«Πυροτέχνημα» Μητσοτάκη οι έρευνες για φυσικό αέριο!

Το Μαξίμου δεν ενδιαφέρεται ούτε για τους λιγνίτες ούτε για τους υδρογονάνθρακες – Το απέδειξε με τη ρήτρα αναπροσαρμογής

Η ενεργειακή κρίση χτύπησε την πόρτα της Ελλάδας από τον περασμένο Ιούλιο. Η κυβέρνηση είδε έγκαιρα τον κίνδυνο και γι’ αυτό φρόντισε να θωρακιστούν αμέσως από κάθε ρίσκο η ΔΕΗ και οι άλλοι «παίκτες» ενέργειας της χώρας μας, εφευρίσκοντας την πατέντα της ρήτρας αναπροσαρμογής.

  • του Βασίλη Γαλούπη 

Έτσι, μέσω της εξοντωτικής ρήτρας που εφαρμόζεται από τις 5 Αυγούστου, όλες οι διακυμάνσεις τιμών από το χρηματιστήριο ενέργειας περνούν απευθείας και σε ποσοστό 100% στους λογαριασμούς των απροστάτευτων καταναλωτών.

Όταν, λοιπόν, ο Πρωθυπουργός διαβεβαίωνε τον Σεπτέμβριο στη ΔΕΘ ότι «οι αυξήσεις στο ρεύμα θα μειωθούν δραστικά ή θα διαγραφούν τελείως μέσω κρατικής παρέμβασης» ήξερε πολύ καλά ότι «πουλούσε» λαϊκισμό. Το ίδιο και όταν ο υπουργός Περιβάλλοντος κ. Σκρέκας έκανε λόγο για αυξήσεις στο ρεύμα «που δεν θα ξεπερνούν το 1-2 ευρώ μηνιαίως».

Το μοναδικό πραγματικό σχέδιο που η κυβέρνηση εφήρμοσε από την αρχή της ενεργειακής κρίσης μέχρι σήμερα ήταν αυτό: η ρήτρα αναπροσαρμογής. Άλλωστε, για την παντελή απουσία εθνικής στρατηγικής στην ενέργεια δεν ευθύνεται φυσικά μόνο η σημερινή κυβέρνηση. Γι’ αυτό και, σχεδόν μισό αιώνα μετά τις δυο μεγάλες ενεργειακές κρίσεις του ’70, η Ελλάδα έχει περιοριστεί να είναι ο πελάτης του ρωσικού αερίου μέσω Τουρκίας και της βουλγαρικής πυρηνικής ενέργειας

Το βασικό πρόβλημα στις πρόσφατες εξαγγελίες Μητσοτάκη για αύξηση των εξορύξεων λιγνίτη και την επίσπευση των ερευνών υδρογονανθράκων σε Ιόνιο και Κρήτη είναι ότι έγιναν επειδή η κυβέρνηση έπρεπε να βρει κάτι να δείξει. Άλλωστε, «πρόκειται για προσωρινό μέτρο», όπως έσπευσε να προκαταλάβει για τον λιγνίτη ο κ. Μητσοτάκης.

Με λίγα λόγια, η κυβέρνηση δεν πιστεύει ούτε στους λιγνίτες, που με μια σχετικά μικρή επένδυση θα μπορούσαν να γίνουν πιο «καθαροί», αλλά ούτε και στους ακόμα πιο πολύτιμους υδρογονάνθρακες. Είτε με φτηνή ενέργεια είτε με πανάκριβη, υπάρχει απόλυτη κυβερνητική προσήλωση στο πρότζεκτ της «πράσινης μετάβασης», που αποτελεί και τη μεγάλη πανευρωπαϊκή μπίζνα δισεκατομμυρίων.

