Αλέξανδρος Ζέρβας
Αλυσιδωτές αντιδράσεις προκαλούν οι αποκαλύψεις σχετικά με την έλλειψη ουσιαστικών επιστημονικών στοιχείων για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Astrazeneca κατά του κοροναϊού σε άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών.
Η μια μετά την άλλη, οι ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Σουηδία, Πολωνία κ.α.), αναστέλλουν την χορήγησή του εμβολίου σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες (είτε άνω των 65 είτε και άνω των 55), εγείροντας ευρύτερες έντονες ανησυχίες αναφορικά με την πορεία των εμβολιασμών.
Στην ίδια γραμμή, ήταν τελικά και η σημερινή απόφαση των ειδικών επιστημόνων της Επιτροπής Εμβολιασμού στην Ελλάδα, δηλαδή η μη χορήγηση του εμβολίου της AstraZeneca για ανθρώπους άνω των 65 ετών. Το πρόβλημα που δημιουργείται δείχνει εξαιρετικά σοβαρό, με δεδομένο πως οι προγραμματισμένες προμήθειες του συγκεκριμένου εμβολίου στην Ελλάδα βρίσκονται στο «ζενίθ», καθώς έχουν αγοραστεί πάνω από 7 εκατομμύρια δόσεις του.
Πώς οδηγηθήκαμε όμως στο συγκεκριμένο αδιέξοδο και ποιοι κίνδυνοι απορρέουν από αυτό;
Τα σοβαρά λάθη και η απουσία επιστημονικών δεδομένων
Μιλώντας στο tvxs.gr ο καθηγητής Βιολογίας στην Ιατρική Σχολή και αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Σπύρος Γεωργάτος, αναφέρεται αρχικά στα «κενά» στην όλη διαδικασία εκ μέρους της φαρμακευτικής εταιρείας.
«Στη συγκεκριμένη υπόθεση δοκιμάστηκαν δυο σχήματα εμβολιασμού. Το ένα προέβλεπε τη χορήγηση μιας κανονικής δόσης του εμβολίου μαζί με μια μικρότερη, ενώ το δεύτερο προέβλεπε δυο κανονικές δόσεις σε χρονική απόσταση από 20 μέρες έως και τρεις μήνες μεταξύ τους. Για να κάνουν τις δοκιμές χρησιμοποίησαν ένα δείγμα άνω των 11.000 ατόμων από τρεις περιοχές, τη Βρετανία, τη Βραζιλία. Σε ό,τι αφορά το σχήμα εμβολιασμού με το πρώτο σχήμα έκαναν δοκιμές σε περίπου 2.800 άτομα, ενώ στο δεύτερο σχήμα διεξήγαγαν δοκιμές σε περίπου 8.900 ανθρώπους. Το πρώτο ζήτημα που προκύπτει εδώ έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο αριθμός των ατόμων που ελέγχθηκαν με τον πρώτο τρόπο είναι πολύ μικρότερος από τον αντίστοιχο των δοκιμών με τον δεύτερο. Τα μεγέθη που προκύπτουν λοιπόν είναι δυσανάλογα» σημειώνει αρχικά και προσθέτει:
«Σε ό,τι αφορά τις δοκιμές των έγινε ένα σοβαρό λάθος. Υπήρχε ένας sub contractor, μια εταιρεία δηλαδή με την οποία συνεργάζονταν η Astrazeneca για τις έρευνες, τα μέλη της οποίας κατά διάρκεια των δοκιμών χορήγησαν τη μισή δόση. Όταν το αντιλήφθηκαν, ήταν αργά. Αποφάσισαν όμως να συνεχίσουν τις δοκιμές, προκειμένου να μη χαθεί το δείγμα εκείνο. Συνεχίζοντας όμως διαπίστωσαν ότι σε εκείνους στους οποίους είχε χορηγηθεί κατά λάθος μικρότερη δόση, είχαν πολύ καλύτερα αποτελέσματα από αυτούς που είχαν λάβει δυο φορές την κανονική δόση. Αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από μια άποψη ατυχές-ευτυχές γεγονός. Κάνεις δηλαδή κάτι κατά λάθος και σου προκύπτουν καλύτερα αποτελέσματα από αυτά που περίμενες. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό το γεγονός δεν παύει να χωρίζει εκ νέου το συνολικό δείγμα των ερευνών σε μικρότερα υποδείγματα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να εξάγει κανείς ασφαλή αποτελέσματα».
