Λαυρεωτική: Η πρώτη μεγάλη κομπίνα του χρηματιστηρίου

Σταθης Σχινάς

Στο πολυτελές ιταλικό ρεστοράν του Κολωνακίου, το οποίο εκείνο το βράδυ ήταν πριβέ, ένας 40άρης όρθιος μιλούσε με πάθος σε ομήγυρη τουλάχιστον 40 ανθρώπων. Εξηγούσε πώς φτιάχνοντας μπανιέρες από χυτοσίδηρο –που πλέον, έλεγε, ήταν παγκόσμια μόδα– θα μπορούσε η εταιρεία Λαυρεωτική, την οποία κάποιο μη κατονομαζόμενο σχήμα επιχειρηματιών είχε αγοράσει από την ιστορική μεν, αλλά αποχωρούσα από το επιχειρείν λόγω ηλικίας οικογένεια Σβορώνου, να κάνει τζίρους και κέρδη που δικαιολογούσαν την «τρελή» τιμή της μετοχής της στο Χρηματιστήριο. Δίπλα του ένας βραχύς το δέμας γραβατοφορεμένος που είχε συστηθεί ως νομικός σύμβουλος της εταιρείας (αργότερα κάποιες κακές γλώσσες έλεγαν ότι ήταν κομματάρχης φιλοβασιλικού κόμματος στη Λαμία) επικροτούσε με συνεχή, καταφατικά κουνήματα της κεφαλής. Οι περίπου 40 υπομονετικοί ακροατές ήταν δημοσιογράφοι του επιχειρηματικού – χρηματιστηριακού ρεπορτάζ που είχαν κληθεί για συνέντευξη μετά δείπνου.

Ηταν χειμώνας του 1994 και η Σοφοκλέους (εκεί ήταν τότε το χρηματιστήριο) είχε αρχίσει να «ζεσταίνεται» μεν αλλά ήταν μακριά ακόμη από το 1999 και η περίπτωση της Λαυρεωτικής είχε, αν μη τι άλλο, κερδίσει την προσοχή των πάντων. Διότι άνοδος 1.000% σε λίγες εβδομάδες δεν ήταν και κάτι που μπορούσε να περάσει απαρατήρητο. Η χρηματιστηριακή αξία της Λαυρεωτικής είχε εκτιναχθεί σε ύψος πολλών δισεκατομμυρίων δραχμών. Και η ερώτηση «πόσα εκατομμύρια μπανιέρες πρέπει να φτιάχνει κάθε χρόνο το εργοστάσιο και να τις πουλάει για να επιτευχθούν τα κέρδη που θα δικαιολογούν τη χρηματιστηριακή αξία της Λαυρεωτικής» μάλλον λειτούργησε… διαλυτικά για τη «σεμνή τελετή» μιας και οι απαντήσεις που δόθηκαν προκάλεσαν τη θυμηδία των παρευρισκομένων.

Η συνέχεια γράφτηκε στο περίφημο «κάγκελο» του χρηματιστηρίου (το floor, που λένε και στα διεθνή χρηματιστήρια). Η επιστολή του ΔΣ του Χρηματιστηρίου Αθηνών προς τον ΣΜΕΧΑ, τον σύνδεσμο των χρηματιστηριακών εταιρειών, περιγράφει τι έγινε, πώς και από ποιον έγινε: «Είναι γνωστό ότι στις 17.2.94 περιήλθε σε γνώση του ΔΣ του Χρηματιστηρίου κατόπιν της από 17/2/94 επιστολής της εταιρείας Χρηματιστηριακή Βορείου Ελλάδος προς τον πρόεδρο αυτού ότι ο υπάλληλός της Σπύρος Βαλδεσέρας, χωρίς να έχει εντολή και μολονότι είχε απολυθεί την προτεραία, εισήλθε στην αίθουσα των συνεδριάσεων του Χρηματιστηρίου και πληκτρολόγησε εντολή αγοράς 660.000 κοινών μετοχών της εταιρείας Λαυρεωτική ΑΕΒΕ για λογαριασμό πελάτη της. Εκ των υστέρων έγινε γνωστό ότι επρόκειτο περί των Αντωνίου Σγαρδέλη, Νικολάου Γεραρχάκη και Κωνσταντίνου Κουβαρά, οι οποίοι με το 17.2.94 εξώδικό τους προς αυτήν ισχυρίζονται ότι δεν της είχαν χορηγήσει τη σχετική εντολή. Λόγω του Αυτόματου Συστήματος Ηλεκτρονικών Συναλλαγών, η ως άνω εντολή βρήκε ανταπόκριση προς τις αντίθετες εντολές που είχαν εισαχθεί στο σύστημα και καταρτίσθηκαν επιμέρους συναλλαγές.