Όλο το παρασκήνιο για τον πρόωρο τερματισμό των ερευνών

Ο ορυκτός πλούτος κάθε κράτους είναι πολύτιμος, με αυτονόητη την αξιοποίησή του. Άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, η Πολωνία και η Βουλγαρία, «παίζουν» στα όρια των «πράσινων» κανόνων της Ε.Ε. Μεταφέρουν, για παράδειγμα, τα χρονικά περιθώρια μετά το 2030 για τον λιγνίτη. Όσο για το τέλος των υδρογονανθράκων για την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ακόμα μακριά, μετά το 2049.

Στην Ελλάδα, όμως, έστω ένα υποτυπώδες σχέδιο ενεργειακής επάρκειας ουδέποτε καταρτίστηκε. Οι ενεργειακοί πόροι μετατράπηκαν μέσα στα χρόνια σε ερειπωμένα λιγνιτωρυχεία και μισοτελειωμένες έρευνες υδρογονανθράκων. Μάλιστα, η νυν κυβέρνηση με την εμμονή της και τη βιασύνη της περί πράσινης μετάβασης προκάλεσε ακόμα και την πρόωρη διακοπή των ερευνών για τους υδρογονάνθρακες. Με ποιες εγγυήσεις, άλλωστε, οι εταιρίες θα εξακολουθούσαν να ερευνούν και να επενδύουν στο Ιόνιο ή στην Κρήτη, όταν η κυβέρνηση διατύπωνε σε όλους τους τόνους ότι δεν ενδιαφέρεται για υδρογονάνθρακες, επιμένοντας στην εισαγωγή καυσίμων;

Στις 22/06/21 ο Γιάννης Γρηγορίου, τ. διευθύνων σύμβουλος ΕΛ.ΠΕ. στην Έρευνα και Παραγωγή Υδρογονανθράκων, χτύπησε το πρώτο «βαρύ καμπανάκι» με άρθρο του στη φιλοκυβερνητική «Καθημερινή»: «Ξαφνικά τους τελευταίους μήνες το ευνοϊκό και θετικό επιχειρηματικό κλίμα φαίνεται να αλλάζει. Οι υδρογονάνθρακες εξοβελίζονται από τα κυβερνητικά ενεργειακά σχέδια στο πλαίσιο της Πράσινης Μετάβασης, την οποία προφανώς όλοι θέλουμε και επιδιώκουμε».

Τι είχε συμβεί; Το υπουργείο Ενέργειας καθυστερούσε περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις για ερευνητικές εργασίες. Δημοσιεύματα επισήμαιναν ότι σε αυτό το δυσμενές κλίμα οι εταιρίες ερευνών επέστρεφαν πια πρόωρα περιοχές στο Ελληνικό Δημόσιο. Και δηλώσεις όπως του Δένδια και της Μπακογιάννη έδειχναν ότι οι υδρογονάνθρακες ήταν «κομμένοι» από την κυβέρνηση.

Έναν μήνα αργότερα, στις 07/07/21, η ισπανική Repsol ανακοίνωσε την οριστική αποεπένδυσή της από την ελληνική αγορά υδρογονανθράκων, αποχωρώντας αιφνιδιαστικά από το τελευταίο μπλοκ στο οποίο είχε παρουσία στη χώρα μας, στην περιοχή του Ιονίου. Νωρίτερα είχε αποχωρήσει τόσο από το χερσαίο μπλοκ της Αιτωλοακαρνανίας όσο και από αυτό των Ιωαννίνων.

Το αρνητικό κλίμα για τους υδρογονάνθρακες επιβεβαιώθηκε όταν στις αρχές Ιανουαρίου 2022 η κοινοπραξία Total, ExxonMobil και ΕΛ.ΠΕ. αποφάσισε, έπειτα από πολλές αναβολές, να μην προχωρήσει τελικά στη διενέργεια σεισμικών ερευνών στα δύο οικόπεδα νοτίως και δυτικά της Κρήτης, όπως προέβλεπε η τριετής σύμβαση παραχώρησης του 2019.

