεια δημιουργείτε η πρώτη προσωρινή κυβέρνηση και κυβερνήτης διορίστηκε ο Κωνσταντίνος Θεοφύλακτος ο οποίος αναγνωρίστηκε από τους Ρώσους και από τις δυνάμεις της Αντάντ. Η κυβέρνηση διατηρήθηκε δύο χρόνια και σε αυτήν απευθύνονταν για ζητήματα που αφορούσαν το Βιλαέτι της Τραπεζούντας. Η επικράτηση των Μπολσεβίκων τον Οκτώβριο του 1917 στην Ρωσία είχε ως αποτέλεσμα την επίσημη Ρωσική παραίτηση από τα δικαιώματα πάνω στις βορειοανατολικές επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό σήμαινε και το τέλος της αυτονομίας των Ελλήνων του Πόντου και τον Φεβρουάριο του 1918 οι τουρκικές δυνάμεις κατέλαβαν επίσημα την Τραπεζούντα.

Από εδώ και στο εξής αρχίζει ένας διπλωματικός αγώνας με διάφορα σενάρια για την δημιουργία Έλληνοποντιακού κράτους. Το πρώτο Πανποντιακό συνέδριο στις 4 Φεβρουάριου 1918 στην Μασσαλία της Γαλλίας έστειλε τηλεγράφημα στον Λεονίντ Τρότσκι, επίτροπο εξωτερικών της Σοβιετικής Ρωσίας,εκφράζοντας την αντίρρηση του για την επιστροφή του ανατολικού Πόντου στην Τουρκία. Ζήτησε μάλιστα υποστήριξη στην προσπάθεια δημιουργίας Ποντιακού κράτους. Τον Ιούλιο 1919 γίνεται η πρώτη συγκέντρωση του διαρκούς γενικού συμβουλίου των Ποντίων στο κατεχόμενο από τους Βρετανούς Βατούμ όπου ανακήρυξαν την ανεξαρτησία της πατρίδας τους.

Το συνέδριο εκλέγει το εθνικό συμβούλιο που μετά από ένα χρόνο μετονομάστηκε σε εθνοσυνέλευση των Ελλήνων του Πόντου δηλ. ήταν μια κυβέρνηση σε εξορία. Στελέχη του Ποντιακού κινήματος στην Ευρώπη και την Αμερική αγωνίζονται να εξασφαλίσουν την υποστήριξη ηγετικών προσωπικοτήτων και ζητούν τον τερματισμό της Τούρκικης κυριαρχίας στον Πόντο. Με το τερματισμό του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου η Ελλάδα βρίσκεται στο πλευρό των νικητριών δυνάμεων της Αντάντ. Από την ηττημένη Τουρκία προσπαθεί η Ελλάδα να διεκδικήσει τα δίκαια αιτήματά της στο συνέδριο ειρήνης το Δεκέμβριο του 1918 με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο.

Για τον Πόντο ο Βενιζέλος τάχθηκε με το σχέδιο του Αμερικάνου προέδρου Ουίλσον που υποστήριξε την δημιουργία ενός Άρμενοποντιακού κράτους. Από τις ραδιουργίες των δυνάμεων της Αντάντ ο Πόντος παρέμεινε στην Τουρκία. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο μεγάλο αυτό θέμα άλλαξε αρκετές φορές στάση και στο τέλος υποστήριξε την δημιουργία ανεξάρτητου Ποντιακού κράτους. Με την ήττα του Ελληνικού στρατού από τους Τούρκους τον Αύγουστο του 1922 της Μικρασιατικής καταστροφής γράφεται ο επίλογος του Ποντιακού ζητήματος και σφραγίζεται με την ανταλλαγή των πληθυσμών της συνθήκης της Λοζάννης.

ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

Ήρθε η μέρα, ήρθ` ώρα

που προσμέναμε με χρόνια

στα δεσμά, στην καταφρόνια

και στην Τούρκικη σκλαβιά.


Εις του Πόντου τ` ακροβούνια

καριοφίλια μαυρισμένα

φέρουν το Εικοσιένα

ψάλουν την Ελευθεριά.


Της Ανάστασης σημαίνει

η καμπάνα η μεγάλη

ο καθένας μας ας βάλει

την λαμπρότερη στολή.


Και μπροστά εις την εικόνα

της Πατρίδας την Αγία

ας προσφέρει για θυσία

νιάτα, πλούτη και ζωή.


Εις του Πόντου μας το χώμα

άνοιξε σε κάθε βήμα

των μαρτύρων ένα μνήμα

του τυράννου η μαχαιριά.


Μας καλούν εκδικητάδες

ζωντανοί και πεθαμένοι.

Η πατρίδα ερημωμένη

μας καλεί, εμπρός παιδία!

ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΕΡΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ 

Η συνθήκη της Λοζάννης κατέληξε με μεγάλη επιτυχία για την Κεμαλική Τουρκία, η οποία αναγνωριζόταν τώρα διεθνώς ως αυτοδιάθετο και ανεξάρτητο κράτος. Η συνθήκη χαρακτηρίστηκε από το Lloyd George ως ”νίκη των βαρβάρων κατά της δύσης”. Η μοίρα του Ελληνικού πληθυσμού στη Μικρά Ασία αποφασίστηκε με μια συμφωνία που έκλεισε στις 30 Ιανουαρίου 1923 η οποία προέβλεπε την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών και την εναλλαγή των περιουσιών επισφραγίζοντας τη Μικρασιατική καταστροφή των Ελλήνων. Από τον Πόντο ήδη αρχές του 1919 κύματα προσφύγων είχαν αρχίσει να καταφεύγουν στην Ελλάδα και στην Ρωσία.

Ολόκληρος πολιτισμός χιλιάδων χρόνων ερημώθηκε και κόσμος πολύς χάθηκε και ταλαιπωρήθηκε. Η προσφυγιά του Δυτικού Πόντου ήταν βαμμένη στο αίμα από το έγκλημα. Ο Ανατολικός Πόντος μπήκε στον δρόμο της προσφυγιάς κάτω από πιο ανθρώπινες συνθήκες, και με ασφάλεια ζωής και κινητής περιούσιας μπήκαν στα καράβια του ξεριζωμού. Μακροχρόνια ταλαιπωρήθηκαν το Καρς και τα Ελληνικά χωριά του Καυκάσου. Όλος ο άλλος Πόντος απέχει από τα παράλια 100 με 150 χιλιόμετρα. Στον Καύκασο η απόσταση από τα παράλια είναι πάνω από 400 χλμ. και το χειρότερο έπρεπε να περάσουν μέσα από την χώρα των Λαζών, μια τέτοια διάβαση ισοδυναμούσε με θάνατο.

Γι’ αυτό ολόκληρα χωριά με τις βοϊδάμαξες πήραν τους δρόμους πάνω από τα βουνά με υψόμετρο μέχρι τρεις χιλιάδες μέτρα και από χώρους ακατοίκητους για να φτάσουν στην Γεωργία και την Αρμενία. Περπατούσαν πάνω από τρεις μήνες αφήνοντας πίσω τους νεκρούς, δηλαδή όσους δεν άντεχαν λόγω ηλικίας και υγείας. Καράβια φόρτωναν ανθρώπους, οικοσκευές και ζώα από λιμάνια του Πόντου και από το Βατούμ και Πότι τους άδειαζαν στην καραντίνα, την παραλία του Καραμπουρνού Υποχρεωτικά έπρεπε να μείνουν όλοι σαράντα ημέρες για ν’ απολυμανθούν και όσοι επιζήσουν να προωθηθούν στις παράγκες της Καλαμαριάς και από εκεί να καταλήξουν σε αγροτικές περιοχές της Μακεδονίας.

Οι ντόπιοι Έλληνες, αλλά ακόμη και οι συμπρόσφυγές τους, της Μικράς Ασίας, υποδέχθηκαν τους Πόντιους με ειρωνεία και διαχωριστικές διαθέσεις. Τους ονόμαζαν Λαζούς και Αούτους και τους απέφευγαν, όσο και όπου μπορούσαν. Αυτά συνέβαιναν στα χωριά και τις πόλεις μεταξύ των Ποντίων και των άλλων Ελλήνων που σήμερα αναφέρονται σαν ανέκδοτα. Η συνθήκη υπογράφτηκε στην Λοζάννη στις 30 Ιανουαρίου 1923. Η κυβέρνηση της μεγάλης Εθνοσυνέλευσης της Τουρκίας και η Ελληνική Κυβέρνηση συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1ο

Από την 1η Μαΐου 1923 θέλει να ισχύσει υποχρεωτική ανταλλαγή των Τούρκων υπηκόων Ελληνικού Ορθόδοξου θρησκεύματος, εγκατεστημένων επί των Τουρκικών εδαφών, και των Ελλήνων υπηκόων, Μουσουλμανικού θρησκεύματος, εγκατεστημένων επί των Ελληνικών εδαφών.

Άρθρο 2ο

Δεν θα περιληφθούν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπόμενη ανταλλαγή

α) Οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης.

β) Οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης.

Σύνολο Άρθρων 19

Η σύμβαση έγινε σε τρία αντίτυπα ένα παρέλαβε η Ελληνική κυβέρνηση, ένα άλλο η κυβέρνηση της μεγάλης εθνοσυνέλευσης της Τουρκίας και το τρίτο κατατάχθηκε στα αρχεία της Κυβέρνησης της Γαλλικής δημοκρατίας και από αυτήν μπορούν να πάρουν επίσημα αντίγραφα οι υπόλοιπες δυνάμεις.

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ 

Abdul Hamit ΙΙ – Αμπτούλ Χαμίτ Β’

Σουλτάνος 31 Αυγούστου 1876 έως 27 Απριλίου 1909. Ο 34ος Οθωμανός σουλτάνος, ανήλθε στο θρόνο με παλατιανό πραξικόπημα. Εγκαινίασε ένα καθεστώς στυγνής απολυταρχίας. Το παλάτι ήταν η μοναδική πηγή εξουσίας και ένα περίτεχνο δίκτυο πρακτόρων του είχε απλωθεί σε όλη την Αυτοκρατορία, καταγράφοντας και την παραμικρή δραστηριότητα των πολιτών. Κέρδισε κάποια δόξα με τον νικηφόρο πόλεμο του 1897 κατά της Ελλάδας. Μετά τις σφαγές που εξαπέλυσε κατά των Αρμενίων στα 1894 – 1896 (με 300.000 θύματα) οι Ευρωπαίοι τον ονόμασαν Ερυθρό Σουλτάνο. Ανετράπη από τους Νεότουρκους τον Απρίλιο 1909, και πέθανε το 1918 στην Κωνσταντινούπολη.

Talaat Pasha – Ταλαάτ Πασά

Μέλος της περίφημης Νεοτουρκικής τριανδρίας με τους Εμβέρ και Τζεμάλ. Γεννήθηκε το 1874 από φτωχούς γονείς και είχε στοιχειώδη μόνο μόρφωση. Προσελήφθη στην υπηρεσία ταχυδρομείων και τηλεγράφων ως κατώτερος υπάλληλος. Το 1911, όταν το Κομιτάτο πήρε την εξουσία στα χέρια του, έγινε υπουργός εσωτερικών στην κυβέρνηση του Χακή Πάσα, στην οποία διέθετε μεγάλη επιρροή. Όταν οι Νεότουρκοι σχημάτισαν και πάλι δική τους κυβέρνηση, το 1913 κατέλαβε το υπουργείο ταχυδρομείων και τηλεγράφων και κατόπιν εκείνο των Εσωτερικών.

Πρωτοστάτησε στους διωγμούς των Ελλήνων της Θράκης και υπήρξε ο κύριος υποκινητής και οργανωτής των σφαγών των Ελλήνων και Αρμενίων στο διάστημα του πολέμου. Στις 15 Μαρτίου 1921 ο Αρμένιος Σογομόν Τεχλιριάν εκτέλεσε τον Ταλαάτ στο Βερολίνο.

Enver Pasha – Εμβέρ Πασά

Τούρκος στρατιωτικός, μέλος του Νεοτουρκικού Κομιτάτου ”Ένωση και Πρόοδος”. Γεννήθηκε το 1881 από άσημους γονείς. Σπούδασε στην Στρατιωτική Σχολή της Κωνσταντινούπολης και κατατάχτηκε στον Τουρκικό στρατό με το βαθμό του λοχαγού. Υπήρξε από τους πρωτεργάτες του Νεοτουρκικού κινήματος του 1908 κερδίζοντας τη φήμη εθνικού ήρωα. Αργότερα διορίστηκε στρατιωτικός ακόλουθος στο Βερολίνο, όπου έμαθε Γερμανικά και έγινε φανατικός Γερμανόφιλος και θαυμαστής του Πρωσικού μιλιταρισμού. Το 1913 συμμετείχε στο πραξικόπημα των Νεότουρκων και λέγεται ότι δολοφόνησε με τα ίδια του τα χέρια τον υπουργό Στρατιωτικών Ναζίμ.

Υπουργός Στρατιωτικών ο ίδιος από τον Ιανουάριο του 1914, οργάνωσε μια υπερφίαλη εκστρατεία κατά των Ρώσων στον Καύκασο, η οποία κατέληξε στην πανωλεθρία του Σαρικαμίς, στα τέλη του 1914. Την ευθύνη για την πανωλεθρία που έπαθε την χρέωσε στους Χριστιανούς στρατεύσιμους, οι οποίοι μετέπειτα στρατολογήθηκαν στα τάγματα εργασίας. Τα τάγματα εργασίας (Αμελέ Ταπουρού) ήταν στην πραγματικότητα τάγματα εξόντωσης των στρατευμένων Χριστιανών.

Djemal Ahmed Pasha – Τζεμάλ Αχμέτ Πασά

Τούρκος στρατιωτικός και πολιτικός. Γεννήθηκε το 1861, διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στο νεοτουρκικό κίνημα του 1908. Στον Α’ Βαλκανικό πόλεμο ήταν διοικητής μεραρχίας και το 1913, μετά την εκ νέου επικράτηση των Νεότουρκων, διορίστηκε αρχηγός του Α’ σώματος στρατού με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Από την θέση αυτή και με δικτατορικές εξουσίες διηύθυνε διωγμούς και εκτέλεσης κατά των αντιπάλων του. Στην συνέχεια έγινε υπουργός Δημοσίων Έργων και κατόπιν Ναυτικών. Εκτελέστηκε το καλοκαίρι του 1922 από Αρμένιο.

Marschall Otto Liman von Sanders – Όττο Καρλ Λίμαν φον Σάντερς

Oberbefehlshaber der 5.Osmanischen Armee, Königlich-Preußischer General der Kavallerie. Γερμανός στρατιωτικός (1855 – 1929) Το 1913 ανέλαβε την αναδιοργάνωση του Τουρκικού στρατού μετά τις ήττες του στους Βαλκανικούς πολέμους. Ο Γερμανός αρχιστράτηγος Λίμαν φον Σάντερς εισηγήθηκε στους Τούρκους,την απομάκρυνση των Ελλήνων από τα παράλια, δήθεν για στρατιωτικούς λόγους, κατηγορώντας τους σαν πράκτορες της Αντάντ. Η Γερμανία του Κάιζερ είναι ο ηθικώς αυτουργός των εγκλημάτων κατά των εν Τουρκία Χριστιανών και προ πάντων των Ελλήνων. Η αποθράσυνση των Τούρκων κατά μεγάλο μέρος οφείλεται στους Γερμανούς κατά την διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου.

Mustafa Kemal – Μουσταφά Κεμάλ

Το όνομα Μουσταφά Κεμάλ δεν είναι πολύ γνωστό στο Δυτικό Ημισφαίριο. Ωστόσο, στην Τουρκία, του δόθηκε ο τίτλος “Ατατούρκ”, που σημαίνει ο Πατέρας των Τούρκων, και θεωρείται το σύμβολο της σύγχρονης Τουρκίας. Ο Κεμάλ είναι περισσότερο γνωστός για τις μεταρρυθμίσεις που έκανε στην Τουρκία στις αρχές του 20ου αιώνα. Σε Τουρκικά σχολικά βιβλία περιγράφεται σαν άγιος και σαν παράδειγμα προς μίμηση από όλους. Οι σαρωτικές μεταρρυθμίσεις του Κεμάλ στη γλώσσα και στα δικαιώματα των γυναικών του έδωσαν μια θέση στην Τουρκική ιστορία. Ήταν Τούρκος στρατιωτικός πολιτικός και αναμορφωτής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1881.

Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Μουσταφά Κεμάλ ανέλαβε τη διοίκηση της 19ης Μεραρχίας στο Τσανάκ Καλέ. Κατανίκησε δύο φορές τους Βρετανούς στην Καλλίπολη κι ο Τουρκικός τύπος τον ονόμασε «Σωτήρα της Ισταμπούλ». Προήχθη ακόμη σε συνταγματάρχη. Το 1916, οπότε υπηρετούσε στο ανατολικό μέτωπο, ανέκοψε την προέλαση του Ρωσικού στρατού προς Νότο και η κυβέρνηση τον προήγαγε σε ταξίαρχο. Στις 19 Μαΐου του 1919, ο Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα ξεκινώντας τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας, περιφρονώντας την κυβέρνηση του Σουλτάνου. Από εδώ αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής γενοκτονίας.

Στις 23 Απριλίου 1920, η Τουρκία διόριζε έναν άνδρα (Κεμάλ) που θα ξεκινούσε μια εθνική εκκαθάριση στην Τουρκία και θα απομάκρυνε όλα τα ίχνη Ελλάδας και Χριστιανισμού από το έδαφος που ήταν Ελληνικό για περισσότερα από 3.000 χρόνια. Το σχέδιο ήταν να εκτελεστεί μέχρι και ο τελευταίος Χριστιανός και να υποφέρουν όσοι προσπαθούσαν να φύγουν. Το σχέδιο στήθηκε και εκτελέστηκε από τον Κεμάλ και τον κατώτερο του Ενβέρ Πασά. Ο Τουρκικός λαός τους υποστήριζε σε όλη τη διάρκεια. Δεν χρειάστηκε να πειστούν για να σκοτώσουν τους Πόντιους και τους Αρμένιους γιατί ένιωθαν ανώτεροι και τους μισούσαν.

Η Κεμαλική προπαγάνδα, για να δικαιολογεί τις συνεχιζόμενες σφαγές εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων διέδιδε συνεχώς ότι οι Έλληνες του Πόντου επαναστάτησαν εναντίον της Αυτοκρατορίας. Με Γκεμπελική μεθοδολογία φανάτισαν τους Μουσουλμανικούς πληθυσμούς για τον κίνδυνο που διέτρεχε το Ισλάμ, αλλά και η Αυτοκρατορία από τους άπιστους Χριστιανούς, διαστρεβλώνοντας τα βαθύτερα αίτια της δημιουργίας των αντάρτικων σωμάτων αντίστασης και σωτηρίας των άμαχων πληθυσμών. Ο Μουσταφά Κεμάλ διόρισε τον Τοπάλ Οσμάν γενικό αντιπρόσωπό του στην παραλιακή ζώνη του Πόντου, με απεριόριστο δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους πόντιους.

Επιπλέον ο Οσμάν Αγάς από τις λεηλασίες έστελνε στην Άγκυρα ολόκληρα φορτία νομίσματα και χρυσαφικά που άρπαζαν από τους πλούσιους Πόντιους των πόλεων και των χωρίων. Με εντολή του Κεμάλ στήνονται στις πόλεις του Πόντου τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια της ανεξαρτησίας, που καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του Ποντιακού Ελληνισμού. Ο Μουσταφά Κεμάλ από την αποβίβασή του στην Σαμψούντα έως και την Μικρασιατική καταστροφή αποκάλυψε το πραγματικό του εγκληματικό πρόσωπο, ως εγκληματία εφάμιλλου με τον Χίτλερ. Ο Κεμάλ σχεδίασε και εκτέλεσε το πρώτο ολοκαύτωμα του 20ου αιώνα.

Η λογική του ήταν παρόμοια με του Χίτλερ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – θρησκευτική και φυλετική κάθαρση. Αλλά, δυστυχώς για τα θύματα του, αυτό το ολοκαύτωμα ποτέ δεν συνέβη επίσημα. Η Τουρκική κυβέρνηση αρνείται ότι έχει σκοτώσει έστω και έναν Χριστιανό, και αντίθετα ισχυρίζεται ότι απλά τους μετακίνησε. Και έτσι ένας άνδρας που έχει σκοτώσει εκατομμύρια θεωρείται ήρωας στον ίδιο κόσμο όπου αυτός που έχει σκοτώσει έναν θεωρείται εγκληματίας. Από τους 700.000 Πόντιους, 400.000 σκοτώθηκαν και οι υπόλοιποι έφυγαν για όλα τα μέρη του κόσμου, κυρίως για τη Ρωσία, Ελλάδα, τις ΗΠΑ, τη Νότιο Αφρική και την Αυστραλία.

Ο Κεμάλ μπορεί να έσωσε την Τουρκία από την καταστροφή, αλλά είναι ακόμα ένοχος για τα χειρότερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ενώ στα μάτια των Τούρκων είναι ο πιο “σπλαχνικός από όλους”. Η Τουρκία διατηρεί ως τώρα μια επίσημη πολιτική άρνησης, την οποία αποκαλούν ως “μέτρα εθνικής ασφάλειας”. Ισχυρίζονται ότι το ολοκαύτωμα ήταν “μια μετακίνηση ανθρώπων από πολεμικές ζώνες” και “μια συνέπεια του πολέμου με την Τσαρική Ρωσία”. Και όλα αυτά παρά τους τόμους των Γερμανών, Αγγλικών και Αμερικανικών ντοκουμέντων που μαρτυρούν την εκ των προτέρων προγραμματισμένη φύση του ολοκαυτώματος από τους Οθωμανούς και τους Κεμαλιστές Τούρκους.

