Από τα ψεύδη των Πρεσπών στα «μαγειρέματα» για Αιγαίο και Θράκη

Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)

Έντεκα χρόνια μετά το ηχηρό προανάκρουσμα της οικονομικής θύελλας που κατέφθασε κυματώδης στη χώρα μας με τη λήξη του 2009, και ο πιο αισιόδοξος σήμερα Έλληνας δεν μπορεί να μην παραδεχτεί ότι αυτή εξακολουθεί να υπάρχει, έστω κι αν έφυγαν οι ταμπέλες κινδύνου εξόδου μας από το ευρώ και σήμανε ”εορταστική” η σειρήνα λήξης της μνημονιακής οκταετίας (2010-2018) την 20η Αυγούστου του τελευταίου χρόνου.

Ναι, η οικονομική κρίση εξακολουθεί να υπάρχει, ας μην κοροϊδευόμαστε [Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είχαμε τη μεγαλύτερη ύφεση στην ΕΕ (-11,7% το γ΄ τρίμηνο του ’20 και αναθεωρήσαμε τα έσοδά μας για το ’21 στον τουρισμό στα 6 δις λόγω των δυσμενών επακόλουθων του covid 19: παρατεταμένο lockdown με εξοντωτικές οικονομικές επιπτώσεις, σε συνδυασμό με την επικίνδυνη κλιμάκωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων στην Εξωτερική μας πολιτική)].

Με τα δεδομένα αυτά, η πορεία της ελληνικής Οικονομίας καθίσταται δυσμενώς εξελικτική με πολλά πισωγυρίσματα και κυκλικές τάσεις, αν και δεν διαφαίνεται ακόμα κίνδυνος επιστροφής στην διεθνοπολιτικών διαστάσεων κρίση της πρώτης χρονιάς, όταν η Ελλάδα ξεκίνησε με εσωτερικό υπόβαθρο το δημοσιονομικό έλλειμμα το οποίο εξελίχθηκε στη συνέχεια (λόγω λαθών δικών μας και του ΔΝΤ) σε κρίση δανεισμού και, τελικά, χρέους.

Ωστόσο, όπως προείπα, η προοπτική είναι δυσμενής λόγω της κρίσης διαρκείας στην Εξωτερική πολιτική μας. Γι’ αυτό ο σχεδιασμός της τελευταίας απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, καθώς καλείται – απ’ την μια – να αντιμετωπίσει τις οικονομικές αβαρίες λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας, κι από την άλλη, να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις εκσυγχρονισμού των τριών Όπλων μας (προ πάντων του Πολεμικού Ναυτικού και της Πολεμικής Αεροπορίας) λόγω της απειλής παραβίασης της εθνικής μας κυριαρχίας από την Τουρκία.

Μπροστά στον καταιγισμό των στρατιωτικών της προκλήσεων σε βάρος μας έχουμε αναγκαστεί, ήδη, να μπούμε σ’ έναν χορό δυσβάσταχτων εξόδων για την κάλυψη των εξοπλιστικών αναγκών μας. Αναγκών που απαιτούνται να καλυφθούν το συντομότερο, για να αντιμετωπίσουμε έγκαιρα και αποτελεσματικά την ανισορροπία σε βάρος μας στο Αιγαίο.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως – ακόμα και στην τωρινή δυσμενή οικονομική συγκυρία (έλλειμμα 766 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο και υποχρέωση της χώρας μας να επανέλθει στην σκληρή πραγματικότητα των πρωτογενών πλεονασμάτων) – η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να έχει αποτελεσματική Εξωτερική πολιτική που θα της διασφαλίζει μια αποτελεσματικότατη Άμυνα.

Μια Εξωτερική πολιτική που, ως πεμπτουσία της κυβερνητικής, οφείλει να καθορίζει έγκαιρα προτεραιότητες και στρατηγικούς στόχους, ώστε – πριν την εκδήλωση ελληνοτουρκικής κρίσης – να έχει κάνει επιλογές βέλτιστης και αποτελεσματικής ισχύος για τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας μας και ταυτόχρονα συμφέρουσες οικονομικά, ώστε να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τα απρόοπτα σε βάρος των εθνικών συμφερόντων χωρίς να γονατίσει το κράτος.

Αυτά, βέβαια – θα μου πείτε – ακούγονται απλά και θεωρητικά, ενώ στην πραγματικότητα που ζούμε τα πράγματα είναι πολλαπλά σύνθετα και παραπέμπουν, δυστυχώς, στους ατυχείς χειρισμούς της κυβέρνησης με αφορμή την ελληνοτουρκική κρίση.

Χειρισμούς που έχουν κοινή συνισταμένη την μόνιμη υποχωρητικότητα και την πολιτική που ενδίδει στις απειλές και πιέσεις των Τούρκων όσον αφορά τα κεκτημένα της Επικράτειάς μας. Την πολιτική που ενδίδει στις εκφοβιστικές προειδοποιήσεις τους για δημιουργία τετελεσμένων.

