Οι αντιδράσεις της Άγκυρας χθες και σήμερα στις εικόνες μίας συνηθισμένης αλλαγής της μονάδας Εθνοφρουράς του Καστελόριζου που είδαν την δημοσιότητα και οι ευθείες απειλές για την ασφάλεια του νησιού έφεραν στην επιφάνεια το ζήτημα της δυνατότητας που έχει η Ελλάδα να υπερασπιστεί τα εδάφη της που βρίσκονται στο νοτιοανατολικό Αιγαίο από μία αιφνιδιαστική επίθεση.
Το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μεγίστης (Καστελόριζο) στο νοτιοανατολικό Αιγαίο αποτελείται από 14 νησιά. Η νήσος Μεγίστη ή Καστελόριζο απέχει 2,3 χλμ από τις νοτιοδυτικές τουρκικές ακτές και 133 χλμ από τη Ρόδο. Από τον Πειραιά απέχει 610 χλμ και 280 χλμ από την Κύπρο.
Το μεγαλύτερο νησί, η Μεγίστη, είναι ένα ημιορεινό βραχώδες νησί με απότομη ακτογραμμή, και με μεγαλύτερο ύψωμα ύψους 273 μέτρων. Όσον αφορά τις υποδομές του, διαθέτει λιμάνι και αεροδρόμιο με αεροδιάδρομο μήκους 880 μέτρων. Η μοναδική ασφάλτινη οδός είναι αυτή που συνδέει το λιμάνι με το αεροδρόμιο. Όλες οι υπόλοιπες οδοί είναι καρόδρομοι και μονοπάτια.
Έχει έκταση 9,1 τετρ.χλμ., συνολικό μήκος ακτών 19,5 χλμ και πληθυσμό 498 κατοίκων, κατά την επίσημη απογραφή του 2011, που συγκροτούν τον Δήμο Μεγίστης. Είναι η μεγαλύτερη (εξ ου και Μεγίστη) νήσος μικρού αρχιπελάγους που συμπεριλαμβάνει τις νησίδες: Άγιος Γεώργιος, Αγριέλαια, Μεγάλο Μαύρο Ποϊνί, Μικρό Μαύρο Ποϊνί, Πολύφαδος ένα, Πολύφαδος δύο, Ρω, Στρογγύλη, Ψωμί, Ψωραδιά και μερικά ακόμη νησιά, καθώς και κάποια που ανήκουν στη Τουρκία.
Από τις χιλιομετρικές αποστάσεις της περιοχής συμπεραίνουμε λοιπόν, πως το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μεγίστης βρίσκεται πολύ κοντά στην ΝΔ Τουρκία, κι αρκετά μακρυά από την ηπειρωτική Ελλάδα. Αν κι εκ πρώτης η επιτυχημένη άμυνα φαντάζει δύσκολη, ας δούμε τα πράγματα πιο αναλυτικά, και πιο διεξοδικά.
Η μικρονήσος Στρογγύλη, είναι ένα ορεινό βραχώδες και με απότομες ακτές νησί. Από υποδομές διαθέτει επιτηρητικό φυλάκιο και ελικοδρόμιο.Τέλος, η μικρονήσος Ρω, είναι ένα βραχώδες αλλά πιο ομαλό νησί, με πιο μικρές κλίσεις στις ακτές του. Από υποδομές υπάρχει ελικοδρόμιο και φυλάκιο του ΕΣ.
Από γεωγραφικής άποψης, τα 3 κυριότερα νησιά του συμπλέγματος είναι εξαιρετικά βραχώδη κι απότομα (με εξαίρεση ίσως τη Ρω), με αποτέλεσμα να δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό την όποια επιθετική ενέργεια πεζοπόρων τμημάτων κι αντίστοιχα να ευνοεί την άμυνα. Επιπλέον, το έδαφος είναι ακατάλληλο για χρήση μηχανοκίνητων ΤΘ οχημάτων κι από τις 2 πλευρές.
Υπεύθυνη για την άμυνα του νησιού είναι η «Διοίκηση Άμυνας Νήσου» (ΔΑΝ) Μεγίστης, η οποία είναι επιπέδου Τάγματος Πεζικού.
