Η διαταραχή των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού από την πανδημία (όταν κάποιοι προειδοποιούσαν, ήταν άσχετοι ή ψεκασμένοι) και η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά και με τις πάμπολλες εστίες έντασης ανά τον κόσμο αποτέλεσαν σημαντικούς παράγοντες που οδήγησαν στην εκτίναξη του πληθωρισμού.
Μετά από τρεις δεκαετίες χαμηλού και σταθερού πληθωρισμού οι τιμές αυξήθηκαν απότομα μετά την πανδημία του κορωνοϊού. Στη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός έφθασε στο ανώτατο σημείο του (10,6%) τον Οκτώβριο του 2022. Η αύξηση ήταν έντονη και απροσδόκητη με τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων να είναι οι κύριοι παράγοντες που την προκάλεσαν.
Το πληθωριστικό τοπίο που εκτυλίχθηκε μετά την πανδημία ήταν πρωτοφανές, με πιέσεις στις τιμές από πολλές διαφορετικές πηγές να πλήττουν την οικονομία ταυτόχρονα.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δημοσιοποίησε τα ευρήματα έρευνας για τις στρατηγικές που εφάρμοσαν τα νοικοκυριά για να αντιμετωπίσουν το σοκ του υψηλού πληθωρισμού τη διετία 2022-2023.
Tο σοκ του υψηλού πληθωρισμού με τα στοιχεία της ΕΚΤ
Το σοκ του υψηλού πληθωρισμού και τι έκαναν τα νοικοκυριά για να ανταπεξέλθουν
Τα στοιχεία από την Έρευνα Καταναλωτικών Προσδοκιών (CES) της ΕΚΤ φανερώνουν την κύρια στρατηγική των νοικοκυριών για να αντιμετωπίσουν το σοκ του υψηλού πληθωρισμού τη διετία 2022-2023. Συγκεκριμένα, μείωσαν την κατανάλωσή τους, δανείστηκαν, αξιοποίησαν τις αποταμιεύσεις τους και προσπάθησαν να αυξήσουν το εισόδημά τους, είτε αυξάνοντας τις ώρες εργασίας είτε και βρίσκοντας μια δεύτερη δουλειά.
Σε ποσοστά αυτό μεταφράζεται ως εξής: Το 69% των ερωτώμενων προσάρμοσαν την κατανάλωσή τους. Η προσφιλέστερη αντίδραση στις αυξημένες τιμές ήταν η πραγματοποίηση αγορών (50%) εκτός των καταναλωτικών συνηθειών τους. Δηλαδή, χαμηλότερης ποιότητας προϊόντα (33%) και μείωση των αγοραζόμενων ποσοτήτων (28%).
Έρευνα Καταναλωτικών Προσδοκιών (CES)
Το 43% «έβαλε χέρι στα αίτημα» (αποταμιεύσεις) ή δανείστηκε και το 31% αύξησε τις ώρες εργασίας ή βρήκε δεύτερη δουλειά. Από την τελευταία κατηγορία, το 15% ανέφερε ότι διαπραγματεύτηκε αύξηση μισθού, ενώ το 17% εργάστηκε περισσότερο (αύξηση ωρών εργασίας ή μία ακόμη δουλειά).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύνθεση του καλαθιού των νοικοκυριών με τις μεγαλύτερες προσαρμογές να παρατηρούνται στις κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που παρουσίασαν την υψηλότερη αύξηση τιμών. Η αύξηση που παρατηρείται στην κατηγορία «αναψυχή και ταξίδια» οφείλεται κυρίως σε χρήματα που αντλήθηκαν από αποταμιεύσεις.
Ο πίνακας που δημοσίευσε η ΕΚΤ δείχνει:
- Μείωση των δαπανών για μεταφορές, φαγητό, οικιακό εξοπλισμό, στέγαση, ένδυση – υπόδηση και υγεία. Πρόκειται για τις κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που γνώρισαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών.
- Αυξήθηκαν οι δαπάνες για εκπαίδευση και κοινή ωφέλεια αλλά και οι δαπάνες σε ρεστοράν και αναψυχή-ταξίδια.
Εξετάζοντας τους λόγους που το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών μειώθηκε τη διετία 2022-2023, η έρευνα αναφέρει ότι αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των δαπανών στις κατηγορίες εστιατόρια και αναψυχή-ταξίδια και δευτερευόντως στην κατανάλωση για είδη πρώτης ανάγκης.
Μείωση ποσότητας και ποιότητας
Συμπερασματικά τα μικροδεδομένα επιτρέπουν μια λεπτομερή ανάλυση της μεταβολής του ποσοστού αποταμίευσης κατά τα τελευταία δύο χρόνια, λαμβάνοντας υπόψη τις κατηγορίες εισοδήματος και κατανάλωσης σε διάφορες εισοδηματικές ομάδες.
Η πρόσφατη πτώση του ποσοστού αποταμίευσης μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στην αυξημένη προτίμηση των νοικοκυριών για δαπάνες αναψυχής και ταξιδιών μετά την πανδημία, η οποία οφείλεται κυρίως στα νοικοκυριά των ομάδων υψηλότερου εισοδήματος. Οι αυξημένες δαπάνες για αγαθά, οι οποίες προήλθαν κυρίως από νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα, μετά την εξομάλυνση των παραγωγικών δυσχερειών, συνέβαλαν επίσης στην πτώση του ποσοστού αποταμίευσης το 2023, αν και σε μικρότερο βαθμό. Αντίθετα, οι δαπάνες για βασικά είδη, συμπεριλαμβανομένων της στέγασης, των τροφίμων και της ενέργειας, είχαν σχετικά μέτρια πτωτική επίπτωση στις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών το 2022 και το 2023, παρά τις σημαντικές αυξήσεις των τιμών.
Το αποτέλεσμα αυτό αντανακλά τη μείωση τόσο της ποσότητας όσο και της ποιότητας των αγορών αυτών των ειδών πρώτης ανάγκης, σύμφωνα με τις αλλαγές στη συμπεριφορά των νοικοκυριών ως προς τις δαπάνες.