Η Γερμανία έχει αντιμετωπίσει το παρελθόν της γενοκτονίας και απολογήθηκε στα θύματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Τουρκία εξακολουθεί να αρνείται και συνεχίζει να επαινεί τον αρχιτέκτονα αυτού του ολοκαυτώματος, Μουσταφά Κεμάλ. Με την ελπίδα ότι όταν ο κόσμος θα ανοίξει τα μάτια του, η Τουρκική κυβέρνηση θα παραδεχθεί ότι είναι υπεύθυνη για τα εκατομμύρια νεκρών και τα θύματα θα μπορούν να αναπαυθούν εν ειρήνη. Και πιθανώς οι άνθρωποι που επαινούν το Μουσταφά Κεμάλ θα συνειδητοποιήσουν τελικά τι έχει κάνει και πιθανώς θα απολογηθούν στα θύματα και θα τον αποκηρύξουν.

Topal Osman – Τοπάλ Όσμάν

Ο Κεμάλ συγκρότησε άτακτα σώματα (τσέτες) σε όλα τα διαμερίσματα του Πόντου. Τα άτακτα αυτά σώματα στρατολογούνταν κυρίως από τροφίμους των φυλακών, κοινωνικά αποβράσματα, απάνθρωπα, χωρίς ίχνος συνειδήσεως, υπό την αρχηγία επίσης ασυνείδητων τεράτων της φύσης, τα οποία διέτρεχαν τον Πόντο απ’ άκρη σ’ άκρη, έκαιγαν και ρήμαζαν κυριολεκτικά, προέβαιναν σε πράξεις ακατονόμαστες και σκορπούσαν στο διάβα τους τον τρόμο, τη φρίκη και το θάνατο. Ένας από αυτούς, ο περιβόητος Τοπάλ Οσμάν, ο κουτσός βαρκάρης, ο πλέον αιμοβόρος. Σκληρός, αδίστακτος και ανάλγητος (αναίσθητος). Κατάγονταν από την Κερασούντα. Το τέρας αυτό υπήρξε κυριολεκτικά ο δήμιος των Ποντίων, ένας από τις σπάνιες εγκληματικές φυσιογνωμίες.

Μόλις πληροφορήθηκε ότι από τον Κεμάλ Πασά οργανώνεται κίνημα, άσχετα σε τι απέβλεπε, γιατί ο πατριωτισμός του, ο εθνικισμός του, περιοριζόταν στην ικανοποίηση των αιμοβόρων ενστίκτων και χρηματισμό και μόνο, έσπευσε από τους πρώτους να ενταχθεί στην οργάνωση Μουταφαί Μιλλιέ. Κατόρθωσε να αποκτήσει την εύνοια του Κεμάλ και να αναλάβει τη στρατιωτική και πολιτική διοίκηση της Κερασούντας με ευρύτατες εξουσίες. Επωφελούμενος της ανώμαλης, κατάστασης, που δημιουργήθηκε την περίοδο αυτή, βρήκε ελεύθερο πεδίο για τη δράση του. Άρχισε το μακάβριο έργο της εξόντωσης των Ελλήνων δια πυρός και σιδήρου.

Μερικοί τον παρουσιάζουν σαν απλό εκτελεστικό όργανο, με ρητές εντολές, του Κεμάλ. Έπαιρνε βέβαια εντολές, αλλά τις υπερέβαλε κατά πολύ. Ο Τοπάλ Οσμάν διοικεί σώμα άτακτων (τσετών) από δυόμισι χιλιάδες, ανθρώπους εγκληματίες εξοπλισμένους μέχρι τα δόντια. Όταν έληξε ο απελευθερωτικός, αγώνας των Τούρκων, ο Κεμάλ θέλησε να απαλλαχτεί από αυτά τα κακοποιά στοιχεία.

ΠΟΝΤΙΟΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ 

Οι πρώτοι εξισλαμισμοί Ελληνικών πληθυσμών χρονολογούνται από τις αρχές του 17ου αιώνα και σημειώνονται στην περιοχή του Όφεως. Ακολουθούν οι περιοχές των Σουρμένων, Αργυρούπολης, Τόνιας και άλλες. Άλλοτε ο εξισλαμισμός είναι πλήρης και άλλοτε επιφανειακός με αποτέλεσμα την μεγάλη εμφάνιση των κρυπτοχριστιανών που διατηρούσαν τη θρησκευτική πίστη τους συμμετέχοντας κρυφά στα θρησκευτικά μυστήρια που τελούσαν κληρικοί του Πόντου. Μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή οι εξισλαμισθέντες Ελληνόφωνοι και οι κρυπτοχριστιανοί διατηρούσαν ζωντανές και διαρκείς τις σχέσεις με τους Έλληνες Χριστιανούς.

Η απομάκρυνση όμως των τελευταίων μετά την καταστροφή άφησε αυτούς τους πληθυσμούς χωρίς επαφή τόσο με το Ελληνικό στοιχείο όσο και με την εκκλησία, πλην όσων μετανάστευσαν στην Πόλη. Εντούτοις παρά την απουσία οποιασδήποτε επαφής και την προϊούσα ενσωμάτωσή τους στο τουρκικό περιβάλλον διατηρούν στοιχεία Ελληνικής συνείδησης, τα οποία και αρχίζουν να αναζητούν από τη δεκαετία του 1970, όταν συμμετείχαν και αυτοί στο Τουρκικό μεταναστευτικό κύμα προς τη Δυτική Ευρώπη. Εκεί ανακαλύπτουν τους πόντιους μετανάστες από την Ελλάδα και σταδιακά αποκαθίστανται οι πρώτες επαφές, τα κοινά γλέντια κλπ.

Είναι η εποχή που πηγαίνουν στον Πόντο και οι πρώτοι Έλληνες τουρίστες ζωντανεύοντας τις χαμένες μνήμες. Επειδή η υποχρεωτική ανταλλαγή έγινε με βάση μόνο το θρήσκευμα χωρίς να ληφθούν υπόψη τα άλλα εθνικά χαρακτηριστικά, οι Ελληνόφωνοι Μουσουλμάνοι εξακολουθούν να ζουν ως σήμερα στον Πόντο.

ΟΙ ΕΝΑΠΟΜΕΙΝΑΝΤΕΣ 

Περιοχή Σούρμενων (Sürmene)

Τα Σούρμενα (ο ιστορικός λιμένας Σουσάρμια) είναι η πρωτεύουσα της περιοχής με 19 χωριά, τα πέντε εκ των οποίων αμιγώς Ελληνόφωνα σήμερα και τα 14 Ελληνόφωνα ως τις αρχές του αιώνα. Στα Σούρμενα και στα γύρω χωριά ζει άγνωστος αριθμός κρυπτοχριστιανών. Τα πέντε Ελληνόφωνα χωρία ανήκουν στο δήμο Μπεσκόι (Πενταχώρι), ομιλούν τοπικό ιδίωμα και έχουν Ελληνογενή επώνυμα όπως Σπυράντοι, Μαυρικάντοι, Αμάραντοι κ.α. Από το χωριό Μαζερά καταγόταν ο εκ των εμπνευστών των μεταρρυθμίσεων του Οζάλ Αντνάν Καχφετζί, από την οικογένεια των Μαυρικάντων, που διεκδικούσε μάλιστα και επισήμως τη γνώση των Ποντιακών και ο οποίος σκοτώθηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες σε τροχαίο ατύχημα.

Οι Σουρμενίτες, με ιδιαίτερες επιδόσεις στα γράμματα, το εμπόριο και την αλιεία (ψαρεύουν στο Αιγαίο), διαθέτουν και πολυάριθμη παροικία στην Κωνσταντινούπολη.

Περιοχή Γκαλιάν (Galyan) Γαλλίαινας

Αποτελείται από 18 χωριά και οικισμούς. Οι μισοί είναι εξισλαμισθέντες ντόπιοι και οι μισοί έχουν μετεγκατασταθεί από τα χωριά Καλλίστη και Αρχάγγελος της περιοχής Σούρμενας την τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Στην περιοχή βρίσκεται το φημισμένο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα και υπάρχει ακαθόριστος αριθμός Ελληνόφωνων κρυπτοχριστιανών. Οι οικισμοί είναι στην πλειονότητά τους μεικτοί και η Τούρκικη γλώσσα έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια της Ελληνικής, που ομιλείται σε ηλικίες άνω των 20. Οι κάτοικοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία κτηνοτρόφοι.

Περιοχή Τσαϊκαρά (Caykara) Κατωχωρίου

Αμιγώς Ελληνόφωνη περιοχή, η πολυπληθέστερη στην Τουρκία και η τελευταία εξισλαμισθείσα (τέλη 19ου αιώνα), με αρκετά αναπτυγμένο το θρησκευτικό αίσθημα των κρυπτοχριστιανών. Οι κάτοικοι έχουν συνείδηση της Ελληνικής τους καταγωγής, ενώ σε ορισμένα χωριά αρκετά άτομα έχουν και Ελληνικά παράλληλα ονόματα, τα λεγόμενα παρωνύμια. Τα πρώτα τζαμιά άρχισαν να κτίζονται με κρατική βοήθεια μόλις στη δεκαετία του 1950. Τα τελευταία χρόνια η νεολαία της περιοχής έχει επηρεαστεί έντονα από τις ιδέες της αριστεράς και ακροαριστεράς και τις διεκδικήσεις εθνικού επαναπροσδιορισμού και αυτοπροσδιορισμού. Οι κάτοικοι της περιοχής ασχολούνται με την κτηνοτροφία.

Πολλοί έχουν μεταναστεύσει και διαπρέπουν ως πολιτικοί, επιστήμονες και έμποροι. Διαθέτουν ισχυρό σύλλογο στην Κωνσταντινούπολη, που εκδίδει το περιοδικό “Τσαϊκαρά”. Από το χωριό Σινέκ του Κατωχωρίου καταγόταν ο πρώην πρόεδρος της Τουρκίας Σεβντέτ Σουνάι, ενώ από το Χοψερά κατάγεται το υψηλόβαθμο στέλεχος της Τουρκικής Ασφάλειας Κεμάλ Γιασιτσίογλου και από το Γρηγοράς κατάγεται ο διευθυντής της μεγάλης εταιρείας Κοτς, Μεχμέτ Νιάζογλου, καθώς και ο ιδιοκτήτης της εταιρείας Ουλουσόι.

Περιοχή Οφ (Of) Όφεως

Η πόλη του Όφεως είναι κτισμένη στις εκβολές του ομώνυμου ποταμού, που θεωρείται και το όριο Πόντου και της Αρχαίας Κολχίδας (νυν Λαζική). Η περιοχή αποτελείται από 49 χωριά και απέχει 60 χλμ. από την Τραπεζούντα. Και τα 49 χωριά ήταν πλήρως Ελληνικά, σήμερα όμως μόνο ένα το Ερενκόι παραμένει Ελληνόφωνο. Η πλειονότητα των κατοίκων είναι πιστοί Μουσουλμάνοι και μόνο σε κάποιο βαθμό γνωρίζουν την Ελληνική τους καταγωγή, την οποία επικαλούνται ευκολότερα οι αριστερίζοντες αλλά και αρκετοί Ισλαμιστές. Οι Οφίτες, κυρίως γεωργοί και κτηνοτρόφοι, έχουν δημιουργήσει στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες Τούρκικες πόλεις μεγάλες κοινότητες.

Ο συγγραφέας Ομέρ Ασάν από το Ερενκόι έχει γράψει το βιβλίο «Πόντους Κουλτουρού» (Κουλτούρα του Πόντου) στα Τούρκικα, που έχει σημαντικά συμβάλει στη συνειδητοποίηση της καταγωγής των Ελλήνων του Πόντου.

Άνω Μάτσκα (Macka) Ματσούκα

Αποτελείται από 8 χωριά στο πέρασμα της Ζύγανας με κέντρο το Χαψικόι. Πρόκειται για Ελληνοχριστιανικά χωριά των οποίων η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού προέρχεται από Ελληνόφωνους εποίκους από την περιοχή Τόνιας που εγκαταστάθηκαν μετά το 1924. Ισχυρές Ελληνόφωνες κοινότητες της Άνω Ματσούκας βρίσκονται στη Γιάλοβα, το Γκέμπζε και σε διάφορες γειτονιές της Κωνσταντινούπολης. Οι κάτοικοι διατηρούν πολλά στοιχεία του Ελληνικού πολιτισμού. Κάτοικοι της περιοχής υποστηρίζουν ότι επίτηδες πυρπολήθηκαν τα δημοτολόγια της περιοχής, ώστε να αποκρυφθούν στοιχεία που αποδεικνύουν την Ελληνική τους καταγωγή με δεδομένο ότι ο εξισλαμισμός της περιοχής ήταν πολύ πρόσφατος.

Περιοχή Τόνιας (Tonya) Αρχαίας Θοανίας

Ορεινή περιοχή που βρίσκεται μεταξύ του Ακτσαμπάτ (Πλατάνων), Τορούλ (Αρδάσσας), Κελκίτ και Σαλπαζαρί. Αποτελείται από 18 χωριά, εκ των οποίων 7 αμιγώς Ελληνόφωνα. Οι κάτοικοι της περιοχής διατηρούν πάρα πολλά στοιχεία της Ελληνικής παράδοσης, ενώ φημίζονται για την αγριότητά τους, την προσήλωσή τους στα όπλα, την ιδιαίτερη υπερηφάνειά τους και τη διατήρηση του εθίμου της βεντέτας. Έχουν μεγάλες ομοιότητες με τους Μανιάτες και τους Κρητικούς. Από το χωριό των Αλεξανδράνων καταγόταν ο υπουργός Σενέρ, ενώ οι κάτοικοι της περιοχής διατηρούν μεγάλες κοινότητες στη Γίαλοβα( 5.000), στο Καραμουρσεέλ, στο Γκεμζέ, στο Μπουγιούκ Τσεκμεζέ της Κωνσταντινούπολης και αλλού.

Μόνο μερίδα τους έχει συνείδηση της Ελληνικής καταγωγή της, την οποία όμως διεκδικούν με αγωνιστικό τρόπο τμήματα της νεολαίας που επηρεάζονται από την αριστερά. Οι Τουρκικές αρχές, αναγνωρίζοντας ότι δε μπορούν να κάνουν τίποτα με την προσήλωση των κατοίκων στα όπλα, ανέχθηκαν την οπλοκατοχή.

Το Σύνολο των Ελλήνων του Πόντου 

Με δεδομένη την εχθρότητα των Τουρκικών αρχών προς την έρευνα της εθνικής καταγωγής των κατοίκων της χώρας, αλλά και τα προφανή εμπόδια στον εθνικό τους αυτοπροσδιορισμό, είναι πολύ δύσκολο να γίνουν ακριβές εκτιμήσεις για τον αριθμό τους. Διπλωμάτες (όπως οι Αμερικάνοι Άντονι Πίνι και Τζάνετ Μόργκαν) με εξοικείωση στο θέμα εκτιμούν ότι οι Ελληνόφωνοι μπορεί να φθάνουν τις 100.000 μόνο στην περιοχή της Τραπεζούντας, ενώ είναι εκατοντάδες χιλιάδες στο σύνολο της Τουρκίας. Η συνείδηση αυτών των πληθυσμιακών ομάδων ποικίλει από έναν τοπικισμό, μια αόριστη αίσθηση διαφορετικότητας, μέχρι και την πλήρη Ελληνική εθνική συνείδηση.

Οι ελληνόφωνοι του Πόντου ήταν και είναι συντηρητικές πληθυσμιακές ομάδες, που ζουν σε ορεινές περιοχές, συχνά χαρακτηρίζονται από κλείσιμο στον εαυτό τους, πολύ ισχυρούς οικογενειακούς και τοπικούς δεσμούς (συνήθως επικρατεί και η ενδογαμία) και επομένως είναι εξαιρετικά ανθεκτικοί στις όποιες αλλαγές επιχειρείται να τους επιβληθούν. Τέλος πολλοί είναι οι Ελληνόφωνοι Πόντιοι που έχουν ενταχθεί στο σύστημα εξουσίας της Τουρκίας. Τους στρατιωτικούς μάλιστα τους στέλνουν κατά σύστημα στον πόλεμο κατά των Κούρδων.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 

Όλα ξεκινούν με το σύνταγμα του 1908, που αναγκάστηκε ο Σουλτάνος να εκχωρήσει στους Οθωμανούς υπηκόους, αποδίδοντας ισότητα, ισονομία και δικαιοσύνη σε όλους τους πολίτες, αδιάφορα σε ποιο μιλέτι (έθνος) ή σε ποια Πίστη ανήκουν. Και η πίεση βγήκε από την επανάσταση, που κήρυξαν οι Νεότουρκοι αξιωματικοί στην πλατεία Ελευθερίας της Θεσσαλονίκης, το 1908. Το σύνταγμα αυτό εορτάστηκε σε όλη την επικράτεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, με παρελάσεις, εορταστικές εκδηλώσεις και πανηγύρια, από όλους ανεξαιρέτως τους λαούς και τις φυλές, που κατοικούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Το σύνταγμα εκείνο δημιούργησε νέες πολιτικές δυνάμεις και κινήσεις, που ευαγγελιζόντουσαν τις αρχές του συντάγματος και την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Πλην όμως, κάθε Βαλκανική χώρα που προέκυψε από τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες του 19ου αιώνα, είχε τους δικούς της μεγαλοϊδεατικούς προσανατολισμούς, για την ολοκλήρωση του δικού τους εθνικού οράματος. Αυτό οδήγησε τις Χριστιανικές Βαλκανικές χώρες σε μεταξύ τους αντιπαλότητα για την κληρονομική διανομή της Τουρκίας. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος διακρίθηκε στους αγώνες ενσωμάτωσης της Κρήτης με την Ελλάδα και με πολιτική προίκα, το γεγονός εκείνο μεταπήδησε στην κονίστρα της Ελληνικής πολιτικής σκηνής.

Κανείς δεν μπορεί ν’ αρνηθεί ότι ο Βενιζέλος συνέδεσε την πολιτική του μοίρα, άρα και την μοίρα της Ελλάδας, με τα συμφέροντα της Εγκάρδιας Συμμαχίας και ιδιαίτερα της Αγγλίας. Αντίθετα, το βασιλικό στρατόπεδο συνέδεσε την μοίρα του, και πίστευε, ότι έτσι εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Ελλάδας, με την πορεία του Άξονα και ιδίως της Γερμανίας. Η διαμάχη, αυτή τελικά δίχασε ανεπανόρθωτα τον Ελληνικό λαό. Το 1912 η Ελλάδα καταλαμβάνει την Μακεδονία και απωθεί τους Βούλγαρους. Η προσάρτηση της Βόρειας Ελλάδας αποτέλεσε την μεγαλύτερη πολιτική επιτυχία του Βενιζέλου και τον καθιέρωσε στην κρίση του Ελληνισμού ως τον μεγάλο ηγέτη της Νέας Μεγάλης Ελλάδας.

Εμείς διδασκόμαστε, ότι οι Μακεδονομάχοι προετοίμασαν και ο Ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την Θεσσαλονίκη και όλη την Μακεδονία. Η πραγματικότητα είναι ότι οι σύμμαχοι της Ελλάδας, Γαλλία και Αγγλία, πριμοδότησαν τον ευνοούμενο τους, Ελευθέριο Βενιζέλο, στην δική τους προετοιμασία για τον επερχόμενο πόλεμο ενάντια στην Γερμανία. Άρα, η Ελλάδα πέτυχε μια διπλωματική νίκη, με υψηλή στήριξη της Αγγλίας και της Γαλλίας. Σε όλον τον κόσμο ο Ελληνισμός πανηγύριζε το ίδιο και οι Πόντιοι. Η απόδοση της Μακεδονίας στην Ελλάδα όμως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, ότι έγινε με συνοδεία ένα βαρύ γραμμάτιο, που το έθνος μας αναγκάστηκε να εξαργυρώσει αργότερα και μέχρι σήμερα πολύ ακριβά.

Η διαμάχη στην κατάληψη της Μακεδονίας ενεργοποιήθηκε σαν διαφορά ανάμεσα στους Βούλγαρους και τους Έλληνες. Οι άλλοι πληθυσμοί παρέμειναν μάλλον μη ενεργοί. Χύθηκε εκατέρωθεν πολύ αίμα, αλλά η τελική λύση είναι αυτή, την οποία πριμοδότησαν οι Αγγλογάλλοι, που στήριζαν τον Βενιζέλο. Η τύχη της Θεσσαλονίκης την οποία διεκδικούσαν Έλληνες και Βούλγαροι, κρίθηκε μερικά χιλιόμετρα έξω από την πόλη στο χωριό Τόψιν, σημερινή Γέφυρα. Στο Τόψιν, ο Τούρκος στρατηγός διοικητής παρέδωσε την Θεσσαλονίκη στους Έλληνες. Η απόφαση του στρατηγού ήταν εντολή του Σουλτάνου; Το ότι η απόφαση αυτή ήταν πρωτοβουλία του στρατηγού και όχι οδηγίες του Σουλτάνου, βγαίνει στη συνέχεια.

Ο στρατηγός, μετά την κατάρρευση του Μακεδονικού μετώπου και την παράδοση της Θεσσαλονίκης στους Έλληνες, αντί να πάει στην Τουρκία και να απολαύσει την σύνταξή του, κατέφυγε στην Γαλλία, όπου έζησε το υπόλοιπο της ζωής του. Τα παιδιά του στρατηγού έγιναν Έλληνες πολίτες και κατοικούν στα βόρεια προάστια της Αθήνας. Το Τουρκικό Σύνταγμα του 1908 μετατράπηκε από προοδευτικό σε άκρως φασιστικό και εθνικιστικό. Στο όραμα της μεγάλης ιδέας και της Αγίας Σοφίας οι Τούρκοι αντέταξαν το δόγμα: Μια Χώρα, Ένας Λαός, Μια Πίστη, η Τουρκία στους Τούρκους.

Η φασιστική αυτή ροπή, μαζί με την διείσδυση των Γερμανικών μιλιταριστικών κύκλων στο Τουρκικό στράτευμα, οδήγησε το 1915 στην εξαφάνιση του Αρμένικου λαού. Με το πρόσχημα ότι οι Αρμένιοι ετοιμάζουν επανάσταση για να ιδρύσουν το κράτος της Μεγάλης Αρμενίας η σουλτανική Τουρκία εφήρμοσε το μυστικό σχέδιο ”Ερμενσίζ Ερμενιστάν”, δηλαδή Αρμενία χωρίς Αρμένιους, αποτέλεσμα 1.500.000 νεκροί. Για δεύτερη φορά, η Τουρκία εφαρμόζει καθ’ υπόδειξη των Γερμανών αξιωματικών συμβούλων του Τουρκικού στρατού, σχέδιο εξαφάνισης του Ελληνικού στοιχείου. Το σχέδιο τώρα ονομάζεται ”Λευκός Θάνατος” και εφαρμόστηκε στον Δυτικό Πόντο όπου δεν προχώρησαν οι Ρώσοι.