Το γεγονός αυτό ήταν επόμενο να προκαλέσει αναταραχή και ετέθη θέμα ακυρώσεως των συναλλαγών αυτών, πράγμα το οποίο απέκλεισε το ΔΣ του ΧΑΑ κατ’ ακολουθίαν της σχετικής εισηγήσεως της Επιτροπής Συναλλαγών. Η επιδιωχθείσα από τα εμπλακέντα στις συναλλαγές αυτές μέλη του Χρηματιστηρίου ματαίωσή τους δι’ αντιθέτων πράξεων προς αποτροπή γενικότερων επιζήμιων επιπτώσεων τόσο εις βάρος των ιδίων των μελών του ΧΑΑ όσο και εις βάρος των εντολέων τους, αφού οι συναλλαγές αυτές, όπως φαίνεται από τα προεκτεθέντα, έπασχαν και ήταν προβληματική η ολοκλήρωσή τους, έγινε με πρωτοβουλία των εμπλακέντων σε αυτές μελών του ΧΑΑ. Ηταν επόμενο να επακολουθήσει άμεση κλήση της ως άνω εταιρείας σε απολογία για να επιβληθούν τελικά εις βάρος της πειθαρχικές ποινές αποκλεισμού της από τις συναλλαγές και το μέγιστον της χρηματικής ποινής που μπορούσε να επιβάλει το ΧΑΑ (5 εκατ. δρχ.)».

ΤΙ ΕΓΙΝΕ;

Οπως συμβαίνει σε κάθε πυραμιδική κομπίνα, η κατάρρευση έρχεται όταν κάποιος από τους εμπλεκόμενους σπάσει τη συμφωνία κυρίων και σπεύσει, ρίχνοντας όλους τους άλλους… συνεργάτες του, να ρευστοποιήσει τα κέρδη του. Κάτι τέτοιο πήγε να γίνει μια ωραία πρωία του Φλεβάρη του 1994. Εκεί που κάθε ημέρα εμφανιζόταν ζήτηση εκατοντάδων χιλιάδων τεμαχίων της συγκεκριμένης μετοχής και μηδενική προσφορά, κάποιος (;) πληκτρολόγησε εντολή πώλησης 660.000 κοινών μετοχών της Λαυρεωτικής. Η συνέχεια ήταν η αιτία της αποκάλυψης της κομπίνας. Πληκτρολογήθηκε εντολή αγοράς των 660.000 μετοχών της Λαυρεωτικής ύψους πολλών δισ., δεν υπήρχε όμως κανείς να πληρώσει αυτά τα δισ. και έτσι η εντολή ακυρώθηκε από τη διοίκηση του χρηματιστηρίου και εκεί έγινε το σώσε.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Για την εικονική εντολή δισεκατομμυρίων δραχμών ενοχοποιήθηκε ο αντικριστής της Χρηματιστηριακής Βορείου Ελλάδος Σπύρος Βαλδεσέρας. Κατηγορήθηκε ότι την περίοδο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 1994 πληκτρολόγησε επανειλημμένως εντολές για την αγορά 660.000 μετοχών αξίας 1,4 δισ. δρχ. στο όνομα K. Kουβαράς, γεγονός που προκάλεσε υποψίες. Οπως αποκαλύφθηκε δε αργότερα, επρόκειτο για εικονικές συναλλαγές. Τόσο ο Κων. Κουβαράς όσο και οι κ. Σγαρδέλης και Γεραρχάκης (και οι τρεις βασικοί μέτοχοι και στελέχη της κατασκευστικής εταιρείας ΑΒΑΞ) με εξώδικό τους διέψευσαν οποιαδήποτε εμπλοκή τους. Από τη Χρηματιστηριακή Εταιρεία Βορείου Ελλάδος πληκτρολογήθηκε μια εντολή αγοράς 660.000 μετοχών της Λαυρεωτικής.

