Εξεπλάγησαν ορισμένοι με τον βαθμό κυνικότητας των δηλώσεων της κυρίας Γαβουνέλη, διευθύντριας του περιβόητου ΕΛΙΑΜΕΠ, η οποία μέσα από τη συχνότητα της κρατικής τηλεόρασης συνέκρινε τη διαπραγμάτευση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας με το παζάρι για μερικά κιλά πατάτες στη λαϊκή της γειτονιάς της.
Του Γιώργου Χαρβαλιά
Η έκπληξη παραδόξως προκλήθηκε από την επιστράτευση της ατυχούς αντιπαραβολής και όχι από την καθαυτό αναφορά σε «διαπραγμάτευση κυριαρχικών δικαιωμάτων», που συνιστά σχήμα οξύμωρο για ανεξάρτητο κράτος εν καιρώ ειρήνης. Πλην, όμως, αυτό το αντιφατικό «θεώρημα» περί αναγκαστικής εκχώρησης θαλάσσιας κυριαρχίας στο Αιγαίο ανακλά τη «φιλοσοφία» της συγκεκριμένης «δεξαμενής σκέψεως», η οποία εν πολλοίς καθορίζει και τη νοοτροπία του ενδοτισμού που διέπει την ελληνική διπλωματία, ιδιαίτερα μετά το επεισόδιο των Ιμίων.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ έχει αναλάβει σχεδόν εργολαβικά τις τελευταίες δεκαετίες την «εκλογίκευση» της ελληνικής υποχωρητικότητας απέναντι στην αυξανόμενη τουρκική βουλιμία, προτάσσοντας το τραγικά υπεραπλουστευτικό «επιχείρημα»: «Και τι θέλετε να κάνουμε; Πόλεμο;»
Όχι, λοιπόν, κανείς σώφρων πολίτης αυτής της χώρας δεν επιθυμεί μετωπική στρατιωτική αντιπαράθεση με την Τουρκία. Όμως και κανείς δεν διανοείται να «αγοράζει» προσωρινές… δόσεις ειρήνης, σαλαμοποιώντας την εκχώρηση κυριαρχίας στο Αιγαίο.
Το ζητούμενο είναι η διασφάλιση μιας διαρκούς ειρήνης στα ανατολικά σύνορά μας, που θα επιτρέψει στη χώρα μας να απαλλαγεί από την αγωνία και το δυσβάστακτο κόστος του υπερεξοπλισμού. Yπό τις σημερινές συνθήκες τραγικού αυτοεγκλωβισμού της Ελλάδας στην αιγιαλίτιδα ζώνη των 6 μιλίων, δεν θα δίσταζα κι εγώ να χειροκροτήσω έναν «έντιμο συμβιβασμό» με τους απέναντι. Έντιμο, όμως. Όχι από αυτούς που εννοεί η κυρία του ΕΛΙΑΜΕΠ, η οποία μαζί με τις πατάτες στους πάγκους μαναβικής αράδιαζε στα ξεκούδουνα διαφορετικά εύρη χωρικών υδάτων και μπέρδευε το ακρωτήριο Ταίναρο με το ακρωτήριο Μαλέας…
Θα εξηγήσω ευθύς αμέσως τι εννοώ για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις. Η μερική επέκταση των χωρικών υδάτων στο μεγαλύτερο τμήμα του Ιονίου, που η κυρία Γαβουνέλη εξήρε ως λαμπρό παράδειγμα «ευελιξίας», υπήρξε τεράστιο στρατηγικό λάθος. Γιατί στην πράξη ενίσχυσε την πάγια τουρκική θέση ότι «το Αιγαίο είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση και πρέπει να αντιμετωπιστεί αλλιώς», εκτός δηλαδή των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.
Το γεγονός ότι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις απέφυγαν την επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, συνεκτιμώντας με ανεπίτρεπτη φοβικότητα την απειλή του τουρκικού «casus belli», ασφαλώς δυσχεραίνει τη θέση μας. Τα 6 μίλια στο Αιγαίο παγιώνονται πλέον ως καθεστώς και η άσκηση μονομερούς κυριαρχικού δικαιώματος τίθεται υπό την αίρεση της Τουρκίας. Στο δίλημμα, όμως, «πόλεμος ή αναίμακτη συνθηκολόγηση» υπάρχουν λεπτές κόκκινες γραμμές.
Δεν θα χαρίσω τον «πολιτικό ρεαλισμό» στους υπαλλήλους του ΕΛΙΑΜΕΠ. Προσωπικά θα ήμουν διατεθειμένος να σφίξω πρώτος το χέρι του κυρίου Μητσοτάκη, αν στην προσπάθειά του να αποφύγει μια αχρείαστη και εξαιρετικά απρόβλεπτη πολεμική αντιπαράθεση υποχρέωνε την Τουρκία να άρει το «casus belli» για να προχωρήσει μονομερώς στην ευθυγράμμιση του εναέριου χώρου με τα χωρικά ύδατα στα 10 ναυτικά μίλια. Προσοχή, όμως: παντού στο Αιγαίο! Όχι όπου βολεύει τους απέναντι, ούτε με τη λογική της αλά καρτ διευθέτησης – 6 μίλια εδώ, 6,5 πιο κει και 8… στην Εύβοια, δηλαδή αιγιαλίτιδα ζώνη «ακορντεόν», όπως άφησε να εννοηθεί η κυρία του ΕΛΙΑΜΕΠ και ψιθύρισε στην «Καθημερινή» η «αρμόδια» κυβερνητική πηγή.