Το ύπουλο του σχεδίου αυτού έγκειται στην λογική απόφαση του Τούρκικου στρατού, να εκδώσει διαταγή μεταφοράς του Χριστιανικού πληθυσμού κατά πενήντα χιλιόμετρα στα ενδότερα, για λόγους ασφαλείας. Η διαταγή αυτή τίθεται σε εφαρμογή στις 15 Νοεμβρίου, με την έναρξη του χειμώνα. Τα πενήντα χιλιόμετρα γίνονται τριακόσια πενήντα, πάνω από χιονισμένα βουνά και κακή διατροφή με πορείες τριών και πλέον μηνών. Κατά την αναχώρηση, τους δινόταν η διαβεβαίωση της προσωρινής μεταφοράς τους και εγγυήσεις για την ασφάλεια των κατοίκων και της περιουσίας τους. Αμέσως μετά την αναχώρηση, οι περιουσίες τους έγιναν αντικείμενο λεηλασίας από τους γείτονες Τούρκους και τα σπίτια μετά καταστράφηκαν με εμπρησμούς.

Αποτέλεσμα, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί που ζούσαν κατά τόπους εν ειρήνη και καλή γειτονία προηγουμένως, διαχωρίστηκαν με βαθύ μίσος, το οποίο έμελλε γρήγορα να μετατραπεί και σε αιματοβαμμένο μίσος. Το κακό παράγινε και ο Σουλτάνος υποκύπτει στις πιέσεις της Ευρώπης για ειρήνη και υποχώρηση. Τότε στέλνει τον Μουσταφά Κεμάλ με 40.000 χρυσές λίρες στον Πόντο για να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα συμφιλίωσης Ο Μουσταφά Κεμάλ κατεβαίνει στην Σαμψούντα στις 19 Μαΐου 1919 και αντί για το πρόγραμμα συμφιλίωσης, προσχωρεί στο κίνημα των Νεότουρκων και κηρύσσει την επανάσταση ενάντια στον Σουλτάνο.

Οι διώξεις ενάντια στο Ελληνικό στοιχείο χειροτερεύουν, ιδιαίτερα επειδή στο Παρίσι, οι Μεγάλες Δυνάμεις με επικεφαλής τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ουίλσον, απεφάσισαν την διάλυση της Τουρκίας και την δημιουργία ανεξάρτητων κρατών από τους γηγενείς λαούς της Μικράς Ασίας. Η ιδρυθείσα το 1916 βουλή Ανεξαρτήτου Δημοκρατίας του Πόντου δραστηριοποιείται, για την δημιουργία του Ποντιακού Κράτους. Μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων στην Ρωσία ο Τσαρικός στρατός διαλύεται και εγκαταλείπει τον Ανατολικό Πόντο. Ο Βενιζέλος κλήθηκε από τους φίλους της Ελλάδας να εξαργυρώσει το Μακεδονικό γραμμάτιο με δυο ενέργειες οι οποίες και έκριναν τα πάντα μέχρι τις ημέρες μας.

  • Το πρώτο, ήταν να στείλει με εντολή των συμμάχων στρατεύματα στην Σμύρνη με το πρόσχημα προστασίας της ειρήνης, ενώ κανείς από τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας δεν είχε εγείρει μια τέτοια αίτηση ή παράκληση.
  • Το δεύτερο και εξίσου εσφαλμένο, να στείλει μια μεραρχία στην Ρωσική διαμάχη εξουσίας, εναντίον των Μπολσεβίκων. 

Αποτέλεσμα αυτών των ενεργειών ήταν, οι Μπολσεβίκοι δια του Λένιν, να θεωρήσουν το κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ λαϊκό και απελευθερωτικό, ενώ η κάθοδος του Ελληνικού στρατού στην Σμύρνη, να χαρακτηριστεί πράξη ιμπεριαλιστική από τους κομουνιστές.Ο Λένιν παραδίδει στον Μουσταφά Κεμάλ την νότια επαρχεία του Καυκάσου, τον σημερινό Νομό Καρς, μαζί με το θησαυροφυλάκιο της πρώην Ρωσικής αυτής επαρχίας. Η Τουρκία με την στήριξη της Ρωσίας στα βόρεια σύνορά της και με τις ενισχύσεις της Κομουνιστικής Ρωσίας και της Γερμανίας σε οπλισμό, επικέντρωσε το βάρος των προσπαθειών στην Ιωνία, εναντίον των Ελλήνων. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Τουρκίας, οι νέοι συμμετέχουν σε μάχες με εθνική συνείδηση.

Ό,τι δεν κατάφεραν οι Σουλτάνοι πεντακόσια χρόνια να εμφυσήσουν πατριωτικά αισθήματα στους νέους της Τουρκίας, το κατάφερε ο Μουσταφά Κεμάλ. Καθιερώθηκε στην εθνική συνείδηση του Τουρκικού λαού σαν ηγέτης της σωτηρίας. Και οι δυο κινήσεις δεν βγήκαν από εθνική Ελληνική απόφαση σκοπιμότητας, αλλά έγιναν κατ`εντολή της Αγγλίας και της Γαλλίας, για αποκλειστικά δικούς τους λόγους και συμφέροντα. Την προσωρινή ύφεση, η Μικρασιατική παρουσία του Ελληνικού στρατού με την στήριξη των Μπολσεβίκων προς τον Κεμάλ, την μετέτρεψε σε μια κόλαση έξαρσης της Γενοκτονίας.

Εναγωνίως η Ποντιακή Εθνοσυνέλευση του Βατούμ έστελνε επιτροπές στον Βενιζέλο και Αθήνα, με μόνιμο αίτημα αποστολή Ελλήνων Αξιωματικών, για την οργάνωση και μετάλλαξη του Ποντιακού αντάρτικου σε κανονικό στρατό. Η Τουρκία αντιμετώπιζε την Ελλάδα στην Σμύρνη με ένα σώμα στρατού, τα αλλά δυο σώματα στρατού τ`απασχολούσαν οι αντάρτες του Πόντου. Ποιος ηγέτης βαδίζει για το Εσκί Σεχίρ και την Άγκυρα και γνωρίζει, ότι πίσω από αυτό το μέτωπο υπάρχει αντάρτικο Ελληνικό, στα μετόπισθεν του αντιπάλου και δεν θέλει να το χρησιμοποιήσει; Ποιος ηγέτης δεν θα ήθελε να χρησιμοποίηση το δυναμικό 700.000 Χριστιανών Ελλήνων του Πόντου που ζούσαν στα μετόπισθεν του εχθρού;

Αυτό το ερώτημα θα πρέπει να το απαντήσει κάθε Έλληνας, μόνος, στον εαυτό του. Τριακόσιες πενήντα χιλιάδες και πλέον νεκροί. Δεκάδες χιλιάδες εκτουρκισθέντα ορφανά είναι ο απολογισμός στον Πόντο. Το ερώτημα είναι, εάν ο Βενιζέλος της ορμής και της αποφασιστικότητας, της οξυδέρκειας και της διπλωματικότητας, γνώριζε ή δεν γνώριζε; Γνώριζε τα πάντα αλλά δεν ήθελε να εξαπατήσει τους Πόντιους με ψεύτικες υπόσχεσης. Ο Βενιζέλος ήξερε ότι δεν πήγε, αλλά εστάλη στην Μικρά Ασία. Και ήξερε ότι η εντολή των προστατών μας, Άγγλων και Γάλλων, ήταν περιορισμένη και ότι δεν είχε ο ίδιος την προέγκρισή τους για Ελληνική Ιωνία και Ελληνικό Πόντο.

Ο Βενιζέλος ήξερε, ότι η εξέλιξη των γεγονότων ισχυροποιούσε τον Μουσταφά Κεμάλ στην Τουρκία και ότι τον κατέστησε ισχυρό παίκτη στην διεθνή σκακιέρα. Ο Βενιζέλος ήξερε, ότι εστάλη στην Τουρκία, όπως και στην Ρωσία, για να εξυπηρετήσει γεωπολιτικά συμφέροντα των εντολέων του. Γι`αυτό δεν θέλησε να υποσχεθεί κάτι στους Πόντιους, το οποίο δεν ήταν προγραμματισμένο να γίνει. Όταν η ιστορία έκλεινε προς την Τουρκία ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές, τις οποίες γνώριζε ότι θα χάσει. Και έτσι χάρισε την καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού στα χέρια των αντιπάλων του, οι οποίοι και φορτώθηκαν την ήττα.

Ο Βενιζέλος πιστώνεται στην ιστορία με τον διπλασιασμό της Ελληνικής επικράτειας, αλλά και πρέπει να χρεωθεί με την παντελή καταστροφή και συρρίκνωση του Ελληνισμού της Ανατολής, μετά από τρεις και πλέον χιλιάδες χρόνια ύπαρξής του εκεί. Και μετά την Μικρασιατική καταστροφή, επανέρχεται ο ίδιος και υπογράφει την ανταλλαγή των πληθυσμών στην Λοζάννη, της οποίας το μόνο θετικό σημείο είναι η σχεδόν απόλυτη ομοιογένεια του Ελληνικού χώρου, με Ελληνικό Χριστιανικό στοιχείο.

”Το τουρκικό έθνος είναι ένα από τα υπερήφανα έθνη, με τα οποία δεν υπάρχει καμία ελπίς να επιτύχετε κάτι διά των απειλών”.

Ελ. Βενιζέλος Βουλή, 25 Ιουνίου 1930

ΑΝΤΑΛΛΑΞΙΜΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ 

Οι Έλληνες εγκατέλειψαν, στον Πόντο και την Μικρά Ασία περιουσία από 100 δισεκατομμύρια σταθεροποιημένες δραχμές του 1924, ενώ οι Τούρκοι άφησαν 12,5 δισεκατομμύρια. Επειδή ήταν δύσκολη η επαλήθευση και η συμφωνία πάνω στις αξίες των περιουσιών, ο Βενιζέλος κυριολεκτικά χάρισε στην Τουρκία την τρομακτική διαφορά μεταξύ των περιουσίων, πατσίζοντας τις αμοιβαίες απαιτήσεις. Εξάλλου δεν ήταν δική του η περιούσια που χάριζε. Όταν έφυγαν οι Τούρκοι από την Ελλάδα, την διαχείριση της περιουσίας τους την ανέλαβε το κράτος. Το κράτος έκαμε, με την περιουσία αυτή δική του κοινωνική πολιτική και χάριζε κτήματα σκανδαλωδώς σαν να ήσαν ιδιοκτησία του, ενώ ήταν απλός διαχειριστής.

Οι πρόσφυγες όχι μόνο δεν διαχειρίστηκαν ποτέ την ανταλλάξιμη περιουσία αλλά ούτε καν κλήθηκαν να συμμετάσχουν ποτέ στην διαχείρισή της. Οι γηγενείς μισθοφόροι της εξουσίας είχαν, φαίνεται μεγαλύτερο ζήλο και ενδιαφέρον για την αποκατάσταση των προσφύγων. Οι διάφορες κυβερνήσεις εξάντλησαν την περιουσία εκείνη σ` έργα κοινωνικά, αθλητικά κ.λπ. Το μόνο που απέφυγαν, ήταν η αποζημίωση των προσφύγων. Ο Βενιζέλος σε ένδειξη καλής θέλησης χάρισε στο Τουρκικό κράτος την κυριότητα της κατοικίας, όπου φέρεται ότι γεννήθηκε ο Μουσταφά Κεμάλ στην Θεσσαλονίκη. Και η ανταλλάξιμη εκείνη κατοικία ανήκει στην Τουρκία.

Χωρίς να γίνεται αναφορά αυτής της δωρεάς, αναρτήθηκε μαρμάρινη πλάκα, η οποία αναφέρει Τουρκικά, Ελληνικά και Γαλλικά, ότι στην οικία αυτή γεννήθηκε ο αναμορφωτής της σύγχρονης Τουρκίας. Τι το Ελληνικό δώρισε στην Ελλάδα από την Ιωνία ή τον Πόντο ο Μουσταφά Κεμάλ; Η Γενοκτονία στον Πόντο και η καταστροφή στην Μικρά Ασία μπορεί στους δικούς μας να κόστισε πολύ πόνο και αίμα, υπήρξε όμως άριστη πηγή πλουτισμού και δημιουργίας νέων ισχυρών οικονομικών και πολιτικών τζακιών, τόσο στην Τουρκία όσο και στην Ελλάδα, τα οποία τζάκια και διοικούν, μέχρι σήμερα, και τους δυο λαούς.

Οι Κεμαλικές ορδές στον Πόντο με επικεφαλής τον Τοπάλ Οσμάν, δεν οδήγησαν μόνο τους Χριστιανούς στον βάρβαρο θάνατο, αλλά πλούτισαν και μια στρατιά τυχοδιώκτες, δολοφόνους και μαφιόζους πολλοί από τους οποίους σήμερα είναι οι γενάρχες των νέων τζακιών της μετασουλτανικής Τουρκίας, που ελέγχουν στρατό, οικονομία και πολιτική. Αφού σκότωσαν και λήστεψαν, απέστειλαν τους υπόλοιπους σε ανταλλαγή στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα, περίμεναν τα ράκη εκείνα των προσφύγων, τα δικά μας κοράκια, για να αρπάξουν την ακίνητη περιουσία, που άφησαν οι Μουσουλμάνοι. Άρπαξαν την περιουσία που υποτίθεται ότι θα έπαιρναν οι πρόσφυγες ως ανταλλάξιμη.

ΜΝΗΜΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ

Το 1992 η Βουλή των Ελλήνων με εκπληκτική πλειοψηφία, ψήφισε τον νόμο που αναφέρεται στην Γενοκτονία του Ποντιακού Λαού. Καθιέρωσε μάλιστα, ο νόμος εκείνος να εορτάζεται σαν κρατική επέτειος κάθε χρόνο στις 19 Μαΐου. Η ευθύνη των εορτασμών ανατέθηκε στις Νομαρχίες. Τι να εορτάσουν, όμως την ημέρα εκείνη οι Έλληνες όταν η σελίδα αυτή της Ιστορίας δεν διδάσκεται πουθενά στα σχολεία μας; Αν κανείς προσέξει τον τίτλο του Νόμου, θα διαπιστώσει και από την συνέχεια, ότι ο Νόμος εκείνος ψηφίστηκε απ` όλους για λόγους καθαρά ψηφοθηρικούς. Ο Νόμος φέρει τον τίτλο:

”ΝΟΜΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ” 

Πουθενά ο νόμος αυτός δεν αναφέρει καθήκοντα της Ελληνικής πολιτείας να επιδιώξει την αναγνώριση αυτής της Γενοκτονίας διεθνώς. Όλοι όσοι βουλευτές ψήφισαν τον Νόμο αυτό να ξέρουν ότι ο Ποντιακός Λαός δεν έχει ανάγκη Νόμου, για να θυμάται τους νεκρούς του. Τους Πόντιους βουλευτές που ψήφισαν τον νόμο αυτό, ας τους κρίνουν οι Πόντιοι ψηφοφόροι τους. Η ταλαιπωρημένη πορεία τις 19 Μαΐου και η κακοποίηση της, δείχνουν τον σεβασμό της πολιτείας σ` αυτό που η ίδια σαν Νόμο ψήφισε.

Δεν είναι δυνατόν την μια χρονιά να επιλέγεται η ημερομηνία αυτή για αποστολή της κρατικής ορχήστρας Αθηνών στο φεστιβάλ της Άγκυρας, την άλλη χρονιά να επιλέγεται η ίδια ημερομηνία για κοινή ελληνοτουρκική μουσική εμφάνιση στην διαχωριστική γραμμή της μαρτυρικής Κύπρου. Και ο αρμόδιος υπουργός να δηλώνει άγνοια της σημασίας που έχει ο εορτασμός τις 19ης Μαΐου στην Τουρκία. Την ημέρα εκείνη του 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ κήρυξε τον πόλεμο εθνικής σωτηρίας ενάντια στους Έλληνες. Το αποκορύφωμα: εκπρόσωπος της Ελληνικής πολιτείας καταθέτει στεφάνι στο μαυσωλείο του Γενοκτόνου στον Πόντο Μουσταφά Κεμάλ, αλλά δεν είχαν, βέβαια σφαγιάσει τον δικό του παππού ή πατέρα.

Η Ελλάδα ή θα εξαναγκαστεί ν`αδρανοποιήσει τον Νόμο περί Μνήμης της Γενοκτονίας ή θα πρέπει να αντιμετωπίσει την ευθεία επίθεση της Τουρκικής Κυβέρνησης, με την κατηγορία ότι οι Έλληνες του Πόντου διέπραξαν το έγκλημα της Γενοκτονίας εις βάρος αθώων Τούρκων χωρικών. Αν το Ελληνικό κράτος ζητήσει στα σοβαρά την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων η Τουρκία συνεπικουρούμενη από την μεγάλη σύμμαχό μας, θα μετατρέψει την Ελλάδα σε νέα Βαλκανική κόλαση. Το πολιτικό κόστος είναι πολύ μεγάλο για τον ηγέτη που θα τολμήσει κάτι τέτοιο, για αυτό και επιλέγουν την ταπεινή υποχώρηση και τον καθιερωμένο ζεϊμπέκικο χορό.

Συνολικά ως την υποχρεωτική ανταλλαγή περισσότεροι από 353.000 Έλληνες του Πόντου βρήκαν οικτρό θάνατο από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικους στις πόλεις και τα χωριά, στις χαράδρες και τα βουνά, στις εξορίες και τις φυλακές, στα τάγματα εργασίας και στον Τουρκικό στρατό ως Οθωμανοί πολίτες. Κάθε λαός έχει το δικαίωμα να απαιτεί με επιμονή την επίσημη αναγνώριση των αδικημάτων που διαπράχθηκαν εναντίον του.

ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ – ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ 

Σύμφωνα με τον νομικό ορισμό που αναγράφεται στο άρθρο 2 της σχετικής συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών από το έτος 1948, γενοκτονία σημαίνει μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, σκοτώνοντας ή προκαλώντας σοβαρή φυσική ή πνευματική βλάβη ή προκαλώντας συνθήκες για την φυσική εξόντωση μελών της ομάδας αυτής. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Είναι γεγονός ότι όσα έγιναν στον Πόντο την εποχή εκείνη, ήταν αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων σοβινιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων.

Δηλαδή με τις γενοκτονίες των Χριστιανικών λαών, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, καθώς και με τη βίαιη Τουρκοποίηση των Μουσουλμανικών εθνοτήτων. Ήδη, η προσπάθεια αφανισμού των Χριστιανών της περιοχής του Πόντου είχε αρχίσει από το 1911, με απόφαση που πήραν οι Νεότουρκοι σε συνέδριό τους στη Θεσσαλονίκη. Απόφαση για εξόντωση, η οποία και δυναμώθηκε το 1914 με τον οικονομικό πόλεμο και την καταλήστευση των Ελληνικών περιουσιών, με τις επιθέσεις και λεηλασίες από οργανωμένες συμμορίες, τις εξορίες, τις ομαδικές εκτοπίσεις και τα τάγματα εργασίας σε απόμακρες περιοχές της Ανατολίας, όπου ελάχιστοι επέζησαν.

Η λυσσαλέα εκστρατεία γιγαντώθηκε από το έτος 1916, οπότε και σταδιακά δημιουργήθηκε το αντάρτικο κίνημα των Ποντίων με αποκλειστικό κίνητρο τη σωτηρία τους. Το Ποντιακό αντάρτικο, που είχε το χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης, έγραψε νέες σελίδες ηρωισμού της Ελληνικής ψυχής. Η σκληρότερη όμως φάση της γενοκτονικής εκστρατείας άρχισε στις 19 Μαΐου 1919, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, με άδεια του Σουλτάνου, και κράτησε μέχρι το 1924. Με την υποστήριξη 2 Σωμάτων Στρατού, της Σεβάστειας και του Ερζερούμ και τη βοήθεια Τούρκων αιμοσταγών τσετέδων (ανταρτών ληστών), άρχισε το φοβερό έργο του.

Από τους περίπου 700.000 Έλληνες που ζούσαν στον Πόντο την παραμονή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Όλοι αυτοί έπεσαν θύματα ενός προμελετημένου εγκλήματος, ενός καλά οργανωμένου σχεδίου, χωρίς στην περιοχή εκείνη να υπάρχει πόλεμος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Τον επίλογο της γενοκτονίας ακολουθεί η μοναδική στην παγκόσμια ιστορία ρύθμιση από μια συνθήκη ειρήνης, τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923, και η επιβολή από τη διεθνή κοινότητα της υποχρεωτικής ανταλλαγής εκατομμυρίων ανθρώπων, πληθυσμών δηλαδή όχι κάποιων συγκεκριμένων περιοχών, αλλά ολόκληρων χωρών.

Έτσι οι πρόγονοί μας ξεριζώθηκαν από τις προαιώνιες εστίες τους και μεταφέρθηκαν αναγκαστικά σε μια νέα πατρίδα. Η Βουλή των Ελλήνων, ως γνωστόν, με ομόφωνη απόφασή της το Φεβρουάριο του 1994, έλαβε μια ιστορική απόφαση, που θα έπρεπε να είχε λάβει πολύ νωρίτερα: όρισε τη 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου κατά την περίοδο 1916 – 1922. Θα αποπειραθούμε μια νηφάλια προσέγγιση του θέματος αυτού, που γνωρίζουμε ότι είναι «δύσκολο» και δημιουργεί εντάσεις, αν και δεν θα έπρεπε. Τα τελευταία χρόνια τίθενται ιδιαίτερα έντονα από διάφορες πλευρές κάποιες ενδιαφέρουσες απόψεις.