Λίγη ώρα αργότερα η Χρηματιστηριακή Εταιρεία ενημέρωσε τις αρχές του ΧΑΑ ότι η εντολή ήταν ψευδής. Ο νόμος τότε δεν επέτρεπε τον αντιλογισμό χρηματιστηριακών πράξεων και για να μην κλείσει το χρηματιστήριο ο τότε πρόεδρος του ΧΑΑ συγκέντρωσε τους χρηματιστές και τους ζήτησε να αναστρέψουν οικειοθελώς τις συναλλαγές. Ετσι το χρηματιστήριο δεν έκλεισε, αλλά αργότερα ο πρόεδρός του βρέθηκε κατηγορούμενος για τον αντιλογισμό των πράξεων, αδίκημα το οποίο εν συνεχεία παραγράφηκε. Η υπόθεση είχε ερευνηθεί από την Εποπτείαου ΧΑΑ, αφού η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν διέθετε τότε ελεγκτικούς μηχανισμούς.

Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Η Λαυρεωτική αποτέλεσε την πρώτη χρηματιστηριακή υπόθεση η οποία οδήγησε σε παρέμβαση της Δικαιοσύνης. Και δικαίως γιατί ήταν το μεγαλύτερο χρηματιστηριακό σκάνδαλο στη νεότερη ιστορία του χρηματιστηρίου, το οποίο είχε αποτέλεσμα το επενδυτικό κοινό να ζημιωθεί κατά 3,1 δισ. δρχ., ποσό τεράστιο δεδομένου ότι τότε το χρηματιστήριο βρισκόταν σε νηπιακό στάδιο. Χρειάστηκαν περίπου πέντε χρόνια μέχρι η υπόθεση να εκδικαστεί σε πρώτο βαθμό (έντεκα κατηγορούμενοι) και άλλος ένας χρόνος μέχρι να εκδικαστεί σε δεύτερο βαθμό (οκτώ κατηγορούμενοι).

Η υπόθεση άνοιξε δικαστικά μετά τη μήνυση που είχε υποβάλει η Επιτροπή Kεφαλαιαγοράς σε βάρος έντεκα ατόμων –αντικριστές, σύμβουλοι επιχειρήσεων κ.ά.– κατηγορώντας τους ότι χρησιμοποίησαν εμπιστευτικές πληροφορίες για την αγορά και την πώληση μετοχών επιχειρήσεως έπειτα από πρωτογενή γνώση, διασπορά ψευδών και ανακριβών πληροφοριών και χρήση παραπλανητικών μέσων κατά τη συνεδρίαση του χρηματιστηρίου. Μετά την έκδοση σχετικού βουλεύματος από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, στο εδώλιο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου κάθισαν ως κατηγορούμενοι οι: Σπύρος Βαλδεσέρας, αντικριστής της ΑΧΕ Β. Ελλάδος, Αλέξανδρος Φιλίππου, χρηματιστηριακός εκπρόσωπος της ΑΧΕ Βορείου Ελλάδος, Φώτης Τζάθας, σύμβουλος επιχειρήσεων, Αλέξανδρος Παπαγεωργίου, επιχειρηματίας, Ιωάννης Μασταγκάκης, επιχειρηματίας, Δημήτρης Σταματελιάς, υπάλληλος της ΑΧΕ Β. Ελλάδος, Γιακουμής Γιακουμόπουλος, επενδυτής, Γ. Παπαγεωργίου, επιχειρηματίας, Χρ. Σιαμαντάς, εκδότης και διευθύνων σύμβουλος της ΑΧΕ Β. Ελλάδος, Στέλιος Παπαγεωργίου, επιχειρηματίας και ο πολιτικός μηχανικός Kων. Kουβαράς.

