Ο κεντρικός «πνεύμονας» της Αττικής (μέχρι και προ ολίγων 24ωρων) αποτελεί παρελθόν, καθώς η φωτιά που ξεκίνησε το απόγευμα της Τετάρτης έκαψε περισσότερα από 71.000 στρέμματα και πλέον ένας καταπράσινος προορισμός μία μόλις ώρα από την Αθήνα έχει μετατραπεί σε στάχτη.
Και όμως η επίσημη απάντηση της κυβέρνησης γι’ αυτή την οικολογική καταστροφή ήταν πως… «ήμασταν άτυχοι». Όμως η καταστροφή στα Γεράνεια ξεπερνάει την «ατυχία». Εδώ και αρκετά χρόνια τα Γεράνεια έχουν αφεθεί στην τύχη τους, ένα απίθανο οικοσύστημα για το οποίο οι τοπικοί φορείς έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου εδώ και τουλάχιστον τρία χρόνια, τονίζοντας πως μόνο από τύχη δεν έχουν καεί εδώ και 70 περίπου χρόνια.
«Αυτός ο δασικός όγκος που είναι πολύτιμος είναι εντελώς ανυπεράσπιστος και από τύχη και μόνο δεν έχει καεί», τόνιζαν χαρακτηριστικά. Και τελικά πλέον… κάηκε ένας από τους μεγαλύτερους «πνεύμονες» στη νότια Ελλάδα.
Οι εικόνες της καταστροφής μιλούν από μόνες τους, όμως η πραγματική καταστροφή που συνέβη στα Γεράνεια ξεπερνάει κάθε αριθμητική καταγραφή, καθώς δεν είναι τα 71.000 και πλέον στρέμματα.
Όχι, είναι ότι εκεί υπήρχε μέχρι και πριν λίγες ώρες ένα σπάνιο οικοσύστημα, σχηματισμένο στα βάθη του γεωλογικού χρόνου, προτού καν εμφανιστούν στη Γη οι πρόγονοι του ανθρώπου, που άλλαξε αμέτρητες φορές μορφή στα εκατομμύρια χρόνια που πέρασαν, που έγινε το σπίτι δεκάδων ενδημικών ειδών χλωρίδας και πανίδας.
Ένας κόσμος με θαυμαστή ποικιλομορφία, που ανέδιδε κάθε εποχή χρώματα και μυρωδιές, ένα ακάματο εργαστήριο βιοποικιλότητας που χάθηκε σε δύο μέρες και δύο νύχτες, σε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου της γεωλογικής του ηλικίας.
Και χάθηκε αθόρυβα γιατί τα πλατάνια, οι αριές, οι χνουδοβελανιδιές, οι κουμαριές, τα φυλίκια, οι αγριελιές, τα σχίνα, οι κοκκορεβυθιές, οι χαρουπιές, οι αγριοαμυγδαλιές, οι οστρυές, δεν βγάζουν καμία φωνή όταν η πύρινη λαίλαπα τα εκριζώνει από το αρχέγονο σπίτι τους, όπως φωνή δεν έχουν οι φιδαετοί, οι σφηκιάρηδες, οι γερακίνες, τα ξεφτέρια, τα σαΐνια, τα διπλοσάινα, οι πετρίτες και βραχοκιρκίνεζα.
Πλέον η μόνη φωνή που ακούγεται είναι αυτή του φόβου, του κλάματος και των ουρλιαχτών από την μεγάλη καταστροφή.
Τα Γεράνεια αποτελούσαν σημαντικό οικότοπο της Ε.Ε και είναι ενταγμένα στο NATURA 2000. Ο Βράχος της Περαχώρας και η γύρω περιοχή της Μονής Πραθίου έχουν χαρακτηριστεί ως τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, η δε Μονή Πραθίου έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο και ο περιβάλλοντας χώρος της αρχαιολογικός χώρος. 32 Α/ Γ προβλέπεται να εγκατασταθούν εντός κηρυγμένων αναδασωτέων εκτάσεων. 10 Α/ Γ προβλέπεται να εγκατασταθούν εντός Καταφυγίου Άγριας Ζωής.
