Υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στα «ρεπορτάζ» σχετικά με την εικόνα γύρω από τον πόλεμο στην Ουκρανία από τη μια, και στη ρεαλιστική εικόνα της ρωσικής πολιτικής στο θέμα, από την άλλη. Πίσω από τα «ρεπορτάζ» είναι απολύτως αναγκαίο να επιχειρήσει κανείς να «διαβάσει» τις ρωσικές μακροχρόνιες προθέσεις και την πιθανότητα αυτές να υλοποιηθούν
Του Αλέξανδρου Δημητρίου
Για τους αναλυτές του ρωσικού τρόπου προσέγγισης του «Ουκρανικού» είναι καθαρό: Η Μόσχα είναι πεπεισμένη ότι το κρατικό μόρφωμα που ακούει στην ονομασία, Ουκρανία, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα σκληρό αμερικανο-ΝΑΤΟϊκό πρότζεκτ με σαφή αντιρωσικό προσανατολισμό. Και το διατυπώνουν ανοικτά: Ουκρανία=Αντιρωσία!
Το 2014, με την ανατροπή της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης στο Κίεβο, στο Κρεμλίνο συνειδητοποίησαν ότι αντιμετώπιση του θέματος που άπτεται της ασφάλειας και ακεραιότητας της Ρωσίας, δε μπορεί να γίνει με εργαλεία τα οποία χρησιμοποιεί η αντίπαλη, η Δυτική πλευρά.
Εκεί ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση. Το δημοψήφισμα στην Κριμαία, την οποία οι Δυτικοί προετοίμαζαν για εφαλτήριό τους κατά της Ρωσίας και ο ξεσηκωμός στο Ντονμπάς (Άνοιξη 2014), ξάφνιασαν τη Δύση. Στο Κίεβο επιβλήθηκε ένα καθεστώς απόλυτα αυταρχικό, κατασκευασμένο και υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ.
Είναι χαρακτηριστική η φράση που είπε την Άνοιξη του 2016 ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στον Ουκρανό πρόεδρο Ποροσένκο: Έφτασα στο σημείο εσένα να σε βλέπω πιο συχνά από ό,τι τη… γυναίκα μου!
Ανατροπές και η επόμενη ημέρα
Η Ρωσία δεν έφτασε στην έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στις 24/2/22, σπασμωδικά και απροετοίμαστη, όπως συνεχώς διαρρέουν μεγάλα Δυτικά ΜΜΕ. Ούτε φαίνεται να την νοιάζει το επίσης διατυμπανιζόμενο «επικοινωνιακό κόστος»… Ούτε «ταρακουνήθηκε» η θέση του Πούτιν, όπως ήλπιζαν οι μηχανισμοί που μελετούν, ίσως σωστά στην περίπτωση άλλων χωρών, αλλά που για τη ρωσική πραγματικότητα αποδεικνύεται ότι έχουν… μεσάνυχτα!
Πολλοί σοβαροί αναλυτές, ακόμα και στη Δύση, εκτιμούν πως η Ρωσία έχει σταθερή πρόθεση να πετύχει τους στόχους που έχει βάλει στην Ουκρανία. Δεν φαίνεται να εξετάζει άλλες εκδοχές ή εναλλακτικές λύσεις πέρα από την πλήρη στρατιωτική και πολιτική νίκη της.
Αν πράγματι είναι έτσι, αξίζει να σκεφθεί κανείς τι θα πρέπει να κάνει η Ελλάδα. Έχει θέση για τη μετά κρίση εποχή; Προς το παρόν κρατάει σκληρή εχθρική στάση έναντι της Ρωσίας, στα «βολικά» πλαίσια της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Δείχνει προθυμία σε κάθε τι αντιρωσικό, ακόμα και με εκφράσεις προσβλητικές από κορυφαία κυβερνητικά στελέχη της.
Η αποστολή όπλων στην Ουκρανία, η μετατροπή της χώρας σε διαμετακομιστικό κέντρο μεταφοράς αμερικανικού εξοπλισμού προς τα εκεί, ακόμα το άνοιγμα της Βουλής στον Ζελένσκι που εξελίχθηκε σε φιάσκο με την παρουσία εκεί των δύο ενόπλων του εθνικιστικού κινήματος, «Αζόφ», (καλό είναι να γνωρίζει η ελληνική κοινωνία ότι το κίνημα «Αζόφ» είναι απαγορευμένο, όχι μόνο στη Ρωσία ως εξτρεμιστικό, αλλά και στις… ΗΠΑ!), έχουν κάνει ζημιά στην εικόνα της κυβέρνησης.