Λέγεται, ότι δεν πρέπει η χώρα μας να προκαλεί την Τουρκία με αποφάσεις όπως αυτή της Βουλής το 1994, ότι πρέπει να αφαιρεθούν άμεσα από τα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας όλα όσα ενοχλούν την Τουρκία, κλπ. Κάποιοι μάλιστα φεύγουν αγχωδώς πολύ μπροστά, προτείνοντας τη συγγραφή κοινών εγχειριδίων ιστορίας, πράγμα βέβαια που ακούγεται ευχάριστα, αλλά είναι άτοπο αν δεν συνοδεύεται από κοινές ιδεολογικές αναφορές και προ πάντων, όπως στην περίπτωση Ελλάδας και Τουρκίας, αν υπάρχουν ανοικτά ζητήματα (Κύπρος, Αιγαίο, κλπ). Όλοι λοιπόν αυτοί οι «ειδικοί» εκφράζουν όχι την πραγματικότητα, αλλά μάλλον το πως θα επιθυμούσαν να είναι τα πράγματα.

Εξετάζουν τα δεδομένα της Τουρκίας χρησιμοποιώντας τις καθιερωμένες «μήτρες» που ισχύουν κάθε φορά στις διεθνείς σχέσεις, αγνοώντας όμως τις σημαντικές ιδιαιτερότητες που αναφέρονται στην τουρκική περίπτωση. Σε πολλές περιπτώσεις προχωρούν σε επικίνδυνες για την αποτελεσματικότητα των απόψεών τους υπεραπλουστεύσεις. Υποστηρίζουν για παράδειγμα ότι κατά την περίοδο εκείνη είχαμε πόλεμο και στον πόλεμο παρουσιάζονται αγριότητες απ’ όλες τις πλευρές. Αγνοούν όμως ότι το ολοκαύτωμα των Ελλήνων του Πόντου (και της υπόλοιπης Μ. Ασίας) ξεκίνησε πολύ πριν το 1919 που έγινε η απόβαση των Ελλήνων στη Σμύρνη και ότι τα γυναικόπαιδα που κυρίως υπέστησαν αυτές τις αγριότητες, δεν συμμετείχαν σε κανένα πόλεμο.

Ο αφανισμός των Χριστιανικών εθνοτήτων από το Μικρασιατικό χώρο είχε προαποφασιστεί, όπως όχι μόνο το πλήθος των διαθέσιμων πηγών μαρτυρά, αλλά ακόμη και αξιόλογοι Τούρκοι επιστήμονες (όπως πχ ο Taner Akçam) αποδέχονται. Η ιδεολογία του σύγχρονου Τουρκικού κράτους αντικατοπτρίζεται τόσο στα διδακτικά εγχειρίδια, όπου κυριαρχούν σύμβολα ρατσισμού και εθνικισμού, όσο και στα μνημεία. Το μνημείο του Τοπάλ Οσμάν, του Άϊχμαν των Ποντίων, που δεσπόζει στο λόφο της Κερασούντας και το μνημείο του αρπακτικού Τούρκου νικητή απέναντι στον καταρρεύσαντα Έλληνα στο Αφιόν Καραχισάρ, εκφράζουν αυτήν ακριβώς την ιδεολογία.

Παρότι τα δεδομένα αυτά δημιουργούν απαισιοδοξία για το μέλλον των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, όμως δεν θα πρέπει να μας εμποδίζουν να εργαζόμαστε συνεχώς για την οικοδόμηση σχέσεων συνεργασίας με τους γείτονές μας. Κεντρικός στόχος του αγώνα των Ποντιακών φορέων μετά το 1994 είναι η διεθνοποίηση της γενοκτονίας και η αναγνώρισή της από το επίσημο τουρκικό κράτος. Ο στόχος όμως αυτός, αν και φαίνεται υπερβολικά φιλόδοξος αν συνυπολογιστούν όσα παραθέτουμε, όμως δεν πτοεί τους Ποντίους, που ως φορείς της ιδεολογίας της ειρήνης και της δημιουργικής συνεργασίας, δεν έχουν άλλο δρόμο. Γνωρίζουν κάτι που αγνοούν οι τεχνικοί των διεθνών μας σχέσεων.

Ότι αν πετύχαιναν από νωρίς στο στόχο τους αυτό, η ιστορία των Ελληνοτουρκικών σχέσεων μετά το 1922 θα ήταν διαφορετική. Δεν θα είχε ούτε Σεπτεμβριανά, ούτε Κυπριακό, ούτε Ίμια. Η δομή και η ιδεολογία του Τουρκικού κράτους είναι που διαπερνά τη συλλογική συνείδηση του Τουρκικού λαού και γεννά την επιθετικότητα. Ο αγώνας συνεπώς των Ποντίων είναι αγώνας πρωτίστως για την ειρήνη. Οι άλλοι, οι «ειδικοί», που προτείνουν μια «φιλία» χωρίς όρους και προϋποθέσεις, συντελούν, προφανώς χωρίς να το επιθυμούν, στην αναπαραγωγή της ιδεολογίας της παρακμής από το Τουρκικό κοινωνικό σύστημα.

Οι υγιείς σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών δεν μπορούν να οικοδομηθούν πάνω στην παραχάραξη ή την αποσιώπηση της αλήθειας, γιατί αυτή αργά ή γρήγορα θα γίνει γνωστή. Η νέα γενιά της Τουρκίας δεν είναι υποχρεωμένη να μολύνεται με το άγος του εγκλήματος εναντίον των Ελλήνων του Πόντου κατά την περίοδο 1916 – 1922. Η ιστορική αποκατάσταση παρά την αρχική έκπληξη ή ακόμη και οδύνη που θα επιφέρει για την άγνωστη μέχρι τότε αλήθεια, στη συνέχεια μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά και ν’ αποτελέσει την προϋπόθεση να ζητήσει συγνώμη η Τουρκία για το έγκλημα αυτό, ως εγγύηση ότι δεν θα επαναληφθούν ανάλογα εγκλήματα, γεγονός που στη συνέχεια θα επιφέρει μια διαρκή και στερεή ειρήνη μεταξύ των δύο χωρών.

Μια τέτοια πράξη άλλωστε δεν είναι μοναδική στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Ο Βίλυ Μπραντ πριν από αρκετά χρόνια γονάτισε στο μνημείο του Εβραϊκού ολοκαυτώματος, όπως λίγα μόλις χρόνια πριν έκανε ο Γερμανός Πρόεδρος στο μνημείο των Καλαβρύτων, αποδεικνύοντας έτσι έμπρακτα ότι η σημερινή Γερμανία δεν έχει ουδεμία σχέση με το γενοκτόνο Ναζιστικό καθεστώς. Βρίσκεται συνεπώς και η Τουρκία μπροστά στην ίδια πρόκληση. Το Κυπριακό που βρίσκεται τελευταία σε εξέλιξη, παρά τις επιθυμίες κάποιων «ειδικών», δεν είναι, παρά ένα μόνο επεισόδιο στο σύνολο των Ελληνοτουρκικών σχέσεων. Δεν θα κριθεί το μέλλον των Ελληνοτουρκικών σχέσεων μόνο εκεί, γιατί αργότερα μπορεί κάτι άλλο να δημιουργηθεί.

Το λόγο λοιπόν έχει η Τουρκία. Ένα νέο τοπίο στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπου η ειρήνη θα είναι σταθερή και διαρκής, που δεν θα καταρρέει βίαια κάτω από το βάρος κάποιου τυχαίου γεγονότος, όπως συνεχώς από το 1922 μέχρι σήμερα επαναλαμβάνεται, είναι αναγκαίο όσο ποτέ. Το τοπίο αυτό το δικαιούνται οι λαοί των δύο χωρών και το απαιτούν οι νέες συνθήκες. Η διεθνής αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι αδιαπραγμάτευτη και επιβάλλεται να αποτελεί τον πιο βασικό στόχο όλων μας.

Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

Μια Νομική Προσέγγιση 

Τα δραματικά γεγονότα των αρχών του 20ού αιώνα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τα γνωρίζομε πια όλοι. Αυτό δεν είναι αυτονόητο. Τα γνωρίζομε παρά την πολιτική λήθης που έχουν εφαρμόσει, σε σχέση μ’ αυτά, τα κράτη και οι κυρίαρχες ιδεολογίες του Τουρκικού και του Ελλαδικού κράτους. Είναι χαρακτηριστικό το ότι παλιότερα, μιλώντας για τη γενοκτονία, είχαμε στο νου μας μόνο την Αρμενική συνιστώσα, όχι την Ελληνική και την Ασσυροχαλδαιική. Κι αυτό γιατί ο μόνος λαός που ξεκίνησε από την πρώτη στιγμή να μιλά γι’ αυτό και να διεκδικεί ήταν οι Αρμένιοι. Εμείς τους ακολουθήσαμε πολύ αργότερα.

Κι αυτό, γιατί κάποιοι πρωτοπόροι πρόσφυγες δεύτερης και τρίτης γενιάς μπόρεσαν να καθαρίσουν από τη λάσπη της λήθης και της ιδεολογικής συκοφάντησης τη Μικρασιατική Ρωμιοσύνη και να κάτσουν να προβληματιστούν για το τι συνέβη και φύγαμε τελικά από την Ανατολή. Η Ελληνική συνιστώσα της γενοκτονίας αναδύθηκε σε δύο φάσεις, μια «Ποντιακή» και μια «Μικρασιατική», έχει πάρει όμως τη θέση της πια στη θεώρηση των γεγονότων της περιόδου εκείνης που μπορεί να θεωρηθεί ότι αφορά μιαν ενιαία γενοκτονία σε εφαρμογή μιας προγραμματισμένης πολιτικής. Θα προσπαθήσουμε να αποστασιοποιηθούμε από τη συναισθηματική φόρτιση της αφήγησης της ενιαίας γενοκτονίας κατά των Χριστιανικών λαών της Ανατολής.

Να μην παρασυρθούμε από το δίκιο που μας πνίγει όταν μιλούμε για πατρίδα, για αίμα δικό μας. Δεν θα σταθούμε καν στις Τουρκικές πηγές και στους Τούρκους θαρραλέους ιστορικούς που τεκμηριώνουν πια μόνοι τους τη γενοκτονία, δίχως την ανάγκη για συνδρομή των δικών μας πηγών, ούτε στους θλιβερούς απολογητές του Τουρκικού εθνικισμού της εδώ πλευράς του Αιγαίου. Θα προσπαθήσουμε να δούμε το ζήτημα τεχνοκρατικά, όσο μπορεί να μη λάβει υπόψη του κανείς το αίμα εκατοντάδων χιλιάδων θυμάτων και τις ζωές τόσων παιδιών Χριστιανών που κατέληξαν μέσα από τα ορφανοτροφεία των Τούρκων.

Θα κοιτάξουμε τι προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο για τις γενοκτονίες και θα εξετάσουμε αν τα γεγονότα της Ανατολής υπάγονται στους ορισμούς αυτούς ή αν ήταν απλά πράξεις βίας κι εκδίκησης στα πλαίσια ενός ευρύτερου πολέμου. Υπάρχει ένα νομικό εργαλείο για το θέμα, η Διεθνής Σύμβαση για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας, που εγκρίθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη το 1948. Στην Ελλάδα ισχύει από το 1954. Κι εδώ ξεκινούμε από την παραδοχή μιας ήττας: Η συγκεκριμένη σύμβαση προήλθε από την ευαισθητοποίηση που προκάλεσαν οι συστηματικές δολοφονίες, συμπεριλαμβανομένων αυτών των Εβραίων, από το τρίτο Ράιχ, παρόλο που είχαν προηγηθεί γενοκτονίες σε προηγούμενες περιόδους.

Οι ιθαγενείς λαοί της Αμερικής και οι γηγενείς πληθυσμοί της Μικράς Ασίας αποτελούν τέτοιες περιπτώσεις, πλην όμως δεν υπήρξε ανάλογη ευαισθητοποίηση πριν από τα εγκλήματα των Ναζί. Προφανώς δεν υπήρχε νωρίτερα η διεθνής συναίνεση έναντι πράξεων των κυρίαρχων αποικιακών δυνάμεων ή του μεγάλου ασθενούς (της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), κι αργότερα της προσφιλούς στη Δύση και τη Σοβιετική Ένωση Κεμαλικής Τουρκίας. Υπό το βάρος των γεγονότων εκείνης της εποχής υπήρξε κοινή φραστική καταδίκη από την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία, που δεν προχώρησε σε κάτι ουσιαστικότερο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η ίδια η λέξη «γενοκτονία» δεν υπήρχε στο Αγγλικό λεξιλόγιο πριν από το 1944, ενώ στη δίκη της Νυρεμβέργης η κατηγορία αφορούσε «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» και όχι γενοκτονία, λέξη που χρησιμοποιήθηκε περιγραφικά και όχι νομικά εκεί. Έτσι, ο συνδυασμός της νίκης των Συμμάχων σε έναν παγκόσμιο πόλεμο, των ειδεχθών εγκλημάτων των Ναζί και της κινητοποίησης του εβραϊκού στοιχείου, οδήγησαν στην καταδίκη των πράξεων αυτών στη δίκη της Νυρεμβέργης και στην υιοθέτηση από τα Ηνωμένα Έθνη της προαναφερθείσας σύμβασης. Πάντως, τα γεγονότα της καθ’ ημάς Ανατολής αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης και παράδειγμα για όσους ασχολήθηκαν με το θέμα της γενοκτονίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Έτσι, με βάση ένα νομικό όχημα που φτιάχτηκε με συγκεκριμένο ερέθισμα, αναδύθηκαν στο διεθνές προσκήνιο αντίστοιχες πράξεις σε όλο τον κόσμο και σε διάφορες περιόδους, από την Καμπότζη μέχρι τη Ρουάντα κι από τους Αβορίγινες μέχρι τους Ινδιάνους. Μέσα σ’ αυτές και η δική μας περίπτωση, αυτή που μας αφορά άμεσα, καθώς οι απόγονοι των θυμάτων της ζουν σήμερα στην Ελλάδα, την Αρμενία, τη Μέση Ανατολή και στον υπόλοιπο κόσμο ως τρίτης και τέταρτης γενιάς πρόσφυγες, και στην Τουρκία ως τρίτης και τέταρτης γενιάς εκτουρκισμένοι, συνειδητοί Τούρκοι δηλαδή και με πλήρη άγνοια της καταγωγής τους.

Ας δούμε όμως τι προβλέπει η διεθνής σύμβαση για τη γενοκτονία, κι ας δούμε αν υπάγεται στον ορισμό της η μοίρα του λαού μας, των Αρμενίων και των Ασσυροχαλδαίων στην Ανατολή: ”Εις την παρούσαν Σύμβασιν ως γενοκτονία νοείται οιαδήποτε εκ των κατωτέρω πράξεων, ενεργουμένη με την πρόθεσιν ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος, εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτι- κής, ως τοιαύτης:

α) Φόνος των μελών της ομάδος.

β) Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητος των μελών της ομάδος.

γ) Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρη ή την μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής.

δ) Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεως εις τους κόλπους ωρισμένης ομάδος.

ε) Αναγκαστική μεταφορά παίδων μιας ομάδος εις ετέραν ομάδα.

Το πρώτο στοιχείο που μας ενδιαφέρει εδώ, ακολουθώντας βήμα-βήμα τη διατύπωση της Συνθήκης, είναι η «πρόθεση» ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδας: Υπήρχε πρόθεση των Τούρκων να καταστρέψουν ολικά ή μερικά τις συγκεκριμένες εθνικές ομάδες; Αν δεν υπήρχε, μιλάμε για εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας – αλλά όχι για γενοκτονία. Βέβαια, αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι δύσκολο σε τέτοιες περιπτώσεις να υπάρξουν αποδεικτικά στοιχεία που διατρανώνουν την πρόθεση διάπραξης γενοκτονίας, όπως δεν είναι εφικτό να αποδείξει κάποιος την αναθεωρητική πρόθεση της σημερινής Τουρκίας μέσα από τα πρακτικά του Συμβουλίου Ασφαλείας της, αφού δεν υπάρχει πρόσβαση σ’ αυτά.

Έτσι, όπως και σε πιο απλές νομικές υποθέσεις, οι προθέσεις συνάγονται από την εμμονή σε τακτικές που αποσκοπούν στην εξαφάνιση της ομάδας των θυμάτων, κατά την εύστοχη έκφραση της Χαράς Γαλανού, νομικού που έχει ασχοληθεί εμπεριστατωμένα με το υπό διαπραγμάτευση ζήτημα. Τέτοια εμμονή προκύπτει από επαναλαμβανόμενες ενέργειες που οδηγούν στην επίτευξη του σκοπού της γενοκτονίας, όπως περιγράφεται στον ορισμό της Διεθνούς Σύμβασης του ΟΗΕ για τις γενοκτονίες. Βέβαια, στην περίπτωση της χριστιανικής Ανατολής, η πρόθεση έχει και επίσημη τεκμηρίωση. Η γενοκτονία, σαν πολιτική επιλογή και στρατηγικός στόχος των Νεότουρκων, αποφασίστηκε στο συνέδριό τους στην Οθωμανική Θεσσαλονίκη το 1911:

”Η Τουρκία πρέπει να γίνει Μωαμεθανική χώρα, όπου η Μωαμεθανική θρησκεία και οι Μωαμεθανικές αντιλήψεις θα κυριαρχούν και κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα θα καταπνίγεται. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η πλήρης Οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την πειθώ. Άρα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένοπλη βία. Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί. Κάθε μορφή αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης θα θεωρείται προδοσία προς την Τουρκική Αυτοκρατορία”.

Τους στόχους αυτούς των Νεότουρκων εξέφρασε σε σύσκεψή τους και ο δρ Σακίρ Μπεχαεντίν: ”Τα έθνη που απέμειναν από παλιά στην Αυτοκρατορία μας, μοιάζουν με ξένα και βλαβερά χόρτα που πρέπει να ξεριζωθούν. Να ξεκαθαρίσουμε τη γη μας. Αυτός άλλωστε είναι και ο σκοπός της επανάστασής μας”. Στην ίδια σύσκεψη ο δρ. Ναζίμ λέει: ”Θέλω να ζήσει ο Τούρκος. Και θέλω να ζήσει μόνο σ’ αυτά τα εδάφη και να είναι ανεξάρτητος. Εκτός των Τούρκων όλα τα άλλα στοιχεία να εξοντωθούν, άσχετα σε ποια θρησκεία ή πίστη ανήκουν. Αυτή η χώρα πρέπει να καθαρίσει από τα ξένα στοιχεία”. Οι Τούρκοι πρέπει να κάνουν την εκκαθάριση.

Το πρόγραμμα των Νεότουρκων αναπαράγει αυτές τις απόψεις, και οι τελευταίοι αναλαμβάνουν να τις υλοποιήσουν με σειρά διαταγμάτων και νόμων μόλις απέκτησαν λόγο στην κεντρική πολιτική σκηνή της Τουρκίας, η εφαρμογή των οποίων ξεπέρασε κάθε φαντασία στη βία και τη φρίκη. Τον προμελετημένο χαρακτήρα της γενοκτονίας είχε παραδεχτεί και ο Ταλαάτ Πασάς και ο Εμβέρ Πασάς σε ξεχωριστές συνομιλίες τους με τον Αμερικανό πρέσβη Χένρι Μοργκεντάου. Στις ίδιες συζητήσεις φάνηκε ότι είχαν επεξεργαστεί κάθε πτυχή του σχεδίου, αφού ζήτησαν από τον πρέσβη μέχρι και κατάλογο των ασφαλιστικών εταιρειών της Αμερικής.

Ώστε να εντοπίσουν συμβόλαια με ασφαλισμένους τους νεκρούς και να εισπράξουν το ασφάλιστρα από τις ασφάλειες ζωής των, με το αιτιολογικό ότι δεν είχαν αφήσει κληρονόμους, οπότε το Τουρκικό κράτος τους κληρονομούσε. Εδώ είναι ευκαιρία να αναφερθούμε σε μια συμψηφιστική φιλολογία που ακούγεται μερικές φορές όταν μιλούμε γι’ αυτά τα ζητήματα, ότι δηλαδή οι βιαιότητες των Τούρκων έχουν σαν αντίβαρο βιαιότητες του Ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία. Είναι σαφές ότι η νομική προσέγγιση καταδεικνύει ότι δεν πρόκειται για ισοδύναμες καταστάσεις. Οι Τούρκοι ενήργησαν βάσει κεντρικής πολιτικής και σχεδιασμού που στόχευαν στη γενοκτονία.

Οι Έλληνες στρατιώτες, όπου διέπραξαν βιαιότητες, λειτούργησαν παρορμητικά και δίχως να εκτελούν προσχεδιασμένη αποστολή. Διέπραξαν πιθανόν εγκλήματα πολέμου, αλλά όχι γενοκτονία. Ακόμα, αυτή η λογική μεταθέτει την αντιπαράθεση στο ελληνοτουρκικό διακρατικό επίπεδο, ενώ η γενοκτονία αφορά συμπεριφορά του Τουρκικού κράτους προς υπηκόους του, εκ των οποίων ένα κομμάτι είναι Έλληνες, παραγνωρίζοντας το ότι η γενοκτονία αφορούσε και τους Αρμένιους και τους Ασσύριους. Και βέβαια, οι Τούρκοι έχουν ξεκινήσει τη γενοκτονία πολύ πριν ωριμάσουν καν οι συνθήκες για να βρεθεί ο Ελληνικός στρατός στη Μικρά Ασία.

Έχοντας λοιπόν ξεκαθαρίσει το ζήτημα της πρόθεσης διάπραξης γενοκτονίας καταφατικά, πρέπει να δούμε και το άλλο στοιχείο, αυτό της «ολικής ή μερικής καταστροφής» ομάδος εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής, ως τοιαύτης. Ο ορισμός δεν απαιτεί την εξαφάνιση της ομάδας που αποτελεί στόχο της γενοκτόνου πολιτικής. Δεν απαιτεί δηλαδή την ολοσχερή επίτευξη της επιδίωξης των θυτών. Σε τέτοια περίπτωση δεν θα είχαμε καμία γενοκτονία, αφού πάντα κάποιοι θα γλίτωναν, και όλες οι περιπτώσεις θα περιορίζονταν σε απόπειρες γενοκτονίας, επίσης τιμωρούμενες από τη Διεθνή Σύμβαση αλλά με μικρότερο ειδικό βάρος βεβαίως. Ο ορισμός αρκείται στη μερική επίτευξη του στόχου.

