Προσέξτε την επιλογή του ερωτήματος!
Δεν ρωτά, αν η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα μπορεί να γίνει μεθοδευμένα και προγραμματισμένα, και, ασφαλώς, ποια τα υπέρ και κατά από εκεί και πέρα.
Δεν ρωτά, αν η επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα θα ωφελήσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της εθνικής μας οικονομίας περισσότερο ή λιγότερο από το ευρώ, και τι σημαίνει αυτό.
Δεν ρωτά, αν η επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα θα ενισχύσει την εσωτερική ρευστότητα της οικονομίας περισσότερο ή λιγότερο από το ευρώ, και τι θα σημάνει αυτό.
Δεν ρωτά καν, αν και για πόσο διάστημα ενδέχεται να αντιμετωπίσουμε ή όχι προβλήματα με ζωτικής σημασίας αγαθά και προϊόντα, όπως φάρμακα, πετρέλαιο, τρόφιμα.
Όχι!
Και δεν τα ρωτά, διότι θέλει να πάει κατ’ ευθείαν «στο ψητό», που είναι να προβάλει ένα επιχείρημα που εκτιμά πως όχι μόνο θα κατευθύνει στη σκέψη όσων ακούνε το επιχείρημα προς μια κατεύθυνση αρνητικών «εικόνων» πανικού από μια χώρα, τη Βενεζουέλα, που όντως αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, μα και να «σοκάρει» όσους τον ακούνε, ακριβώς λόγω της προβαλλόμενης αρνητικής εικόνας.
Είναι όμως αυτό το «επιχείρημα-σοκ» αυθόρμητο, ειλικρινές, αντικειμενικό, και θάλεγα έντιμο;
Όχι!
Τίποτα απ’ αυτά δεν είναι!
Είναι το αντίθετό τους.
Είναι ένα επιχείρημα «στρατευμένο» στην υπηρεσία της Νεοφιλελεύθερης και εν ταυτώ -ειδικά για τη χώρα μας- Μνημονιακής Αθλιότητας.
Αν ήμουν παρών στη συζήτηση ή είχα τη δυνατότητα να παρέμβω, θα ρωτούσα το πολύ απλό :
Η Βενεζουέλα δηλαδή, για να πληροφορηθούμε κι εμείς οι απληροφόρητοι, οφείλει τη τιμή να αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή επειδή έχει εθνικό νόμισμα;
Αν ναι, τότε έχουμε να κάνουμε με μια Ανοησία που δεν κρύβεται, το λέει και το καυχιέται για το πόσο ανόητη είναι.
Αν όχι, τότε, προς τι η αναφορά ειδικώς στην Βενεζουέλα, που έχει την «τιμητική» της σε αρκετές σχετικές συζητήσεις; Πού κολλάει η προοπτική να κάνουμε επιδρομές στα σούπερ μάρκετ «αλα Βενεζουέλα» με την επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα;
Εκτός αν εννοούν, όσοι προβάλλουν το σχετικό επιχείρημα, πως θα βιώσουμε ακόμα χειρότερες καταστάσεις από όσες βιώνουμε σήμερα με τα Μνημόνια και το ευρώ.
Αυτό, ναι. Μπορούν να το θέσουν ως ερώτημα, χωρίς καμία αναφορά στη Βενεζουέλα, διότι είναι σα να συγκρίνουμε πατάτες με μούσμουλα.
Όμως, το να μιλάνε για προοπτικές «περαιτέρω φτωχοποίησης» σε μια χώρα, όπου η μόνη πιστοποιημένη προοπτική είναι πως το βαρέλι εντός του οποίου βρισκόμαστε σε ελεύθερη πτώση είναι χωρίς πάτο, και να αρνείσαι να βάλεις πάτο με τα δικά στο χέρια, φοβούμενος μη χάσεις την άβυσσο, αυτό, πλέον, προκειμένου να ερμηνευθεί ως λογική επιχειρήματος, είναι θέμα ψυχιάτρου.
Επίσης, ξεχνούν να αναφέρουν, πως οι εντός Μνημονίων προοπτικές, όπως αυτές αποτυπώνονται από το ίδιο το ΔΝΤ, τον πρύτανη της μνημονιακής «τεχνογνωσίας» κατά γενική ομολογία και του ιδίου του Βερολίνου και όλων των δορυφόρων του εντός Ευρωζώνης και Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο μας βεβαιώνει πως με μαθηματική ακρίβεια η Ελλάδα οδηγείται σε ένα μέλλον τύπου Βενεζουέλας εντός ευρώ.