Η δίκη σε πρώτο βαθμό διήρκεσε ενάμιση μήνα και κατέληξε σε αθωωτική απόφαση για τους Χρ. Σιαμαντά, Στ. Παπαγεωργίου και Kων. Kουβαρά, ενώ στους υπόλοιπους οκτώ κατηγορούμενους επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 12-24 μηνών. Εναν χρόνο αργότερα, στη δευτεροβάθμια δίκη, όλοι οι κατηγορούμενοι πλην του Σπύρου Βαλδεσέρα αθωώθηκαν. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών κατέληξε σε αθωωτική απόφαση για τους μεγαλομετόχους της Λαυρεωτικής Αλέκο και Γιώργο Παπαγεωργίου, τους παραγωγούς χρηματιστηριακών εργασιών Φ. Τζάθα, Αλ. Φίλιππου, Κ. Μασταγκάκη, Δ. Σταματέλια, καθώς και τον μέτοχο Γ. Γιακουμόπουλο.

Καταδικάστηκε μόνο ο βασικός κατηγορούμενος, ο αντικριστής της ΑΧΕ Βορείου Ελλάδος Σπύρος Βαλδεσέρας, σε ποινή φυλάκισης δέκα μηνών και χρηματική ποινή ύψους τριών εκατομμυρίων δραχμών, ενώ πρωτοδίκως η ποινή του ήταν 24 μήνες και χρηματικό πρόστιμο 34 εκατομμυρίων δρχ. Η ζημία που προκάλεσαν οι ενέργειες των κατηγορουμένων υπολογίστηκε ότι άγγιζε το 1,4 δισ. δρχ., σε μια χρονική περίοδο (1993-94) κατά την οποία ο ημερήσιος τζίρος του ΧΑΑ δεν ξεπερνούσε το 1 δισ. δρχ. Φέρεται επίσης ότι διέδιδαν ψευδείς πληροφορίες, με αποτέλεσμα η μετοχή της Λαυρεωτικής να παρουσιάζει αλλεπάλληλα, αδικαιολόγητα και ύποπτα σκαμπανεβάσματα στις διαδικασίες αγοράς και πώλησης.

Ο χαρακτηρισμός των αδικημάτων (πλημμελήματα), η παραγραφή αρκετών άλλων αλλά και η απουσία –τελικά– στοιχείων οδήγησαν στην απαλλαγή των επτά κατηγορούμενων οικονομικών παραγόντων, παρά την πρωτόδικη καταδίκη τους σε ποινές φυλάκισης από 12-24 μήνες και χρηματικά πρόστιμα από 1 έως 34 εκατομμύρια δρχ.

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Εμελλε 100 και πλέον χρόνια μετά τα περίφημα Λαυρεωτικά του Σερπιέρι και του Συγγρού το πρώτο μεγάλο σκάνδαλο της νεότερης χρηματιστηριακής ιστορίας να είναι ομώνυμο μεν, άλλης φύσεως δε… Μετά τις αποκαλύψεις η μετοχή της Λαυρεωτικής στην κυριολεξία κατέρρευσε στις 200 δρχ., χάνοντας ποσοστό μεγαλύτερο από 90%. Υστερα από μερικούς μήνες ήρθε και η στιγμή της αποβολής της από το Χρηματιστήριο Αθηνών.

Ηταν, όμως, τόση η αγοραστική μανία του κόσμου με τη Λαυρεωτική, ώστε αρκετοί, ακόμη και μετά την αναστολή της, ζητούσαν και έπαιρναν εξωχρηματιστηριακά μετοχές της εταιρείας πιστεύοντας ότι θα επιστρέψει αργά ή γρήγορα στο ταμπλό, πληρώνοντας ακόμη και 50 δρχ. για μια εταιρεία που δεν είχε αντικείμενο δραστηριότητας και αντιμετώπιζε σωρεία προβλημάτων. Διότι παρά τους μεγαλεπήβολους σχεδιασμούς αυτών που εμφανίστηκαν ως εμπνευστές του «παραγωγικού» σχεδίου, η Λαυρεωτική δεν παρήγαγε ούτε μια μπανιέρα από χυτοσίδηρο…

* Περιοδικό Hot Doc #187, «Τα 10 μαύρα κουτιά του ελληνικού επιχειρείν», 8/9/2019

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.