Η ΔΑΝ Μεγίστης ανήκει στην 95 ΑΔΤΕ με έδρα τη Ρόδο. Η ΔΑΝ είναι ένα στρατιωτικό τμήμα Εθνοφρουράς το οποίο έχει διαφορετική σύνθεση από ένα τμήμα ΠΖ (π.χ. Τάγμα), και το οποίο μπορεί να ενσωματώσει και τμήματα άλλων όπλων και σωμάτων (ΠΒ, ΔΒ, ΜΧ κλπ). Συνεπώς, στο Καστελόριζο δεν αναμένεται μόνο Πεζικό, αλλά και πυροβολικό (πυροβόλα), Α/Α πυροβολικό (εκτοξευτές Stinger, Α/Α πυροβόλα), Διαβιβάσεις, Μηχανικό κοκ.
Επίσης στο νησί είναι και το ΕΤΕΔ Μεγίστης, τμήμα αμφίβιων καταδρομών, το οποίο είναι εξοπλισμένο με κατάλληλο οπλισμό κι εξοπλισμό τόσο για την άμυνα της Μεγίστης, όσο και για την ενίσχυση των μικρονήσων Ρω και Στρογγύλης.
Η άμυνα των δύο παραπάνω μικρονήσων, που είναι οι πιο απομακρυσμένες από την Μεγίστη, αποτελείται από ένα ειδικό απόσπασμα υπεράσπισης έκαστη, το οποίο είναι ειδικής σύνθεσης. Οργανικά ανήκουν στη ΔΑΝ Μεγίστης. Επίσης, στην άμυνα των μικρονήσων συνεισφέρουν και τα όπλα υποστήριξης της ΔΑΝ Μεγίστης (όλμοι, Ρ/Κ πυροβόλα), καθώς και το ΕΤΕΔ Μεγίστης.
Συνεπώς η άμυνα του συμπλέγματος Μεγίστης είναι πολυάριθμη για την έκτασή της, και με αρκετά βαρύ οπλισμό. Αν αναλογιστούμε πως για την κατάληψη μιας νήσου, και μάλιστα μετά από την επιτυχή απομόνωση της, απαιτούνται τουλάχιστον τριπλάσιες Μονάδες, εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι για την κατάληψη της Μεγίστης απαιτούνται Δυνάμεις επιπέδου Συντάγματος, και για τις μικρονήσους Ρω και Στρογγύλης απαιτούνται δυνάμεις επιπέδου ενισχυμένου Λόχου.
Επίσημα είναι τμήματα της Εθνοφρουράς, άρα δεν παραβιάζεται καμία συνθήκη.
Είναι φανερό πως τα νησιά είναι αλληλοκαλυπτόμενα. Επίσης, το Ρ/Κ Πυροβολικό (τουλάχιστον), μπορεί να βάλλει έναντι των συγκεντρωμένων δυνάμεων στα Τουρκικά παράλια.
Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν τα μέσα να υποστηρίξουν το σύμπλεγμα Μεγίστης και με άλλες δυνάμεις, πέραν των τοπικών δυνάμεων. Μερικές από αυτές είναι οι κάτωθι:
– Τμήματα της 95 ΑΔΤΕ (Τμήματα ΤΧΕ).
– Τμήματα της 13ης ΔΕΕ (ΕΤΑ, Ζ’ ΜΑΚ, 6ο ΕΤΕΘ κοκ).
– Πλοία και Υποβρύχια (κυρίως) του ΠΝ.
– Αεροπορία Στρατού ( ΝΗ-90, ΑΗ-64, ΟΗ-58, CH-47 Chinook).
– Πολεμική Αεροπορία (από το Α/Δ του Καστελλίου).
Μία επιθετική κίνηση της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας στη Μεγίστη, στο σημείο που ουσιαστικά που ο ελληνικός αμυντικός μηχανισμός λόγω γεωγραφικής θέσης αντιμετωπίζει σημαντικά επιχειρησιακά προβλήματα, θα μπορούσε να φέρει την ηγεσία της χώρας σε δύσκολη θέση περισσότερο πολιτικά παρά στρατιωτικά, αφού στις υπόλοιπες περιοχές της συνοριογραμμής –με λίγες εξαιρέσεις– οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις μπορούν να αντεπεξέλθουν σε μία σύγκρουση.
