Τι έπιασε, άραγε, τον πολιτικό μας κόσμο και Ιούνιο μήνα αφιέρωσε όλο του το Σαββατοκύριακο ώστε να κάνει οργίλες αναρτήσεις στο twitter κατά της απόφασης του ανώτατου δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών για τις αμβλώσεις;
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Ποτέ στο παρελθόν Ελληνες πρωθυπουργοί, Ελληνες υπουργοί, Ελληνες βουλευτές, Ελληνες αρχηγοί της αντιπολίτευσης δεν έκαναν κάτι ανάλογο. Η σπουδή τους να σχολιάσουν με πάθος ένα εσωτερικό θέμα των Ηνωμένων Πολιτειών με αναμφισβήτητες πλανητικές ιδεολογικές προεκτάσεις ξεπέρασε κάθε όριο και προκάλεσε κατάπληξη.
Ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι ποτέ κανείς αξιωματούχος δεν αντέδρασε έτσι στο παρελθόν για αμφιλεγόμενες αποφάσεις του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου της Ελλάδος την περίοδο των Μνημονίων, με τις οποίες επλήγη η ζωή εκατομμυρίων Ελλήνων. Αυτοί που έκαναν το Σαββατοκύριακο αναρτήσεις στα αγγλικά για τις αμβλώσεις και σχολίαζαν ως «real trouble» την απόφαση δεν έκαναν ποτέ στο παρελθόν αναρτήσεις στα ελληνικά για τις συντάξεις. Ειδικώς όταν αυτές περιεκόπησαν με τη βούλα του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο κήρυξε συνταγματικές τις περικοπές των Μνημονίων. Δεν έκαναν ποτέ αναρτήσεις, όταν το ανώτατο δικαστήριο αδιαφόρησε για την αντισυνταγματική περικοπή των πολυτεκνικών επιδομάτων που πλήττει ευθέως τον θεσμό της οικογένειας.
Η εύκολη απάντηση για την προθυμία του πολιτικού μας προσωπικού να αναμειχθεί στα εσωτερικά των Ηνωμένων Πολιτειών και να σχολιάσει μία απόφαση της αμερικανικής Δικαιοσύνης είναι ότι στον φιλελεύθερο νέο κόσμο τα σύνορα έχουν καταργηθεί και ότι αυτά τα θέματα διατρέχουν οριζοντίως ολόκληρο τον πλανήτη. Αρα δικαιολογημένα όλοι παθιάζονται για το τι απόφαση θα λάβει και η πλέον απομακρυσμένη πολιτεία της Αμερικής για ένα θέμα ατομικών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Αν και η ελληνική νομοθεσία έχει επιλύσει το ζήτημα αυτό κατά τρόπο μάλλον οριστικό από το 1983, θα έλεγε κανείς ότι και σε αυτή την περίπτωση οι θέσεις που διατύπωσαν οι κορυφαίοι του πολιτικού μας συστήματος πάσχουν. Οταν μία χώρα αντιμετωπίζει οξύτατο δημογραφικό πρόβλημα και κάθε χρόνο με τις αμβλώσεις χάνεται πληθυσμός ίσος με τους κατοίκους της Λάρισας (120.000), η θέση του πολιτικού μας προσωπικού έπρεπε να είναι επί της αρχής υπέρ των γεννήσεων.
Των γεννήσεων από επιλογή, βεβαίως, όχι των αναγκαστικών γεννήσεων. Αληθινά φιλελεύθερο είναι να λες «προσωπικά είμαι υπέρ των γεννήσεων, αλλά υπερασπίζομαι το δικαίωμά σου στην άμβλωση εφόσον δεν το επιθυμείς». Εδώ στην Ελλάδα όμως είναι τόσο μεγάλες η σφοδρότητα και οι αντιδράσεις για την απόφαση, ώστε αυτό που εισπράττει ο κόσμος ως εντύπωση είναι ότι οι πολιτικοί μας είναι αξιωματικά υπέρ των αμβλώσεων. Και όχι υπέρ της επιλογής μεταξύ της γέννησης και της άμβλωσης.
Κι έτσι όμως . Δεν αρκεί η εύκολη απάντηση -πως όλα γίνονται για ιδεολογικούς λόγους- για να δώσει λύση στο ερώτημα γιατί οι πρωθυπουργοί μας, οι υπουργοί μας, οι αρχηγοί της αντιπολίτευσής μας, οι βουλευτές μας συμμετείχαν με τόσο φανατισμό σε αυτή την παγκόσμια φρενίτιδα κατά της απόφασης του αμερικανικού συνταγματικού δικαστηρίου που εν τέλει αφήνει ελεύθερες τις πολιτείες να αποφασίσουν, δεν επιβάλλει.
Και με φιλελεύθερους όρους και με εθνικούς όρους επίλυσης του Δημογραφικού η προσέγγισή τους είναι παντελώς ανιστόρητη. Επιπροσθέτως: Με όρους πολιτικού τάιμινγκ, την ώρα που οι Ελληνες αντιμετωπίζουν εκατομμύρια προβλήματα στην καθημερινότητά τους δεν εξηγείται. Δεν γίνεται να χτυπιέσαι για τους Αμερικανούς λες και είσαι μέλος του Κογκρέσου και να μη δίνεις μία για τους Ελληνες! Η εξήγηση λοιπόν είναι βαθύτερη.