Σαν αποτέλεσμα της φοβικότητας και ηττοπάθειάς της, έχει απεμπολήσει ήδη νόμιμα δικαιώματά μας (επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 ν.μ) με πρόσχημα δήθεν την διασφάλιση της μόνιμης σταθερότητας και ειρήνης. Μιας ειρήνης όμως επονείδιστης και εκβιαστικής, που φαίνεται να την υπερασπίζονται οι ”πρόθυμοι” κοινοβουλευτικοί και εξωκοινοβουλευτικοί διπλωμάτες, πρωθυπουργικοί σύμβουλοι και πολιτικοί με οποιοδήποτε τίμημα, ακόμα κι αν αυτό απαιτεί τον εδαφικό ακρωτηριασμό μας (βλ. Ντόρα Μπακογιάννη για τις θυσίες που πιθανόν να μας ζητηθούν στη Χάγη:

”…Τυχόν προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο μπορεί μεν να έχει ως συνέπεια μερικές απώλειες για μας όπως ας πούμε την ΑΟΖ του Καστελόριζου, αλλά θα κατοχυρώσει τα δικαιώματα άλλων νησιών μας, όπως της Ρόδου ή της Λέρου” (Ιανουάριος 2020)

Λόγια βαριά για να λεχθούν αβασάνιστα δημόσια εν αγνοία της ελληνικής κυβέρνησης, του καθ’ ύλη αρμόδιου υπουργού κ. Δένδια και πολύ περισσότερο του πρωθυπουργού αδελφού της.  Αλλά ο ρόλος του λαγού ήταν εξαρχής αναγκαίος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εφόσον έχει αποφασίσει – όπως αποδείχθηκε – να ασκεί μυστική Εξωτερική πολιτική (ερήμην, ενίοτε, και του καθ’ ύλη αρμόδιου υπουργού του).

Μια πολιτική που ενδίδει μονίμως στις πιέσεις των Τούρκων και αποδεικνύει την έλλειψη σοβαρότητας και τη στρατηγική γύμνια μας. Την έλλειψη βασικά σχεδίου και προγραμματισμού στην Εξωτερική πολιτική μας, η οποία στερείται ”ταυτότητας” και – υπό τον φόβο του casus belli – δείχνει ”κατευναστικά” αδρανοποιημένη, με αποτέλεσμα να μην έχει ποτέ την πρωτοβουλία των κινήσεων στις ελληνοτουρκικές  σχέσεις, αλλά να αντιδρά εκ των υστέρων με κινήσεις αιφνιδιασμού (τουρκολιβυκό μνημόνιο κλπ).

Κι αυτό συμβαίνει γιατί λειτουργεί με όχημα την ανοχή έναντι του ”θηρίου” εξ Ανατολών μας, που – όσο μας βλέπει να υποχωρούμε – τόσο πιο άπληστο και διεκδικητικό γίνεται, με αποτέλεσμα το ένα κακό να φέρνει το άλλο οδηγώντας μας σταδιακά στην απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων μας.

Και απεμπόληση εννοώ την μη επέκταση των χωρικών μας υδάτων από 6 σε 12 νμ, τον περιορισμό  του εναέριου χώρου μας (στην πράξη και άσχετα με το τι λέμε επικοινωνιακά) από 10 στα 6 μίλια, τη διάλυση του στρατοπέδου ”Δελαγραμμάτικα” στην ακριτική Θράκη το περασμένο Φθινόπωρο με σκοπό τη δημιουργία Δομής Φιλοξενίας και τις ”προοδευτικές” ευαισθησίες της κυβέρνησης απέναντι στις μειονότητες με βάση σκόπιμες καταγγελίες τουρκόφρονων και φιλομεταναστευτικών ΜΚΟ, που δεν αποκλείεται να την οδηγήσουν στο εγγύς μέλλον στο απονενοημένο διάβημα αναγνώρισης ”τουρκικής” μειονότητας στην Ελλάδα.

Ήδη ΜΚΟ όπως το ”Παρατηρητήριο Ρατσιστικών Εγκλημάτων” του Δημητρά και άλλες ξένες μη κυβερνητικές οργανώσεις έδειξαν την πυγμή τους στο πρόσφατο παρελθόν αναγκάζοντας την κυβέρνηση να σχεδιάσει την επέκταση της υφιστάμενης δομής ΚΥΤ και ΠΡΟΚΕΚΑ στον πεδινό οικισμό Φυλακίου Έβρου (που συνδέει τον Δήμο Κυπρίνου με τις Καστανιές στα ελληνοτουρκικά σύνορα), αν και προσώρας ναυάγησε η εφαρμογή αυτού του σχεδιασμού λόγω της αντίδρασης των κατοίκων.

Με παρόμοιας υφής δεδομένα υποχωρήσεων, φτάσαμε στη δήλωση του υπουργού Επικρατείας Γιώργου  Γεραπετρίτη τον περασμένο Οκτώβριο ότι ”η κόκκινη γραμμή είναι η εθνική κυριαρχία, και όταν λέμε εθνική κυριαρχία εννοούμε αυτονόητα τα εθνικά χωρικά ύδατα τα οποία σήμερα είναι προσδιορισμένα στα έξι ναυτικά μίλια”.