Η μεγάλη απόσταση που χωρίζει τη Μεγίστη από την Ρόδο (135 χλμ.) και την Κάρπαθο (233 χλμ.), σε συνδυασμό με τη μόλις μερικών μιλίων απόσταση που τη χωρίζει από τις τουρκικές ακτές, καθώς και το πολύ μικρό μέγεθός της, αποτελούν τα βασικά αδύναμα σημεία της ελληνικής αμυντικής προσπάθειας σε ό,τι αφορά τη Μεγίστη. Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί και το γεγονός ότι ενώ η κοινότητα του νησιού θεωρητικά αριθμεί 500 περίπου μέλη, στην ουσία στο νησί κατοικούν μόλις 200 άτομα, πολλά από τα οποία δεν είναι καν Έλληνες πολίτες. Δυστυχώς, η εγκατάλειψη του νησιού από την πολιτεία οδήγησε πολλούς κατοίκους του νησιού να φύγουν προς την Ρόδο και την Αθήνα ή στο εξωτερικό για μία καλύτερη τύχη.
Επομένως, τα βασικά ανθρωπογεωγραφικά στοιχεία των νησιών συνοψίζονται στη μεγάλη απόσταση της Μεγίστης από τα υπόλοιπα ελληνικά νησιά (από την Ρόδο και από την Κάρπαθο), στη μικρή απόσταση από την Τουρκία (μόλις 2,8 χλμ. από το βόρειο σημείο του νησιού), στο μικρό μέγεθος της Μεγίστης (6,1 χλμ. μήκος και 2,7 χλμ. πλάτος) αλλά και της Ρω και της Στρογγύλης, και στον απελπιστικά μικρό αριθμό των κατοίκων, όταν πριν από αρκετές δεκαετίες η Μεγίστη έφτασε να έχει μέχρι και 12-14.000 κατοίκους και διέθετε έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς στόλους στο Αιγαίο. Ο οικισμός του νησιού βρίσκεται στην ανατολική ακτή του, ακριβώς απέναντι από την Τουρκία, σε απόσταση 7,1 χλμ. από το λιμάνι του Κας.
Το νησί δεν διαθέτει φυσικές πηγές νερού, εκτός από τη μεγάλη υδατοδεξαμενή που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο αεροδρόμιο, ούτε κάποιες εκτεταμένες παραλίες. Το μοναδικό λιμάνι (με μήκος 370 μέτρα και πλάτος 250 μέτρα) που διαθέτει το νησί βρίσκεται στον οικισμό και «βλέπει» προς τις ακτές της Τουρκίας, καθιστώντας ευάλωτη οποιαδήποτε προσπάθεια μεταφοράς εφοδίων και ανδρών στο νησί κατά τη διάρκεια μίας κρίσης. Στα ανατολικά, από το κύριο λιμάνι πίσω από τον οικισμό με προσανατολισμό πάλι προς την Τουρκία, υπάρχει ένα μικρό λιμανάκι, το Μαντράκι. Τόσο το λιμάνι όσο και ο οικισμός είναι στην κυριολεξία περικυκλωμένα από απότομους βράχους, οι οποίοι φτάνουν τα 250 μέτρα, δημιουργώντας ένα τείχος γύρω από τον οικισμό.
Το μικρό αεροδρόμιο του νησιού με διάδρομο μόλις 799 μέτρα και πλάτος 25 μέτρα, βρίσκεται 3.000 μέτρα από τον οικισμό και συνδέεται με αυτόν με τον μοναδικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο του νησιού. Το αεροδρόμιο ουσιαστικά κόβει το νησί σε δύο μέρη, αφού ο προσανατολισμός του είναι από ΒΔ προς ΝΑ και βρίσκεται στη μέση του νησιού.
Λόγω του σημείου που βρίσκεται, οι αποπροσγειώσεις επιτρέπονται μέχρι δύναμη ανέμου 22 κόμβους (6 Μποφόρ). Η απόσταση του αεροδρομίου της Ρόδου από το αεροδρόμιο της Μεγίστης είναι 136,37 χλμ. και διανύεται μέσα σε 40 λεπτά, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου απογείωσης και προσγείωσης, με ταχύτητα πλεύσης 700 χλμ./ώρα.
