Η 25η Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού, είχε οριστεί ως ημέρα έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης από τον αρχηγό της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρο Υψηλάντη «ως ευαγγελιζομένη την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους». Η ημερομηνία αυτή θεωρήθηκε ως σημείο αναφοράς από τις πρώτες ήδη μέρες της Επανάστασης, και μάλιστα ως έναρξη ειδικής χρονολόγησης, ακόμα και σε περιοχές που είχαν επαναστατήσει ενωρίτερα. Τουλάχιστον από το 1823 στην Πελοπόννησο θεωρούνταν ως ημέρα έναρξης της Επανάστασης. Πρώτος ο Παναγιώτης Σούτσος πρότεινε το 1834 την καθιέρωση εορτασμού της Ελληνικής Επανάστασης την 25η Μαρτίου, αναφέροντας ότι ήταν η μέρα γενίκευσης της επανάστασης στην Πελοπόννησο και αναγέννησης της Ελλάδας, σε υπόμνημα το οποίο ο Ιωάννης Κωλέττης υπέβαλε στον Όθωνα ως πρόταση σχεδίου νόμου. Το έγγραφο του Κωλέττη, τότε υπουργού Εσωτερικών, έχει ημερομηνία 22 Ιανουαρίου (2 Φεβρουαρίου) 1835 και προτείνει στον Όθωνα τη θέσπιση εορτασμών με πανελλήνιους αγώνες παρόμοιους με αυτούς της αρχαίας Ελλάδας.
Οι εορτασμοί που πρότεινε ο Κωλέττης περιλάμβαναν διαγωνισμούς στις τέχνες και τα γράμματα και σε διάφορα αγωνίσματα. Θα γίνονταν στην Τρίπολη, την Αθήνα, την Ύδρα και το Μεσολόγγι, εκ περιτροπής μέσα σε μία τετραετία, όπως στην αρχαιότητα οι Ολυμπιακοί, οι Πυθικοί κτλ. Μετά την επίσημη καθιέρωση του εορτασμού, και ιδίως το 1841, έγινε προσπάθεια οικειοποίησης της επετείου από την αντιπολιτευόμενη αντι-οθωνική μερίδα, με ιδιωτικούς εορτασμούς στους οποίους προβαλλόταν ιδιαίτερα η μορφή του Κοραή. Η εορτή συνέχισε να είναι αντικείμενο κομματικών και τοπικιστικών αντιπαραθέσεων: ιδιαίτερες αντιδράσεις προκάλεσε το 1846 και 1847 η απόφαση του πρωθυπουργού Κωλέττη για την πραγματοποίηση επίσημης τελετής στον τάφο του ρουμελιώτη οπλαρχηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη στο Φάληρο, καθώς θεωρήθηκε ότι οδηγούσε σε ταύτιση της Επανάστασης με ένα πρόσωπο Έως το 1875 ο στρατός βρισκόταν παρατεταγμένος κατά μήκος της διαδρομής της βασιλικής πομπής από τα ανάκτορα προς την εκκλησία και αντίστροφα. Το 1875 πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά παρέλαση του στρατού μπροστά από τα ανάκτορα, πρακτική τρέχουσα από τα μέσα του αιώνα σε δημόσιες γιορτές στη Γαλλία και τα γερμανικά κράτη. Την επόμενη χρονιά, αν και δεν πραγματοποιήθηκε στρατιωτική παρέλαση εξαιτίας βροχής, δίπλα στο στρατό παρατάχθηκε και μία πανεπιστημιακή φάλαγγα.
Η πρωιμότερη αναφορά για μαθητική παρέλαση εντοπίζεται το 1899. Τα σχολεία είχαν παραταχθεί και κατά τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου του 1924, όταν ανακηρύχθηκε η Δημοκρατία. Τα επόμενα χρόνια την παρέλαση του στρατού πλαισίωναν και πρόσκοποι και μαθητές στρατιωτικών σχολών. Το 1932 τα σχολεία της Αθήνας παρέλασαν μπροστά από επισήμους στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη μαζί με τους προσκόπους, τη «φρουρά της πόλης» και τις «εθνικιστικές οργανώσεις». Από το 1936 η μαθητική παρέλαση, που έγινε μπροστά από τον βασιλιά Γεώργιο και τον Μεταξά, πήρε επίσημο χαρακτήρα. Την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά οι παρελάσεις μαθητών και φαλαγγιτών (μελών της ΕΟΝ) προσέλαβαν μεγάλη σημασία και συνδέθηκαν με τη στρατιωτική παρέλαση. Η πρακτική των μαθητικών παρελάσεων εξακολούθησε κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο και έπειτα έως και μετά τη μεταπολίτευση. Σήμερα ο εορτασμός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 γίνεται στην Ελλάδα, την Κύπρο και σε κέντρα των Ελλήνων της διασποράς. Η ημέρα αυτή είναι επίσημη αργία στην Ελλάδα και την Κύπρο. Συνήθως οι εκδηλώσεις εορτασμού περιλαμβάνουν παρελάσεις και άλλες εορταστικές εκδηλώσεις την ίδια μέρα ή την προηγούμενη.