«Το ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα είχε να κάνει με το γεγονός πως ακόμη και από αυτή την ομάδα ατόμων που εμφάνισε θετική επίδραση κατά τις δοκιμές, το 90% ανήκε στην ηλικιακή ομάδα 18-55 ετών. Κατά συνέπεια, το δείγμα για τους άνω των 55 ήταν πολύ μικρό» επισημαίνει ο κύριος Γεωργάτος.
Η αντίδραση των ευρωπαϊκών χωρών και η «τρύπα» στην εμβολιαστική διαδικασία στην Ελλάδα
«Για αυτόν ακριβώς τον λόγο μια ομάδα χωρών, με πρώτες τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Σουηδία, την Πολωνία αποφάσισαν να μη χορηγήσουν το εμβόλιο σε άτομα άνω των 65 ετών, καθώς δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για την επίδρασή του. Κάποιες άλλες χώρες δε, όπως η Ιταλία και το Βέλγιο αποφάσισαν τη μη χορήγησή του σε άτομα άνω των 55 ετών. Αντίθετα, κάποιες χώρες εκτός Ευρώπης θεώρησαν πως δεν υπάρχει πρόβλημα, διοχετεύοντας το εμβόλιο στον πληθυσμό, ανεξαρτήτως ηλικίας» σημειώνει συνεχίζοντας.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας και το «κενό» που φαίνεται να δημιουργείται στην όλη εμβολιαστική διαδικασία, ο κύριος Γεωργάτος αναφέρει: «Με αυτά τα δεδομένα είναι σαφές πως “τινάζεται στον αέρα” ο σχεδιασμός για τον εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού στη χώρα μας. Την ίδια στιγμή όμως, υπάρχει κι ένας επιπλέον κίνδυνος ο οποίος προκύπτει από το γεγονός ότι κανείς από εμάς δεν έχει δικαίωμα ούτε επιλογής ούτε καν γνώσης του εμβολίου που του χορηγείται. Φοβάμαι λοιπόν μήπως υπάρξει κόσμος, στον οποίο θα χορηγηθεί το εν λόγω εμβόλιο -αν και δεν θα έπρεπε βάσει της απουσίας επιστημονικών δεδομένων για την αποτελεσματικότητά του- χωρίς να το γνωρίζει».
Τα «σκοτεινά» σημεία, τα γεωπολιτικά παιχνίδια και «δέλεαρ» του φτηνού εμβολίου
Συνεχίζοντας τονίζει όμως πως «τα πραγματικά αίτια της όλης υπόθεσης είναι ακόμη αρκετά “θολά”. Είναι δεδομένο όμως ότι διακυβεύονται τεράστια κεφάλαια στην ιστορία. Είναι σαφές πως εκ μέρους της Astrazeneca υπάρχουν σοβαρότατες παραλείψεις, ενώ εδώ και καιρό διεθνή ΜΜΕ έχουν αφιερώσει εκτενή ρεπορτάζ στα “σκοτεινά σημεία” του εν λόγω εμβολίου».
Απαντώντας στο ερώτημα με ποια λογική προτιμήθηκε το εν λόγω εμβόλιο από τη στιγμή που είχαν εκφραστεί εδώ κι αρκετό καιρό ενστάσεις για την αποτελεσματικότητά του, ο κύριος Γεωργάτος σημειώνει με νόημα: «Να αντιστρέψω το ερώτημα: το ρώσικο εμβόλιο γιατί δεν μπήκε στη συζήτηση, παρότι από την αρχή όλες οι ενδείξεις οδηγούσαν στο συμπέρασμα πως είναι πολύ αποτελεσματικό; Είναι πολλά τα λεφτά, ενώ παίζονται και παιχνίδια γεωπολιτικού χαρακτήρα. Δεν γίνονται όλα δυστυχώς επί επιστημονικής βάσης».
«Σε τέτοιες υποθέσεις, όταν “σκάσει” ένα ζήτημα, όλοι αρχίζουν να υποψιάζονται και τα υπόλοιπα. Σε κάθε περίπτωση, το προφίλ και η αξιοπιστία της Astrazeneca έχει χαθεί σε διεθνές επίπεδο. Το πλεονέκτημά της όμως παραμένει πως το εμβόλιό της είναι πολύ φτηνό σε σχέση με τα υπόλοιπα. Κάπως έτσι, ακόμη και τώρα εμφανίζεται ως η προφανής λύση για πολύ φτωχές χώρες, οι οποίες δεν έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν ακριβά εμβόλια» καταλήγει ο κύριος Γεωργάτος.