Από το αεροδρόμιο της Καρπάθου (με μήκος 2,1 χλμ. και πλάτος 30 μέτρα) η Μεγίστη απέχει 233 χλμ. (απαιτούμενος χρόνος 68 λεπτά περίπου) και από την Κρήτη από το αεροδρόμιο της Σητείας, που είναι και το δυτικότερο αεροδρόμιο της Κρήτης, 330 χλμ. (μήκος διαδρόμου 2,1 χλμ. και πλάτος 30 μέτρα).
Στο κέντρο του νησιού, πριν από την είσοδο στον οικισμό της Μεγίστης, υπάρχει μία πεπλατυσμένη περιοχή μήκους 500 περίπου μέτρων και πλάτους 30-40 μέτρων, η οποία αποτελεί και το μόνο επίπεδο σημείο δίπλα στον δρόμο που συνδέει το αεροδρόμιο με τον οικισμό.
Το νησί διαθέτει μονάδα αφαλάτωσης και μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία χρησιμοποιεί ως καύσιμο το πετρέλαιο και τοποθετείται ΝΑ του οικισμού, ακριβώς απέναντι από τις τουρκικές ακτές, εκτεθειμένη στις βολές του τουρκικού πυροβολικού. Άλλες πηγές παραγωγής ενέργειας δεν υπάρχουν, άρα οποιαδήποτε ζημιά στον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ, σημαίνει και πλήρη διακοπή της παροχής.
Σενάριο επιχείρησης κατάληψης της Μεγίστης
Οποιοδήποτε σχέδιο εισβολής και κατοχής της Μεγίστης και των νήσων Ρω και Στρογγύλη θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί κατά βάση εκτός τουριστικής περιόδου, λόγω των προβλημάτων που θα προκαλούσαν οι πολεμικές επιχειρήσεις στην ανεπτυγμένη τουρκική τουριστική βιομηχανία στις μικρασιατικές ακτές, ακριβώς απέναντι από τα ελληνικά νησιά.
Μεγάλος αριθμός από τουριστικά συγκροτήματα, βίλες με πισίνες για τουρίστες υψηλού επιπέδου, έχουν κατασκευαστεί στην παράκτια περιοχή απέναντι από τη Μεγίστη. Για τον λόγο αυτό, εάν επιλεγεί η υλοποίηση μίας αεροναυτικής επιχείρησης κατάληψης των νήσων, θα πρέπει να υλοποιηθεί στις αρχές του χειμώνα ή της άνοιξης, πριν από την άφιξη των πρώτων τουριστών και όταν ακόμα ο καιρός είναι καλός.
Και αυτό, διότι παρά το γεγονός ότι η ελληνική στρατιωτική δύναμη επί των τριών νήσων είναι επιπέδου ενισχυμένου Λόχου, δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί οποιαδήποτε περίπτωση ανταπόδοσης των πυρών από τις ελληνικές δυνάμεις, με απώλειες στον τουρκικό και αλλοδαπό πληθυσμό των τουρκικών παραλίων.
Μία τέτοια εξέλιξη θα δυσκόλευε την τουρκική κυβέρνηση, η οποία –ούτως ή άλλως– θα βρίσκεται σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση λόγω της απόπειρας κατάληψης ελληνικού-ευρωπαϊκού εδάφους, που η ίδια η Τουρκία έχει αναγνωρίσει ότι είναι ελληνικό. Για τους παραπάνω λόγους, η όποια τουρκική ενέργεια θα πρέπει να γίνει νύκτα, χρησιμοποιώντας όσο το δυνατόν λιγότερες δυνάμεις και πάνω απ’ όλα αιφνιδιαστικά, ώστε να μην υπάρξει άμεση ελληνική αντίδραση.
Ανάλογη απόπειρα κατάληψης της Μεγίστης είχε πραγματοποιηθεί από τους Ιταλούς στον Β’ ΠΠ, όταν βρετανική δύναμη καταδρομέων είχε καταλάβει το νησί στα τέλη του Φεβρουαρίου του 1941 (επιχείρηση «Abstention») από τους Ιταλούς.
