Του Κώστα Βαξεβάνη
Θέλετε να µιλήσουµε για µια σύγχρονη Ελλάδα σε µια ευηµερούσα Ευρώπη; Να µιλήσουµε για αγορές, για χρηματιστήρια, για σχέδια που περιγράφουν το µέλλον σαν άνοιξη που ξεπηδά από χιονισµένο τοπίο; Θέλετε να µιλήσουµε για ελπίδες, οράµατα και γι’ αυτούς που θα τα υλοποιήσουν; Να πούµε για ηγέτες που περιµένουν το σάλπισµα της Ιστορίας και για τον λαό που τους προσµένει µε ανθοδέσµες; Να µιλήσουµε για την ψηφιακή επανάσταση και την ανάσταση της οικονοµίας; Να πούµε ότι ξαφνικά κάτι έγινε και όλοι θα βαδίσουµε µε δεσµεύσεις για καλύτερο µέλλον;
Να βάλουµε στις παραδοχές µας από την υποµονή του Γκάντι µέχρι την ατίθαση µατιά του Μαρξ. Να δηλώσουµε οπαδοί της παγκόσµιας ειρήνης και της συµπαντικής αρµονίας. Να ζητήσουµε τη βοήθεια όχι µόνο πολιτικών αλλά και ψυχολόγων και µηχανολόγων και φιλοσόφων και ποιητών για να πάει η χώρα µπροστά. Να φέρουµε τους καλύτερους και να αναγκάσουµε τους χειρότερους σε φυγή και ήττα. Πόσες ακόµη συµφωνίες και παραδοχές να κάνουµε για να ελπίσουµε σε ένα διαφορετικό αύριο;
Υπάρχει µια πικρή αλήθεια. Ο,τι κι αν γίνει σε αυτήν τη χώρα, όπως κι αν ονοµαστεί η µεγάλη αλλαγή ή η ανατροπή, όποιος κι αν διαβεβαιώσει ότι την εκφράζει, η µοίρα της µοιάζει προκαθορισµένη αν δεν αλλάξει µια παράµετρος που κινεί την ιστορία της. Λέγεται διαφθορά. Είναι ο παράγοντας που µετατρέπει την οικονοµία σε τρύπιο κουβά, τη δηµοκρατία σε υπηρέτη της σκοπιµότητας και της πολιτικής αµαρτίας και τους πολίτες σε υποχείρια. Κάθε θεσµική αλλαγή και κάθε πολιτική µεταβολή είναι άγονες αν πρωτίστως δεν χτυπηθεί το ζιζάνιο της διαφθοράς.
Θέλετε να υποθέσουµε ότι µια κυβέρνηση αυξάνει τις δαπάνες για την υγεία ή την παιδεία; Οτι ανεβάζει το ΑΕΠ της χώρας και µας κάνει στατιστικά πιο πλούσιους; Τι νόηµα έχουν όλα αυτά αν το χρήµα καταλήγει σε λίγους µε τις γνωστές µεθόδους; Θα ευηµερήσουν τα νούµερα αλλά θα υποφέρουν οι άνθρωποι στους πίνακες µιας στατιστικής όπου η διαφθορά είναι η µαύρη τρύπα στην οποία χάνονται και το χρήµα και το όνειρο και οι πολιτικές; Μπορεί να υπάρξει πρόοδος παράλληλα µε τη διαφθορά; Αν υπάρχει, αφορά τους λίγους, την ελίτ και τα ευφάνταστα εργαλεία της, τα οποία εµφανίζονται ως µοχλοί ευµάρειας της κοινωνίας από τα µακρινά εξωτικά νησιά των offshore.
Τo πρώτο ζητούµενο για να ευηµερήσει µια κοινωνία είναι η πολιτική που θα εφαρµοστεί. ∆ηλαδή η απάντηση στο αρχέγονο ερώτηµα της πολιτικής «ποιους σκοπεύει να εξυπηρετήσει και πώς;». Καµιά πολιτική όµως, ειδικά αυτή που έχει ζητούµενο να ωφελήσει την κοινωνία, δεν µπορεί να λειτουργήσει έχοντας παράλληλο δρόµο µε τη διαφθορά.