Με τον κίνδυνο να εισαγάγουμε το ποσοτικό στοιχείο με τρόπο που δεν ταιριάζει όπου μιλούμε για ανθρώπινες ζωές, θα σημειώσουμε ότι η εξολόθρευση έστω και μικρού αριθμού μελών της ομάδας – στόχου «ως τοιαύτης», ως ανηκόντων δηλαδή στη συγκεκριμένη ομάδα, αποτελεί γενοκτονία ως προς το υποσύνολο της ομάδας – θύματος που υφίσταται τις γενοκτόνες πράξεις, άρα εμπίπτει στον ορισμό. Μικρή σημασία έχει αν το ποσοστό των θυμάτων σε σχέση με τον πληθυσμό της όλης ομάδας είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο, σημασία έχει η στόχευσή τους ως μέλη ομάδας με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Στη Μικρά Ασία είχαμε έτσι κι αλλιώς εξόντωση ενός μεγάλου ποσοστού των μη Μουσουλμανικών λαών, επομένως πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο ορισμός όσον αφορά το βαθμό στον οποίο πραγματώθηκε η γενοκτονία στην ομάδα – θύμα. Θα πρέπει τώρα να εξετάσουμε το επόμενο κριτήριο, αυτό της στόχευσης της ομάδας – θύματος στη βάση του εθνικού, εθνολογικού, φυλετικού ή θρησκευτικού της χαρακτήρα. Δηλαδή πρέπει οι πράξεις εξολόθρευσης να γίνονται στη βάση ενός εξ αυτών των χαρακτηριστικών για να θεωρηθούν γενοκτονία. Στη Μικρά Ασία όμως στόχος ήταν οι Μικρασιατικοί πληθυσμοί εκείνοι που δεν ήταν Τούρκοι ή Μουσουλμάνοι.

Δηλαδή οι Ρωμιοί, οι Αρμένιοι και οι Ασσύριοι, επειδή ακριβώς ήταν Χριστιανοί, λόγω της θρησκείας τους, κι επειδή ακριβώς ανήκαν στις «άλλες εθνότητες». Η εθνική διάσταση της γενοκτονίας υπάρχει και πέρα από τη θρησκευτική, καθώς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οι επιμέρους ταυτότητες συγκροτούνται μεν με βάση τα γένη, τα μιλέτ, με κριτήριο τη θρησκεία, η τελευταία όμως επιτελεί και λειτουργία εθνικής ταυτότητας. Έτσι, ο Ρωμιός που αλλαξοπιστούσε δεν θεωρούνταν Έλληνας Μουσουλμάνος αλλά Τούρκος, και η λέξη που χρησιμοποιείτο ήταν ότι «τουρκεύει».

Επομένως, οι ενέργειες των Τούρκων στη Μικράν Ασία εστρέφοντο κατά θρησκευτικών – εθνικών ομάδων, ικανοποιώντας έτσι διπλά το κριτήριο που θέτει η Διεθνής Σύμβαση. Θυμίζουμε απλά ότι και ένα από τα δύο κριτήρια να επληρούτο, δηλαδή αν ήθελε θεωρήσει κανείς ότι μόνο η θρησκευτική ή μόνο η εθνική διάσταση υπήρχε στους διωγμούς, και τότε θα είχαμε γενοκτονία με βάση τις αρχές που θέτει η Συνθήκη. Ανακεφαλαιώνοντας, έχομε στην περίπτωση της Μικρασιατικής Ανατολής διάπραξη πράξεων από τους Τούρκους που έλαβαν χώρα βάσει σχεδίου και πολιτικού προγράμματος, με πρόθεση δηλαδή να καταστρέψουν τους Χριστιανικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας λόγω της διακριτής θρησκευτικής και εθνικής τους ταυτότητας.

Οι πράξεις αυτές κατέληξαν στην καταστροφή μεγάλου μέρους των στοχευμένων πληθυσμών, ενώ η παρουσία τους εξαλείφθηκε ολοσχερώς από τη Μικρά Ασία. Ας δούμε τώρα τους τρόπους τους οποίους χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι ώστε να υλοποιήσουν τη γενοκτονία, με οδηγό την περιπτωσιολογία της Διεθνούς Συνθήκης.

α) Φόνος των μελών της ομάδος. Εδώ έχομε την πιο απτή πρακτική, που εκδηλώθηκε είτε στους τόπους κατοικίας των υπό γενοκτονία πληθυσμών είτε στους τόπους εκτόπισης αυτών, σε ενεργό αλλά και άμαχο πληθυσμό, με κάθε τρόπο που μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου: Δολοφονίες, κάψιμο ανθρώπων ζωντανών, κρέμασμα, συνοδευόμενα από βασανιστήρια και βιασμούς όπου αυτό ήταν δυνατό, οδήγησαν στην απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων ψυχών, υλοποιώντας έτσι την εκπεφρασμένη βούληση των Τούρκων για εξαφάνιση των χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας.

β) Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητος των μελών της ομάδος. Αν και η αρχικώς επιτυγχανόμενη σωματική βλάβη των μελών των υπό γενοκτονία λαών μέσα από τα βασανιστήρια, τους ακρωτηριασμούς, τους βιασμούς, συνήθως κατέληγε σε θάνατο, υπήρξαν αρκετοί που επέζησαν με βλάβες που τους συνόδευαν σε όλη τους τη ζωή, υπαγόμενοι έτσι στο σκέλος αυτό της συνθήκης που περιγράφει τους τρόπους υλοποίησης της γενοκτονίας.

Ίσως όμως ακόμα περισσότεροι ήταν οι ομόθρησκοί μας εκείνοι των οποίων τα λογικά σάλεψαν, υπέστησαν δηλαδή βλάβη της διανοητικής τους ακεραιότητας, όταν είδαν τα παιδιά, τις γυναίκες, τους πατριώτες τους να βιάζονται, να βασανίζονται και να δολοφονούνται μπροστά στα μάτια τους, γιατί δεν ήταν μόνο απόλαυση για τους αυτουργούς της γενοκτονίας να διαπράττουν τα προσχεδιασμένα τους εγκλήματα, αλλά και να υποβάλλουν στο μαρτύριο της παρακολούθησης αυτών τους άμεσους συγγενείς των θυμάτων, πριν έρθει κι αυτών η σειρά.

γ) Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρη ή την μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής. Εδώ έχουμε τις εκτοπίσεις, τις ατέλειωτες πορείες δίχως προορισμό των προγραμμένων υπό συνθήκες ψύχους η καύσωνα, με υποτυπώδη διατροφή, ρακένδυτους, με όσα υπάρχοντα ήταν σε θέση να πάρουν μαζί τους κλεμμένα από τους δεσμοφύλακές τους, με τις αρρώστιες να τους θερίζουν και τα βασανιστήρια να είναι στην ημερήσια διάταξη. Τα ίδια ισχύουν και για τα τάγματα εργασίας. Αλλά δεν έχομε μόνο αυτά.

Η καταστροφή των οικιών και των χωριών των εκτοπισμένων σιγουρεύει το ότι και να γλιτώσουν από εκεί δεν θα έχουν πού να γυρίσουν, άρα θα φύγουν, ικανοποιείται λοιπόν και με αυτό τον τρόπο το παραπάνω κριτήριο. Σε άλλο επίπεδο, την ίδια λειτουργία επιτελούν και οι διοικητικής φύσεως ρυθμίσεις που στοχεύουν τις μειονότητες, όπως: Η φορολογική εξόντωση ειδικά των υπό γενοκτονία λαών, η δήμευση των περιουσιών των ίδιων και των πνευματικών – θρησκευτικών τους ιδρυμάτων, η κατάργηση των αυτοδιοικητικών μορφών οργάνωσής τους, της κοινοτικής τους εκπαίδευσης, η οποία αντικαταστάθηκε από Τουρκική, η απαγόρευση να ασκούν συγκεκριμένα επαγγέλματα, ο αφοπλισμός τους.

Όλα αυτά συντέλεσαν στην εμπέδωση ενός αισθήματος μειονεξίας, ανασφάλειας και απαισιοδοξίας για το μέλλον τους στη Μικρά Ασία, καθώς η ζωή τους κατέστη αφόρητη. Η συνέχιση της διαβίωσής τους στην πατρίδα ήταν αδύνατη, έπρεπε να φύγουν αν επιζούσαν. Όμως ένας λαός υπάρχει και πραγματώνεται ως τέτοιος στη βάση και της τοπικής του υπόστασης. Όταν αποκοπεί από το χώρο του, ο ίδιος ο χώρος ορφανεύει και ο λαός ζει κάπου αλλού ως ξένος, με προοπτική την αφομοίωσή του από την κυρίαρχη ομάδα του νέου τόπου του, έστω κι αν αυτή είναι φιλική απέναντί του.

Έτσι, και ο ξεριζωμός από τα εδάφη του και η απώλεια της ταυτότητας του λαού – θύμα επιτελούν το σκοπό της γενοκτονίας, που είναι να πάψει η ύπαρξη του λαού ως τέτοιου. Η βιολογική του συνέχεια ως κάτι άλλο είναι αποδεκτή από τους γενοκτόνους, εφαρμόζεται μάλιστα κι από τους ίδιους προς εμπλουτισμό της δικής τους ομάδας.

δ) Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεων εις τους κόλπους ορισμένης ομάδος. Ο ενεργός ανδρικός πληθυσμός, από 16 μέχρι 60 χρόνων, εκτοπίζεται με αποτέλεσμα να μην έχομε γεννήσεις λόγω της απουσίας τους. Ο εκτοπισμός και η εξόντωση λοιπόν των ανθρώπων αυτών δεν στέρησε το λαό τους μόνο από τους ίδιους, αλλά και από τους απογόνους που δεν γέννησαν, αποδυναμώνοντας έτσι πληθυσμιακά την εθνική τους ομάδα.

ε) Αναγκαστική μεταφορά παίδων μιας ομάδος εις ετέραν ομάδα. Αναφερθήκαμε για τα παιδιά που δεν γεννήθηκαν. Και τα παιδιά που πρόλαβαν να γεννηθούν, όμως, δεν τα περίμενε καλύτερη τύχη. Κι από μιαν άποψη, αυτά είναι τα πιο θλιβερά θύματα της γενοκτονίας. Τα ορφανά που άφηναν τα θύματα των παραπάνω περιπτώσεων, οι Τούρκοι τα ενέταξαν στη δική τους εθνική ομάδα μέσα από το θεσμό των ορφανοτροφείων. Η περίθαλψη που πρόσφεραν στα παιδιά αυτά ήταν στο πλαίσιο των ιδεολογικών μηχανισμών του τουρκικού κράτους, λάμβαναν Τουρκική εκπαίδευση, άκουγαν την Τουρκική εκδοχή των γεγονότων ως νεαροί Τούρκοι και έτσι ενηλικιώνονταν ως συνειδητοί Τούρκοι.

Κι εκεί που κανείς θα περίμενε από τα παιδιά των θυμάτων να μπορέσουν να εκδικηθούν και να δικαιώσουν τους γονείς και το λαό τους, αυτά, ανεπίγνωστα βέβαια, μεγάλωσαν με την αφήγηση των γενοκτόνων. Ποια μεγαλύτερη ύβρις στο νεκρό από το να δικαιώνει το παιδί του το θάνατο του γονιού, και πόσο δυστυχισμένο μπορεί να είναι ένα παιδί που θα ανακαλύψει την πραγματική του ταυτότητα τυχαία; Το φαινόμενο αυτό υπάρχει και σε άλλη μορφή, αυτής των οικογενειών που ο ένας γονιός είναι από Χριστιανική πληθυσμιακή ομάδα.

Συνήθως αφορά περιπτώσεις που επέζησαν των εκτοπίσεων και οι γενοκτόνοι τους εγκατέστησαν σε Τουρκικό περιβάλλον, όπου έκαναν οικογένεια με Τούρκο και τα παιδιά μεγάλωσαν σαν Τούρκοι, ή ανθρώπους που Τούρκεψαν την τελευταία στιγμή για να παραμείνουν στις εστίες τους. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις τα παιδιά δεν υποψιάζονται καν την καταγωγή του μη Τούρκου γονιού, αν και είναι υπαρκτές κάποιες περιπτώσεις που έχουν καταγραφεί όπου κάποια στιγμή την έμαθαν. Δεν είναι πάντως δυνατό να απαλειφθεί η πλύση εγκεφάλου που έχουν υποστεί μόνο με μια εκ των υστέρων πληροφορία περί της αληθινής καταγωγής τους.

Σε μια μεσοπρόθεσμη προοπτική, παρατηρούμε το φαινόμενο να χάνουν τη συνείδηση της καταγωγής τους οι απόγονοι των επιζησάντων της γενοκτονίας, να χάνουν τη Μικρασιατική τους ταυτότητα. Είναι μια μεγάλη κουβέντα να πούμε γιατί έγινε αυτό, και σίγουρα στην περίπτωση της Ελλάδας θα πρέπει να μιλήσομε για τις ευθύνες του Ελλαδικού κράτους και την πολιτική λήθης απέναντι στους πρόσφυγες. Πλην όμως δεν θα φτάσομε μέχρι εκεί, τουλάχιστο στο πλαίσιο αυτής της Νομικής αναφοράς. Θα μιλήσομε όμως για το φαινόμενο αυτό ως συνέπεια της διακοπής της σύνδεσης του λαού με την πατρίδα του, και την αδυναμία μακροπρόθεσμα να αναπαραγάγει τους όρους διατήρησης της ταυτότητάς του σε άλλο τόπο, όντας μειοψηφία και ευάλωτος σε αφομοιωτικές διαδικασίες.

Αυτό αποτελεί λευκή γενοκτονία, αφού τα μέλη της ομάδας βιώνουν την απώλεια της ταυτότητάς τους, δηλαδή δεν υπάρχουν πια ως μέλη τέτοιας ομάδας αν και συνεχίζουν βιολογικά να υπάρχουν. Υπάρχουν όμως ως κάτι άλλο, π.χ. εδώ ως αφομοιωμένοι παλαιοελλαδίτες που μπορεί και να μιλούν στις παρέες τους για συνωστισμό κι όχι για γιαγκίνι στη Σμύρνη. Επομένως, τα αποτελέσματα της γενοκτονίας των Χριστιανικών λαών της Ανατολής εξακολουθούν να δημιουργούνται, η γενοκτονία συνεχίζεται κάθε φορά που ένα παιδί τέταρτης πια γενιάς που έρχεται στον κόσμο, μεγαλώνει μέσα σ’ ένα περιβάλλον όπου δε βιώνει τη Μικρασιατική του προέλευση.

Που δε θα διεκδικήσει λοιπόν τη μνήμη της πατρίδας να την κάνει δική του μνήμη, που αν το θελήσει θα πρέπει αυτή να τη βρει μέσα από αφηγήσεις των παλιότερων, που όμως κι αυτοί από παλιότερους την έχουν βρει κι όχι βιωματικά. Θα πρέπει να τη βρει μέσα από κιτρινισμένες φωτογραφίες του χτες που καλείται να το φανταστεί σα να είναι σήμερα, όμως το σήμερα αυτό δεν υπάρχει γι’ αυτό το παιδί. Θυμίζω ότι ο όρος μιλάει για μεταφορά των παιδιών σε «έτερη ομάδα», όχι απαραίτητα την ομάδα των γενοκτόνων. Έτσι, με τον εκτουρκισμό των παιδιών αλλά και την αφομοίωση όσων γλίτωσαν κι έφυγαν από ισχυρότερες πληθυσμιακές ομάδες του τόπου υποδοχής τους, ικανοποιείται πολλαπλώς και ο όρος που θέτει η συνθήκη ως προς τα παιδιά τής υπό γενοκτονία ομάδας.

Είπαμε στην αρχή πως θα αναφερθούμε τεχνικά, στεγνά νομικά, προκειμένου να δούμε αν υπάγονται τα γεγονότα της Ανατολής στον ορισμό της γενοκτονίας. Και νομίζουμε πως εκεί καταλήξαμε. Δεν καταλήξαμε όμως μόνο εμείς, που μπορεί να είμαστε συναισθηματικά φορτισμένοι, να έχομε υποστεί πλύση εγκεφάλου -όχι πάντως από το ενδοτικό Ελλαδικό κράτος-, να είμαστε προκατειλημμένοι, όπως μας κατηγορούν οι οσφυοκάμπτες των Νεοοθωμανών. Υπάρχει, στον διεθνή επιστημονικό χώρο, η Διεθνής Ένωση των Ακαδημαϊκών για τη Γενοκτονία.

Πρόκειται για έναν έγκυρο οργανισμό, ένα σώμα διεθνούς κύρους και απήχησης και κυρίως υπεράνω υποψίας, ο οποίος μελετά τα φαινόμενα των γενοκτονιών στον κόσμο, οι απόψεις του δε τυγχάνουν ευρύτατης αποδοχής και αναγνωρίζονται διεθνώς. Η Διεθνής Ένωση των Ακαδημαϊκών για τη Γενοκτονία, λοιπόν, αναγνώρισε τα γεγονότα που εξετάζουμε εδώ ως γενοκτονία τον Δεκέμβριο του 2007, με σχετική απόφασή της ληφθείσα με πλειοψηφία άνω του 80% επί των ψηφισάντων μελών της. Έχομε λοιπόν και διεθνή επιστημονική τεκμηρίωση του ότι οι προϋποθέσεις της Διεθνούς Σύμβασης ικανοποιούνται εδώ. Ποια είναι η πρακτική σημασία αυτής της διαπίστωσης όμως;

Τι σημασία έχει άραγε το να περιγραφούν αυτά σαν γενοκτονία ή κάπως αλλιώς – η ουσία δεν είναι ίδια; Ο πόνος και η δυστυχία, η εξαφάνιση τριών λαών από την καθ’ ημάς Ανατολή είναι πια πραγματικότητα. Νομίζουμε ότι έχει σημασία μεγάλη να επιμείνουμε στον νομικό χαρακτηρισμό της γενοκτονίας, αφού αυτό έχει σημαντικές συνέπειες. Η γενοκτονία έχει ήδη αναγνωριστεί από μια σειρά κράτη, εκτός από τη Διεθνή Ένωση Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες. Από τη στιγμή που το έγκλημα χαρακτηρίζεται πια γενοκτονία, δημιουργούνται διάφορες συνέπειες:

Η Τουρκία καλείται να αναγνωρίσει το γεγονός. Μέχρι σήμερα τηρεί μια στάση αντιφατική, καθώς από τη μια αρνείται κατηγορηματικά να την συζητήσει, από την άλλη αποδίδει τα όσα συνέβησαν στο προηγούμενο της Τουρκικής Δημοκρατίας πολιτειακό μόρφωμα, απεκδυόμενη κάθε ευθύνη. Έτσι όμως εκτίθεται, καθώς είτε δεν συνέβησαν αυτά, είτε τα έκαναν άλλοι. Το προηγούμενο της Γερμανίας σε σχέση με τα όσα διέπραξε κατά των Εβραίων αποτελεί και την απαίτηση της διεθνούς κοινότητας πια κι όχι μόνο των θυμάτων από την Τουρκία. Και βέβαια, όταν η Τουρκία αναγνωρίσει τη γενοκτονία, θα πρέπει να αναλάβει και τις σχετικές ευθύνες. Να αποζημιώσει τα θύματα, δηλαδή τους απογόνους τους, είναι το πρώτο.

Αλλά τι σημαίνει αποζημίωση; Πληρώνουμε την αξία της περιουσίας που έχασαν, την ηθική βλάβη για τις φρικαλεότητες που υπέστησαν οι πληθυσμοί και καθαρίσαμε; Αναγνώριση πρέπει να σημαίνει συγνώμη και άρση των αποτελεσμάτων της γενοκτονίας, δηλαδή απόδοση στην ομάδα – θύμα της πατρίδας που έχασε, των μελών που απώλεσε και προς τη γενοκτόνο εθνότητα και γενικά. Και αυτό για να γίνει σημαίνει πρακτικά εκδημοκρατισμό της Τουρκίας, ελεύθερη κυκλοφορία των ιδεών, πρόσβαση στην ιστορική γνώση. Σημαίνει ανάδυση των καταπιεσμένων ταυτοτήτων, ανακάλυψη των ανεπίγνωστων καταγωγών και διάσπαση της Τουρκικής ταυτότητας στις ταυτότητες από τις οποίες έκλεψε πληθυσμούς για να διαμορφωθεί η ίδια, σημαίνει δηλαδή διάλυση της Τουρκίας.

Γι’ αυτό και κάθε προσπάθεια να γίνει λόγος για αναγνώριση συναντά τη λυσσαλέα αντίδραση της Τουρκίας. Γι’ αυτό κι εμείς οφείλομε να είμαστε στις επάλξεις και αυτού του αγώνα. Σε συνεργασία με τις άλλες εθνότητες – στόχους, θα πρέπει να συντονίζουμε τη διαδικασία της αναγνώρισης βήμα-βήμα, διεθνώς, στην πατρίδα μας και στην ίδια την Τουρκία. Οι διεθνείς σχέσεις, βέβαια, δεν έχουν αισθήματα αλλά μόνο συμφέροντα. Γι’ αυτό και το ειδικό βάρος της Τουρκίας υψώνεται ως ανασταλτικός παράγοντας της όποιας προσπάθειας, καθώς κάθε χώρα προσμετρά και τις συνέπειες που θα έχει τυχόν αναγνώριση στις σχέσεις της με μια μεγάλην αγορά, που είναι και μια Μουσουλμανική επίσης χώρα.

Και μια χώρα με σοβαρή και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, που θέτει στόχους και τους υλοποιεί σε βάθος χρόνου. Όμως αυτά είναι και τα όρια της Τουρκίας. Και το ότι παρά τις αντιξοότητες αυτές αυξάνεται ο αριθμός των χωρών που αναγνωρίζουν τη γενοκτονία, δείχνει ότι τελικά η πίστη στα δίκαιά μας και η προσήλωση στο στόχο μπορεί να φέρει αποτελέσματα ακόμα και σε τόσο δύσκολες συνθήκες. Γιατί η πολιτική της Τουρκίας μπορεί να ανατραπεί από μια σχεδιασμένη πολιτική αρχών και εκμετάλλευσης των ευκαιριών άσκησης αυτόνομης πολιτικής που δίνονται σε έναν πολυπολικό κόσμο. Εμείς, οι απόγονοι των επιζώντων της γενοκτονίας, έχομε τις δικές μας ευθύνες σ’ αυτή την κατάσταση.

