Του Μανώλη Κοττάκη
Δύο κείμενα κέντρισαν την προσοχή μας το Σαββατοκύριακο. Το πρώτο ήταν το άρθρο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην έγκυρη επιθεώρηση «Economist», με το οποίο παρουσίασε τον εαυτό του και το κόμμα του ως πρότυπο διακυβέρνησης κατά του λαϊκισμού και διεκδίκησε το δικαίωμα να δίδει αφ’ υψηλού συμβουλές στις ηγεσίες του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, εν όψει ευρωεκλογών. Ως ο… Σουσλώφ που θα ηγηθεί στην ιδεολογική μάχη για τον περιορισμό της ραγδαίως ανερχόμενης νέας ταυτοτικής Δεξιάς στην Ευρώπη.
Το δεύτερο ήταν μία εκτός προγράμματος ομιλία του υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Δένδια στην Ημαθία, η οποία είχε πλείστες όσες εκπλήξεις. Από την ταύτιση των αρχικών του ονόματός του με τα αρχικά της Νέας Δημοκρατίας έως τη διακήρυξή του ότι «η Μακεδονία είναι ελληνική». Πρόκειται για βίους παράλληλους των δύο πολιτικών, αλλά όχι ταυτόσημους και σε καμία περίπτωση εφαπτόμενους.
Ο πρωθυπουργός στο άρθρο του αυτοδιορίστηκε ως «μέλος του ευρωπαϊκού φιλελεύθερου κατεστημένου» και εγκάλεσε πολλά μέλη της ηγεσίας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για «αλαζονική συμπεριφορά» απέναντι στα ακροδεξιά ρεύματα, επειδή ακολουθούν τη λογική «εμείς και αυτοί» ή «εμείς ξέρουμε καλύτερα». Στην ουσία κατήγγειλε από καθέδρας τον… ελιτισμό. Επίσης ο πρωθυπουργός εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το ποσοστό των ακροδεξιών κομμάτων επί κυβερνήσεώς του είναι το μικρότερο στην Ευρώπη, καθώς φτάνουν αθροιζόμενα σήμερα το 13%, ενώ υπερασπίστηκε το τριγωνικό μοντέλο των μεταρρυθμίσεων με κοινωνικό πρόσημο, το οποίο αντιπαρέβαλε με τον λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ.
Για πολλούς το άρθρο αυτό του κυρίου πρωθυπουργού, με το οποίο έκανε πλήρη απολογισμό του κυβερνητικού έργου σε όλους τους τομείς, από τα ελληνοτουρκικά μέχρι την οικονομία και από την παιδεία μέχρι την ασφάλεια, συνιστά εκδήλωση ενδιαφέροντος για κατάθεση υποψηφιότητας για ευρωπαϊκό αξίωμα, εν όψει των επερχόμενων ευρωεκλογών. Θεωρώντας ότι έχει… περάσει το ποτάμι και ότι είναι πια μεγάλο πολιτικό μέγεθος που αφήνει πίσω του τα στενά ελληνικά όρια, στα οποία ασφυκτιά, ο κύριος Μητσοτάκης έκανε κατήχηση σε ξένες κυβερνήσεις κατά του λαϊκισμού και προέβαλε την ηγεσία του ως ένα πρότυπο που οδηγεί σε έναν «συνασπισμό ψηφοφόρων Αριστεράς Δεξιάς», όπως έγραψε, και στον περιορισμό του φαινομένου των άκρων.