Τα Γεράνεια με τον Πατέρα και τον Κιθαιρώνα είχαν μεγάλο ποσοστό ενδημικών ειδών, 8,8%, 8,5% και 8,4% αντίστοιχα όταν σε βουνά με μεγαλύτερο υψόμετρο όπως η Κυλλήνη με ύψος 2.376 μέτρα και ο Τυμφρηστός με ύψος 2.315 μέτρα παρουσιάζουν ποσοστό ενδημισμού 12% και 7,8% αντίστοιχα. Ο Παυσανίας ανέφερε ότι η χερσαία απόληξη της γης των Μεγάρων ονομάζονταν Γερανία γιατί το σχήμα της ήταν παρόμοιο με λαιμό γερανού.
Με κατεύθυνση από τα δυτικά προς τα ανατολικά το μήκος των Γερανείων φτάνει τα 30 χλμ., το πλάτος τα 13 χλμ. ενώ η περίμετρος του τα 125 χλμ. Στα βόρεια πέφτει απότομα στον Κορινθιακό, στα δυτικά απλώνεται μέχρι το ακρωτήριο Μελαγκάβι στο Ηραίο Περαχώρας, στα νότια δημιουργεί μικρούς λόφους μέχρι τις Σκυρωνίδες Πέτρες στην ακτή του Σαρωνικού και στα ανατολικά ενώνεται με την Μεγαρίτικη πεδιάδα.
Η ψηλότερη κορφή του βουνού είναι το Μακρυπλάγι, 1.351 μέτρα, και ακολουθούν η Ανώνυμη, 1.269 μέτρα και η Μεγάλη Ντούσκια, 1.068 μέτρα. Στα Γεράνεια υπάρχουν κοιλάδες, μικρές αλλά δυσπρόσιτες χαράδρες, απόκρημνες πλαγιές που καταλήγουν στη θάλασσα. Παρουσιάζει το βουνό κατακόρυφο διαμελισμό. Στο δυτικό και κεντρικό του τμήμα είχαν σχηματιστεί πολλές χαράδρες με μικρούς χειμάρρους, ενώ στο νοτιότερο τμήμα του όπου επικρατούν τα ασβεστολιθικά πετρώματα, οι διαβρώσεις σφυρηλάτησαν σπηλιές.
Πάνω από 1.000 είδη χλωρίδας εφύοντο σε αυτόν τον ορεινό όγκο λίγο πιο μακριά από την Αθήνα και περισσότερα από 80 είδη είχαν χαρακτηριστεί ενδημικά. Φύτρωναν κενταύριες, αγριογαρύφαλα, κυανές παπαρούνες, καμπανούλες αλλά και ορχιδέες.
Δεν υπήρχε κανένα τμήμα του βουνού που να μην προκαλεί θαυμασμό και αίσθημα ευφορίας σε όσους το επισκέπτονταν εξερευνώντας τον πλούτο του.
Τόσο κοντά στην πρωτεύουσα αλλά στην απρόσιτη από τον άνθρωπο δασώδη εξοχή του, ζούσαν μπούφοι, χουχουριστές, τυτούδες, κουκουβάγιες και γκιώνιδες.
Υπήρχαν εκεί η νησιώτικη πέρδικα, η μπεκάτσα, το τρυγόνι, το γιδοβύζι, ο κούκος, η βουνοσταχτάρα, ο τσαλαπετεινός, η σταρήθρα, η δεντροσταρήθρα, η ωχροκελάδα, η δεντροκελάδα, ο τρυποφράχτης, ο θαμνοψάλτης, το αηδόνι, ο κοκκινολαίμης, ο φοινίκουρος, ο καρβουνιάρης, ο σταχτοπετρόκλης, ο γαλαζοκότσυφας, η τσίχλα, η γερακότσιχλα, ο μαυροσκούφης, ο κοκκινοτσιροβάκος, ο πυρροβασιλίσκος, ο χρυσοβασιλίσκος, ο σταχτομυγοχάφτης, η ελατοπαπαδίτσα, ο κλειδωνάς, ο αιγίθαλος, και τόσα ακόμα.