Η αντίδραση των Ιταλών ήταν άμεση. Με βάση εξόρμησης την Ρόδο και τη Λέρο, οι Ιταλοί έστειλαν στολίσκο αποτελούμενο από δύο αντιτορπιλικά, δύο τορπιλακάτους και δύο σκάφη MAS, υποστηριζόμενο από αεροσκάφη. Οι τορπιλάκατοι αποβίβασαν τους Ιταλούς στρατιώτες στο λιμάνι της Μεγίστης και τα αντιτορπιλικά υποστήριξαν την επιχείρηση βομβαρδίζοντας τις θέσεις των 200 περίπου Βρετανών καταδρομέων που είχαν βρει προστασία εντός του οικισμού, στο κάστρο και στους λόφους του νησιού.
Παράλληλα με την ιταλική αντεπίθεση, οι Βρετανοί προσπαθούσαν να αποβιβάσουν μία νέα δύναμη, που θα αναλάμβανε τη φύλαξη του νησιού, αλλά λόγω της ιταλικής αεροπορικής υπεροχής, δυσμενών καιρικών συνθηκών και των διοικητικών-επιχειρησιακών λαθών των Βρετανών, η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε. Έτσι αποφασίστηκε η απομάκρυνση των Βρετανών κομάντο από το νησί, κάτι που συνέβη τελικά αφού αυτοί υπέστησαν αρκετές απώλειες.
Στην περίπτωση όμως των τουρκικών δυνάμεων, οι συνθήκες είναι πιο ευνοϊκές γι’ αυτές λόγω της μικρής απόστασης των νησιών από τα παράλια, των σαφώς καλύτερων μέσων που υπάρχουν σήμερα και της αδυναμίας των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων –με τις υπάρχουσες υποδομές– να μεταφέρουν με απόλυτη ασφάλεια ενισχύσεις στο νησί, μέχρις ότου παρέμβει ο διεθνής παράγοντας.
Οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις ασκούνται συστηματικά τα τελευταία χρόνια σε επιχειρήσεις κατάληψης νησιών. Διαθέτουν σημαντικές και αξιόλογες δυνάμεις εξοπλισμένες με ταχύπλοα φουσκωτά σκάφη, τα οποία στην περίπτωση της Μεγίστης, θα μπορούσαν να εξορμήσουν από τουλάχιστον δύο απομακρυσμένα σημεία που βρίσκονται απέναντι από το ελληνικό νησί, στη χερσόνησο πλησίον του λιμανιού Κας και σε απόσταση 6,4-7 χλμ.
Επιπλέον, οι Τούρκοι SAS-SAT παρέλαβαν πρόσφατα το πρώτο από τα 4 ταχύπλοα σκάφη τύπου MRTP-22U, μήκους 24 μέτρων, με εκτόπισμα 48 τόνους, τα οποία μπορούν να πετύχουν ταχύτητα 55-60 κόμβων σε κατάσταση θαλάσσης 3. Τα σκάφη αυτά μπορούν να μεταφέρουν 16 καταδρομείς και δύο ταχύπλοα φουσκωτά σκάφη στην πρύμνη, έτοιμα για χρήση. Τα σκάφη είναι εξοπλισμένα με τηλεχειριζόμενο πυργίσκο STOP που φέρει πυροβόλο των 25 χλστ. και δύο πολυβόλα των 7,62 χλστ. τοποθετημένα εκατέρωθεν του σκάφους.
Τα ταχύπλοα αυτά σκάφη αυτά μπορούν να αξιοποιήσουν τη σημαντική ισχύ πυρός που διαθέτουν σε συνδυασμό με τη δυνατότητα εξαπόλυσης των δύο φουσκωτών σκαφών, προκαλώντας έτσι παραπλανητικό ελιγμό μέσα στη νύκτα και διασπείροντας τις μεταφερόμενες δυνάμεις τους σε δύο διαφορετικά σημεία, ενώ το μητρικό σκάφος θα μπορεί να χτυπήσει ή να αποβιβάσει δυνάμεις σε ένα τρίτο διαφορετικό σημείο.
