Η εικόνα που βλέπουμε, είναι η κορυφή του παγόβουνου…
της Ιωάννας Σκλιάμη
Η παραβατικότητα των ανηλίκων πάντα υπήρχε και θα συνεχίζει να υπάρχει. Αυτό που αλλάζει είναι η τάση και το είδος της παραβατικότητας κι αυτό αναδεικνύει την διαρκή αλληλεπίδραση μεταξύ κοινωνίας και ατόμου. Σε κάθε πολιτισμικό πλαίσιο υπάρχουν κανόνες και αξίες που ρυθμίζουν και καθορίζουν την κοινωνική δράση, όπου πολλές φορές τα “πρέπει” έρχονται σε αντίθεση με τα “θέλω”.
«Μαθητές επιτέθηκαν σε συμμαθητή τους με γροθιές και κλοτσιές, χτυπώντας τον άγρια», «Νεαροί απείλησαν με μαχαίρι και έκλεψαν δύο μαθητές Δημοτικού», «Άγρια επίθεση δέχτηκε μία 14χρονη κοπέλα από συνομηλίκους της», «Φρίκη: 17χρονοι επιτεθήκαν σε 12χρονο με φαλτσέτα», «Συμπλοκή ανηλίκων με μαχαιρώματα έξω από το ΕΠΑΛ Λαυρίου», «Ρεκόρ στα περιστατικά βίας ανηλίκων μέσα στο 2024»… Αυτοί είναι κάποιοι από τους τίτλους που περιλαμβάνει καθημερινά το Δελτίο Ειδήσεων με τον φόβο στα μάτια όλων, το τι θα ακούσουμε για την ανήλικη βία, ανοίγοντας την τηλεόραση.
Αντικοινωνικές απόψεις και στάσεις, έλλειψη ηθικής καθοδήγησης, χαλαρός δεσμός με το σχολείο, αρνητική πίεση από συνομηλίκους και κοινωνική αποδιοργάνωση, είναι μόνο κάποιοι από τους παράγοντες που συμβάλουν στην παραβατικότητα των ανηλίκων και τη χρήση βίας. Και τελικά, ως γονείς έχουμε αναρωτηθεί πώς μεγαλώνουμε τα παιδιά μας; Ανταποκρινόμαστε στα “θέλω” τους, στις ανάγκες και στις επιθυμίες τους ή μόνο απαιτούμε;
Είμαστε εκεί, για να τα βοηθήσουμε να μεγαλώσουν τις φτερούγες τους με κατανόηση, ζεστασιά, φροντίδα, αγάπη, νοιάξιμο, σεβασμό, επικοινωνία, διάλογο, όρια, ώστε όταν ενηλικιωθούν να είναι έτοιμα να πετάξουν με αυτά τα φτερά; Ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε, λοιπόν κι αυτό, γιατί η ποιότητα της σχέσης του παιδιού με τα μέλη της οικογένειάς του έχει σημαντικό αντίκτυπο στη ψυχοσυναισθηματική του υγεία, στις διαπροσωπικές του σχέσεις, όπως και στη συμπεριφορά του.
Ο ρόλος των γονέων
Συχνά παρατηρούμε παιδιά, μικρά σε ηλικία, σχεδόν από τη βρεφική τους ηλικία να βρίσκουν καταφύγιο μπροστά σε οθόνες, οι οποίες αντικαθιστούν μέχρι και τον γονεϊκό ρόλο κάποιες φορές! Εδώ, φυσικά, έρχεται να προστεθεί και η άκριτη αναπαραγωγή αξιόποινων πράξεων που παρατηρείται σε πολιτισμικό επίπεδο και κυρίως μέσω της μουσικής, όπου προάγει την κουλτούρα της βίας, της οπλοκατοχής και των ναρκωτικών. Οι συμμορίες, η βία και οι καβγάδες γίνονται “must”, με πολλούς νέους να υιοθετούν αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς, προκειμένου να είναι της μόδας και ιδίως αρεστοί στους συνομηλίκους τους, δίχως να αντιλαμβάνονται τις συνέπειες των πράξεων τους.
Οι γονείς συνήθως χάνονται στο κυνήγι της καθημερινής ρουτίνας, των κοινωνικών υποχρεώσεων με αποτέλεσμα να επικρατεί το “φαίνεσθαι” κι όχι το “είναι”, δηλαδή η ουσία. Συχνά φοβούνται να πουν “όχι” στα παιδιά τους, θεωρώντας ότι θα τα πληγώσουν ή θα τα στρέψουν εναντίον τους. Ο φόβος στην πραγματικότητα είναι ένας υποσυνείδητος φόβος που κρύβει δική τους αδυναμία να αντιμετωπίσουν τις πραγματικές τους ανάγκες και τα “θέλω”. Ας μην ξεχνάμε ότι η βία είναι πολιτισμικό φαινόμενο. Συνεπώς, η παραβατικότητα των ανηλίκων συνιστά μορφή της συνολικής έκφρασης βίας.
