Έχει ύψος 2,11 και τον λένε Γιάννη.
Τον λένε Γιάννη και όχι Γιάνναρο, ούτε Γιαννάρα, ούτε τεράστιο, ούτε Θεό.
Αυτές τις προσφωνήσεις τις προσθέτουμε εμείς , άλλοι γιατί ικανοποιούμαστε να μεγεθύνουμε, σε ένδειξη κάποιας υπερχειλίζουσας τεστοστερόνης και άλλοι γιατί νιώθουμε υπερήφανοι που δηλώνει ότι νιώθει και Έλληνας εκτός από Νιγηριανός.
Τον λένε Γιάννη και αυτό τα περικλείει όλα, δε χρειάζεται υπερθετικός βαθμός.
Δεν το λέω εγώ αλλά ο τρόπος με τον οποίο πανηγύρισε τη στιγμή που άγγιξε το όνειρό του. Ένας τρόπος βουβός, ταπεινός χωρίς φανφάρες.
Σε αντίθετη περίπτωση θα ήταν Γιάνναρος, από αυτούς που κάνουν θόρυβο και μέσα έρημος Σαχάρα.
Πώς τους ξέφυγες ρε μπαγάσα Γιάννη;
Πώς τους ξέφυγαν ο πατέρας με τη μάνα σου στα σύνορα και ήρθαν και σε γέννησαν στη Ελλάδα;
Πώς και δεν έπεσαν πάνω σε καμία σαν αυτή με το κολάν το μαύρο ( τη θυμάστε φαντάζομαι) που είχε μπαστακωθεί στην προβλήτα του λιμανιού και δεν άφηνε τη βάρκα με τα μωρά να δέσει.
Πώς και δεν είχε φουρτούνα η θάλασσα ρε Γιάννη να πας και συ στον πάτο όπως άλλοι.
Πώς άντεξες ρε κερατά να ζεις στο υπόγειο στα Σεπόλια; Να δουλεύεις από τα 10 μαζί με το σχολείο, να πουλάς cd και γυαλιά στις αγορές;
Πώς τους ξεγλίστρησες ρε αλάνι Γιάννη και στέκεσαι τώρα στην κορυφή και τους κοιτάς γεμάτος με καλοσύνη.
Πού την βρίσκεις τόση καλοσύνη, τόση αθωότητα, τόση σύνεση και μέτρο στα λόγια.
Και γι’ αυτούς που κάναν πλάκα στην τηλεόραση με το όνομά σου δεν έχεις να πεις τίποτα.
Γι΄ αυτό είσαι Έλληνας Γιάννη μου και όχι Ελληνάρας Γιάνναρος. Γι αυτό πιστεύεις στο Θεό και το λες,
γιατί είμαι σίγουρος πως τον γνώρισες στα σοκάκια που περιφερόσουν ενώ κάτι «χριστιανοί» σε λέγαν Ακενοτούμπο και δε σου δίναν υπηκοότητα ενώ είχες γεννηθεί στην Ελλάδα .
Είναι από αυτούς που ενώ εσύ δεν ήξερες τι σου ξημερώνει το αύριο, αυτοί κοινωνούσαν στην εκκλησία με κάμερα.
Ούτε γι’ αυτά λες τίποτα.
Σε ζηλεύω, εγώ δε θα χα τέτοια ανωτερότητα μέσα μου.
Φαίνεται τελικά, πως ο γνήσιος χριστιανός όντως είναι αυτός που δεν έχει πατρίδα, είναι αυτός που η μέλλουσα πατρίδα την οποία αποζητά λάμπει στο πρόσωπό του.
Και σε σένα Γιάννη λάμπει όλοι σου η ύπαρξη.
Λάμπει γιατί ο Θεός σε δοκίμασε «ως χρυσόν εν χωνευτηρίω ». Όπως ο χρυσοχόος καθαρίζει το χρυσάφι στη φωτιά.
Και έλαμψες γιατί γι’ αυτό τον κόσμο μέχρι τα 18 σου ήταν σαν να μην υπάρχεις, ήσουν ένα υπαρκτό φάντασμα, ένας λαθραίος, ένα πρόβλημα, μια απειλή για το DNA μας.
Πώς τους ξέφυγες ρε πολυμήχανε άλλε Οδυσσέα και βρήκες την Ιθάκη σου ;
Έζησες ως «ο Κανένας » για να ξεφύγεις τις απειλές των μονόφθαλμων Πολύφημων και τώρα σε κάθε σου επιτυχία δεν μοιράζεις χολή αλλά ευχαριστείς το Θεό.
Μεγάλη εντύπωση μου κάνει .
Γι’ αυτό σε λένε Γιάννη
και σπίτι χωρίς Γιάννη προκοπή δεν κάνει.
Ξέρεις πια , δε χρειάζεται να στο πω εγώ,
πως σπίτι σου δεν είναι μόνο η Ελλάδα αλλά ο κόσμος,
γιατί έχεις ψυχή που φιλοξενεί την αγάπη του Θεού.
Δε σου δίναν ιθαγένεια γιατί φοβόντουσαν αυτό που τελικά συνέβη.
Έγινες ο ίδιος ” ιθαγένεια ” και όλοι μας θέλουμε να κάνουμε πατρίδα τις δικές σου ψυχικές ομορφιές.
Υ.Γ Αναφέρομαι στην πίστη του στο Θεό γιατί το αναφέρει ο ίδιος. Σε κάθε άλλη περίπτωση ο καθένας είναι ελεύθερος να πιστεύει όπου θέλει.