Οφείλομε να επηρεάσουμε την πολιτική της πατρίδας μας προς την κατεύθυνση υιοθέτησης μιας στάσης αξιοπρέπειας απέναντι στην Τουρκία, συνεργασίας με τους λαούς – θύματα της πολιτικής της και απαίτησης αναγνώρισης της γενοκτονίας. Βέβαια, θα πει κανείς, εδώ είμαστε βουτηγμένοι στο Μνημόνιο, ο κοινωνικός ιστός διαλύεται, λεφτά δεν υπάρχουν, πώς θα ξεφύγουμε από την πολιτική της υποτέλειας προς όλους; Μα ακριβώς αυτή η στάση μας έφερε εδώ, το να φερόμαστε όπως μας επιβάλλουν οι ξένοι κι όχι όπως μας ορίζει το συμφέρον του τόπου μας. Και μια δυναμική στάση στην εξωτερική πολιτική προϋποθέτει μια συνολική αλλαγή στο παραγωγικό μας μοντέλο.

Προϋποθέτει μια πατρίδα που ενθαρρύνει τον πολίτη να δραστηριοποιηθεί και δεν τον στραγγαλίζει, ένα λαό που αγωνίζεται να επιτύχει αυτάρκεια, μιαν εκπαίδευση και ιδεολογία που δεν θα υπαγορεύεται από τους ξένους. Εδώ εντοπίζεται λοιπόν το χρέος μας, να αποτινάξουμε την κάθε λογής αποικιοκρατία από τον τόπο μας, να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε οι ίδιοι τις προτεραιότητες και τους στόχους μας. Κι εδώ θα κριθεί ο καθένας μας και όλοι μαζί. Γιατί οι ευκαιρίες που θα έχομε στο εξής θα είναι μετρημένες, και το να χάσουμε μία δεν σημαίνει ότι θα υπάρξει δυνατότητα επανόρθωσης.

ΟΙ ΘΗΡΙΩΔΙΕΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ

Ο Μουσταφά Κεμάλ και η Πολιτική της Εθνοκάθαρσης

Ο Μουσταφά Κεμάλ ξεκινούσε στις 16 Μαΐου 1919 για τη Σαμψούντα με την εντολή «να προστατέψει τους Ρωμιούς και τους Αρμένιους από τις Τουρκικές συμμορίες». Συνοδευόμενος από 21 έμπιστα άτομα έφτασε στο λιμάνι της Σαμψούντας, στις 19 Μαΐου 1919, όπου αμέσως φρόντισε να κάνει έκδηλες τις προθέσεις του. Μόλις ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάσθηκε εις Αμισόν, συνεκάλεσε τους Μουσουλμάνους εις έν τέμενος και εξεφώνησε σωβινιστικώτατον λόγον, προσκαλών όλους τους πιστούς να τον ακολουθήσωσιν εις τον κατά των απίστων αγώνα, άλλως επίκειται η εξόντωσις της Μουσουλμανικής Αυτοκρατορίας.

Παραβιάζοντας τις εντολές που είχε λάβει για τιμωρία των συμμοριών, με την άφιξή του στη Χάβζα ζήτησε να συναντήσει τον «Άιχμαν» του Ποντιακού Ελληνισμού, Τοπάλ Οσμάν, καταζητούμενο για τα άπειρα εγκλήματά του από τη Σουλτανική κυβέρνηση και εναντίον του οποίου εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης. Σύμφωνα με τον Cemal Sener, ο Τοπάλ Οσμάν είχε φέρει σε πολύ δύσκολη θέση τις ομάδες των Ρωμιών με τις σκληρές μεθόδους του. Στις επιθέσεις των Ρωμαίικων ομάδων στα Τουρκικά χωριά, απαντούσε με σκληρά αντίποινα. Οι κάτοικοι της περιοχής διηγούνται χαρακτηριστικά το γεγονός ότι «έβαζε να καίνε τους αντιστεκόμενους μέσα στους λέβητες των πλοίων».

Ο Τοπάλ Οσμάν ανταποκρίθηκε πρόθυμα στην επιθυμία του Μουσταφά Κεμάλ να συναντηθούν, και με τους στενούς του συνεργάτες, τον Τέμογλου Ισμαήλ αγά, τον Νταργκάρογλου Μπιλάλ και τον Καρά Αχμέτ από την περιοχή Καβράκ πήγε στη Χάβζα, όπου και έγινε η πρώτη γνωριμία τους, στις 29 Μαΐου 1919. Στη μυστική αυτή συνάντηση των δύο αρχηγών δημιουργήθηκαν αμέσως αμοιβαία αισθήματα εμπιστοσύνης. Ο Οσμάν αγάς του παρουσίασε μια λεπτομερή αναφορά για τις δραστηριότητες των Ρωμιών και των Αρμενίων στην Κερασούντα και στα περίχωρά της.

Το γεγονός και μόνο ότι ο Κεμάλ επέλεξε τον Τοπάλ Οσμάν, τον στυγνότερο δολοφόνο των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Κούρδων, ως τον πιο στενό του συνεργάτη, δεν επιτρέπει να συμπεριληφθεί ανάμεσα στους μεγάλους ηγέτες που αγωνίστηκαν για τα ιδανικά της ελευθερίας και της δημοκρατίας, όπως το επιχειρούν ορισμένοι πολιτικοί και ιστορικοί. Κατά κύριο λόγο η ιστορική έρευνα αποφεύγει σκόπιμα να αναφερθεί στη φυσιογνωμία του βασικού πυρήνα των Κεμαλικών εθνικών ομάδων, που ως επί το πλείστον απαρτίστηκε από εγκληματίες της πρώτης ακόμη φάσης της γενοκτονίας των Νεοτούρκων.

Πρώτη Φάση της Γενοκτονίας 1914 – 1918

Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου από τους εθνικιστές είχε ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό οι πληθυσμοί εκτοπίζονταν τον χειμώνα και την εξόντωση την πραγματοποιούσε, σε μεγάλο βαθμό ίσια η φύση. Οι εκτοπισμένοι δεν οδηγούνταν σε Άουσβιτς, αλλά η ίδια η πορεία ήταν ένα Άουσβιτς. Οι Τούρκοι στον Πόντο άρχισαν με την επιστράτευση όλων των αντρών από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους στα τάγματα εργασίας. Η πλειονότητα τους στάλθηκε στις περιοχές μεταξύ Σεβάστειας και Βαν για την κατασκευή δρόμων. Παράλληλα, αμφισβήτησαν το δικαίωμα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα το επάγγελμα τους.

Και επιπλέον απαγόρευσαν στους Μουσουλμάνους να συνεργάζονται με αυτούς επαγγελματικά, με την ποινή της τιμωρίας από τις στρατιωτικές αρχές. Κατ’ αρχάς οι άτακτες ορδές των Τούρκων επιτίθονταν στα απομονωμένα Ελληνικά χωρία κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας και βιάζοντας. Οι Αυσρογερμανοί διαπίστωναν ότι η πολιτική της γενικευμένης εθνικής εκκαθάρισης υπαγορεύτηκε από την παντουρκική ιδεολογία που τότε κυριαρχούσε στους Τούρκικους πληθυσμούς, καθώς από «τη βουλιμία των Τούρκων για την πλούσια Ελληνική περιουσία». Οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν πρωτοφανείς μεθόδους για την εξόντωση των Ελλήνων, όπως την εκτόπιση των πληθυσμών μέσα στον χειμώνα.

Χωρίς να επιτρέπουν στους εκτοπιζόμενους να πάρουν μαζί τους τρόφιμα, ούτε στρωματά. Δεν επέτρεπαν την στάθμευση των εκτοπιζόμενων σε κατοικημένα μέρη, αλλά μόνο σε έρημα μέρη και εκτεθειμένα στις άσχημες καιρικές συνθήκες, με βασικό στόχο την εξόντωση τους, εφόσον θα ήταν αναγκασμένοι να διαμένουν στην ύπαιθρο και επιπλέον δεν θα μπορούσαν να προμηθευτούν τρόφιμα. Απαγορεύονταν στους εκτοπιζόμενους να δώσουν βοήθεια στους γέρους γονείς ή στα ανήλικα παιδιά και στους αρρώστους, οι οποίοι εγκαταλείπονταν στα φαράγγια και στα δάση και πέθαιναν από την πείνα ή αποτελειώνονταν από τους στρατιώτες.

Τα κυβερνητικά και αστυνομικά όργανα οδηγούσαν τους μετατοπιζόμενους σε ειδικούς λουτρώνες, οι οποίοι ιδρύθηκαν δήθεν για στρατιωτικούς λόγους. Εκεί τους εξανάγκαζαν να λουστούν με την επίκληση λόγων υγιεινής. Έβαζαν κατά εκατοντάδες άντρες, γυναίκες και παιδιά στα λουτρά, γυμνούς με θερμοκρασία 40 βαθμών. Τα ενδύματα τους εν τω μεταξύ λεηλατούνταν. Όταν έβγαιναν από το λουτρό, τους ανάγκαζαν να παραταθούν στο χιόνι με θερμοκρασία κάτω του μηδενός, και να περιμένουν την επίσκεψη του αστυνόμου για καταμέτρηση, ο οποίος ποτέ δεν έρχονταν σε λιγότερο από μία ώρα. Κατά την επιθεώρηση χαρακτηρίζονταν άρρωστοι οι νεότεροι και υγιέστεροι, οι οποίοι θανατώνονταν κατά την αποστολή τους στο νοσοκομείο.

Οι Γαλλικές μυστικές αναφορές βρίθουν από στοιχεία για τις εκτοπίσεις αυτής της περιόδου. Σε αναφορά που βασίζεται σε στοιχειά του γιου του Ντζεμάλ Πασά, σημειώνεται :«Εδώ και έξι εβδομάδες, σφαγές Ελλήνων κατά μάζες έλαβαν χώρα. Ο αριθμός των φονευθέντων φτάνει τις 40.000». Στις 5 Οκτωβρίου η Υπηρεσία Πληροφοριών του Γαλλικού Γενικού Επιτελείου Στρατού αναφέρει: «Από σοβαρές πηγές, 50.000 άτομα εξορίστηκαν στο εσωτερικό με τις γνωστές ήδη συνθήκες. Ο Ελληνισμός των ακτών της Μαύρης Θάλασσας υπέστη απόλυτη εξόντωση». Ήταν τέτοια η ένταση και η επέκταση των διωγμών, ώστε ακόμη και οι σύμμαχοι των Τούρκων διατύπωσαν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους.

Ο μαρκήσιος Παλαβιτσίνι έγραφε τον Ιανουάριο του 1918 :«Είναι σαφές ότι οι εκτοπισμοί του Ελληνικού στοιχείου δεν υπαγορεύονται ουδαμώς από στρατιωτικούς λόγους και επιδιώκουν κακώς εννοουμένως πολιτικούς σκοπούς». Την ίδια άποψη εξέφρασαν και σώφρονες Τούρκοι, όπως ο Βεχήμπ Πασάς, ο οποίος υποστήριζε ότι ο εκτοπισμός των Ελλήνων ήταν περιττός από στρατιωτικής άποψης. Σχεδόν συγχρόνως ο Αυστριακός πρόξενος της Αμισού Κβιατκόφσκι ανέφερε σε υπηρεσιακή επιστολή του ότι ο εκτοπισμός των Ελλήνων της Ποντιακής παραλίας εντασσόταν στο πλαίσιο του προγράμματος των Νεότουρκων, με το οποίο επιδιωκόταν η εξασθένηση του Χριστιανικού στοιχείου.

Ο ίδιος θεωρούσε ότι η καταστροφή αυτή θα είχε μεγαλύτερη απήχηση στην Ευρώπη απ’ ό,τι οι σφαγές που είχαν διαπράξει κατά των Αρμενίων. Οι φόβοι του Κβιατκόφσκι εδράζονταν στη διαπίστωση του ότι η καθολική εξόντωση του Ελληνικού στοιχείου ήταν επιθυμία του Τούρκικου λαού. Η επιτροπή του Ελληνικού Υπουργείου Περιθάλψεως που στάλθηκε στον Μικρασιατικό Πόντο κατέγραψε με λεπτομέρειες τις μεθόδους που χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι για την εξόντωση των Ελλήνων. Στις εκθέσεις της επιτροπής του υπουργείου, που έφτασε στον Πόντο το 1919 με αποστολή την καταγραφή των προβλημάτων του ελληνικού πληθυσμού, αναφέρονταν οι τρόποι που χρησιμοποιήθηκαν για τη θανάτωση περισσότερων από 200.000 ατόμων.

Εκτός από την περιοχή του Πόντου, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν δίωξης και κατά του Ελληνικού πληθυσμού του Καυκάσου. Το 1915, όταν ο Τουρκικός στρατός προέλαυνε στην περιφέρεια του Καρς, πλήθη Ελλήνων προσφύγων εγκατέλειπαν τις περιοχές τους φοβούμενοι τις σφαγές. Σε αναλυτική έκθεση που υπεβλήθη στον συνταγματάρχη Κ. Κατεχάκη, ο οποίος ήταν επικεφαλής της Ελληνικής στρατιωτικής αποστολής που έδρευε στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρονται με λεπτομέρειες οι απώλειες. Στην επαρχία Αμασείας από 136.798 Έλληνες εκτόπισαν τους 73.375, από τους οποίους διασώθηκε μόλις το 30%. Από τους εκτοπισμένους επέστρεψε μόλις το 6%.

Η επαρχία Κολωνείας καταστράφηκε εξολοκλήρου και ελάχιστοι Έλληνες κατάφεραν να διασωθούν. Από τους 167.450 Έλληνες της επαρχίας Χαλδίας – Κερασούντος εκτοπίστηκαν οι 90.000, ενώ 45.000 κατέφυγαν στη Ρωσία. Από τους εκτοπισμένους διασώθηκε το 2%. Από την επαρχία Τραπεζούντας, στην οποία κατοικούσαν 55.000 Έλληνες, εξορίστηκαν 5.000 άτομα, ενώ 26.000 διέφυγαν στη Ρωσία. Από τους εκτοπισμένους επέστρεψαν 400 άτομα. Από την επαρχία Ροδοπόλεως, από συνολικό αριθμό 24.000 Ελλήνων εκτοπίστηκαν 4.080 άτομα, ενώ 4.800 διέφυγαν προς τη Ρωσία.

Η Δεύτερη Φάση της Γενοκτονίας

Στον ίδιο τον Πόντο οι Συμμορίες του Τοπάλ Οσμάν τρομοκρατούσαν και δολοφονούσαν τους Ελληνικούς πληθυσμούς. Οι Τούρκικες συμμορίες «σκότωναν από μίσος και εκδίκηση και όχι με σκοπό να ληστέψουν», σύμφωνα με κείμενα της εποχής. Το Foreign Office ανέφερε :«Ο Οσμάν αγάς, ληστής ταπεινής προέλευσης, έχει αναδειχθεί σε τοπικό δεσπότη της Κερασσούντας και προεδρεύει της επιτροπής Εθνικής Άμυνας Κερασσούντας, σώμα συνδεδεμένο με τους Νεότουρκους». Ακόμη και ο Σοβιετικός απεσταλμένος στην Τουρκία, Μ. Φρούνζε, που χαρακτηρίζονταν από φιλοτουρκικό πνεύμα, έγραφε για την πολιτική του Τοπάλ Οσμάν:

«Όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ’ όλο Ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απέμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή. Οι ντόπιοι Τούρκοι θυμούνται με φρίκη τη σκληρότητα του». Σε έκθεση αυτής της περιόδου αναφέρεται:

«Η καταστροφή των χωρίων ήρξατο κατά τον Απρίλιον του 1921 και συνεπληρώθη προ μηνός (Ιούνιος 1922). Άπαντα τα χωρία κατεστράφησαν, εκάησαν, εξερριζώθησαν τελείως. Πάντες οι κάτοικοι των χωρίων τούτων εξωρίσθηκαν και εφονεύθησαν αφιακρίτως γένους και ηλικίας. Εκ των εις τα βουνά καταφυγόντων οι ημίσεις απέθανον εκ κακουχιών και φόνων και ασθενείων. Εγένεντο Αποστολαί εξορίστων εις το εσωτερικόν. Εκάστης Αποστολής οι εξόριστοι ελαμβάνοντο κατ’ εκλογήν μεταξύ των εχόντων ηλικίαν 10 – 70 ετών. Η τύχη των εξοριζομένων ήτο ως επί το πλείστον σφαγή, αγχόνη και θάνατος εκ κακώσεως και πείνης». Για την εκτόπιση των Ελλήνων του Πόντου υπάρχουν τρεις επίσημες αποφάσεις.

  • Η πρώτη, που εκδόθηκε στις αρχές του Ιουνίου 1921 και είχε την υπογραφή του Μουσταφά Κεμάλ, αναφέρει: «Η πρόσφατη εμφάνιση του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού στη Μαύρη Θάλασσα και ο βομβαρδισμός της Ινέπολης αυξάνουν την πιθανότητα απόβασης Ελλήνων στη Σαμψούντα. Για αυτό, όσοι Έλληνες μπορούν να κρατήσουν όπλα, από 15 έως 55 ετών, θα εκτοπιστούν στην ενδοχώρα».
  • Η δεύτερη είναι η επίσημη εντολή του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού Φεβζί, που στάλθηκε στις 3 Ιουνίου 1921 στο αρχηγείο που έδρευε στην Αμάσεια: «Από το υπουργικό συμβούλιο πάρθηκε η απόφαση να εκτοπιστούν στην ενδοχώρα όλοι οι Χριστιανοί που διαμένουν στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας και μπορούν να φέρουν όπλα. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ με τη λήψη του τηλεγραφήματος. Σας γνωρίζουμε ότι πρέπει να αποφευχθεί το ενδεχόμενο συσπείρωσης και αντίστασης των Χριστιανών καθώς και απόβασης Ελληνικού στρατού».
  • Η Τρίτη απόφαση, υπουργική και πάλι, ελήφθη στις 3 Ιουλίου 1921 και αναφέρει: «Υπάρχει πιθανότητα απόβασης στα παράλιά μας. Αυτά τα μέρη θα εκμεταλλευτεί ο εχθρός κατά του έθνους μας σε συνεργασία με ντόπιους Έλληνες. Ως εκ τούτου είναι αναγκαία τα έκτακτα μέτρα για την υπεράσπιση της χώρας. Έτσι, από τις 12 Ιουνίου 1921, όλη η παραλία της Μαύρης Θάλασσας και οι κωμοπόλεις κηρύσσονται εμπόλεμη περιοχή».

Το τέλος του 1921 σφραγίστηκε από τις φοβερές ωμότητες των Τούρκων στον Μικρασιάτικο Πόντο. Ο Βρετανός αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη πληροφορούσε τον υπουργό Εξωτερικών: «Οι Τούρκοι φαίνεται ότι δρουν βάσει προμελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων. Όλοι οι άνδρες ηλικίας άνω των 15 ετών της περιφερείας Τραπεζούντας και της ενδοχώρας εκτοπίστηκαν στα εργατικά τάγματα του Ερζερούμ, Καρς και Σαρήκαμις». Την ίδια εποχή αντάρτες βρίσκονταν σε κατάσταση απόγνωσης, καθώς καμία βοήθεια δεν έφτανε πλέον σε αυτούς. Οι Σοβιετικοί είχαν αποκόψει τους δρόμους εφοδιασμού από τις Ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας, ενώ η Ελληνική κυβέρνηση δεν απαντούσε στις αγωνιώδεις εκκλήσεις τους.

Ένα πλοίο που φορτώθηκε στον Πειραιά με όπλα και πυρομαχικά γι’ αυτούς, δεν ξεκίνησε ποτέ. Παρά την αδυναμία και την πολυδιάσπαση τους, οι Πόντιοι αντάρτες σε δύσκολη θέση τον στρατό των Τούρκων. Μολονότι ο αριθμός αντιστοιχούσε σε μία μεραρχία, κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν πολλαπλάσιο Τουρκικό στρατό. Ο Κεμάλ Ατατούρκ είχε επιφορτίσει το 3ο Σώμα του στρατού του που έδρευε στη Σεβάστεια, καθώς το 15ο που έδρευε στο Ερζερούμ, με καθήκον της καταστολής του αντάρτικου ποντιακού περιέγραφε ως εξής το Ποντιακό αντάρτικο. Οι περιοχές δράσης των Πόντιων ανταρτών είχαν χωριστεί.

Η δύναμη των Πόντιων ανταρτών στην αρχή ήταν περίπου έξι έως επτά χιλιάδες ενόπλων. Αργότερα έφτασαν στις εικοσιπέντε χιλιάδες, που είχαν χωριστεί σε μικρές ομάδες και δρούσαν σε διαφορετικά μέρη. Ο Κεμάλ, για να δικαιολογήσει τη γενοκτονία κατά του άμαχου πληθυσμού, υπερβάλλει πρωτίστως ως προς τον αριθμό. Επίσης, ενοχοποιεί τον «παραγωγικό Ποντιακό πληθυσμό», γιατί «τροφοδοτούσε τις ένοπλες και μάχιμες ομάδες». Ο Μ. Φρούνζε, Σοβιετικός απεσταλμένος στην Τουρκία, έδωσε μία από τις ελάχιστες μαρτυρίες για τους ηττημένους αντάρτες:

«Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60 – 70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο. Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια». Με το πρόσχημα των αντιποίνων και της καταπολέμησης των ανταρτών, οι Τούρκοι ολοκλήρωσαν τη γενοκτονία. Βασισμένος σε μια σειρά επίσημων αναφορών, ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόυντ Τζωρτζ προέβη σε δημόσιες δηλώσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων:«Στον Πόντο δεκάδες χιλιάδες Ελλήνων ανδρών, γυναικών και παιδιών απελαύνονταν και πέθαιναν. Ήταν καθαρή ηθελημένη εξολόθρευση».