Η πάταξη της διαφθοράς εξασφαλίζεται µε τη θεσµοθέτηση µέτρων ελέγχου και διαφάνειας και µε την τιµωρία. Βασική προϋπόθεση για την εξάλειψή της είναι η λειτουργία της ∆ικαιοσύνης. Κανένα πρόγραµµα κόµµατος και καµιά καταγγελία ενάντια στη διαφθορά δεν µπορούν να την πολεµήσουν αν η ∆ικαιοσύνη δεν σταµατήσει να της κλείνει µε νόηµα το µάτι.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε µια επίδειξη µεγαλείου και έλλειψης ενσυναίσθησης, έφερε στη δηµοσιότητα πριν από µερικές µέρες το θέµα της αρχαιολογικής συλλογής του πατρός του, η οποία φέρει και το όνοµά του ως Συλλογή Κωνσταντίνου, Μαρίκας και Κυριάκου Μητσοτάκη. Το έκανε σε µια περίοδο που κάθε του κίνηση και απόφαση είναι προκλητικές µε βάση όσα συµβαίνουν. Με τον τρόπο αυτό ο υιός Μητσοτάκης ανοίγει µόνος του το πόθεν έσχες της συλλογής. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 αποκαλύφθηκε ότι η οικογένεια Μητσοτάκη κατείχε άγνωστο πόσα (σίγουρα πάνω από 2.500) κοµµάτια αρχαίων αντικειµένων. Πιστοποιήθηκε και αποδείχτηκε από γενναίους –είναι η αλήθεια– αρχαιολόγους ότι µεγάλο τµήµα τής εν λόγω συλλογής προερχόταν από αρχαιοκάπηλους. Σε µια συνέντευξη που έδωσε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης στις 6 Οκτωβρίου 1993 στον Γιάννη Παπουτσάνη και τον Γιάννη Πρετεντέρη παραδέχτηκε ότι «αγοράζουµε και εγώ και η γυναίκα µου προϊόντα που δεν είναι νόµιµα». Οταν ήταν δηλαδή υπουργός αλλά και πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης είχε νταραβέρια µε αρχαιοκάπηλους, αντί να πατάξει την αρχαιοκαπηλία. Φυσικά, για να δικαιολογηθεί χρησιµοποίησε το επιχείρηµα του Ελγιν για τα γλυπτά του Παρθενώνα: ότι αν δεν ήταν αυτός, θα είχαν ενδεχοµένως καταστραφεί.
Η υπόθεση του πόθεν έσχες της αρχαιολογικής συλλογής Μητσοτάκη έχει πολλές πλευρές, τις οποίες µπορείτε να διαβάσετε σήµερα στο Documento. Εχει όµως σηµασία πού κατέληξε η έρευνα της ∆ικαιοσύνης για την προκλητική αυτή υπόθεση. Στις 26 Φεβρουαρίου 1992, όταν ο Μητσοτάκης ήταν πρωθυπουργός, οι εισαγγελείς έβαλαν την υπόθεση στο αρχείο (παρά τις αποδείξεις ότι υπήρχε αρχαιοκαπηλία) συµπεραίνοντας ότι «ο τρόπος κτήσης υπό των συλλογέων των αντικειµένων που συµπεριλαµβάνονται στη συλλογή τους δεν διακριβώθηκε αλλά και δεν ενδιαφέρει». Ω τι έκπληξη! Τριάντα χρόνια προτού οι εισαγγελείς αρχειοθετήσουν το σκάνδαλο Novartis χαρακτηρίζοντας τα εκατοµµύρια στους λογαριασµούς του Αδωνη Γεωργιάδη και του ∆ηµήτρη Αβραµόπουλου ως «αδιευκρίνιστα», άλλοι εισαγγελείς βρήκαν «αδιευκρίνιστη» την προέλευση των αρχαίων Μητσοτάκη και έκλεισαν την υπόθεση.
Η Ιστορία, ή µάλλον το σκοτεινό κοµµάτι της ιστορίας της ∆ικαιοσύνης στην Ελλάδα, επαναλαµβάνεται µε τρόπο που γεννά τέρατα. Τίποτε δεν άλλαξε. Η εξουσία, η ελεγχόµενη εξουσία, έχει τον τρόπο της, µια φριχτή µανιέρα, να χρησιµοποιεί τη ∆ικαιοσύνη για να µην ελεγχθεί και φυσικά να µην τιµωρηθεί. Είναι πραγµατικά ανατριχιαστικό, αλλά είναι αλήθεια. Η διαφθορά κυριαρχεί στη χώρα γιατί έχει την άδεια της ∆ικαιοσύνης, την οποία µάλιστα µπορεί να χρησιµοποιεί σαν πλυντήριο. Ρίχνεις το σκάνδαλο στη ∆ικαιοσύνη και βγαίνει λευκό σεντόνι. ∆εν έχει σηµασία αν λέγεται Siemens, Novartis, αρχαιολογική συλλογή Μητσοτάκη ή διεφθαρµένοι τραπεζίτες. Το αποτέλεσµα είναι το ίδιο, αφού τα σκάνδαλα πλένονται στο ίδιο πρόγραµµα. Και αν κάποιο ξεβάψει, οι ελεγχόµενοι οι ίδιοι θα νοµοθετήσουν προκλητικά για να εξαφανιστεί η αστοχία.
ΥΓ.: Είναι εντυπωσιακό ένα ακόµη συµπέρασµα της αρχειοθέτησης της υπόθεσης αρχαιολογικής συλλογής Μητσοτάκη. Σύµφωνα µε τον εισαγγελέα, ακόµη κι αν η οικογένεια αγόρασε από αρχαιοκάπηλους, «υπηρεσία προσέφερε». Μοιάζει µε αυτό που είχε πει ο Αδ. Γεωργιάδης για τη Novartis, ότι «µπορεί να δίνει µίζες, αλλά σώζει και ζωές».
DOCUMENTO