Θα σπεύσουν κάποιοι να αναρωτηθούν – και πολύ φοβούμαι, ευλόγως: «Και γιατί να χαρίσουμε 2 μίλια στην Τουρκία, όταν έχουμε όλο το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος μας;» Η απάντηση είναι εξίσου κυνική με τις… λαχανογορίτικες σοφιστείες της κυρίας Γαβουνέλη: γιατί ο χρόνος κυλάει εις βάρος μας. Οφείλουμε να ξεκολλήσουμε επιτέλους από το μειονεκτικό καθεστώς των 6 μιλίων, να αξιοποιήσουμε τους ανεκμετάλλευτους ενεργειακούς πόρους του Αιγαίου και να αντλήσουμε διεθνώς εύσημα «λελογισμένης διαλλακτικότητας», δίνοντας ταυτόχρονα μια ύστατη ευκαιρία στην ειρήνη. Αλλιώς ας προετοιμαζόμαστε για πόλεμο.
Δυστυχώς, η εκδοχή ενός «έντιμου συμβιβασμού» που μόλις περιέγραψα, παριστάνοντας και λίγο τον δικηγόρο του Διαβόλου, δεν περνά από το μυαλό της σημερινής κυβέρνησης ούτε ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας και είναι βέβαιο ότι θα γλιτώσω από την υποχρέωση να σφίξω το χέρι του κυρίου Μητσοτάκη.
Εκτός από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, που δεν διακρίνεται για τις αντιστάσεις του σε εξωτερικές πιέσεις, οι άνθρωποι που συνδιαμορφώνουν σήμερα την εξωτερική πολιτική της χώρας εμφορούνται από τη φιλοσοφία… γενναιόψυχων εκχωρήσεων του ΕΛΙΑΜΕΠ. Γιατί «και η Τουρκία έχει τα δίκια της», σύμφωνα με τη Ντόρα…
Όπως έγραψε πρόσφατα ένας άλλος αστέρας του ιδρύματος, ο καθηγητής Λουκάς Τσούκαλης, στη διπλωματία είναι άλλο το «ευκταίο» και άλλο το «εφικτό», υπονοώντας προφανώς ότι η άσκηση κυριαρχικού δικαιώματος παραπέμπει στη σφαίρα των… ευσεβών πόθων όταν έχεις τον τραμπούκο της διπλανής πόρτας να σε απειλεί (αυτό, δηλαδή, που η κυρία Γαβουνέλη περιέγραψε εξίσου παραστατικά ως… «θεωρητικό δικαίωμα» της Ελλάδας).
Με αυτή την ωραία συλλογιστική είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα θα είχε παραμείνει οθωμανική επαρχία, όπως κάποιοι επιχειρούν να την καταστήσουν ντε φάκτο σήμερα, χωρίς να ακουστεί ούτε «μπαμ». Το ερώτημα είναι γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν επιτρέψει να υπαγορεύει εξωτερική πολιτική ένας φορέας που ασκεί διαβρωτική επίδραση στο εθνικό φρόνημα, βαφτίζει τη μειοδοσία «ρεαλισμό» και είναι βέβαιο ότι δεν έχει ελληνική «οπτική» στο πεδίο της αντιπαράθεσης με την Τουρκία.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ έχει δυστυχώς «ευρωπαϊκή» οπτική όχι μόνο στο Αιγαίο, αλλά και γενικά στο βαλκανικό γίγνεσθαι, που επιβάλλει στη χώρα μας ρόλο ευπειθούς κομπάρσου, ο οποίος δεν πρέπει να δημιουργεί προβλήματα και να διαταράσσει τον ευρύτερο γεωστρατηγικό σχεδιασμό του ατλαντικού τόξου. Σύμφωνα με αυτό το δόγμα του «ευρω-ραγιαδισμού», του… προβλέψιμου σύμμαχου που λέει και ο Μητσοτάκης, η Ελλάδα οφείλει να επωμισθεί αγόγγυστα τα καθήκοντα μιας αποικίας χρέους, ενός φιλόξενου προορισμού μαζικού τουρισμού (εσχάτως και λαθροεποικισμού), και να συμβιβάζεται με τη μοίρα της, ενίοτε με εκπτώσεις εθνικής κυριαρχίας. Όλοι όσοι αρνούνται να ενθουσιαστούν με αυτή την προδιαγεγραμμένη αποστολή περιθωριοποίησης, που βολεύει μόνο τους ξένους και όχι τους Έλληνες, βαφτίζονται «θερμοκέφαλοι», «πολεμοκάπηλοι» ή ψεκασμένοι… Η ελίτ των «πεφωτισμένων ευρωπαϊστών» έχει διεισδύσει στα κοινοβουλευτικά έδρανα, στα ακαδημαϊκά σαλόνια, στα επιχειρηματικά γραφεία και φυσικά στις «έγκυρες» εφημερίδες, που παπαγαλίζουν ευλαβικά τις απόψεις τους, χωρίς αντίλογο. Ας ελπίσουμε ότι, αν ποτέ έρθει η ώρα να ξεπουλήσουν εθνική κυριαρχία, θα διαπιστώσουν πως λογάριασαν χωρίς τον ξενοδόχο…
Στο Β’ Μέρος: Το ΕΛΙΑΜΕΠ και το «μακρύ χέρι» του Σόρος στην Αλβανία