Ο Αμερικάνος ταγματάρχης Γιόουελ έδωσε μια εικόνα του Μικρασιατικού Πόντου το 1921: «Πτώματα, πτώματα σε όλο το μήκος της πορείας των εκτοπιζόμενων φρίκη και πτώματα». Οι διανοούμενοι και οι πρόκριτοι του Πόντου δικάστηκαν από το ψευδεπίγραφο Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας, που έδρευε στην Αμάσεια. Με την κατηγορία ότι έγινε προσπάθεια απόσχισης από την Τουρκία, εκδόθηκαν εκατοντάδες θανατικές καταδίκες. Ακόμη και οι Σοβιετικοί απεσταλμένοι, οι οποίοι είχαν πλήρη γνώση των Τουρκικών ωμοτήτων κατά των Ελλήνων, δεν μπορούσαν να κρύψουν τον αποτροπιασμό τους για τα φρικτά εγκλήματα των συμμάχων τους.

Ο Αράλοβ, Σοβιετικός πρέσβης στην Άγκυρα, ενημερώθηκε στη Σαμψούντα από τον αρχιστράτηγο Φρούνζε. Ο Φρούνζε του είπε ότι είχε δει πλήθος Ελλήνων που είχαν σφαγιαστεί «βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες – γέρους, παιδιά, γυναίκες». Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ ότι επρόκειτο να συναντήσει πτώματα σφαγιασμένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει στους δρόμους. Οι συγκρούσεις με Μουσουλμάνους ατάκτους εξαπλώθηκαν και στον Καύκασο. Τα Ελληνικά χωρία βρέθηκαν πάλι σε κίνδυνο και οι Αρμενικοί πληθυσμοί αντιμετώπιζαν για μια ακόμη φορά τον κίνδυνο της γενοκτονίας λόγω της εξέγερσης των ντόπιων Μουσουλμάνων.

Οι επικεφαλής των ατάκτων «Ταταρίκων συμμοριών» ήταν Τούρκοι αξιωματικοί, οι οποίοι είχαν αποθρασυνθεί από την απραξία των δυνάμεων της Αντάντ. Από την άνοιξη του 1922, όταν η Τουρκία στράφηκε προς την Δύση, άρχισε να επικρατεί ψυχρότητα στις Σοβιετοτουρκικές σχέσεις. Οι Σοβιετικοί άρχισαν τότε να επιδιώκουν τη μείωση της Τουρκικής επιρροής και την αυτονόμηση των Ελληνικών πληθυσμών. Ήταν όμως πλέον πολύ αργά. Μία άλλη πλευρά της δεύτερης φάσης της γενοκτονίας ήταν η ολοκλήρωση των εξισλαμισμών. Το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών ετοίμασε το 1917 έκθεση με τίτλο «Οι Ανθελληνικοί Διωγμοί εν Τουρκία», στην οποία υπάρχει ιδιαίτερο κεφάλαιο για τους εξισλαμισμούς.

Στην έκθεση αναφέρεται ότι οι Νεότουρκοι είχαν αποφασίσει τον βίαιο εξισλαμισμό Χριστιανικών εθνοτήτων. Για τον σκοπό αυτό δημιούργησαν ορφανοτροφεία για τα παιδιά των Χριστιανών που είχαν εξοντώσει. Στα Ελληνόπαιδα παρείχαν Τουρκική παιδεία και Ισλαμική θεολογική μόρφωση, ενώ υποχρέωναν τις Ελληνίδες να παντρευτούν Μουσουλμάνους. 

O Δια της Αγχόνης Θάνατος

O χειμώνας του 1920 – 1921 έφερε ανείπωτες συμφορές στους Έλληνες του Πόντου. Όσοι απέμειναν πλήρωναν με το ακριβότερο τίμημα τις νίκες του Ελληνικού στρατού στα πεδία των μαχών. Τα δικαστήρια ανεξαρτησίας, που στην πραγματικότητα ήταν Μεσαιωνικά στρατοδικεία, και σ’ αυτήν την περίοδο με συνοπτικές διαδικασίες οδηγούσαν τους περισσότερους στον «διά της αγχόνης» θάνατο. H επιλογή των προσώπων ήταν αυστηρά επιλεκτική. Συλλαμβάνονταν όσοι είχαν διακριθεί στα γράμματα, την οικονομία και την πολιτική. Στις 5 Ιανουαρίου 1921 η κυβέρνηση της Άγκυρας με διάταγμα αποφάσισε το κλείσιμο όλων των Χριστιανικών εκπαιδευτηρίων, με εξαίρεση τα αΑερικανικά.

Οι Κεμαλικοί στην Τραπεζούντα «διέταξαν το κλείσιμον πάντων των καθιδρυμάτων και σχολών των υπό την προστασίαν των Συμμάχων ευρισκομένων, εκτός του Αμερικανικού ορφανοτροφείου. Kατ’ άλλας ειδήσεις συνέβησαν εκεί ταραχαί προκληθείσαι υπό Kεμαλικών». Στις 31 Ιανουαρίου 1921 συνελήφθησαν όλα τα μέλη του μουσικοφιλολογικού συλλόγου της Άνω Αμισού «Oρφεύς» με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και οδηγήθηκαν στις φυλακές, αρχικά της Αμισού και μετά της Αμάσειας, οι οποίες ήταν γεμάτες από Έλληνες διανοουμένους και εμπόρους της Αμισού, της Πάφρας και του Αλατζάμ.

Οι νέες Κεμαλικές ακρότητες ξεπέρασαν τις αγριότητες του παρελθόντος τόσο στην ένταση όσο και στον αριθμό θυμάτων και των μεθόδων που εφαρμόστηκαν. O καπουτσίνος μοναχός της Τραπεζούντας Cirillo Giovanni Zohrabian, μια ηρωική και δυναμική φυσιογνωμία, που βοήθησε πολύπλευρα τους Έλληνες της περιοχής του, γράφει στα απομνημονεύματά του: «Αρχές Απριλίου του 1921 η Τουρκική αστυνομία άρχισε την έρευνα των σπιτιών των Ελλήνων, για να βρουν στοιχεία που να αφορούν την προτιθέμενη δημιουργία Ελληνικής Αυτοκρατορίας του Πόντου.

Οι έρευνες απέβησαν άκαρπες, αλλά συνελήφθησαν ο κ. Καπετανίδης, διευθυντής της εφημερίδας ”Εποχή”, ο γιατρός Χατζηνότας και ο μητροπολιτικός επίτροπος Ματθαίος Κωφίδης. Οδηγήθηκαν πρώτα στη Σαμψούντα κι ύστερα στην Aμάσεια, από όπου πορεύτηκαν μαζί με άλλους εβδομήντα εννιά συλληφθέντες στην περιοχή της Σαμψούντας. Σώθηκε μόνο ο γιατρός Χατζηνότας, χάρη στην επέμβαση ανθρώπων με κύρος και καλών πληρωτών, οι άλλοι καταδικάστηκαν σε θάνατο με απαγχονισμό.

Η Διαχείριση του Ποντιακού Ζητήματος

Το Ποντιακό Ζήτημα εξαρχής αντιμετωπίστηκε περισσότερο ως ζήτημα των Ποντίων και όχι τόσο ως μέρος του ευρύτερου εθνικού προβλήματος. Χαρακτηριστική είναι η απόρρητη απόφαση του Βενιζέλου για την δημιουργία Ποντιακών στρατιωτικών τμημάτων, τα οποία θα αποτελούσαν πρόπλασμα ενός μελλοντικού Ποντιακού στρατού. Στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης που πραγματοποιήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1918 ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος πρότεινε την ενσωμάτωση του Πόντου στην Αρμενία, ενώ ο μητροπολίτης Χρύσανθος υπέβαλε ξεχωριστό υπόμνημα στη Συνδιάσκεψη του Παρισιού.

Με το υπόμνημα του ο Χρύσανθος ζητούσε τη δημιουργία Ελληνικού κράτους στην περιοχή του Πόντου και ανέπτυσσε εκτενώς την επιχειρηματολογία που υποστήριζε τα δίκαια των Ελλήνων της περιοχής. Στο Υπόμνημα αναφέρονταν ότι ο Ελληνικός πληθυσμός του Πόντου, μετά την παλιννόστηση των προσφύγων από τον Καύκασο και τη Ρωσία, εξισώθηκε με το Μουσουλμανικό, ότι από εκείνο μεγάλο μέρος ήταν Ελληνικής καταγωγής και δεν είχε λησμονήσει ούτε την καταγωγή του ούτε την Ελληνική γλώσσα, την οποία εξακολουθούσε να μιλά, καθώς και ότι δεν υπήρχε στον Πόντο παρά πολύ μικρή Αρμένικη μειοψηφία.

Επίσης υποστηρίζονταν ότι οι Τούρκοι, όταν είχε καταλυθεί η Τουρκική αρχή, αναγνώρισαν τους Έλληνες ως τους μόνους ικανούς να κυβερνήσουν τη χώρα και σ’ αυτούς παρέδωσαν την εξουσία πριν την έξοδο τους, ότι οι Ρώσοι και οι αντιπρόσωποι των συμμάχων δυνάμεων αναγνώρισαν την ντόπια Ελληνική κυβέρνηση κατά τρόπο αδιαφιλονίκητο και εν πάση περιπτώσει αναγνώρισαν την κυρίαρχη επιρροή του Ελληνικού στοιχείου. Στο υπόμνημα υπογραμμίζονταν, τέλος, ότι ο γηγενής πληθυσμός όχι μόνο υποτάχθηκε στην Ελληνική κυβέρνηση αλλά έδειξε απόλυτη εμπιστοσύνη σ’ αυτήν.

Και σημειωνόταν ότι στις πλέον δύσκολες περιστάσεις η ντόπια Ελληνική κυβέρνηση και ο Ελληνικός λαός εξασφάλισαν την τάξη και διαφύλαξαν την ισοπολιτεία. Κατά συνέπεια ήταν δίκαιο να αποτελέσει ο Πόντος αυτόνομο Ελληνικό κράτος, εφόσον ο πληθυσμός του δεν είναι διατεθειμένος να υποφέρει κανέναν ξένο ζυγό. Σε αντίθεση με τους στόχους του Ποντιακού Κινήματος, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δήλωνε στις 4 Φεβρουαρίου 1919 στον Αμερικάνο πρόεδρο Ουίλσον ότι, παρόλο που οι Έλληνες Πόντιοι επιθυμούσαν την ανεξαρτησία τους, ο ίδιος αντιτάχθηκε απόλυτα. Η επίσημη θέση της Ελλάδας στις αρχές του 1919 ήταν η υποστήριξη της ανεξαρτησίας της Αρμενίας, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής της Τραπεζούντας.

Σφοδρή υπήρξε η αντίδραση των Ποντιακών οργανώσεων στην τοποθέτηση αυτή. Οι οργανώσεις των Ελλήνων του Πόντου κατέκλυσαν το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας με πλήθος καταγγελιών και τηλεγραφημάτων διαμαρτυρίας. Οι αντιδράσεις αυτές οδήγησαν στην αλλαγή πολιτικής της Ελληνικής κυβέρνησης. Επελέγη η πολιτική της ενεργούς ανάμειξης στις υποθέσεις του Πόντου και του Καυκάσου και στάλθηκαν στην περιοχή ο συνταγματάρχης Δ. Καθενιώτης και ο Ι. Σταυριδάκης. Την ίδια περίοδο το πολιτικό πλαίσιο στον ευρύτερο χώρο της Υπερκαυκάσιας καθορίστηκε από την απόφαση επανασύστασης των τριών ανεξάρτητων δημοκρατιών: της Γεωργίας, της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν.

Η απόφαση αυτή ήταν αποτέλεσμα της κυριαρχίας των Μενσεβίκων και του Αγγλικού ενδιαφέροντος για την περιοχή αυτή. Στον Μικρασιατικό Πόντο η κατάσταση επιδεινωνόταν διαρκώς. Μετά την απόβαση του Κεμάλ στις 19 Μαΐου 1919 στη Σαμψούντα, οι συγκρούσεις πολλαπλασιάστηκαν. Ο Θ. Πετιμεζάς εκπρόσωπος του Ελληνικού Ερυθρού Σταύρου, έγραφε στον Έλληνα αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη ότι οι παλιννοστούντες στον Πόντο από τη Ρωσία κινδύνευαν άμεσα να σφαγιαστούν άοπλοι από τα φανατισμένους Τουρκικούς πληθυσμούς, οι οποίοι διαρκώς εξοπλίζονταν από την τουρκική κυβέρνηση και είχαν καταστήσει απροσπέλαστη την ενδοχώρα.

Οι Πόντιοι αντάρτες ζήτησαν ενίσχυση από την Ελλάδα. Οι εκκλήσεις τους όμως για στρατιωτική βοήθεια έμειναν χωρίς απάντηση από την Ελληνική κυβέρνηση. Με βάση τις αιτήσεις των Πόντιων ανταρτών και τις συζητήσεις που πραγματοποιήθηκαν, το Τουρκικό Υπουργείο Εσωτερικών ανέφερε σε έγγραφο του :«Όπως έχουμε πληροφορίες, ότι ύστερα από εισήγηση του Ελληνικού Πατριαρχείου και για λογαριασμό της Ποντιακής Κυβέρνησης της Τραπεζούντας και των περιχώρων εγκρίθηκε να σταλούν στην Τραπεζούντα μερικοί Έλληνες αξιωματικοί καθώς επίσης και όπλα και πυρομαχικά» .

Πρότεινε να γίνουν διαβήματα στους αντιπροσώπους των Συμμάχων για να αποτρέψουν αυτοί τις Ελληνικές προσπάθειες, ώστε να αντιμετωπιστούν οι κινήσεις των Ελλήνων. Η Ελληνική πολιτική δεν επιβεβαίωσε τους φόβους αυτούς των Τούρκων. Η Ελλαδική ηγεσία δεν μπόρεσε να κατανοήσει τη δυναμική του Ποντιακού αγώνα. Έτσι, καμία ουσιαστική βοήθεια δεν στάλθηκε στους Έλληνες αντάρτες του Πόντου. Στις 31 Ιουνίου 1919 ο Χρύσανθος, με υπόμνημα του προς τον Βρετανό πρωθυπουργό, ζήτησε την ενίσχυση του Ποντιακού κινήματος. Πρότεινε τη διάθεση Ποντιακών ταγμάτων, τα οποία μαζί με Αμερικάνους θα αναλάμβαναν να διατηρήσουν την τάξη στον Πόντο.

Η γενικότερη στάση των συμμάχων ήταν αρνητική. Τον Νοέμβριο του 1919 ο συνταγματάρχης Δ. Καθενιώτης πρότεινε χωρίς αποτέλεσμα στον Βρετανό πρέσβη στην Αθήνα να αποσταλεί στο Βατούμι το Τάγμα Ποντίων που είχε δημιουργηθεί στο πλαίσιο του Ελληνικού στρατού. Τον Ιανουάριο επανέλαβε τις προτάσεις του για Ελληνοβρετανική επέμβαση κατά των Τούρκων εθνικιστών και των Μπολσεβίκων στον Βρετανό αρμοστή Βατούμι. Ο Καθενιώτης πρότεινε να αποβιβαστούν στην Τραπεζούντα τα Ποντιακά τάγματα που είχαν δημιουργηθεί στο πλαίσιο του Ελληνικού στρατού.

Έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια μικρή ελεύθερη περιοχή όπου θα κατέφευγαν οι Έλληνες από τη Ρωσία καταδιώκονταν από τους Μπολσεβίκους. Η πρόταση αυτή συνάντησε την άρνηση της Βρετανικής πλευράς. Την αρνητική απάντηση της Βρετανικής κυβέρνησης εισηγήθηκε ο Ουόρντροπ Βρετανός αρμοστής στο Βατούμι. Την απόρριψη της πρότασης παρόλο που αυτή εξυπηρετούσε άριστα τον αντιμπολσεβικό αγώνα της Αντάντ, ο Δ. Καθενιώτης αποδίδει στην υποκειμενική στάση του αρμοστή, ο οποίος ήταν φανατικός Σλαβόφιλος, ευμενέστατα διακείμενος προς τους Βουλγάρους.

Με αφορμή τη βρετανική άρνηση, ο Ε. Βενιζέλος έσπευσε να δηλώσει: «Θεωρώ όλως απίθανον ότι θα ληφθεί περί τούτων ειδική πρόνοια, πλην των γενικών εγγυήσεων, ως ζητούν να επιτύχουν υπέρ των ξένων εθνοτήτων,όσαι θα παραμείνωσιν υπό Τουρκικήν Κυριαρχίαν». Ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος χαρακτήρισε τον Βενιζέλο «απληροφόρητο στο ζήτημα του Πόντου». Ο ίδιος, απηχώντας το αίσθημα των Ελλήνων του Πόντου, απείλησε με κοινή εξέγερση των Ελλήνων και Μουσουλμάνων κατοίκων, εάν τελικά προκρίνονταν η λύση της υπαγωγής του Πόντου στην Αρμενία. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν στη διερεύνηση των πιθανοτήτων σύναψης συμμαχίας ανάμεσα στους Πόντιους και τα κινήματα της περιοχής.

Ο Χρύσανθος εκπροσωπώντας τις Ποντιακές οργανώσεις, πήγε στην Τιφλίδα για συνομιλίες με τους Γεωργιανούς ηγέτες και κατόπιν στην Αρμενική πρωτεύουσα Εριβάν. Η γραμμή της Ελληνικής κυβέρνησης ήταν να επιδιωχθεί πάση θυσία συμφωνία με τους Αρμένιους. Τα δύο μέρη κατέληξαν σε γενική συμφωνία, η οποία υπεγράφη από τον Αρμένιο πρωθυπουργό Χατισίαν και τον μητροπολίτη Χρύσανθο. Η συμφωνία προέβλεπε τη δημιουργία Ελληνοαρμενικής ομοσπονδίας και την παροχή Ελληνικής στρατιωτικής βοήθειας προς την Αρμενία. Το στρατιωτικό σκέλος της συμφωνίας υπογράφτηκε από Αρμένιους αξιωματικούς και τον συνταγματάρχη Δ. Καθενιώτη.

Η στρατιωτική αυτή συμφωνία προέβλεπε την προώθηση ως το Ερζερούμ των Ελληνικών στρατευμάτων που επρόκειτο να επιβιβαστούν στην Τραπεζούντα, με στόχο την προστασία του Ελληνικού στοιχείου. Παράλληλα ο Αρμένικος στρατός θα υπεράσπιζε τα σύνορα του Καυκάσου. Όμως τα δύο μέρη δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν στις λεπτομέρειες. Οι Έλληνες πρότειναν συνομοσπονδία Πόντου – Αρμενίας. Ο Κ. Κωνσταντινίδης ηγέτης του Ποντιακού κινήματος και πρόεδρος του Παμποντίου Συνεδρίου Μασσαλίας, κατήγγειλε ότι οι Αρμένιοι διακατέχονταν από «πνεύμα ιμπεριαλιστικής επεκτάσεως εις βάρος γείτονος έθνους» .

Η διαφορετική αντίληψη περί συμφερόντων του κάθε έθνους και η αμοιβαία καχυποψία που επικρατούσε, σε συνδυασμό με την άρνηση των Άγγλων να επιτρέψουν την απόβαση Ελληνικού στρατού στον Πόντο και την δημιουργία Ποντιακού στρατού, απομάκρυνε τις δύο πλευρές. Οι Ποντιακές οργανώσεις υπέβαλαν στην Διάσκεψη της Ειρήνης πρόσθετο υπόμνημα, ζητώντας την αναγνώριση ενός ανεξάρτητου Πόντου υπό την προστασία του Ελληνικού κράτους ή την κηδεμονία των ΗΠΑ. Όμως στα μεγάλα ζητήματα της περιοχής, οι Έλληνες του Πόντου εξέφραζαν μέχρι τέλους την αλληλεγγύη τους στον αγώνα των Αρμενίων κατά των Τούρκων και κατήγγειλαν την εγκατάλειψη τους από τις συμμαχικές δυνάμεις.

Ο Απολογισμός των Θυμάτων της Γενοκτονίας

Την 1η Δεκεμβρίου 1922 ο αριθμός των θυμάτων του Πόντου, σύμφωνα με τις εκκλησιαστικές επαρχίες και τις Ελληνικές κοινότητες, ήταν όπως αναφέρει ο παραπάνω πίνακας Από τα παραπάνω στοιχεία αποδεικνύεται ότι 815 ακμάζουσες κοινότητες καταστράφηκαν ολοκληρωτικά, ότι όλα τα Ελληνικά χωριά με τις 1.174 εκκλησίες τους και τα 960 σχολεία λεηλατήθηκαν και κάηκαν, ότι περιουσίες που αποκτήθηκαν ύστερα από 500 χρόνια σκληρής δουλειάς και που ανέρχονταν σε περισσότερα από δύο εκατομμύρια φράγκα κλάπηκαν και χάθηκαν, κι ότι ο πληθυσμός 303.237 ανδρών εξολοθρεύτηκε με φωτιά κι ατσάλι. Πολλοί από αυτούς κρεμάστηκαν ή πέθαναν από το κρύο.

Οι σφαγές κοντά στο Καβάκ, το Ντζουμπούς Xαν, το Σελαμελίκ και το Κιζ Αλάν, όπως και οι σφαγές του Αντά, του Καραπερτσίν, του Τεκέ Κιοΐ και της Μερζιφούντας -πόλης που οι κάτοικοί της εξολοθρεύτηκαν στο κτίριο του Γαλλικού Σχολείου- και οι πολυάριθμοι απαγχονισμοί στην Αμάσεια, είναι ατράνταχτες αποδείξεις αυτού του αφανισμού. Αυτές οι τερατώδεις πράξεις -δολοφονίες, βιαιότητες, ληστείες, κατασχέσεις, αυθαίρετες δημεύσεις περιουσιών και κάθε είδους ανήκουστες φρικαλεότητες που έγιναν από τους Τούρκους Ενωτικούς ή Κεμαλιστές- ξεπερνούν σε φρίκη και τις σφαγές των Αρμενίων του 1915.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

Ο Πόντος είναι η Ελληνική ονομασία της γεωγραφικής περιοχής των ΒΑ. ακτών της Μικράς Ασίας, η παράλια περιοχή της Καππαδοκίας, ανατολικά της Παφλαγονίας, η οποία σήμερα ανήκει στην Τουρκία. Η γεωγραφική θέση του Πόντου ορίζεται δυτικά από τον ποταμό Παρθένιο της Βιθυνίας, νότια από την οροσειρά Ολγασύς, ανατολικά από τη λεγόμενη Μικρή Αρμενία και βόρεια από τη θάλασσα του Ευξείνου Πόντου που σήμερα ονομάζεται και Μαύρη Θάλασσα (τουρκικά: Καρά-Ντενίζ). Ο Πόντος υπήρξε στην αρχαιότητα πεδίο έντονου Ελληνικού αποικισμού αλλά και βασίλειο επί Μιθριδάτη. Στην ύστερη Βυζαντινή περίοδο, ξαναϋπήρξε ως ανεξάρτητο κράτος.