Η υποχρεωτική αναδίπλωση ήρθε μόλις στα μέσα Φεβρουαρίου, όταν η ενεργειακή κρίση έπνιγε τα νοικοκυριά, με βαρύ πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. Η γ.γ. Ενέργειας του υπ. Περιβάλλοντος και στενή συνεργάτιδα του πρωθυπουργού Αλεξάνδρα Σδούκου δήλωσε από το Κάιρο: «Χρειαζόμαστε περισσότερη έρευνα και περισσότερη παραγωγή φυσικού αερίου, ως εργαλείο μείωσης της ενεργειακής εξάρτησής μας», δίνοντας ξανά σήμα για ξεπάγωμα των ερευνών.

Όμως, η κυβέρνηση παίζει εκ του ασφαλούς. Η επιμονή του πρωθυπουργού να δείχνει ο πιο καλός Ευρωπαίος μαθητής των «πράσινων πρότζεκτ» δεν… κινδυνεύει ούτε από τα αποδυναμωμένα και υποστελεχωμένα λιγνιτωρυχεία επί διακυβέρνησης Ν.Δ. ούτε από τις μακροχρόνιες έρευνες για υδρογονάνθρακες, που σήμερα μπορεί να αρχίσουν κι αύριο ακόμα πιο εύκολα να σταματήσουν. Όπως και ξανάγινε, άλλωστε.

Ποιες είναι οι πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης – Έτσι προωθούσαν την πράσινη ενέργεια

Και, ναι μεν η… μπίζνα είναι πραγματική, όμως από τις ανανεώσιμες πηγές, που κι εκεί έχει μείνει πολύ πίσω η Ελλάδα, παρά τα φουσκωμένα λόγια, δεν μπορεί να τροφοδοτηθεί ενεργειακά η χώρα μας ούτε καν σε ποσοστό 15% με 20%, και μόνον όποτε φυσάει ή έχει ηλιοφάνεια…

Τα λεγόμενα κυβερνητικών τόσο προτού αρχίσει η κρίση τον Ιούλιο όσο και μετά αποδεικνύουν για ποιον λόγο οι προχθεσινές εξαγγελίες περί υδρογονανθράκων αποτελούν ακόμα ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα, με την κυβέρνηση να σύρεται σε ανακοινώσεις περί, π.χ., λιγνίτη, ερχόμενη σε κόντρα με τον ίδιο τον πυρήνα της διακυβέρνησής της:

ΝΙΚΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ, ΥΠΕΞ, 26/04/21: «Η Ελλάδα πιστεύει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και δεν πρόκειται να αρχίσει να σκάβει τον βυθό της Μεσογείου για να βρει αέριο και πετρέλαιο».

ΚΩΣΤΑΣ ΣΚΡΕΚΑΣ, υπουργός Περιβάλλοντος, 10/05/21, παραμονές έναρξης της ενεργειακής κρίσης: «Το 38,7% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, πάνω από 6 δισ. ευρώ, θα διοχετευτεί στον άξονα της πράσινης μετάβασης». Και «η χώρα μας έχει υιοθετήσει το πλέον φιλόδοξο σχέδιο στην Ευρώπη για την αποανθρακοποίηση, αποσύροντας τις λιγνιτικές μονάδες της έως το 2023».

ΝΤΟΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ 02/06/21, μιλώντας για τα Ελληνοτουρκικά και το ενδεχόμενο της συνεκμετάλλευσης: «Το θέμα των υδρογονανθράκων έρχεται, πλέον, πάρα πολύ χαμηλά. Το μεν πετρέλαιο έχει ζωή 15 χρόνια, το φυσικό αέριο 25 χρόνια. Κινούμαστε, πλέον, σε διαφορετικές μορφές ενέργειας».

ΚΩΣΤΑΣ ΣΚΡΕΚΑΣ 09/03/22: «Η κυβέρνηση παραμένει απόλυτα προσηλωμένη στην πράσινη μετάβαση. Είναι η μόνη λύση γι’ αυτό που βιώνουμε σήμερα».

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.