Στα τρεχούμενα νερά και γύρω από αυτά υπήρχαν σαλαμάνδρες, φρύνοι, πρασινόφρυνοι, δεντροβάτραχοι, βαλκανοβάτραχοι και γραικοβάτραχοι.
Χελώνες και φίδια όπως η κρασπεδοχελώνα, η μεσογειακή χελώνα, το κονάκι, η τρανόσαυρα, το σιλιβούτι, η τοιχόσαυρα, το λιακόνι, ο τυφλίτης, το σαμιαμίδι, ο αβλέφαρος, ο στεφανοφόρος, ο λαφιάτης, η δεντρογαλιά, ο σαπίτης.
Πριν μερικά χρόνια είχε αναφερθεί ότι στα Γεράνεια επανεμφανίστηκαν λύκοι, κάτι που σημαίνει ότι η περιοχή αυτή ήταν το νοτιότερο σημείο της Ευρώπης που ζούσε το συγκεκριμένο είδος.
Αυτό το οικοσύστημα έσβησε και όλοι αυτοί οι οργανισμοί χάθηκαν για πάντα. Κάποιοι ίσως γλίτωσαν, άνοιξαν τα φτερά τους και πέταξαν άγνωστο για που. Την ίδια τύχη δεν είχαν αλεπούδες, πετροκούναβα, νυφίτσες, σκατζόχοιροι, λαγοί. Το έδαφος ζεματούσε, κάηκαν μέχρι και οι ρίζες, η μυρωδιά της τέφρας απλώθηκε εκεί που ανθούσαν οι ορχιδέες. Αμέτρητα είδη ζώων αποτεφρώθηκαν ξαφνικά, χωρίς διάθεση να φύγουν.
Ο κόσμος κάτω από τη βιόσφαιρα έγινε φτωχότερος και για τον νομό που ζει η μισή Ελλάδα, κάθε μέρα από εδώ και πέρα, στην εκπνοή της νύχτας, η τελευταία ανάσα με δυσκολία βγαίνει.
Οι υψηλής ανάλυσης εικόνες από τον ευρωπαϊκό δορυφόρο Pleiades-1B το πρωί του Σαββάτου δείχνουν ότι κάηκαν κατά προσέγγιση 41.400 στρέμματα δασικών εκτάσεων, 12.370 στρέμματα καλλιεργειών και 11.870 στρέμματα χορτολιβαδικών εκτάσεων. Εκτιμάται ακόμη ότι 279 άνθρωποι επηρεάστηκαν άμεσα από την πυρκαγιά, καθώς και 373 κατοικίες.
Οι ειδικοί τονίζουν πως πρόκειται για την μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή εδώ και 20-30 τουλάχιστον χρόνια.
Οι επιπτώσεις στο περιβάλλον από την πυρκαγιά που εκδηλώθηκε στην περιοχή του Σχίνου, και επεκτάθηκε προς τις περιοχές Περαχώρας και Αλεποχωρίου αναμένεται να είναι πολλαπλές εξαιτίας του γεωτεκτονικού καθεστώτος της περιοχής.
Όπως είναι γνωστό, η περιοχή του Ανατολικού Κορινθιακού Κόλπου χαρακτηρίζεται όχι μόνο από έντονη σεισμικότητα, αλλά και από ταχείες μεταβολές στο χερσαίο ανάγλυφο που επηρεάζουν και το θαλάσσιο χώρο.
«Ενδεικτικά αναμένονται αύξηση του κινδύνου σε πλημμυρικά φαινόμενα, έντονες διαβρώσεις, ροές κορημάτων και κατολισθητικά φαινόμενα, τα οποία θα τροφοδοτήσουν και το θαλάσσιο χώρο με τα κατάλοιπα της καύσιμης ύλης», υπογράμμισε ο Καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και Πρόεδρος του Ο.Α.Σ.Π. Ευθύμης Λέκκας.