Μια δήλωση ήττας που έδωσε ”σήμα” στο Oruc Reis να κινηθεί ανεμπόδιστα στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ έξι και δώδεκα μιλίων. Μια δήλωση ισοδύναμη με ”λάθος” καθοσιώσεως στην Εξωτερική πολιτική μας, γιατί πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων ως αχρείαστο το κατοχυρωμένο απ’ τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982) μονομερές δικαίωμά μας για επέκταση των χωρικών μας υδάτων απ’ τα 6 στα 12 νμ.

Το εγκληματικό αυτό ”λάθος” ωστόσο της κυβέρνησης αποδυνάμωσε – πέραν των άλλων – και την εθνική μας θέση, καθώς αμφισβήτησε έμμεσα το δόγμα αποτροπής μας (κυρίαρχο στοιχείο του εθνικού αφηγήματος), που υποδηλώνει τη βούληση της Ελλάδας να χρησιμοποιήσει κάθε δυνατότητα – στρατιωτική και πολιτική – αν απειληθούν η εθνική της ακεραιότητα και τα εθνικά συμφέροντά της.

Το περίεργο της υπόθεσης είναι βέβαια ότι την εθνική θέση αυτή την συμμερίζεται απόλυτα ο ΥΠΕΞ μας (ο οποίος εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι ”η γραμμή μας είναι τα 12 μίλια”), αν και εφαρμόζει στην πράξη τα αντίθετα.

Κι αυτό δε συμβαίνει για πρώτη φορά [βλέπε τριμερή μυστική συνάντηση Βερολίνου (Ελλάδας-Τουρκίας-Γερμανίας, Ιούλιος 2020), όπου την Ελλάδα εκπροσωπούσε η διπλωματική Σύμβουλος του Πρωθυπουργού Ελένη Σουρανή ερήμην του κ. Δένδια, ο οποίος έμαθε εκ των υστέρων το τι συνέβη απ’ τον Τούρκο ομόλογό του  Μεβλούτ Τσαβούσογλου].

Όπερ σημαίνει ότι έχουμε δυο γραμμές Εξωτερικής πολιτικής, δυο διαφορετικά κέντρα που εκπορεύονται απ’ τον υπουργό Εξωτερικών και το Μαξίμου, κι ας το αρνήθηκε ο Στέλιος Πέτσας προ καιρού απαντώντας στην πρόκληση της αντιπολίτευσης.

Και όχι μόνο το αρνήθηκε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος – γιατί αν το δεχόταν θα μετέτρεπε σε ”αχυράνθρωπο τον κ. Δένδια, με την έννοια του απλού παρατηρητή των εξελίξεων – αλλά ισχυρίστηκε, απαντώντας έτσι και στον Αλέξη Τσίπρα που ζήτησε την επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 νμ (άσχετα αν ο ίδιος δεν το αποτόλμησε λόγω του casus belli των Τούρκων), ότι αυτά ”είναι κυβερνητική γραμμή την οποία θα ασκήσει η κυβέρνηση στον κατάλληλο χρόνο”

Ψέμα στο ψέμα, δηλαδή – κατά τα πρότυπα της… Πρεσπομαχίας του Τσίπρα. Ψέμα επικαλυπτόμενο και στην περίπτωση της (έωλης, όπως αποδείχθηκε) υπόσχεσης Δένδια για σύντομη αποκατάσταση της ημιτελούς ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας, που περιμένει ακόμα την αναγνώριση ελληνικής επήρειας στη θαλάσσια ζώνη μεταξύ του 28ου και του 32ου μεσημβρινού, στην οποία ανήκουν ο ”γας ομφαλός” της τουρκικής διεκδίκησης (το Καστελόριζο) και η νότια Ρόδος.

Ψέματα και μυστικά ”μαγειρέματα” στην Εξωτερική μας πολιτική κι από τους νυν κυβερνώντες, αφού – όπως φαίνεται – άλλα λένε στους έξω ”μυστικά” προς καθησυχασμό και άλλα στους εθισμένους στον ”σανό” δικούς μας, που – αφού χώνεψαν τα ψεύδη του Τσίπρα για τα οικονομικά και τις Πρέσπες – τώρα ετοιμάζονται να καταπιούν τα Ροζάκεια ψεύδη του Μητσοτάκη για το Αιγαίο, χωρίς να αποκλείεται – καθ’ οδόν προς την Χάγη – αυτά να πολλαπλασιαστούν.

Και θα γίνει αυτό, αν προστεθούν στα υπάρχοντα τα ήδη εκκολαπτόμενα γύρω απ’ το θέμα της αναγνώρισης ”τουρκικής” μειονότητας στη Θράκη, κάτι που βρίσκει σύμφωνο ήδη τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος (στην προ δεκαημέρου ανακοίνωσή του) ”στηρίζει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, όπως ορίζεται από το ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο στην βάση και των εν εξελίξει δικαστικών αποφάσεων”…

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.