Ιστορικά βεβαίως δεν έχει απόλυτο δίκιο, υπό την έννοια πως οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δεν είδαν ποτέ τον ΣΥΡΙΖΑ, από τον Σεπτέμβριο του 2015 και μετά, με τα μάτια που τον βλέπουμε εμείς. Ως «λαϊκιστή». Εμείς μπορεί να βολευόμαστε με τον Πολάκη και τον Καρανίκα για να τους απονείμουμε τη στέφανο του λαϊκισμού, αλλά στα ευρωπαϊκά κέντρα η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να κόψει μισθούς και συντάξεις θεωρήθηκε τολμηρή και μεταρρυθμιστική. Η πρωτοβουλία του να κλείσει τη μεγάλη εθνική εκκρεμότητα με τα Σκόπια και να παραχωρήσει το όνομα «Μακεδονία», μαζί με τη «μακεδονική γλώσσα» και το «μακεδονικό έθνος» αναγνώστηκε σε ξένα κέντρα ως ρεαλπολιτίκ, την οποία δεν είχε ποτέ την τόλμη να επιχειρήσει μία κεντροδεξιά κυβέρνηση και ένας κεντροδεξιός πρωθυπουργός, μέλος του ΕΛΚ.
Τα απομνημονεύματα της Μέρκελ έρχονται και θα δικαιώσουν αυτή μας την εκτίμηση για το πώς έβλεπαν οι ξένοι τον ΣΥΡΙΖΑ. Η αποφασιστικότητά του, τέλος, να εξοντώσει δύο τεράστιους ολιγάρχες της εποχής αναγνωρίστηκε ακόμη και από αυτή την τρόικα του Τόμσεν. Αν θέλουμε να είμαστε λοιπόν ειλικρινείς απέναντι στους εαυτούς μας, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την κωλοτούμπα του δημοψηφίσματος, που οδήγησε στη διάσπαση, και μέχρι την παράδοση της εξουσίας στη Νέα Δημοκρατία ήταν λαϊκιστής στα λόγια αλλά όχι στην πράξη. Στην πράξη εφάρμοσε τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα της τρόικας, σε σημείο που να κάνει, αυτή η Αριστερά, ακόμα και ιδιωτικοποιήσεις στον σιδηρόδρομο και στα αεροδρόμια.
Όλα αυτά τα γράφουμε για την Ιστορία. Μικρά αξία έχουν πλέον. Η αλήθεια είναι ότι ο κύριος Μητσοτάκης εργάστηκε μεθοδικά και επαγγελματικά αυτήν την πενταετία για να του απονεμηθεί η στέφανος του μεταρρυθμιστή, αντιλαϊκιστή πολιτικού. Του φιλελεύθερου πολιτικού, που τολμά ακόμη και αλλαγές κόντρα στην ιστορική βάση του κόμματός του.
Υπ’ αυτήν την έννοια λοιπόν ό,τι κι αν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνησή του, ο ίδιος με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο έχει καταφέρει να φιλοτεχνήσει στην Ευρώπη ένα προφίλ πολιτικού που ικανοποιεί τις απαιτήσεις της Κομισιόν και του διεθνούς παράγοντος. Νομιμοποιεί παράνομους μετανάστες, αποφασίζει κοινές περιπολίες με τους Τούρκους στο Αιγαίο, αποδεχόμενος τη συνδιαχείρισή του, εμπλέκεται ευθέως σε δύο πολέμους στην Ουκρανία και την Ερυθρά Θάλασσα, ψηφίζει τον γάμο των ομοφύλων. Η σχέση του με τις Βρυξέλλες και άλλα κέντρα ιδεολογικώς είναι υπαλληλική. Είναι υπάκουος και αφοσιωμένος σε αυτά. Είναι τόση η νομιμοφροσύνη του, ώστε εάν η συγκυρία τού το επιτρέψει, θα διεκδικήσει το ευρωπαϊκό αξίωμα. Εάν όχι, θα ισχυριστεί στο ελληνικό κοινό ότι, παρά τις δελεαστικές προτάσεις που έχει από την Ευρώπη, έκλεισε τα αυτιά του στις σειρήνες του… brain drain και… επέλεξε να παραμείνει στην Ελλάδα. Κοινώς, θα το κολακέψει.
