Την πρώτη συζήτηση για τις αλλαγές στην Ευρωζώνη θα έχουν αύριο στο Λουξεμβούργο οι υπουργοί Οικονομικών των χωρών – μελών της ζώνης του ευρώ.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle στο επίκεντρο του αυριανού Eurogroup θα βρεθεί το μέλλον του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, τον οποίο η Κομισιόν και η Γαλλία προτείνουν επισήμως να εξελιχθεί σε Ευρωπαϊκό Nομισματικό Ταμείο. Φαίνεται ότι υπάρχει μια ευρεία συναίνεση προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά υπάρχουν πολλά ζητήματα που θα πρέπει να διευκρινιστούν ως προς τον ρόλο του οργανισμού.
Η Άνγκελα Μέρκελ στην ομιλία της στο συνέδριο της κομματικής νεολαίας των Χριστιανοδημοκρατών στη Δρέσδη, τόνισε ότι στηρίζει τα σχέδια του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Διαβεβαίωσε ωστόσο ότι το Βερολίνο δεν θα συναινέσει στη λεγόμενη «κοινοτικοποίηση» χρεών.
Αναφερόμενο στις προτάσεις, με τις οποίες ο απερχόμενος υπουργός Οικονομικών μεταβαίνει αύριο στο τελευταίο του Eurogroup, το περιοδικό Der Spiegel, επικαλείται εσωτερικό έγγραφο του γερμανικού υπουργείου που προβλέπει τη σύσταση, από κοινού με το Παρίσι, ενός πανίσχυρου Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου.
Στα σχέδια του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε περιλαμβάνεται και η συμμετοχή ιδιωτών πιστωτών σε επαπειλούμενη χρεοκοπία χώρας-μέλους της ευρωζώνης, μια πρόταση με την οποία δεν μπορεί να συμφιλιωθεί το Παρίσι.
Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών προκρίνει ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θα δρα προληπτικά σε περίπτωση που μια χώρα δεν είναι σε θέση να εξυπηρετήσει στο χρέος της. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι το μελλοντικό Ταμείο θα ελέγχει την τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, παραγκωνίζοντας την Κομισιόν.
Σε σχέση με την Ελλάδα, αξιωματούχος της Ευρωζώνης δήλωσε την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, ότι οι θεσμοί θα επιστρέψουν μετά τη φθινοπωρινή υπουργική σύνοδο του ΔΝΤ, που θα γίνει 13-15 Οκτωβρίου στην Ουάσιγκτον, όπου θα υπάρξουν και οι τελευταίες συνεννοήσεις των Ευρωπαίων με το Ταμείο.
Η τρίτη αξιολόγηση είναι λιγότερο δύσκολη από τη δεύτερη ωστόσο και αυτή περιλαμβάνει μεγάλο όγκο προαπαιτούμενων, που σημαίνει πως η ελληνική πλευρά θα πρέπει να επιταχύνει τις εργασίες, εάν θέλει να κλείσει η διαδικασία πριν το τέλος του χρόνου, αναφέρει η DW.