Ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 1,1% φέτος και 2,5% το 2018 προβλέπει ο ΟΟΣΑ στην εξαμηνιαία έκθεση για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας (Economic Outlook), ενώ εκτιμά ότι το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα θα μειωθεί από το 3,8% του ΑΕΠ που ανήλθε πέρυσι, αλλά θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα, πάνω από το 2,5% του ΑΕΠ φέτος και το επόμενο έτος.
Αναφορικά με το δημόσιο χρέος, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι αυτό έχει σταθεροποιηθεί, αλλά παραμένει πολύ υψηλό και απαιτείται «πρόσθετη ελάφρυνση για να διασφαλισθεί η μεσο – μακροπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα».
«Η ελάφρυνση του χρέους, περιλαμβανόμενης της επέκτασης των λήξεων των δανείων και πρόσθετων περιόδων χάριτος, θα μείωνε τις ευπάθειες, θα αύξανε την ανάπτυξη και θα ενίσχυε την ικανότητα της Ελλάδα να χειριστεί το βάρος του χρέους της. Η ελάφρυνση του χρέους θα άνοιγε τον δρόμο για την ένταξη στο πρόγραμμα αγορών ομολόγων της ΕΚΤ και, σε συνδυασμό με μία περαιτέρω πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη φορολογική συμμόρφωση, θα επέτρεπε τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες σε υψηλής ποιότητας επενδυτικά προγράμματα» αναφέρει η έκθεση.
Η αγορά εργασίας βελτιώνεται, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, και η υψηλότερη ζήτηση από το εξωτερικό ενισχύει τις εξαγωγές. Για την ανεργία προβλέπει ότι θα μειωθεί από το 23,5% πέρυσι στο 22,2% φέτος και περαιτέρω στο 20,1% το 2018. Οι επενδύσεις, αναφέρεται, έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν από τα πολύ χαμηλά επίπεδα και αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω.
«Η αύξηση των φόρων κατανάλωσης στις αρχές του 2017 και οι πρόσφατες αυξήσεις των ενεργειακών τιμών θα αυξήσουν τον πληθωρισμό, αν και ο δομικός πληθωρισμός (σ.σ.: που δεν περιλαμβάνει τις τιμές των νωπών τροφίμων και της ενέργειας) θα παραμείνει συγκρατημένος, καθώς παραμένει σημαντική αργούσα παραγωγική δυναμικότητα». Ο αποπληθωριστής της ιδιωτικής κατανάλωσης αναμένεται να ανέλθει στο 0,9% φέτος και το 1% το 2018.
«Η περαιτέρω πρόοδος στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η διεύρυνση της βάσης της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και ο έλεγχος της συνταξιοδοτικής δαπάνης είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες για την παγιοποίηση των σημαντικών δημοσιονομικών επιτευγμάτων των τελευταίων ετών, ενώ θα απελευθερώνουν πόρους για τα ιδιαίτερα αναγκαία προγράμματα κοινωνικής βοήθειας» σημειώνεται.
Για την παγκόσμια οικονομία
«Η παγκόσμια οικονομία ‘πάει καλύτερα’, αλλά όχι αρκετά καλά για να εξασφαλίσει μια βιώσιμη βελτίωση της ευημερίας των πολιτών» δηλώνει η Κατρίν Μαν, επικεφαλής των οικονομολόγων του ΟΟΣΑ, με την ευκαιρία της σημερινής δημοσίευσης των «Οικονομικών Προοπτικών 2017».
Η κ. Μαν μιλάει για «καλοδεχούμενη» ανάκαμψη το 2017, κατά το οποίο άρχισαν να βελτιώνονται στις περισσότερες χώρες οι δείκτες εμπιστοσύνης, βιομηχανικής παραγωγής, απασχόλησης και διασυνοριακού εμπορίου.
Αυτή η συγκυριακή μέτρια ανάκαμψη, όμως, δεν είναι επαρκώς ισχυρή για να συμβάλλει σε μια βιώσιμη βελτίωση της παραγωγής ή να βοηθήσει στη μείωση των ανισοτήτων που παραμένουν.
Θα αρκούσε ένα σοκ στο επίπεδο δημόσιας δράσης, είτε σε γεωπολιτικό επίπεδο, για να έλθουν στην επιφάνεια οι κίνδυνοι που συνδέονται με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, υποστηρίζει η κ. Μαν.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, είναι απαραίτητες επιπλέον προσπάθειες μέσω της δημόσιας δράσης, για την ενίσχυση των μέτρων στήριξης προκειμένου να κερδίσει σε δυναμισμό η παγκόσμια ανάπτυξη.
Η παγίδα μιας «χλιαρής ανάπτυξης»
Οι αναλυτές του ΟΟΣΑ εκτιμούν ότι η παγκόσμια ανάπτυξη έφθασε το 2016 στο πιο χαμηλό ποσοστό του από το 2009.
