Όσο και αν σημαντικό τμήμα αυτής της αύξησης οφείλεται σε συγκυριακούς και μη επαναλαμβανόμενους λόγους (άνοδος των διεθνών τιμών πετρελαίου και άλλων μετάλλων), πληθαίνουν οι ενδείξεις που θέλουν την ελληνική βιομηχανία να έχει «χτυπήσει πάτο» κάπου το 2013-2014 και από τότε να εμφανίζει πορεία ανάπτυξης, που δείχνει να είναι διατηρήσιμη.
Έτσι, η μεταποίηση (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ) αυξήθηκε κατά 1,8% το 2015, κατά 4% πέρυσι και κατά 5,5% το πρώτο δίμηνο του 2017. Η βελτίωση αυτή μάλιστα σημειώθηκε κόντρα στην αδυναμία των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν τις επιχειρήσεις (-1,5% το 2016 και -2,1% το πρώτο φετινό δίμηνο η πιστωτική επέκταση προς τον βιομηχανικό τομέα) και παρά την ύπαρξη σημαντικότατων εμποδίων.
«Έχουμε πελάτες στο εξωτερικό που δεν μπορούμε να εξυπηρετήσουμε επειδή οι τράπεζες μας μειώνουν συνεχώς το πλαφόν. Εξάγουμε όσο μας το επιτρέπει η ρευστότητά μας» δηλώνει στο Euro2day.gr οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας του κλωστοϋφαντουργικού κλάδου, αντανακλώντας και τις απόψεις αρκετών άλλων συναδέλφων του.
Εμπόδιο για τις εξαγωγές αποτελεί και ο λεγόμενος «κίνδυνος χώρας», καθώς αρκετοί προμηθευτές του εξωτερικού φοβούνται πως εξαιτίας πιθανών αρνητικών εξελίξεων, δεν θα μπορέσουν τελικά να παραλάβουν τα προϊόντα που θα παραγγείλουν. Ελπίζεται ωστόσο, πως μετά την επικείμενη δεύτερη θετική αξιολόγηση της Ελλάδας από τους δανειστές της, ο συγκεκριμένος κίνδυνος θα αμβλυνθεί σημαντικά.
Άλλα εμπόδια που καλείται να υπερβεί η εγχώρια βιομηχανία είναι η σταδιακή μείωση του πληθυσμού (μετάβαση Ελλήνων στο εξωτερικό, αποχώρηση μεταναστών από τη χώρα) και φυσικά το μειούμενο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, ιδίως μετά το μπαράζ των φορολογικών επιδρομών της τελευταίας διετίας. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η δυσφορία που εκφράζουν τα στελέχη πολλών εταιρειών τροφίμων για την πτωτική πορεία της ζήτησης τόσο μέσα στο 2016, όσο και κατά τους πρώτους μήνες του 2017 (σχετικές επισημάνσεις υπήρξαν από τον ΣΕΒ Τροφίμων).
Αντίθετα, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, οι βασικότεροι λόγοι που συνέβαλαν στην -περιορισμένη, έστω- ανάκαμψη της μεταποίησης κατά τα τελευταία χρόνια είναι η αύξηση των εξαγωγών (αναγκαστική στροφή των ελληνικών επιχειρήσεων, λόγω της υποχώρησης της εγχώριας ζήτησης, σε συνδυασμό με την ευνοϊκότερη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ-δολαρίου) και ο πολύ μεγαλύτερος αριθμός εισερχόμενων τουριστών (κατανάλωση βιομηχανικών προϊόντων από τους τουρίστες, αλλά και ζήτηση βιομηχανικής παραγωγής για τη δημιουργία και ανακαίνιση τουριστικών καταλυμάτων).
Με βάση τους ίδιους κύκλους, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις έτσι ώστε η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής να συνεχιστεί και στο υπόλοιπο εννεάμηνο του έτους.
Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων, στην πρόσφατη γενική συνέλευση των μελών του, εκτίμησε πως οι εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών θα μπορούσαν φέτος να επηρεάσουν θετικά το ΑΕΠ κατά 1% έως και 2%. Ο ΙΟΒΕ προβλέπει για φέτος αύξηση βιομηχανικών επενδύσεων κατά 18,8%.
Επίσης, με βάση το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα της ελληνικής οικονομίας που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, για το 2017 προβλέπεται αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,3% (συμβάλλει και ο τουρισμός) και των επενδύσεων κατά 5,9% (και αυτές επηρεάζουν θετικά την εγχώρια βιομηχανική παραγωγή).
Η τόνωση των επενδύσεων άλλωστε αποτελεί και τον παράγοντα εκείνο που θα μπορούσε να στηρίξει όσο κανείς άλλος τη μεταποίηση κατά τα επόμενα χρόνια και για τον λόγο αυτό, διάφορα επενδυτικά προγράμματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας (π.χ. των περιφερειακών αεροδρομίων από τη Fraport, των 300 εκατ. στον ΟΛΠ, του αντίστοιχου πακέτου στον ΟΛΘ, των 700 εκατ. της ΕΥΔΑΠ ΕΥΔΑΠ 0,00% του project στον Παπαστράτο, της ανακαίνισης-επέκτασης στον Αστέρα Βουλιαγμένης και πάνω απ’ όλα η υπόθεση του Ελληνικού) ενισχύουν τις προοπτικές των ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων για το μέλλον, καθώς θα έρθουν να προστεθούν στα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από κοινοτικά κονδύλια.
Για την ανάγκη αύξησης της βιομηχανικής παραγωγής μίλησε πρόσφατα και ο πρόεδρος του ΣΒΑΠ (Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής-Πειραιά) Δημήτρης Μαθιός: «Την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ως στόχο να φτάσει η βιομηχανική παραγωγή στο 20% του ΑΕΠ έως το 2020, εμείς βρισκόμαστε μόλις στο 8% και αν φτάσουμε στον στόχο του 12% ή του 13% που φιλοδοξεί το Υπουργείο Ανάπτυξης, τότε θα έχουμε δημιουργήσει 500.000 νέες θέσεις εργασίας. Αν δεν αναπτυχθεί η βιομηχανία, ξεχάστε την ανάπτυξη» τόνισε ο κ. Μαθιός, ο οποίος υπέβαλε και μια σειρά αιτημάτων προς την κυβέρνηση (μεταξύ των οποίων η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ σε όλα τα βιομηχανοστάσια, η κατάργηση του Πόθεν Έσχες για την απόκτηση μετοχών, η σταθεροποίηση του συστήματος φορολογικών ελέγχων και ο περιορισμός των ευθυνών των εταιρειών μόνο στον πρόεδρο και τον διευθύνοντα σύμβουλο).
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ταχεία τόνωση της ζήτησης και η διευκόλυνση της χρηματοδότησης αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα πολλών εγχώριων βιομηχανιών, οι οποίες έχουν πληγεί από την πολυετή επενδυτική καχεξία.