Η «δεύτερη καλύτερη λύση»: O συμβιβασμός του Eurogroup

Δεν είναι «εθνικός θρίαμβος» ούτε «εθνική ήττα», είναι όμως ένα – σκληρά – κερδισμένο βήμα στη μάχη για το χρέος και στον πόλεμο κόντρα στην «γερμανική Ευρώπη» του συστήματος Σόιμπλε.
Ή άλλως, ο ρεαλιστικός συμβιβασμός στο Eurogroup δεν αποτελεί μεν την οριστική λύση στο θέμα του χρέους, ανοίγει όμως τον «καθαρό διάδρομο» των 14 μηνών που επιζητούσε ο Αλέξης Τσίπρας και, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να ανοίξει και τον δρόμο για σταδιακή επιστροφή στις αγορές ακόμη και από το 2017.
Επί της ουσίας, η απόφαση του Eurogroup ορίζει αμετάκλητα – και χωρίς τον αστερίσκο της φράσης «εάν χρειαστεί» – ότι θα υπάρξει ελάφρυνση του χρέους, προσδιορίζει τον χρόνο εφαρμογής αυτής της ελάφρυνσης δια των μεσοπρόθεσμων μέτρων στο 2018 και μετά το τέλος του Μνημονίου, επαναβεβαιώνει τα εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν (επιμήκυνση δανείων EFSF, προσαρμογή επιτοκίων, επιστροφή κερδών από ελληνικά ομόλογα κ.α.) και εντάσει τη ρήτρα ανάπτυξης στο πακέτο των μεσοπρόθεσμων μέτρων.
Παράλληλά, παρέχονται στην Αθήνα διασφαλίσεις ότι θα υποστηριχθεί η έξοδος της στις αγορές μέσω αποθέματος ρευστότητας, αποδεσμεύεται δόση ύψους 8,5 δις προς την Ελλάδα και εντάσει στο πρόγραμμα ένα φιλόδοξο αναπτυξιακό σκέλος με τη μόχλευση πρόσθετων κονδυλίων από το ήδη υπάρχον «πακέτο Γιούνκερ» αλλά και με την προσθήκη ενός νέου σχεδίου «ολιστικής αναπτυξιακής στρατηγικής» με στόχο τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος.
Τι κέρδισε η Αθήνα
Εάν επιχειρηθεί μια πρώτη αποτίμηση κερδών, η Αθήνα μπορεί να καταγράψει την εγγύηση για «προστατευμένη» έξοδο στις αγορές, την ενισχυμένη δέσμευση του Eurogroup για την ελάφρυνση του χρέους, και την ενσωμάτωση της ρήτρας ανάπτυξης και του σχεδίου Μακρόν στο πακέτο των μεσοπρόθεσμων μέτρων. Έχει επίσης κατοχυρώσει την αφαίρεση – έστω και με διπλωματική διατύπωση – του όρου «if needed» (εάν χρειαστεί) σε ό,τι αφορά την ρύθμιση του χρέους, καθώς και το κατέβασμα του πήχη για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% μετά το 20023 (έναντι 2,2% που προέβλεπε η πρόταση Σόιμπλε στις 22 Μαΐου).
Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, το ανακοινωθέν του Eurogroup αναφέρει: «Στο τέλος του προγράμματος, υπό την προϋπόθεση της επιτυχούς εφαρμογής του και στην έκταση που θα είναι αναγκαίο, θα τεθεί σε εφαρμογή το δεύτερο πακέτο μέτρων» για την ελάφρυνση του χρέους. Εδώ, η φράση «εάν χρειαστεί» του Μαΐου του 2016, έχει αντικατασταθεί από την διατύπωση «στην έκταση που θα είναι αναγκαίο».
Η ρήτρα ανάπτυξης
Ως προς τα πλεονάσματα στο ανακοινωθέν σημειώνεται ότι η Ελλάδα δεσμεύεται «σε πρωτογενή πλεονάσματα ίσα ή υψηλότερα του 2% του ΑΕΠ για το διάστημα από το 2023 έως το 2060», ενώ η πρόβλεψη για τη ρήτρα ανάπτυξης έχει ως εξής:
«Προκειμένου να ληφθούν υπ’ όψιν πιθανές αποκλίσεις ανάμεσα στις προβλέψεις για την ανάπτυξη με βάση τις εκθέσεις βιωσιμότητας (DSA) και την πραγματική ανάπτυξη μετά τη λήξη του προγράμματος, το reprofiling των δανείων του EFSF θα γίνει με βάση έναν μηχανισμό προσαρμογής στα αναπτυξιακά δεδομένα που μένει να καθοριστεί. Ο μηχανισμός αυτός θα συγκεκριμενοποιηθεί πλήρως ως μέρος των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM».
Η απόφαση του Eurogroup δίνει εντολή στο EuroWorking Group να δουλέψει πάνω στη διαμόρφωση αυτού του μηχανισμού εντός του 2018 – στην πράξη, ωστόσο, πρόκειται για την αποδοχή της πρότασης Μακρόν που έχει ως στόχο να υπερβεί τις διαφορετικές προβλέψεις ΔΝΤ και Ευρώπης για τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Ως αποτέλεσμα έγινε δεκτό το αναμενόμενο, ήτοι η «κατ’ αρχήν» συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα χωρίς χρηματοδότηση και με stand by agreement για 14 μήνες.
Οι υπαναχωρήσεις
Στον αντίποδα, και στις υπαναχωρήσεις της ελληνικής πλευράς καταγράφεται η οριστική μετάθεση της «ποσοτικοποίησης» των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος στο 2018, η διατήρηση του «πλαφόν» των 15 ετών στην επιμήκυνση των δανείων του EFSF («από 0 έως 15 έτη» αναγράφεται στο ανακοινωθέν έναντι 17 έως 20 ετών που διεκδικούσε η Αθήνα) και η απουσία, άμεσα τουλάχιστον, θετικής έκθεσης βιωσιμότητας για το χρέος από το Ταμείο.
Εν ολίγοις, ο Σόιμπλε κέρδισε – και μπορεί να «πουλήσει» στο εσωτερικό προεκλογικό του ακροατήριο – τη μετάθεση της «συγκεκριμενοποίησης» των μέτρων για το χρέος για το 2018 κρατώντας παράλληλα το ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Από την πλευρά της, η Αθήνα κέρδισε την πιο ξεκάθαρη από καταβολής Μνημονίων, και αμετάκλητη πλέον, δέσμευση του Eurogroup ότι το χρέος θα απομειωθεί, και δη με ρήτρα ανάπτυξης.
Μένει να φανεί, μέσα στις επόμενες ημέρες, εάν αυτός ο win-win συμβιβασμός αρκεί για να ανοίξει – έστω και προοπτικά – την πόρτα εισόδου της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση του Μάριο Ντράγκι. Και κυρίως, εάν θα αποτελέσει το «καθαρό σήμα» που επιζητούν οι αγορές. Έως τότε μάλλον ισχύει, για όλες τις πλευρές, η δήλωση της Κριστίν Λαγκάρντ μετά το χθεσινό Eurogroup: «Κανείς δεν λέει ότι είναι καλύτερη λύση. Η καλύτερη θα ήταν μια απόλυτη συμφωνία στο χρέος. Είναι η δεύτερη καλύτερη λύση και δεν είναι κακή»…

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.