Διότι, αν δεν είναι τύπου Βενεζουέλας οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ πως το 2060 το δημόσιο χρέος θα φτάσει στο 270% και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα προσεγγίσουν το δυσθεώρητο ύψος του 62% του ΑΕΠ (!!!), αν δεν έχουμε αντιληφθεί για τι μιλάμε, μιλάμε για προοπτικές «Βενεζουέλα στον κύβο»!
Όμως, την ίδια στιγμή, το ίδιο το επιχείρημα της «Βενεζουέλας», έχει και την κωμικοτραγική του πτυχή.
Τώρα, γιατί φεύγοντας από την Ευρωζώνη σώνει και καλά η μόνη εναλλακτική που έχουμε είναι να γίνουμε Βενεζουέλα, αυτό, ασφαλώς είναι ένα ενδιαφέρον θέμα προς συζήτηση.
Διότι προφανώς γι’ αυτούς δεν υπάρχουν πάρα δύο εναλλακτικές.
Ή Αθλιότητα τύπου Μνημονίων (που όμως θα μας οδηγήσει μοιραία «στην Βενεζουέλα») ή Αθλιότητα τύπου Βενεζουέλας.
Διότι ως φαίνεται, τούτος ο λαός και η πολιτική μας ηγεσία, οι μοναδικές ικανότητες και δεξιότητες που διαθέτουν, δεν επιτρέπουν παρά αυστηρά την ύπαρξη δύο μονάχα προοπτικών, αυτών των δύο παραπάνω.
Όμως, ήδη περάσαμε σε μια φάση, που πλέον η συζήτηση «ευρώ ή δραχμή», έχει λάβει κι άλλες διαστάσεις, που πιθανώς να μην υπήρχαν σε τόσο έντονο βαθμό π.χ. το 2010, όταν προσωπικά για πρώτη φορά είχα διατυπώσει την ανάγκη να συζητηθεί το ζήτημα του νομίσματος, (όπως και του χρέους και της βιωσιμότητάς του), διαστάσεις, που υπερακοντίζουν το αμιγώς οικονομικό διακύβευμα.
Εδώ πλέον διακυβεύονται Ανθρώπινα δικαιώματα, η Εθνική κυριαρχία και η ίδια η εθνική μας ανεξαρτησία, το Κοινωνικό κράτος και τίθεται το θεμελιώδες ερώτημα αν τη ζωή μας, ατομική και εθνική, θα την καθορίζουμε εμείς ή οι «Αγορές» ή κάποιο νόμισμα.
Και είναι αυτή ακριβώς η «συνολική συζήτηση» που τρέμουν οι νεοφιλελεύθεροι και οι προπαγανδιστές τους.
Η αιχμή του δόρατος των μνημονιακών επιχειρημάτων ήταν και είναι το «πάση θυσία ευρώ».
Αυτό όμως το «πάση θυσία ευρώ» κατάπινε και εξακολουθεί να καταπίνει διάφορα άλλα ζωτικής σημασίας «πάση θυσία» που πρέπει να διαφυλαχθούν, όπως π.χ., πάση θυσία διατήρηση της εθνικής μας κυριαρχίας, πάση θυσία υποταγή στο δημοκρατικό και κοινωνικό εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές κεκτημένο, πάση θυσία υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πάση θυσία υπεράσπιση του Συντάγματος. Διότι, χάριν του «πάση θυσία ευρώ», κατάπιαμε τρία Μνημόνια και ένα PSI, και χάριν του οποίου καταπατήθηκαν και εξευτελίστηκαν τα υπόλοιπα «πάση θυσία» που ενδεικτικά αναφέρονται παραπάνω, και που υποτάσσει το εθνικό και το λαϊκό συμφέρον στο συμφέρον των διεθνών τοκογλύφων και κερδοσκόπων, ενώ παράλληλα μέσω των Μνημονίων εγκαθιδρύθηκαν και συνθήκες πλήρους αποικιοκρατίας.
Όμως, όλα έχουν την εξήγησή τους.
Η προπαγάνδα της Αθλιότητας, όταν πια ο ρόλος της έχει αποκαλυφθεί, μοιραία, δεν της απομένουν άλλα επιχειρήματα από την χοντροκομμένη ανοησία. Αυτά τα επιχειρήματα, απλά, επιχειρούν να αποτρέψουν την αντιπαράθεση σοβαρών επιχειρημάτων, διότι, σ’ αυτή τη περίπτωση, μάλλον η κεκαλυμμένη ανοησία δεν θα είναι αρκετή για να αντικρούσει τα αντίθετα επιχειρήματα. Όπως, επίσης, και να απαγορέψεις την αντίθετη άποψη, τεχνηέντως, με το να μην αφήνεις τον έχοντα αντίθετη άποψη να ολοκληρώσει στοιχειωδώς μια πρότασή του. Κι αυτό, επίσης είναι κάτι που το βλέπουμε…