Δεδομένου ότι τα σκάφη αυτά μπορούν να αναπτύξουν μεγάλη ταχύτητα, ακόμα και υπό όχι και τόσο ευνοϊκές καιρικές συνθήκες, τους επιτρέπει να διασχίσουν την απόσταση μεταξύ των τουρκικών ακτών και της Μεγίστης σε 10 μόλις λεπτά. Χωρίς τη χρήση προπαρασκευαστικών βολών πυροβολικού, ώστε να μην υπάρξουν θύματα μεταξύ των αμάχων και για να μην τεθεί η ελληνική φρουρά σε εγρήγορση, οι Τούρκοι καταδρομείς με 4 μόνο μητρικά σκάφη ως πρώτο κύμα, θα μπορούσαν να αποβιβάσουν στο νησί 64 καταδρομείς, αξιοποιώντας τα συνολικά 8 φουσκωτά ταχύπλοα σκάφη που φέρουν τα MRTP-22U υπό την υποστήριξη των πυροβόλων των 4 μητρικών MRTP-22U.
Το δεύτερο κύμα των Τούρκων καταδρομέων θα μπορούσε να μεταφερθεί στο νησί με τη χρήση αριθμού σκαφών της τουρκικής Ακτοφυλακής, τύπου MRTP-33 (μήκος 35,6 μέτρα, εκτόπισμα 120 τόνους, ταχύτητα 47+ κόμβοι, ενώ μπορεί να μεταφέρει συνολικά 20 άτομα συμπεριλαμβανομένου του πληρώματος), τα οποία είναι εξοπλισμένα με τηλεχειριζόμενη πλατφόρμα οπλισμού STAMP, που διαθέτει πυροβόλο των 12,7 χλστ. και ηλεκτροοπτικό αισθητήρα που επιτρέπει τη χρήση του οπλισμού μέρα και νύκτα.
Τα σημεία στα οποία οι Τούρκοι καταδρομείς θα μπορούσαν να αποβιβαστούν, θα έχουν προεπιλεγεί από ομάδες υποβρύχιων ανιχνευτών, οι οποίοι με mini υποβρύχια σκάφη μεταφοράς 2-3 βατραχανθρώπων μπορούν να διασχίσουν χωρίς εντοπισμό τη μικρή απόσταση που χωρίζει τις τουρκικές ακτές από τη Μεγίστη.
Διαβάζοντας κανείς τον χάρτη, μπορεί να εντοπίσει τουλάχιστον τρία σημεία στα οποία οι Τούρκοι καταδρομείς θα μπορούσαν να αποβιβαστούν στο νησί, πετυχαίνοντας καίρια πλήγματα στον μηχανισμό άμυνάς του και στην υποδομή αυτού.
Αναμφίβολα, πρώτος στόχος θα είναι ο σταθμός παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στα ανατολικά του οικισμού, εγκατεστημένος μόλις μερικά μέτρα από τις ακτές, ακριβώς απέναντι από την Τουρκία. Δεύτερος στόχος θα ήταν ο δρόμος που συνδέει τον οικισμό με το αεροδρόμιο, με τελικά «τρόπαια» τόσο το αεροδρόμιο (το οποίο αποτελεί μέχρι σήμερα τη μοναδική είσοδο και έξοδο του νησιού για την ταχεία μεταφορά αγαθών, υλικών και προσωπικού) όσο και τον ίδιο τον οικισμό, ο οποίος θα μπορούσε να κυκλωθεί ως εξής:
Πρώτον, με μία μετωπική, καταδρομικού είδους, επιχείρηση μέσα στο λιμάνι της Μεγίστης (όπως αυτή που πραγματοποίησαν οι Ιταλοί στην αντεπίθεσή τους στα τέλη Φεβρουαρίου του 1941 για την ανακατάληψη της νήσου από τους Βρετανούς).
Δεύτερον, με την αποβίβαση τμήματος καταδρομέων στα ΒΔ του νησιού, πλησίον του δρόμου που συνδέει τον οικισμό με το αεροδρόμιο. Εκεί, ένα τμήμα της επιτιθέμενης ομάδας θα μπορούσε να κινηθεί προς το αεροδρόμιο και ένα άλλο προς τους στρατιωτικούς κοιτώνες και τον οικισμό, ο οποίος βρίσκεται μορφολογικά χαμηλότερα.
Μία τρίτη ομάδα θα μπορούσε να αποσπαστεί από την κύρια ομάδα, που έχει ως αντικειμενικό στόχο τον σταθμό ηλεκτροπαραγωγής και να κινηθεί προς τον οικισμό από τα ανατολικά προς τα δυτικά για την εμπόδιση οποιασδήποτε ελληνικής ομάδας που θα προσέτρεχε στην αναχαίτιση της τουρκικής ομάδας που επιτέθηκε στον σταθμό.