Γι’ αυτό και δυσάρεστη. Ίσως και καθόλου κολακευτική για την υπόδουλη στην κακή πλευρά της παγκοσμιοποίησης πολιτική μας τάξη! Και φοβόμαστε ότι δεν αφορά τις αμβλώσεις, αλλά κάτι ευρύτερο: την αμερικανοποίηση τμήματος του ελληνικού πολιτικού συστήματος, το οποίο για συγκεκριμένους λόγους παραδίδει τα διαπιστευτήριά του στο Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ, συμπεριφερόμενο ως μέλος συγκεκριμένης πτέρυγας του νομοθετικού τους σώματος.
Η αμερικανοποίηση δεν ήρθε ξαφνικά προχθές με την απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου για τις αμβλώσεις. Άρχισε με την κήρυξη του πολέμου. Οταν πρωθυπουργοί, αρχηγοί αντιπολίτευσης, βουλευτές στήριξαν άκριτα τις επιλογές της διοίκησης Μπάιντεν στον πόλεμο της Ουκρανίας, αδιαφορώντας για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Πρωτοβουλία την οποία η Ελλάς πληρώνει σήμερα πάρα πολύ ακριβά και σε οικονομικό επίπεδο αλλά και σε διπλωματικό επίπεδο, καθώς ο πόλεμος δεν εξελίσσεται όπως τον ονειρεύτηκε η Δύση.
Θα ανέμενε κανείς ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα θα είχε βγει πολύ σοφότερο μετά την αποτυχία της ανάμειξής του κατά τρόπο οπαδικό στη διαμάχη Ηνωμένων Πολιτειών – Ρωσίας. Δυστυχώς, όπως μας δείχνουν οι εξελίξεις, είναι έτοιμο να επαναλάβει το λάθος, να κάνει δύο φορές το ίδιο λάθος αναμειγνυόμενο στην εσωτερική ιδεολογική και πολιτική αντιδικία των Ηνωμένων Πολιτειών μεταξύ των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων.
Το ανώτατο δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών συγκροτήθηκε νομίμως. Και οι θέσεις που διατυπώνουν οι δικαστές του, είτε μας αρέσουν είτε δεν μας αρέσουν, είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε, απηχούν τις απόψεις μεγάλων τμημάτων της μισής αμερικανικής κοινωνίας. Η καθ’ υπερβολήν εμπλοκή των Ελλήνων πολιτικών σε αυτό το ζήτημα που στην Ελλάδα νομικά δεν υφίσταται και αυτή τη στιγμή δεν αποτελεί ζήτημα στον δικό μας διάλογο δεν υπάρχει καν στην ατζέντα, υπηρετεί μία πολύ συγκεκριμένη στόχευση: την επιβοήθηση της συσπείρωσης των Δημοκρατικών στην πορεία για τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου. Στη στήριξη του προέδρου Μπάιντεν, ο οποίος στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών πηγαίνει, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, από το κακό στο χειρότερο.
Οι δημόσιες δηλώσεις Ελλήνων πολιτικών με καθ’ υπερβολήν επιχειρήματα έχει απώτερο στόχο τη στήριξη ενός προέδρου ο οποίος πέφτει από τα ποδήλατα, κάνει διαρκώς γκάφες, δείχνει στην τηλεόραση κατά λάθος τα σκονάκια που του δίνουν οι συνεργάτες του για το τι να λέει μπροστά στις κάμερες. Aν αυτή η στάση του ελληνικού πολιτικού συστήματος ερμηνευόταν με όρους λογικής, θα μιλούσαμε για ασυγχώρητη επιπολαιότητα.
Όταν όμως παριστάνεις τον φιλελεύθερο για να εμπλακείς, Ελλην αξιωματούχος ων, στον εμφύλιο του αμερικανικού πολιτικού συστήματος μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, αδιαφορώντας για το αν στο μέλλον ίσως χρειαστεί να γίνεις συνομιλητής των Ρεπουμπλικάνων για τα εθνικά σου θέματα, τότε κάτι άλλο, πολύ πιο θλιβερό πρέπει να συμβαίνει.
Δεν πρόκειται για απλή επιπολαιότητα, αλλά για υπολογισμένη σκοπιμότητα. Στην πραγματικότητα, η πολιτική μας τάξη δεν στηρίζει απλώς τον Μπάιντεν. Στηρίζει το πλέγμα συμφερόντων που χορεύει γύρω από τον πρόεδρο. Είναι κατάντημα για ελληνικά κοινοβουλευτικά κόμματα να μετατρέπονται οριζοντίως, ανεξαρτήτως ιδεολογικών διαφορών, σε υποκατάστημα του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ και να μετέχουν στον εσωτερικό πολιτικό ανταγωνισμό μιας τρίτης δύναμης. Κάποτε θα το πληρώσουν αυτό.
Σε εθνικό επίπεδο. Αλλά και σε εσωτερικό ιδεολογικό επίπεδο ας μην υποτιμά κάνεις τη δυναμική των πραγμάτων. Η ιδιαίτερη σπουδή του πολιτικού μας προσωπικού να εντάξει στην ατζέντα μας αλλότρια θέματα ενώ οι εθνικές, οικογενειακές, προσωπικές προτεραιότητες των Ελλήνων πολιτών είναι εντελώς διαφορετικές ας μη νομίζει κανείς ότι δεν αξιολογείται από τους πολίτες. Αξιολογείται! Ελληνική κυβέρνηση και Ελληνες βουλευτές και ελληνικά κόμματα θα κληθούν να ψηφίσουν στις προσεχείς εκλογές οι Ελληνες. Όχι αμερικανικά, όχι Αμερικανάκια.