Η εικόνα που βλέπουμε είναι η κορυφή του παγόβουνου! Η ανήλικη παραβατικότητα θεωρείται βασικό πρόβλημα της δημόσιας αντεγκληματικής μέριμνας. Υπάρχουν τρία επίπεδα αναλυτικού ενδιαφέροντος, το ατομικό, το ομαδικό και το δομικό επίπεδο. Το ατομικό επίπεδο δίνει έμφαση στις ψυχολογικές δυνάμεις και μεταβλητές που αφορούν στην κοινωνικοποίηση των ανηλίκων. Οι ατομοκεντρικές θεωρίες της συμπεριφοράς συγκεντρώνουν γνωρίσματα μιας ατομικής ζωής, τα οποία διαμορφώνουν την προσωπικότητα. Βασική αρχή των ψυχογενετικών θεωριών είναι ότι υπάρχει μια ευρεία κλίμακα παραγόντων, εσωτερικών σε κάθε οικογένεια, όπου σχηματίζουν το πλαίσιο της κοινωνικοποίησης, το οποίο οδηγεί ακολούθως στην παρουσία ή την απουσία του προσωπικού αυτοελέγχου.
Ομαδικό και δομικό επίπεδο
Το ομαδικό επίπεδο εστιάζει στις διαδικασίες της ομαδικής διαντίδρασης και επιχειρεί να ερμηνεύσει την εξέλιξη της εγκληματικότητας των ανηλίκων. Κεντρική υπόθεση των θεωριών του ομαδικού επιπέδου, είναι ότι η παραβατικότητα, κυρίως η εγκληματική συμπεριφορά των ανηλίκων, μπορεί να ερμηνευθεί μέσα από τις ομαδικές διαντιδράσεις. Εδώ συναντάμε τη “Θεωρία του στιγματισμού ή της ετικέτας”, η οποία ερευνά την παρέκκλιση ως μια αντίδραση του ανωτέρω στίγματος. Το καθοριστικό στοιχείο της ανάλυσης για την κατανόηση της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς βρίσκεται στη συνέπεια της εφαρμογής των κοινωνικών κανόνων και κυρώσεων που προσδιορίζουν πότε μια συμπεριφορά είναι παραβατική/εγκληματική κι όχι στην εσωτερική ποιότητα της εν λόγω συμπεριφοράς.
Το δομικό επίπεδο επικεντρώνεται στην επίδραση, την οποία ασκούν οι ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις, οι σφαίρες της κοινωνίας, της πολιτικής και της εκπαίδευσης στον κοινοτικό βίο των ατόμων. Εδώ επικρατούν οι εξής θεωρίες:
- Πρώτον, οι θεωρίες της καταγωγής και της ευκαιρίας, που αποδίδουν την παραβατικότητα των ανηλίκων στην ταξική τους προέλευση.
- Δεύτερον, οι θεωρίες της πολιτιστικής παρέκκλισης, σύμφωνα με τις οποίες η εγκληματικότητα αποτελεί προϊόν σύγκρουσης των αξιών κατώτερων κοινωνικών τάξεων με την υπόλοιπη κοινωνία.
- Τρίτον, η θεωρία του ελέγχου, που δίνει έμφαση στη συμβατική παρά στην παρεκκλίνουσα συμπεριφορά. Εξηγεί γιατί κάποιοι έφηβοι δρουν με νομιμότητα, ενώ κάποιοι άλλοι όχι, αναδεικνύοντας τους παράγοντες που υποστηρίζουν/υποκινούν τη δράση των εφήβων, όπως είναι η οικογένεια και η φιλική συναναστροφή.
- Τέταρτον, η συγκρουσιακή θεωρία, που περιγράφει την κοινωνία με όρους ταξικής σύγκρουσης και της αδικίας που αυτή επιφέρει. Στα πλαίσια αυτής της θεωρίας, η ανάλυση της ανήλικης παραβατικότητας εστιάζεται στη συσχέτιση των ταξικών δομών της κοινωνίας με το νόμο.
Ανήλικοι και κοινωνική δικτύωση
Παραδοσιακός εκφοβισμός είναι η σκόπιμη και συνειδητή επιθυμία κάποιου να βλάψει ένα άλλο άτομο και να τον/την υποβάλει σε κατάσταση πίεσης. Η θυματοποίηση ενός μαθητή ή μιας ομάδας γίνεται όταν του/της λένε άσχημα ή δυσάρεστα λόγια, τον/την κοροϊδεύουν, τον/την αποκαλούν με κακόβουλα ονόματα που πληγώνουν συναισθηματικά, τον/την αγνοούν εντελώς, τον/την αποκλείουν από τα δρώμενα ή την ομάδα φίλων, τον/την χτυπάνε, κλοτσάνε, παραμερίζουν, απειλούν, λένε ψέματα ή διαδίδουν ψευδείς φήμες για εκείνον/εκείνη και του/της στέλνουν κακόβουλα σημειώματα, προσπαθώντας να κάνουν του υπόλοιπους μαθητές να τον/την αντιπαθήσουν.
