Ανησυχία για τις επιπτώσεις που θα έχουν οι πρόσφατες πυρκαγιές στην Πάρνηθα στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής διατυπώνονται από επιστήμονες, καθώς οι πράσινοι πνεύμονες στην πρωτεύουσα λιγοστεύουν επικίνδυνα.
Το αποτύπωμα της πυρκαγιάς μπορεί να φανεί άμεσα με πλημμυρικά φαινόμενα αλλά και πιο μακροπρόθεσμα με μεταβολή στο μικροκλίμα των πληγεισών περιοχών.
Ο καθηγητής Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ Ευθύμιος Λέκκας μίλησε στο in για την επόμενη μέρα μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές, τις επιπτώσεις στο περιβάλλον καθώς και για το τι πρέπει να γίνει, ώστε να περιοριστεί το αρνητικό «αποτύπωμα».
Αναφερόμενος στην πρόσφατη πυρκαγιά που έπληξε μεταξύ άλλων και την Πάρνηθα, ο κ. Λέκκας ανέφερε ότι πρόκειται για τους τελευταίους πράσινους πνεύμονες της πρωτεύουσας και όπως είπε, ουσιαστικά θα έχουμε επίδραση στον αέρα, στα επιφανειακά και τα υπόγεια νερά, στο έδαφος και το υπέδαφος, στοιχεία – σημείωσε – που συνιστούν την ευρύτερη έννοια του περιβάλλοντος που υποβαθμίζεται.
«Δεν έχουμε περιθώρια να χάσουμε άλλα δάση»
Πρόσθεσε πως στην Αττική δεν έχουμε περιθώρια να χάσουμε άλλα δάση. «Τα δάση της Αττικής έχουν ελαττωθεί τα τελευταία 20 χρόνια. Παραμένουν ορισμένοι πυρήνες δασών που είναι πολύ σημαντικοί για την ποιότητα του περιβάλλοντος.
Πρόσθεσε δε, ότι από το 2007 μέχρι και σήμερα, έχουμε χάσει πάνω από το 70% των δασών στην Αττική .
Οι επιπτώσεις και η επόμενη μέρα
Αναφορικά με την επόμενη μέρα για τις πληγείσες περιοχές από τις πυρκαγιές, τόνισε ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρχει περαιτέρω άνοδος της θερμοκρασίας, μεταβολή στο μικροκλίμα , επιπτώσεις στην χλωρίδα και την πανίδα, και βέβαια πλημμυρικά φαινόμενα καθώς οι έντονες βροχοπτώσεις σε κάποιες περιπτώσεις δεν θα μπορούν να συγκρατηθούν από τα καμένα δάση.
Σχετικά με την ποιότητα του αέρα, ανέφερε ότι υποβαθμίζεται και στις περιοχές που καήκαν αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας.
«Οι καμένες εκτάσεις τροφοδοτούν τον αέρα με μικροσωματίδια για μεγάλο χρονικό διάστημα και υποβαθμίζουν την ποιότητά του» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών χτύπησε «καμπανάκι» για τις περιοχές που έχουν καεί δύο και τρεις φορές, καθώς όπως είπε σε αυτές τις περιπτώσεις είναι δύσκολο να υπάρξει ξανά αναγέννηση του δασικού ιστού και αυτό δυστυχώς αφορά και ένα μέρος της Πάρνηθας.
Αυτό που προκύπτει, πρόσθεσε, «είναι μία προϊούσα ερημοποίηση, ότι δηλαδή δεν θα μπορεί να ανακάμψει μία περιοχή, όταν έχουν αφαιρεθεί όλα τα γόνιμα στοιχεία του εδάφους και του υπεδάφους. Είναι πολύ δύσκολο να υποστηρίξει μία φυσική ανάπτυξη της χλωρίδας και της πανίδας».
Ο κ. Λέκκας εστίασε όμως και στην επόμενη μέρα και το τι πρέπει να γίνει για να περιοριστούν οι επιπτώσεις από τις καταστροφικές πυρκαγιές.
«Πρέπει να υπάρχει μία συντονισμένη προσπάθεια που θα στηριχθεί στους επιστημονικούς φορείς και στο μεγάλο πρόγραμμα το οποίο έχουμε εκτελέσει για την περιφέρεια τα οκτώ ερευνητικά ιδρύματα της Αττικής και τα οποία έχουν κάνει μία σημαντική δουλειά για την διαχείριση των κινδύνων από τις πυρκαγιές.
Είναι ένα πρόγραμμα το οποίο αφορά τη διαχείριση των φυσικών κινδύνων στην Αττική».
Πρόσθεσε δε, ότι το επόμενο διάστημα, πρέπει να υπάρξει πολύ στενή παρακολούθηση των περιβαλλοντικών διεργασιών ειδικά στην Αττική γιατί αυτή δέχεται τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές πιέσεις.
Αποκαρδιωτικά στοιχεία για την Πάρνηθα
Την ώρα που οι πυροσβεστικές δυνάμεις παραμένουν στην Πάρνηθα υπό το φόβο των αναζωπυρώσεων, τα στοιχεία που έρχονται στο φως για τις καμένες εκτάσεις στην περιοχή είναι αποκαρδιωτικά.
Σύμφωνα με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΙΑΑΔΕΤ) και την χαρτογράφηση της Επιχειρησιακής μονάδας BEYOND, καταγράφονται τα μέχρι τώρα δεδομένα από την νέα καταστροφική πυρκαγιά στην Πάρνηθα.
«Σύμφωνα με την ανάλυση δορυφορικών εικόνων Sentinel-2, VIIRS και MODIS η καμένη έκταση ανέρχεται στα 6.433 εκτάρια/64.330 στρέμματα, 47% της οποίας βρίσκεται εντός της Προστατευόμενης Περιοχής Όρος Πάρνηθα», όπως σημειώνεται.
Όπως φαίνεται και στον χάρτη, ο Εθνικός Δρυμός είχε καεί και πάλι στο παρελθόν, το 2007, γεγονός που δυσχεραίνει περισσότερο την αναγέννησή του εδάφους. Στις καμένες εκτάσεις περιλαμβάνονται κυρίως δάση κωνοφόρων, μικτό δάσος, σκληροφυλλική βλάστηση και μεταβατικές δασώδεις και θαμνώδεις εκτάσεις σύμφωνα με το προϊόν Land Use/Land Cover του προγράμματος Copernicus.