Με τον αιφνιδιασμό να έχει πετύχει τον στόχο του, οι τουρκικές Ειδικές Δυνάμεις, οι οποίες είναι επιπέδου ενισχυμένου λόχου, θα πρέπει να ενισχυθούν ώστε να μπορέσουν να κατανικήσουν οποιαδήποτε πιθανή εστία αντίστασης από την ελληνική φρουρά αλλά και από τον τοπικό πληθυσμό, ο οποίος άνετα μπορεί να εξοπλίσει σε περίπτωση κρίσης ακόμη ένα λόχο. Για τον σκοπό αυτό, η τουρκική ηγεσία έχει δύο επιλογές:
α) είτε την αποστολή ελικοπτέρων στο αεροδρόμιο του νησιού (με την προϋπόθεση ότι έχει ολοκληρωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα η κατάληψη του),
β) είτε την προσγείωση των ελικοπτέρων στο πλάτωμα που βρίσκεται πριν από την είσοδο στον οικισμό, πλησίον του δρόμου που συνδέει τον οικισμό με το αεροδρόμιο. Η άφιξη των πρώτων τριών ελικοπτέρων AS 532 UL Cougar υπό την προστασία δύο επιθετικών ελικοπτέρων θα επιτρέψει την ενίσχυση της επιτιθέμενης τουρκικής δύναμης με 50 ακόμη στρατιώτες, οι οποίοι θα μεταφέρουν και τα επιπλέον πυρομαχικά που θα χρειάζονται για την ολοκλήρωση της επιχείρησης, ενώ τα AH-1W ή τα T-129 της τουρκικής Αεροπορίας Στρατού, θα μπορούν εν συνεχεία να υποστηρίξουν τις επιθέσεις των τουρκικών Ειδικών Δυνάμεων στους θύλακες αντίστασης επί του νησιού, όπως η οχυρή τοποθεσία Παλαιόκαστρο, που ελέγχει τον δρόμο προς το αεροδρόμιο.
Η τελική κατάληψη του νησιού θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ να διαμαρτύρονται για την εισβολή και κατοχή. Όμως, με τους ηγέτες της Ευρώπης απασχολημένους με την κρίση της Ευρωζώνης και με το ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας να βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας, η θέση της Τουρκίας παραμένει ισχυρή, ανεξαρτήτως των όποιων ευρωπαϊκών αντιδράσεων. Αφού αποκτήσει τον έλεγχο των θαλάσσιων περιοχών που σχετίζονται με τη Μεγίστη, η Τουρκία θα μπορεί να επηρεάζει σε έναν βαθμό το ενεργειακό μέλλον της γηραιάς ηπείρου. Αυτό που η Ελλάδα τόσα χρόνια δεν έπραξε, ως όφειλε (δηλαδή την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της περιοχής της Μεγίστης, ώστε να αποκτήσει πολιτική επιρροή στην ΕΕ), θα το πράξει η Τουρκία.
Αποτέλεσμα της συγκεκριμένης τουρκικής πολιτικής, θα είναι να αναγκαστεί η Ελλάδα από τους συμμάχους-εταίρους της να συρθεί σε μία μορφή συμβιβασμού με τη γείτονα. Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με την εξαναγκασμένη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, η Τουρκία θα μπορέσει να προβεί σε διανομή του ενεργειακού πλούτου της περιοχής, ενισχύοντας ταυτόχρονα τον περιφερειακό της ρόλο και φυσικά τη διαπραγματευτική θέση ως προς την ένταξή της στην ΕΕ.
Καταληκτικά, όλα θα κριθούν από την δυνατότητα ανάσχεσης της τουρκικής επίθεσης τις πρώτες ώρες εκδήλωσης αυτής. Αν καταφέρει η φρουρά της νήσου να μην αιφνιδιαστεί (θεωρείται βέβαιο ότι θα πρόκειται κατ’αρχήν για μία ευρεία ειδική επιχείριση), ίσως θα καταστεί δυνατόν να κινητοποιηθούν οι στρατιωτικοί και διπλωματικοί μηχανισμοί ανάσχεσης της επίθεσης.
Όλα θα κριθούν τις πρώτες δύο ώρες…