Ηλεκτρονικός Εκφοβισμός (Cyber Bullying) ορίζεται ως η δημοσίευση προσβλητικού/κακοήθους υλικού ή η απασχόληση με άλλες μορφές κοινωνικής επιθετικότητας μέσω του διαδικτύου ή άλλων ψηφιακών τεχνολογιών. Εμφανίζεται, όταν οι μαθητές χρησιμοποιούν τα ηλεκτρονικά μέσα, προκειμένου να εκφοβίσουν κυρίως συνομηλίκους τους. Αυτά τα μέσα μπορεί να είναι: τα δωμάτια συνομιλίας (chat rooms), του στιγμιαίου μηνύματος, των μηνυμάτων κειμένων (text messages), εικόνων στα κινητά τους (mms), τα blogs και άλλα.
Μία περίπτωση είναι η αποστολή οποιουδήποτε υλικού που ταχυδρομείται σε ένα δημόσιο φόρουμ, όπως είναι το Youtube, το Facebook, το Twitter. Μία άλλα είναι η εκφοβιστική συμπεριφορά να αναπτύσσεται μεταξύ του cyberbully και του “στόχου”. Περιλαμβάνονται τα στιγμιαία/ιδιωτικά μηνύματα, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Μία τρίτη είναι όταν το θύμα εκφοβίζεται άμεσα, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στιγμιαίου μηνύματος και μηνύματος κειμένου.
Και μία τέταρτη, όταν το cyber bully δεν κατευθύνει την ηλεκτρονική επικοινωνία, που αποτελεί προαπαιτούμενο του εκφοβισμού, απευθείας στο θύμα. Αντί αυτού, αναρτά το εκφοβιστικό υλικό σε Facebook, ή σε website ή σε ένα ειδικά διαμορφωμένο blog, ή σε μία “δημόσια περιοχή” στο διαδίκτυο. Η κίνηση αυτή εγείρει δύο ζητήματα: Πρώτον, μέχρι ποιο σημείο ο cyber bully κατηύθυνε σκόπιμα την επικοινωνία με απευθείας σύνδεση στο θύμα. Δεύτερον, μέχρι ποιο σημείο κατηύθυνε την επικοινωνία για να φανεί από άλλους.
Μορφές ηλεκτρονικού εκφοβισμού
Το cyber bullying είναι μια μορφή παρενόχλησης μεταξύ ανηλίκων, όπου χρησιμοποιούνται ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, φωτογραφίες, βίντεο και κινητά τηλέφωνα με σκοπό τον διασυρμό και την ταπείνωση συμμαθητών. Η επίδραση είναι τόσο ταπεινωτική όσο και η κατά πρόσωπο επίθεση. Μερικές από τις εκφάνσεις ηλεκτρονικού εκφοβισμού είναι:
- Η χρήση κινητών για να τραβήξουν βίντεο, όπως π.χ. την ώρα που οι συμμαθητές τους αλλάζουν ρούχα στα αποδυτήρια και στη συνέχεια αποστέλλουν μηνύματα μέσω κινητού τηλεφώνου ή τα τοποθετούν σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης.
- Η “ψηφοφορία” στο διαδίκτυο. Οι μαθητές σε απευθείας ψηφοφορία εκτιμούν αυστηρά τη φυσική εμφάνιση του θύματος.
- Μαθητές μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών επινοούν τρόπους να σπάσουν τους κωδικούς των συμμαθητών τους, αποστέλλοντας από εκεί διάφορα υβριστικά ή κακοήθη μηνύματα σε άλλους.
- Υπάρχουν και οι περιπτώσεις, όπου μαθητές χρησιμοποιούν τους ιστοχώρους του διαδικτύου για να κοινοποιήσουν τις επιθέσεις τους ενάντια σε συμμαθητές τους, εντός του σχολικού χώρου.
Η διαφορά μεταξύ του παραδοσιακού εκφοβισμού και του εκφοβισμού μέσω διαδικτύου είναι, ότι τα αποτελέσματα του τελευταίου έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο και αυτό γιατί έχει πρόσβαση μεγαλύτερος αριθμός ατόμων, οπότε είναι και περισσότερο δημόσιος. Να θυμόμαστε ότι η αυτοεκτίμηση δεν είναι ανεξάρτητη από την εικόνα που έχει το άτομο για τον εαυτό του, την αυτοεικόνα του. Όσο το άτομο μεγαλώνει, η αυτοεικόνα γίνεται πιο σταθερή.
Αυτό δεν σημαίνει ότι παραμένει πάντα σταθερή. Επηρεάζεται και κλονίζεται από διάφορα γεγονότα και προσωπικά βιώματα, με αποτέλεσμα να καλεί το άτομο σε ένα διαρκή αναστοχασμό, σε ένα διαρκή αγώνα αναζήτησης και επιβεβαίωσης του ιδανικού του εαυτού. Βασική προϋπόθεση, το άτομο να έχει “οχυρωθεί” σωστά, να έχει μεγαλώσει δίχως ενοχές κι αυτό γιατί η αυτοεικόνα σημαίνει αρνητικά συναισθήματα, άγχος και συναισθηματικές διαταραχές.