Αν λάβουμε υπόψη τον παλαιό κανόνα ότι τα “μικρά” γεγονότα, που θρυλούνται –ειρωνικά ή ψιθυριστά– στους διεθνείς και ημεδαπούς διπλωματικούς διαδρόμους, εξηγούν τις μεταγενέστερες, σοβαρές εξελίξεις, τότε η Ελλάδα βρίσκεται ενώπιον ενός μεγάλου προβλήματος.
Το πρώτο περιστατικό συνέβη στις αρχές του Ιανουαρίου 2021, όταν κορυφαίος Ευρωπαίος αξιωματούχος (από τους “άκαπνους”) επισκέφθηκε την Άγκυρα, προειδοποιώντας τον “βαρύ” πρόεδρο Ερντογάν ότι η Τουρκία θα υποστεί κυρώσεις λόγω της πολιτικής της στην Ανατολική Μεσόγειο. Κατά τους γνωρίζοντες, ο Ερντογάν του απάντησε ότι η Τουρκία δεν δέχεται απειλές και αμφισβήτησε αν η ΕΕ θα τολμήσει ποτέ να επιβάλει κυρώσεις (σ.σ.: ακόμα και η Κύπρος απέσυρε το παλαιό της αίτημα!). Κατέληξε δε, λέγοντας ότι πέραν των ελληνοτουρκικών συνόρων, το μεταναστευτικό πρόβλημα θα γιγαντωθεί, όταν ανοίξει κι άλλο μέτωπο, στο πιο νότιο τμήμα της λεγόμενης ανατολικής οδού της Μεσογείου.
Το δεύτερο περιστατικό καταγράφηκε τον Φεβρουάριο του 2022 με πρωταγωνιστή τον ίδιο αξιωματούχο της ΕΕ, ο οποίος συναντήθηκε στις Βρυξέλλες με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι. Ο Ευρωπαίος οικοδεσπότης, που προφανώς δεν διαβάζει προσεκτικά τους υπηρεσιακούς φακέλους και δεν γνωρίζει τα θέματα, επέκρινε τον επισκέπτη του, επειδή η Αίγυπτος δεν κάνει τίποτα, για να αποτρέπει τις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη.
Άστραψε και βρόντηξε ο πρόεδρος Σίσι. Απάντησε στον συνομιλητή του, λίγο-πολύ, ότι δεν ξέρει τι λέει, προσθέτοντας ότι τα παράλια της χώρας του φρουρούνται και δεν φεύγει, κυριολεκτικά, ούτε μια βάρκα με μετανάστες προς την Ευρώπη. Ο πρόεδρος Σίσι κατέληξε, υπογραμμίζοντας ότι δεν ξέρει τι μπορεί να συμβεί, λόγω ενός απρόβλεπτου γεγονότος που, μαζί με άλλους παράγοντες, ίσως αλλάξει τα πράγματα.
Νέα Λαμπεντούζα η Γαύδος
Δυστυχώς, όπως προκύπτει από τις αυξημένες ροές παράνομων μεταναστών και προσφύγων στο νότια της Κρήτης και, ειδικά στη Γαύδο (όπως εύστοχα επεσήμανε η εφημερίδα “Εστία”, η Γαύδος μετατρέπεται σε Λαμπεντούζα), η κατάσταση στο Μεταναστευτικό επιδεινώνεται ραγδαία. Η ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα αξιοποιείται στο έπακρο από τα κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων για να θησαυρίσουν στο νότιο άκρο της ελληνικής επικράτειας.
Ολοφάνερα πια, πρόκειται για το γεγονός που ήταν όντως “απρόβλεπτο”, όταν προ διετίας έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου ο πρόεδρος Σίσι. Ωστόσο, θα έπρεπε μάλλον να είναι “προβλέψιμο” εκ μέρους της ΕΕ και της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς ο πόλεμος στη Γάζα βρίσκεται ήδη στον πέμπτο μήνα του. Οι Βρυξέλλες και η Αθήνα δεν έδρασαν προληπτικά, ώστε να αποτρέψουν τις αυξημένες ροές. Ούτε και χορήγησαν την απαιτούμενη βοήθεια στις κρατικές δομές της Αιγύπτου, οι οποίες αντιμετωπίζουν πρόβλημα ασφάλειας σε δύο μέτωπα, στη χερσόνησο του Σινά και στη Λιβύη, ενώ η εσωτερική οικονομική κρίση συνεχίζεται.
Ταυτόχρονα, πέραν των προσφύγων, η ίδια οδός αρχίζει να χρησιμοποιείται και από τα κυκλώματα τα οποία δρουν με παράνομους μετανάστες που, με ένα αεροπορικό εισιτήριο 80-100 ευρώ, ταξιδεύουν από το Μαρόκο στην Κωνσταντινούπολη και, από εκεί, μέσω των μικρασιατικών παραλίων, στα ελληνικά νησιά. Για τους δικούς τους λόγους, οι τουρκικές αρχές κάνουν (λίγες) αποτρεπτικές κινήσεις απέναντι από τα νησιά, ενώ παρακολουθούν με ικανοποίηση τις εξελίξεις νοτιότερα, όπως προέβλεπε ο Ερντογάν προ τριετίας.
Τα όσα συμβαίνουν νότια της Κρήτης είναι, προς το παρόν, σχεδόν αόρατα στην κοινή γνώμη και –για πολλοστή φορά– στις τελευταίες προτεραιότητες της κυβέρνησης. Και να σκεφθεί κανείς ότι ήταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης που είχε κάνει την αυτοκριτική του, τον Ιανουάριο του 2020, δηλώνοντας: «με βάση όσα γνωρίζω σήμερα, αν τα γνώριζα πριν από έξι μήνες, δεν θα καταργούσα το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής – εξ ου και έσπευσα να το επανιδρύσω». Σωστά. Σήμερα, βέβαια, υπάρχει υπουργείο, αλλά η κυβέρνηση πάλι αιφνιδιάζεται.