Η ευρωπαϊκή περιοδεία του πρωθυπουργού και οι φιλοδοξίες του, τις οποίες η εφημερίδα μας αποκάλυψε πρώτη και μόνη -κανείς άλλος δεν έχει τολμήσει να γράψει-, πυροδοτεί, όπως είναι αναμενόμενο, μακρά κινητικότητα στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας. Γράφουμε μακρά, διότι εάν δεν ευοδωθεί το σχέδιο του πρωθυπουργού, το θέμα θα κλείσει ως προς αυτόν αλλά η κινητικότητα θα συνεχιστεί με μικρότερη ένταση, με ορίζοντα το 2027. Μέρος της νεοδημοκρατικής εσωκομματικής κινητικότητας της περιόδου αποτελούν οι δυναμικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει εσχάτως ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας, ο οποίος συμπεριφέρεται σαν να ξέρει κάτι παραπάνω από όλους εμάς για το μέλλον που έρχεται μετά τον Ιούνιο.
Παρακολουθούμε πολλά χρόνια τις προσεκτικές δημόσιες εσωκομματικές τοποθετήσεις του Κερκυραίου πολιτικού και δεν μπορούμε να μη σημειώσουμε ότι η ομιλία που εκφώνησε στην κοπή της πίτας της Νομαρχιακής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας στη Βέροια είναι πολλά βήματα μπροστά για τα μέτρα του. Ο υπουργός Άμυνας είπε με νόημα ότι τα αρχικά του ονόματός του (Ν.Δ.) ταυτίζονται με τα αρχικά της Νέας Δημοκρατίας, ενώ δεν παρέλειψε να επισημάνει με νόημα ότι η Ν.Δ., παρά τις μεταρρυθμίσεις, πριν και πάνω απ’ όλα είναι ένα «μεγάλο λαϊκό κόμμα». Τόνισε επίσης «είμαι από μικρό παιδί μέσα στο κόμμα και το κόμμα είναι το σπίτι μου»!
Εντύπωση προκάλεσε ο ιδεολογικός προσδιορισμός της Νέας Δημοκρατίας κατά τον κύριο Δένδια καθώς, αν διαβάσει κανείς την ομιλία του και τη συγκρίνει με το τεχνοκρατικό άρθρο του Κυριάκου Μητσοτάκη στον «Economist», θα διαπιστώσει το απόλυτο κοντράστ. Τόνισε ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κόμμα «που νοιάζεται για τον απλό άνθρωπο, για τον αγρότη, για τον οικογενειάρχη, για τους ανθρώπους του νοικοκυριού, για τους μικρούς επαγγελματίες, όχι μόνο για τους μεγάλους αριθμούς και τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις». Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η αναφορά του στο γεγονός ότι «η Μακεδονία είναι ελληνική». Είχαμε χρόνια να ακούσουμε κορυφαίο πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας να υπενθυμίζει αυτήν την αυτονόητη αλήθεια. Την οποία είχε υπογραμμίσει πρώτος με λυγμούς και αναφιλητά ο Εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής, με τη φράση «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική». Αν προσθέσει κανείς σε αυτή την ομιλία και τις τελευταίες δυναμικές πρωτοβουλίες του υπουργού Άμυνας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Άμυνας , τότε καταλήγει στο συμπέρασμα ότι σταδιακά, χωρίς να θίγει τον πρωθυπουργό στο παραμικρό, δίδει το στίγμα του και ανοίγει το βήμα του. Το οποίο είναι βήμα ταχύ.
Τούτων δοθέντων δεν χρειάζεται να το φιλοσοφούμε πολύ. Οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές μάς δείχνουν πού πάει το πράγμα. Πού μπορεί να πάει, ακριβέστερα, γιατί όλα στην πολιτική είναι θέμα συσχετισμών. Αν δεν υπάρχουν συσχετισμοί, δεν θα υλοποιηθεί το ευρωπαϊκό όνειρο του πρωθυπουργού. Αν δεν υπάρχουν οι συσχετισμοί, δεν θα ανοίξει μέσα στο καλοκαίρι η εσωκομματική διαδικασία για την αρχηγία στη φιλελεύθερη κεντροδεξιά παράταξη. Ύστερα από έξι χρόνια πάντως πρώτη φορά υπάρχει αξιοσημείωτη ρευστότης και κινητικότης στη Νέα Δημοκρατία.