Όλο και περισσότερα στοιχεία έρχονται στο φως της δημοσιότητας για τη μοιραία νύχτα στη μεζονέτα της φρίκης στα Γλυκά Νερά και την ομολογία του 33χρονου Μπάμπη, που δολοφόνησε την 20χρονη Κάρολαιν. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αστυνομικοί δεν παρουσίασαν στον πιλότο τα στοιχεία με τα οποία είχαν “δέσει” την υπόθεση, δηλαδή τα ψηφιακά ευρήματα από το smartwatch της Καρολάιν, την εφαρμογή στο κινητό του και την ανακολουθία στον χρόνο αφαίρεσης της κάρτας μνήμης από το καταγραφικό των καμερών ασφαλείας. Οι αστυνομικοί ξεκίνησαν μια συζήτηση μαζί του και αρχικά τον ρωτούσαν εάν υπήρχαν προβλήματα στον γάμο και τη σχέση τους, αν ήταν ταραγμένη η συμβίωσή τους, μετά τη γέννηση του μωρού.
Εκείνος, άρχισε να τους λέει ότι η κοπέλα ήταν ψυχικά ασταθής, ότι η συμπεριφορά της είχε διακυμάνσεις. Είχε το θράσος να χαρακτηρίσει την Κάρολαιν χειριστική και πει στους αστυνομικούς ότι “πέντε μέρες ήταν καλά και δύο ημέρες στο κόκκινο και ξέσπαγαν καβγάδες με την παραμικρή αφορμή”. Γι’ αυτό, ανέφερε, είχαμε πάει στον ψυχολόγο για να χειριστεί λίγο αυτή την κατάσταση. Όταν παραδέχθηκε την αποτρόπαια πράξη του, άρχισε να ξετυλίγει το κουβάρι για όσα συνέβησαν τη νύχτα της 11 Μαΐου, όταν αφαίρεσε τη ζωή της συζύγου του.
Είπε ότι στους αστυνομικούς ότι ο ίδιος έπνιξε το σκυλί. Σύμφωνα με τον ALPHA, oι πληροφορίες αναφέρουν το έπνιξε μάλλον με τα ίδια του τα χέρια έξω από το σπίτι και στη συνέχεια μπήκε ξανά στο σπίτι και το κρέμασε στην κουπαστή της σκάλας. Στη συνέχεια είπε ότι έσπασε την κάμερα μέσα σπίτι, πήρε την κάρτα μνήμης και την πέταξε είτε στην τουαλέτα, είτε σε υπόνομο έξω από το σπίτι.
Από εκείνη την ώρα περπατούσε μέσα στο σπίτι και έπαιρνε αγκαλιά το μωρό κλαίγοντας. Όσο για τον λόγο που σκότωσε και τον σκύλο, είπε στους αστυνομικούς, σύμφωνα με τον ALPHA: “Έπρεπε να γίνω πιστευτός σε εσάς και γι’ αυτόν τον λόγο έπνιξα το σκυλί”. Τους περιέγραψε πώς ακριβώς δέθηκε και τους είπε ότι ποτέ δεν υπήρχαν χρήματα μέσα στο σπίτι. Τους είπε ότι ποτέ δεν πήρε τηλέφωνο την αστυνομία και τη γειτόνισσα με τη μύτη, αλλά κανονικά χρησιμοποιώντας τα χέρια του. Όταν τον ρώτησαν οι αστυνομικοί γιατί έλεγε ψέματα τόσο καιρό, φέρεται να είπε: “Επειδή σκεφτόμουν το μωρό και σκέφτηκα ότι δεν είχε μητέρα, αλλά δεν γίνεται να μην έχει και πατέρα, είχα βάλει στο μυαλό μου ότι θα μείνω με το παιδί και θα το μεγαλώσω εγώ”.