Το ενθαρρυντικό είναι ότι ύστερα από αρκετά χρόνια διστακτικής ανάκαμψης, είναι πλέον φανερά τα σημάδια βελτίωσης: Οι εμπορικές συναλλαγές και η μεταποιητική παραγωγή που ξεκίνησαν από ένα πολύ χαμηλό επίπεδο έχουν επιταχυνθεί, βοηθούμενες από μια ισχυρή αύξηση της εγχώριας ζήτησης σε Ασία και Ευρώπη και στο ιδιωτικό τομέα η εμπιστοσύνη έχει ενισχυθεί.
Ωστόσο, οι πολιτικές αβεβαιότητες παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, η εμπιστοσύνη στους κυβερνώντες έχει διαβρωθεί, οι αυξήσεις στους μισθούς παραμένουν χαμηλές, οι ανισότητες εξακολουθούν να υπάρχουν, καθώς και οι ανισορροπίες και αδυναμίες στις κεφαλαιαγορές.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τις προβλέψεις, το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να έχει το 2017 μια μέτρια αύξηση 3,5% χάρις σε μια αύξηση των συναλλαγών και των επενδύσεων και σε μια βελτίωση των αποτελεσμάτων πολλών μεγάλων παραγωγών πρώτων υλών.
Για δε το 2018 αναμένεται η βελτίωση να είναι ελάχιστη, με το παγκόσμιο ΑΕΠ να καταγράφει αύξηση 3,6%.
Παρ’ ότι είναι καλοδεχούμενη η ανάκαμψη αυτή, εντούτοις η παγκόσμια ανάπτυξη παραμένει χαμηλότερη από τα επίπεδα του παρελθόντος και κατώτερη από τον ρυθμό που θα της επέτρεπε να βγει τελειωτικά από την παγίδα «χλιαρής ανάπτυξης».
Η Ευρωζώνη
Για τη διετία 2017- 2018, η ανάπτυξη στην ευρωζώνη αναμένεται να διατηρηθεί στο 1,75%.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η εγχώρια ζήτηση θα συνεχίσει να ωθεί την ανάκαμψη βοηθούμενη από μια χαλαρή νομισματική πολιτική και πιο πρόσφατα από μια μετρίως επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που έφθασε στην κατάλληλη στιγμή.
Οι εξαγωγές αναμένεται να σταθεροποιηθούν αλλά σε μέτριους ρυθμούς. Το ποσοστό ανεργίας θα συνεχίσει να υποχωρεί, παραμένοντας όμως σε υψηλά επίπεδα γύρω στο 9%.
Ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να ανεβαίνει παραμένοντας όμως κάτω του 2% που είναι ο στόχος της ΕΚΤ.
Για την τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων, είναι απαραίτητες οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση του ανταγωνισμού, τη μείωση των υφιστάμενων εμποδίων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, τη μείωση του υψηλού επίπεδου των αμφιλεγόμενων και επίδικων δανείων σε πολλές χώρες και την υποστήριξη μη τραπεζικών χρηματοδοτήσεων.
Παράλληλα και εφ’ όσον υπάρξει νέα πρόοδος για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, θα τονωθεί η εμπιστοσύνη για την νομισματική ένωση.
Η ενίσχυση της επαγγελματικής επανακατάρτισης, του επαγγελματικού προσανατολισμού και της βοήθειας στην αναζήτηση εργασίας όσων έχασαν τη δουλειά τους, θα διευκολύνει την προσαρμογή της ευρωζώνης στους κραδασμούς των εμπορικών συναλλαγών.
Ο ΟΟΣΑ συνιστά επίσης να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στην επαγγελματική κατάρτιση καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής και μια θέση πιο σημαντική στις εκπαιδευτικές πολιτικές.
Η προώθηση της έρευνας και της ανάπτυξης, η καλυτέρευση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού και η ενθάρρυνση για μεγαλύτερη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών, θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να γίνουν πιο ανταγωνιστικές.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επέκτεινε το πρόγραμμά της για την αγορά περιουσιακών στοιχείων (achats nets d’actifs), τουλάχιστον έως το τέλος του 2017 αλλά και τη μείωσή τους από τον Απρίλιο σε 60 δισ. ευρώ ανά μήνα.
Αυτή η «διευκολυντική» κατεύθυνση της ΕΚΤ παραμένει κατάλληλη καθώς ο πληθωρισμός παραμένει κάτω από τον στόχο του 2%.
Ωστόσο, με δεδομένη τη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών και το γεγονός ότι ο πληθωρισμός προβλέπεται να προσεγγίσει τον στόχο της ΕΚΤ το τέλος του 2018, αναμένεται να εξασθενίσει ο επεκτατικός προσανατολισμός της νομισματικής πολιτικής και να μειωθεί σταδιακά η αγορά των περιουσιακών στοιχείων κατά τη διάρκεια του 2018