Πέρα από αυτό, αναρωτιέται κανείς στην κυβέρνηση ότι η εχθρική στάση της έπαιξε ρόλο στο να μπει και η χώρα μας στη λίστα των «μη φιλικών χωρών» που άνοιξε η Ρωσία;
Σε τροχιά κρίσης;
Ενώ Ελλάδα και Κύπρος, δεμένες στο άρμα των… υψηλών «συμμάχων» ακολουθούν κατά πόδας τις Δυτικές επιλογές, χωρίς καν δείγματα επιμέρους «αυτονόμησης», όπως -ας πούμε- η Ουγγαρία, η Αυστρία, ακόμα και η Γερμανία (εναντίον της οποίας ξεσπαθώνει το Κίεβο αρνούμενο να δεχτεί τον πρόεδρο Σταϊνμάγερ), η ΝΑΤΟϊκή Τουρκία επιδεικτικά απέφυγε να προβεί σε κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αναγνωρίζοντας έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, τις κινήσεις της Μόσχας για την προώθηση των γεωπολιτικών της συμφερόντων!
Ταυτόχρονα, δε, πουλάει στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία! Και βέβαια, έχει μετατραπεί σε «γέφυρα» διαπραγμάτευσης Ρώσων και Ουκρανών!
Η μεγάλη εικόνα είναι η εξής: Η εχθρική Αθήνα και… η ουδέτερη Άγκυρα! Σκέφθηκαν, άραγε, κάποιοι στην Αθήνα ότι αφενός στερούν από την Ελλάδα τον ρόλο της «γέφυρας» σε πολύ μεγάλα διεθνή γεγονότα, όπως το «Ουκρανικό», και αφετέρου κατ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να ωθούν τη Μόσχα σε μεγαλύτερη προσέγγιση με την Άγκυρα;
Κατά πόσο οι πολιτικοί σε Ελλάδα και Κύπρο ενδιαφέρονται και φροντίζουν να διατηρηθεί το έως τώρα καθεστώς υποστήριξης της Ρωσίας προς τα εθνικά συμφέροντά μας, όπως μεταξύ άλλων το Κυπριακό; Κάτι που «φρενάρει» τη ρωσο-τουρκική προσέγγιση;
Η πρόσφατη απέλαση τεράστιου αριθμού διπλωματών για τα ελληνο-ρωσικά δεδομένα (12), βρίσκει «συμμετρική» απάντηση όπως είναι η πάγια ρωσική, αλλά και διεθνής, πρακτική σε τέτοια θέματα. Αν όμως υπάρξει και «ασύμμετρη» ανάλογη;
-Ακούστηκε, αν και διαψεύστηκε, ότι η Μόσχα ως αποτέλεσμα της «μη φιλικής δράσης» της Αθήνας απέναντί της, μπορεί να αλλάξει την πάγια θέση της στο Κυπριακό και να προχωρήσει σε ντε φάκτο αναγνώριση των κατεχόμενων ως «Τουρκική Δημοκρατία Βορείου Κύπρου»!
-Πόσο θα ήταν εθνικά συμφέρον αν η Ρωσία αρνιόταν στο εξής να επιμένει να στηρίζει την ελληνική θέση για 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο;
-Αν έδειχνε «κατανόηση» σε αποκαλούμενες «γκρίζες ζώνες», όπως διακηρύσσει η Τουρκία;
-Αν, σε μια καθαρά ανθελληνική προσέγγιση, έδειχνε «κατανόηση» στην έωλη τουρκολιβυκή συμφωνία για ΑΟΖ στη Μεσόγειο;
-Αν «θυμηθεί» και θέσει το θέμα αποστρατικοποίησης των Δωδεκανήσων επικαλούμενη τους όρους της Συμφωνίας Ειρήνης του Παρισιού του 1947;
Στο… μηδέν!
Λογικό είναι ο κάθε Έλληνας να ελπίζει ότι τα καυτά αυτά ερωτήματα να παραμείνουν ως υποθετικός λόγος. Σε έναν κόσμο που αλλάζει μπροστά στα μάτια μας, εκείνοι που είναι αναγκασμένοι να σκέφτονται με βάση το πολιτικό συμφέρον, υποχρεούνται να μελετούν -και- την περίπτωση «πλήρους πολιτικής και στρατιωτικής επικράτησης» της Ρωσίας στην Ουκρανία. Άρα, να κρατούν την… πισινή και να φροντίζουν να αφήνουν ανοικτούς διαδρόμους για μια ελληνορωσική επαναπροσέγγιση στην περίοδο μετά τη λήξη της κρίσης.
Προς το παρόν, ηχεί η θλιβερή φράση του Ρώσου πρέσβη, Μασλόφ, στο αεροδρόμιο της Αθήνας, όπου ξεπροβοδίζει τους απελαθέντες συμπατριώτες του: Οι Ρωσοελληνικές σχέσεις είναι στο… μηδέν!