Οι μεγαλύτερες εκδηλώσεις είναι στρατιωτική παρέλαση στην Αθήνα την 25η Μαρτίου, ενώ την προηγούμενη, στις 24 Μαρτίου, γίνεται μαθητική εορτή στα σχολεία της χώρας. Σε άλλους Δήμους γίνονται παρελάσεις στρατιωτικών τμημάτων, μαθητών, συλλόγων κλπ. καθώς και δοξολογίες σε ναούς. Εκτός, όμως, από τον εθνικό της χαρακτήρα, η γιορτή της 25ης Μαρτίου έχει και θρησκευτικό χαρακτήρα. Στις 25 Μαρτίου, εκτός από την Επανάσταση εναντίων των Τούρκων, γιορτάζεται και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, μία από τις μεγαλύτερες γιορτές του Χριστιανισμού. Άλλωστε για τον λόγο αυτό συνδέθηκε και ο εορτασμός της Επανάστασης με την ημέρα αυτή. Η ημέρα του Ευαγγελισμού ήταν η μέρα που η Παναγία έμαθε την χαρμόσυνη είδηση ότι πρόκειται να γεννήσει τον Χριστό, τον υιό του Θεού. Ετυμολογικά, η λέξη Ευαγγελισμός προέρχεται από την ομηρική λέξη ευάγγελος, που σημαίνει αγγελιοφόρος καλών ειδήσεων (ευ + άγγελος). Τα χαρμόσυνα νέα μετέφερε στη Θεοτόκο ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Μάλιστα, δεν της ανακοίνωσε απλώς το νέο, ότι πρόκειται δηλαδή να φέρει στον κόσμο τον Ιησού, σαν κάτι το δεδομένο, αλλά ζήτησε τη συγκατάθεση της.
Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά ο Θεός με αυτό τον τρόπο έδωσε στην Παναγία τη δυνατότητα να αποφασίσει μόνη της, δίνοντας της την χαρά της συνδημιουργίας. Η Παναγία ρώτησε τον Άγγελο πώς θα γινόταν να κυοφορήσει παιδί δεδομένου ότι δεν είχε σωματική επαφή με κάποιον άνδρα μιας και ήταν ακόμα αρραβωνιασμένη και όχι παντρεμένη με τον Ιωσήφ. Τότε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ εξήγησε στη Μαρία ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού και ότι Αυτός θα φροντίσει για όλα. Για αυτό και το παιδί αυτό θα είναι ο Υιός του Θεού. Έτσι η Παναγία δέχτηκε το Θεϊκό πρόσταγμα και ο Γαβριήλ αποχώρησε έχοντας εκπληρώσει το έργο του. Το Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων μίλησε για την διπλή αυτή γιορτή με απόγονους της Επανάστασης, ιστορικούς και εκπροσώπους της εκκλησίας. Περισσότερο ή λιγότερο γνωστοί, οι αγωνιστές του 1821 έγραψαν ένδοξη ιστορία μαχόμενοι για την ελευθερία της Ελλάδας. Όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Καζαντζάκης «Η πιο στοιχειώδης λογική αντιστάθηκε στην άγια τούτη παραφροσύνη. Πώς μια φούχτα άνθρωποι ξαρμάτωτοι, πεινασμένοι, ανοργάνωτοι μέσα σε μια Ευρώπη λυσσαλέα αντιδραστική, μπόρεσαν να σηκώσουν κεφάλι και να ελπίσουν ελευθερία;».
«Νιώθω σεβασμό και υπερηφάνεια που οι πρόγονοί μου έδωσαν τα πάντα για την πατρίδα, έδωσαν τη ζωή τους. Πάνω από 30 Πετμεζαίοι θυσιάστηκαν» δηλώνει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Αντώνιος Πετμεζάς. Όπως διηγείται: «Εγώ προέρχομαι απευθείας από τον Αντώνιο Πετμεζά. Είναι ο πρώτος Πετμεζάς που εμφανίζεται το 1700, γιος του ήταν ο Αθανάσιος Πετμεζάς, που μαζί με τον Κολοκοτρώνη και τον Ζαχαρία δημιούργησαν την τριανδρία αρματολών το 1785, όπου ο Ζαχαρίας και ο Αθανάσιος Πετμεζάς, δολοφονήθηκαν κατόπιν προδοσίας. Ο Αθανάσιος Πετμεζάς δολοφονήθηκε μέσα στον πύργο του στα Καλάβρυτα». Και περιγράφει την ένδοξη καταγωγή του λέγοντας ότι «τα παιδιά του Αθανασίου Πετμεζά ήταν ο Γκολφίνος, ο Νικόλαος, ο Ανδρέας και ο Παναγιωτάκης. Εγώ προέρχομαι από τον Γκολφίνο». Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι έχει δώσει το όνομα Γκολφίνος στον 15χρονο γιό του (έχει ακόμη μία κόρη που ονομάζεται Ειρήνη).
Το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας από το 1770 έως σήμερα φυλάσσεται στην Αγία Λαύρα. Από τα κειμήλια της οικογένειας ένα πολύ μεγάλο μέρος έχει δωριθεί στην Αγία Λαύρα, άλλα φυλάσσονται στο Μπενάκειο Μουσείο και στο Εθνολογικό Μουσείο. «Η φιλοσοφία της οικογένειας ήταν να δοθούν, να τα βλέπει ο κόσμος. Να γίνουν γνωστά ώστε να ξέρουν και οι νεότερες γενιές τι έχει συμβεί», λέει και προσθέτει: «Πιστεύω ότι σήμερα περνάμε μια δύσκολη κρίση. Θα πρέπει να θυμηθούμε το όραμα και τους αγώνες που έκαναν αυτοί οι άνθρωποι για να πάρουμε δύναμη και αισιοδοξία, για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε». Στην ερώτηση εάν νιώθει το βάρος του ένδοξου ονόματος, ο κ Πετμεζάς απαντά: «Όλοι οι απόγονοι αυτών των ανθρώπων αισθάνονται το βάρος. Όχι, ότι μπορείς να κάνεις κάτι αυτή την εποχή. Και εννοώ να τους φτάσεις. Αλλά νιώθεις βάρος, να μπορέσεις κι εσύ να κάνεις ό,τι μπορείς θετικότερο για την Ελλάδα…».