Μέχρι το 1923 και την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε κατ΄ επιταγή της Συνθήκης της Λωζάνης κατοικούνταν, σε σημαντικό ποσοστό, από Ελληνόφωνους Χριστιανικούς και Μουσουλμανικούς πληθυσμούς.

Αρχαιότητα

Στους αρχαίους συγγραφείς, Ησίοδο, Πίνδαρο και στους μεταγενέστερους, η λέξη “Πόντος”, όταν χρησιμοποιείται για να ονομάσει θαλάσσιο χώρο, ταυτίζεται με τον Εύξεινο Πόντο. Στους Αττικούς ρήτορες η ονομασία “Πόντος” αποδίδεται στην Ταυρική χερσόνησο (Κριμαία), ενώ αργότερα μετά τον Ηρόδοτο και, κυρίως, έπειτα από τον Ξενοφώντα (Κύρου Ανάβασις), οι γεωγράφοι και οι συγγραφείς “Πόντο” αποκαλούν τη νότια περιοχή του Εύξεινου Πόντου, που περιλαμβάνει τον παραλιακό χώρο ανάμεσα στον Άλυ ποταμό και την Κολχίδα, ανατολικά της Τραπεζούντας, από την πόλη Διοσκουριάδα ως το δυτικό τμήμα της Σινώπης. Τοποθετώντας την περιοχή αυτή σε ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο κατά την αρχαιότητα, μπορούμε να την χωρίσουμε στις εξής ιστορικές περιόδους.

Προελληνική Αρχαιότητα

Σύμφωνα με πληροφορίες των Ηρόδοτου, Αισχύλου, Ξενοφώντα, καθώς και του Στράβωνα (65 π.Χ. – 23 μ.Χ.), στο εσωτερικό της Ποντιακής γης ζούσαν διάφοροι γηγενείς λαοί, μερικοί από τους οποίους τα κατοπινά χρόνια εξελληνίστηκαν ή, κατά την Ρωμαϊκή και Βυζαντινή περίοδο, σταδιακά εκχριστιανίστηκαν, όπως έγινε και στις υπόλοιπες Ελληνιστικές και Βυζαντινές περιοχές. Από τους λαούς αυτούς πιο γνωστοί στους Έλληνες υπήρξαν οι Κόλχοι ή Λαζοί, οι οποίοι κατοικούσαν στην περιοχή της Λαζίας (Lazona), ανατολικά της Τραπεζούντας, και είχαν πάρει το όνομα τους από τον απόγονο του Αιήτη, Κόλχο. Διακρίνονταν σε πολλές φυλές, όπως Μαχελόνες, Ζυνδρείτες, Άψιλες (Αψίλιους), Αβασγοούς κ.ά.

Κατά τον Ηρόδοτο, ήταν Αιγυπτιακής καταγωγής, υπολείμματα των στρατευμάτων του Αιγύπτιου βασιλιά Σέσωστρη, που είχε εκστρατεύσει στον Πόντο. Αυτή η άποψη του Ηροδότου όμως, αντιφάσκει με το γεγονός ότι η γλωσσά των σύγχρονων Λαζών και του συγγενικού τους φίλου, των Μιγγρελίων της Γεωργίας, δεν έχει καμιά σχέσει με την γλωσσά των αρχαίων Αιγυπτίων διότι τα Λαζικά και τα Μιγγρέλικα ανήκουν στον γλωσσολογικό κλάδο των γλωσσών του Νότιου Καυκάσου, όπως και η Γεωργιανή γλωσσά, ενώ τα αρχαία Αιγυπτιακά ανήκουν σε έναν τελείως διαφορετικό γλωσσολογικό κλάδο, αυτόν της Αφροασιατικής ομογλωσσίας.

Ο Ελληνικός Αποικισμός

Όλοι οι προηγούμενοι μύθοι λειτούργησαν σαν μαγνήτες που τράβηξαν τις μεγάλες μάζες των Ελλήνων μεταναστών απ’ τη Ελλάδα στη Μικρά Ασία και τον Πόντος. Η εποχή του μεγάλου αποικισμού ξεκινά τον 8ο αιώνα π.Χ. με τη Μίλητο της Ιωνίας να αποικίζει τα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Σαν πρώτη αποικία αναφέρεται η Σινώπη, πόλη – Μητρόπολη που με την σειρά της αποίκισε όλα τα παράλια του Εύξεινου Πόντου ιδρύοντας άλλες φημισμένες πόλεις. Όμορφη και επιβλητική, η Σινώπη αναδείχθηκε γρήγορα σε ένα αξιόλογο λιμάνι, αποκτώντας πολυάριθμο στόλο και ισχύ. Απ’ αυτήν κατάγεται ο φιλόσοφος Διογένης, ο διασημότερος εκπρόσωπος της κυνικής σχολής στην αρχαιότητα.

Η Περσική Κυριαρχία

Μετά την κατάλυση του Μηδικού κράτους από τον Κύρο των Περσών, ο Πόντος θα περάσει στην κηδεμονία της Περσίας, χωρίς να γνωρίσει τους καταστροφικούς πολέμους της Περσικής επέκτασης. Οι πόλεις, κυρίως της Μικρασιατικής παραλίας μέχρι την Κολχίδα, επί Περσικής επικυριαρχίας, υπάγονταν στο μέγα βασιλέα, ενώ διατηρούσαν παράλληλα εσωτερική αυτονομία. Επί της δυναστείας των Αχαιμενιδών, οι πόλεις της ανατολικής Μικρασιατικής παραλίας υπάγονταν στην ίδια σατραπεία, αλλά η κυριαρχία τους ήταν περισσότερο τυπική, διότι επί Ξενοφώντα πολλές από τις γειτονικές φυλές ήταν σχεδόν ανεξάρτητες και πολεμούσαν συχνά τις Ελληνικές πόλεις.

Οι Πέρσες αυτονομούν επίσης τον Πόντο από την οικονομική ζωή του Αιγαίου, δημιουργώντας την εμπορική οδό από την Έφεσο ως τα Σούσα, μέσω της οποίας οι μεταφορές γίνονταν δια ξηράς, λόγω περισσότερης ασφάλειας και συντομίας, αφού τα προϊόντα διοχετεύονταν κατευθείαν στη μεγάλη αγορά της Μεσοποταμίας. Σύμφωνα δε με τον Ξενοφώντα και τον Ηρόδοτο, η Τραπεζούντα και η γύρω από αυτήν περιοχή δεν είχαν γνωρίσει τον Περσικό ζυγό, λόγω του ότι οι Κόλχοι και οι Χαλδαίοι είχαν παραμείνει αυτόνομοι, αφού ο Δαρείος ασχολήθηκε περισσότερο με τον Ελληνικό χώρο, ο Κύρος νικήθηκε στο μέτωπο των σκυθικών χωρών και ο Καμβύσης στράφηκε κυρίως στην Αίγυπτο και την Αραβία.

Σημαντικές πληροφορίες για τις Ελληνικές πόλεις του Πόντου, κατά τη διάρκεια της Περσικής επικυριαρχίας, αποκομίζονται από έργο του Ξενοφώντα «Κύρου Ανάβασις», όπου περιγράφεται η Κάθοδος των Μυρίων (401 – 400 π.Χ.), των Ελλήνων δηλαδή στρατιωτών που πολέμησαν ως μισθοφόροι στο πλευρό του Κύρου εναντίον του αδελφού του, Αρταξέρξη. Μετά τη συμπλοκή όμως των δύο αδελφών και το θάνατο του Κύρου, οι Έλληνες βρέθηκαν μόνοι στο εσωτερικό της εχθρικής χώρας προσπαθώντας με τεράστιες δυσκολίες να φτάσουν στα Ελληνικά εδάφη. Όταν από το όρος Θήχης αντίκρισαν τη θάλασσα (Εύξεινος Πόντος), ένιωσαν ότι βρίσκονται στην Ελλάδα.

Στο έργο αναφέρεται η άφιξη τους στην Τραπεζούντα (401 π.Χ.) η οποία ήταν υποτελής στη μητρική πόλη Σινώπη, καθώς και η βοήθεια όλων των άλλων Ελλήνων κατοίκων των παράλιων αποικιών του Εύξεινου Πόντου -Κερασούντας, Κοτυώρων, Σινώπης, Ηράκλειας- για να διεκπεραιωθούν στη Θράκη.

Εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Κατά την εποχή ανάμεσα στο πέρασμα του Ξενοφώντα μέχρι την κοσμοκρατορία του Μ. Αλεξάνδρου, η Τραπεζούντα και όλες οι Ελληνικές αποικιακές πόλεις του Ευξείνου απόλαυσαν περιόδου ειρήνης και ευημερίας, επεκτεινόμενες επίσης όχι μόνο στα παράλια μέρη, αλλά και προς το εσωτερικό της περιοχής, εξελληνίζοντας συνέχεια όλο και περισσότερα φύλα. Με αυτό τον τρόπο ενισχύθηκαν και ανακάλυψαν νέες πηγές πλούτου, όπως άργυρο, χαλκό και σίδηρο, μέταλλα που βρίσκονταν ακόμα και στις δασώδεις και ορεινές περιοχές. Ως εξελληνισμένες περιοχές κατά την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου αναφέρονται τα Κόμανα, τα Κάβειρα, η Γαζίουρα και η Αμάσεια.

Την ίδια περίοδο η Τραπεζούντα, τα Κοτύωρα, η Αμισός και η Σινώπη βρίσκονταν σε υψηλό επίπεδο εμπορικής και πολιτικής δύναμης όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς από τα πολυάριθμα νομίσματα, έχοντας παράλληλα απόλυτη αυτονομία και ανεξαρτησία. Αναφέρεται μάλιστα ότι ο Μ. Αλέξανδρος επανέφερε το δημοκρατικό πολίτευμα στην πόλη Αμισό, που το είχε στερηθεί επί Περσοκρατίας. Με λίγα λόγια, η Ελληνική παιδεία, ο Ελληνικός τρόπος ζωής και η Ελληνική γλώσσα θα εξαπλωθούν σε όλες τις αποικίες και, μέσω των στενών του Ελλησπόντου, θα ανοίξουν δρόμους για εμπορικές συναλλαγές, μεγαλώνοντας έτσι την οικονομική και πολιτιστική αίγλη των Ελληνικών Ποντιακών πόλεων.

Το Βασίλειο του Πόντου

Κατά την περίοδο των Μεταλεξανδρινών χρόνων ιδρύθηκε στην περιοχή του Πόντου ένα βασίλειο με ισχυρά Ελληνικές επιρροές, γνωστό ως Ελληνιστικό βασίλειο του Πόντου (302 / 301 – 64 / 63 π.Χ.). Δημιουργός του κράτους υπήρξε ο πρώην σατράπης της Κίου, Μιθριδάτης, ο οποίος έκανε πρωτεύουσά του την Αμάσεια. Αρχικά το κράτος αυτό περιελάμβανε την Καππαδοκία (Μεγάλη Καππαδοκία και Καππαδοκία του Πόντου), αλλά αργότερα επεκτάθηκε και στις Ελληνικές πόλεις των ακτών του Ευξείνου. Ανάμεσα στις νέες κτήσεις του Μιθριδάτη περιλαμβανόταν και η Τραπεζούντα. Στη συνέχεια, στο βασίλειο ενσωματώθηκαν και διάφορες φυλές εξ ανατολών, όπως Τιβαρηνοί, Μοσσύνοικοι, Μάκρωνες κ.ά.

Οι ανεπτυγμένες Ελληνικές πόλεις παρέμειναν εμπορικά κέντρα, ενώ η καλλιέργεια της γης αποτελούσε την κύρια απασχόληση των κατοίκων, ιδιαίτερα στις κοιλάδες και τα δέλτα των ποταμών. Μεγάλη υπήρξε επίσης και η εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων αργύρου, σιδήρου, χαλκού. Περί το 2ο αιώνα π.Χ. το Κράτος του Πόντου εγκαινίασε επιθετική πολιτική με την κατάληψη της Σινώπης από το Φαρνάκη Α’ (185 – 169 π.Χ.), καθώς και των Ποντικών Ορέων και της παραλιακής ζώνης του Ευξείνου (Κερασούντα, Κύτωρο, Αρμήνη κ.ά.).

Αφού στο βασίλειο συμπεριλήφθηκε και η Τραπεζούντα, επί Φαρνάκη Α’ και των διαδόχων του ευνοήθηκαν οι οικονομικές συμφωνίες με τη χερσόνησο της Κριμαίας, καθώς και οι πολιτικοί και οικονομικοί δεσμοί με τη Δήλο και την Αθήνα. Κατά την εποχή της βασιλείας του Μιθριδάτη Ε’ του Ευεργέτη (περίπου 150 – 120 π.Χ.) δημιουργήθηκε μισθοφορικός στρατός σύμφωνα με τα Ελληνικά πρότυπα. Το βασίλειο του Πόντου έφτασε στο υψηλότερο σημείο της ακμής του επί Μιθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτορα (120 – 63 π.Χ.), ο οποίος, επιχειρώντας να πραγματοποιήσει τη φιλοδοξία του για την ίδρυση Εξελληνισμένου Ασιατικού κράτους, ήλθε αντιμέτωπος με την πανίσχυρη τότε Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Πραγματοποίησε εναντίον της 4 πολέμους, που είναι γνωστοί ως Μιθριδατικοί πόλεμοι. Κατά τον α’ μιθριδατικό πόλεμο (89 – 84 π.Χ.) ο Μιθριδάτης, έχοντας ως σύμμαχο το βασιλιά της Αρμενίας, Τιγράνη, εξόντωσε 80.000, περίπου, Ρωμαίους που βρίσκονταν στη Μικρά Ασία («Εφέσιος Εσπερινός», 88 π.Χ.), πήρε με το μέρος του την Αθήνα, τη Βοιωτία και τη Λακεδαίμονα, κατέλαβε τη Δήλο και ανάγκασε τον επικεφαλής των Ρωμαϊκών δυνάμεων, Λεύκιο Κορνήλιο Σύλλα, να υπογράψει τη συνθήκη της Δαρδάνου. Κατά το β’ πόλεμο (83 – 81) ο Μιθριδάτης κατέλαβε τμήμα της Καππαδοκίας.

Οι γ’ και ο δ’ πόλεμοι απέβησαν μοιραίοι για τον Πόντιο βασιλιά, γιατί, αφού υπέστη αρχικά ήττες από το Ρωμαίο ύπατο, Μάριο Αυρήλιο Κόττα, στη Χαλκηδόνα, δέχτηκε το τελικό χτύπημα από τον Γναίο Πομπήιο (64 π.Χ.) που κατέλαβε τη Σινώπη και τελευταία την Τραπεζούντα (63 π.Χ.). Σημαντικότερος ήταν ο τελευταίος βασιλιάς του Πόντου ο Μιθριδάτης ΣΤ’ Ευπάτωρ, ο οποίος διαδέχτηκε το 120 π.Χ. τον πατέρα του.

Βυζαντινή Εποχή

Με την κατάλυση του Βυζαντινού κράτους από τους σταυροφόρους (1204) οι αδελφοί Αλέξιος και Δαβίδ, απόγονοι της Αυτοκρατορικής δυναστείας των Κομνηνών, ίδρυσαν στην περιοχή του Πόντου ανεξάρτητο βασίλειο, γνωστό και ως «Αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών». Στα 257 χρόνια της, ο Πόντος γνώρισε μεγάλη οικονομική ευμάρεια και πολιτιστική ακμή. Το λιμάνι της Τραπεζούντας αναπτύχθηκε σε κέντρο εμπορίου, όπου έδρευαν προξενεία Γενουατών, Μασσαλιωτών, Βενετών, κ.ά. Οι τελωνειακοί φόροι και η παραγωγή μεταλλευμάτων εξασφάλιζαν την οικονομική ευρωστία του κράτους. Οι Μεγαλοκομνηνοί ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για την καλλιέργεια των γραμμάτων και των τεχνών.

Οι μονές του Πόντου έγιναν κέντρα πολιτιστικής ανάπτυξης, που προσέλκυσαν πολλούς λόγιους της πρώην Βασιλεύουσας. Πόντιοι λόγιοι όπως ο χρονικογράφος Μιχαήλ Πανάρετος, ο μαθηματικός και αστρονόμος Γρηγόριος Χιονιάδης και οι θεολόγοι Βησσαρίων, Γεώργιος Τραπεζούντιος και Γεώργιος Αμιρούτζης διέπρεψαν στις επιστήμες. Οι θαυμάσιες τοιχογραφίες και τα χειρόγραφα που σώζονται μαρτυρούν την ιδιαίτερη ανάπτυξη της ζωγραφικής, ενώ σπουδαία κτίσματα, εκκλησίες, μονές, ανάκτορα και δημόσια κτίρια δείχνουν τη λαμπρότητα της εποχής.

Με σύμβολο τον μονοκέφαλο αετό και προστάτη τον Άγιο Ευγένιο, πολιούχο Τραπεζούντας, οι Μεγαλοκομνηνοί διατήρησαν την αυτοκρατορία τους ως το 1461, οκτώ χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, οπότε υπέκυψε και ο Πόντος στους Οθωμανούς.

Η Οθωμανική Κυριαρχία

Ο Πόντος μοιράστηκε από τους Οθωμανούς σε δύο μπεηλερμπεάτα, κάτι σαν τα Θέματα των Βυζαντινών: της Τραπεζούντας και του «Ρουμ», δηλαδή των Ρωμιών, που περιλάμβανε τα δυτικά εδάφη και το εσωτερικό του Πόντου. Κατά τον 18ο αιώνα, στο χώρο του Μικρασιατικού Πόντου υπήρχαν τρεις μητροπόλεις, η μητρόπολη Αμασείας με τίτλο μητροπολίτη «Υπέρτιμος και έξαρχος παντός Ευξείνου Πόντου», Νεοκαισαρείας και Ινέου με τίτλο «Υπέρτιμος και έξαρχος Πόντου Πολεμωνιακού» και Τραπεζούντας με τίτλο «Υπέρτιμος έξαρχος πάσης Λαζικής».

Η Ελληνική κοινωνία του Μικρασιατικού Πόντου θα σημαδευτεί -όπως και κάθε άλλο μέρος του Ελληνικού κόσμου- από τον εξισλαμισμό και την εμφάνιση του κρυπτοχριστιανικού φαινομένου. Το πρώτο κύμα εξισλαμισμών θα εμφανιστεί μετά την παράδοση της Τραπεζούντας στους Οθωμανούς. Οι Χριστιανοί εκδιώκονται και περιθωριοποιούνται και οι εκκλησίες μετατρέπονται σε τεμένη. Στη Τραπεζούντα και στην περιφέρειά της οι εξισλαμισμοί θα λάβουν μεγάλη έκταση. Οκτώ χιλιάδες Χριστιανοί από την πάλαι ποτέ πρωτεύουσα των Κομνηνών θα ιδρύσουν ορεινούς οικισμούς στην περιοχή της Θοανίας, που θα μείνει γνωστή ως Τόνια.

Οι πληθυσμοί αυτοί θα εξισλαμιστούν στη συνέχεια. Το μεγάλο κύμα εξισλαμισμών θα ενσκήψει στα τέλη του 17ου αιώνα. Ο μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος πληροφορεί ότι οι εξισλαμισμοί στον Πόντο πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1648 – 1687 από τις πιέσεις των φεουδαρχών, των Ντερεμπέηδων. Γράφει ο Χρύσανθος: “Ενεκα των από των Τερε-βέηδων πιέσεων τούτων και των δεινών διωγμών οι από του ποταμού Ακάμψιος (Τσορόχ) μέχρι Τραπεζούντος συμπαγείς Ελληνικοί πληθυσμοί, οι κατοικούντες τας περιφερείας Ριζαίου, Οφεως, Σουρμένων και Γημωράς εξισλαμίστηκαν αθρόως.

Οι Χριστιανοί της περιφέρειας Οφεως είχον εξισλαμισθεί κατά την παράδοσιν ομού μετά του επισκόπου αυτών Αλεξάνδρου μετονομασθέντος Ισκεντέρ”. Ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Δοσίθεος επισκέφθηκε την Τραπεζούντα το 1681 και δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τον εξισλαμισμό των Ελλήνων. Αναφέρει ότι τον χρόνο της επίσκεψής του επραγματοποιήθει ο εξισλαμισμός των Ελληνικών πληθυσμών της Θοανίας, της Τόνγιας. Σε Οθωμανικό ντοκουμέντο που αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της ζωής του υπόδουλου Ποντιακού Ελληνισμού ένα αιώνα μετά την άλωση της Τραπεζούντας συμπεραίνεται ότι “θεώρησαν πιο αρμόζον και συμφέρον γι αυτούς να αλλαξοπιστήσουν για να βελτιώσουν την κοινωνική τους κατάσταση.”

Από τα τέλη του 17ου αιώνα θα ξεκινήσει η εκπαιδευτική κίνηση στον Πόντο όπως και στον υπόλοιπο Ελληνικό κόσμο. Η Τραπεζούντα θα εξελιχθεί σε κέντρο των Ελληνικών γραμμάτων. Το πρώτο σχολείο που λειτούργησε ήταν το «Φροντιστήριον Τραπεζούντος» το 1682. Στη Σινώπη υπήρχε Ελληνικό σχολείο από το 1675. Στην Αργυρούπολη ιδρύθηκε το 1733 και στα τέλη του 18ου αιώνα ιδρύθηκαν σχολεία στη Σαμψούντα και στην Κερασούντα. Κατά το 19ο αιώνα εκατοντάδες Ελληνικά και αλληλοδιδακτικά σχολεία ιδρύθηκαν στον Πόντο.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.