Το πρόγραμμα της ελληνικής διάσωσης ολοκληρώθηκε μετά την οκταετή κρίση χρέους, η οποία αφήνει την οικονομία, τις ζωές των Ελλήνων και κυρίως το χρέος απαράλλαχτα, σύμφωνα με άρθρο της γερμανικής Handelsblatt.
Επρόκειτο για την πιο ακριβή επιχείρηση διάσωσης στη διεθνή οικονομική ιστορία: με δάνεια ύψους 289 δισεκατομμυρίων ευρώ, οι εταίροι του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έσωσαν την Ελλάδα από τη χρεοκοπία την περίοδο 2010 – 2018.
Αποτέλεσμα της διάσωσης; Η χώρα έχει το μεγαλύτερο χρέος από όλες τις χώρες της ΕΕ.
Το α’ τρίμηνο του 2023, οι υποχρεώσεις εξακολουθούν να αντιστοιχούν στο 168% της ετήσιας οικονομικής παραγωγής.
Ο μέσος όρος για την ευρωζώνη ήταν 91%.
Παρ’ όλα αυτά, συμπληρώνει η γερμανική εφημερίδα, η χώρα είναι τώρα και πάλι τόσο οικονομικά σταθερή, που ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης ίσως μπορέσει να εξοφλήσει κάποια χρέη νωρίτερα.
Τις επόμενες εβδομάδες θέλει να μεταφέρει περίπου 2,6 δισ. ευρώ στις χώρες του Eurogroup.
Πρόκειται για δόση δανείου από το πρόγραμμα της Ελληνικής Δανειακής Διευκόλυνσης (GLF).
Στο πρώτο πακέτο διάσωσης που καταρτίστηκε το 2010, τα κράτη του ευρώ υποσχέθηκαν στην Ελλάδα βοήθεια ύψους 52,9 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Οι αποπληρωμές θα γίνονται σε ετήσιες δόσεις 2,645 δισ. ευρώ έως το 2041.
Στο τέλος του 2022, η Ελλάδα εξόφλησε νωρίτερα το οφειλόμενο ποσό, το 2023, και τώρα θέλει να αποπληρώσει τη δόση για το 2024.
Ο υπουργός Οικονομικών Χατζηδάκης έχει στη διάθεσή του χρήματα για πρόωρες αποπληρωμές, επειδή οι φορολογικές πηγές αυξάνονται περισσότερο από το αναμενόμενο.
Το πρώτο οκτάμηνο, τα έσοδα του προϋπολογισμού υπερέβησαν τον στόχο κατά 3,2 δισ. ευρώ.
Η Ελλάδα έχει επίσης ταμειακό απόθεμα περίπου 35 δισ. ευρώ.
Η αποπληρωμή της Ελληνικής Δανειακής Διευκόλυνσης έχει νόημα επειδή είναι σημαντικά πιο ακριβά από τα δάνεια που χορηγήθηκαν αργότερα, στο δεύτερο και το τρίτο πακέτο βοήθειας.
Το επιτόκιο βασίζεται στο Euribor τριών μηνών και επομένως είναι λίγο κάτω από το 4%.
Η οικονομική άνθηση συμβάλλει στη μείωση του χρέους
Ήδη από το 2022, η Ελλάδα αποπλήρωσε τα σχετικά ακριβά δάνεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το οποίο στήριξε τη χώρα με 28 δισ. ευρώ μεταξύ 2010 και 2014, δύο χρόνια νωρίτερα από το προγραμματισμένο.
Όχι μόνο λόγω των πρόωρων αποπληρωμών, αλλά κυρίως χάρη στην ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, η Ελλάδα μπόρεσε να μειώσει σημαντικά τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ τα τελευταία τρία χρόνια.
Το ελληνικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) αυξήθηκε κατά 8,4% το 2021 και κατά επιπλέον 5,9% το 2022.
Η κυβέρνηση αναμένει επέκταση 2,3% φέτος και 3% το 2024.
Ο λόγος χρέους που υπολογίζεται σε σχέση με το ΑΕΠ συρρικνώνεται, μειούμενος από 206,3% το 2020 σε 171,3% μέχρι το τέλος του 2022.
Μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους αναμένεται να μειωθεί στο 162,6%.
Παρά το υψηλό ακόμη ποσοστό, ο εκτελεστικός βραχίονας της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρεί ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο.
Επειδή το 71% του εθνικού χρέους ανήκει στον δημόσιο τομέα, π.χ. στο ESM, tο μέσο επιτόκιο είναι μόλις 1,4%.
Eπίσης, η μέση ληκτότητα των ελληνικών ομολόγων προσεγγίζει τα 20 χρόνια.
Αυτό διευκολύνει την αναχρηματοδότηση και καθιστά την Ελλάδα λιγότερο ευάλωτη στις συνέπειες των τελευταίων αυξήσεων στα βασικά επιτόκια.
Η Ιταλία θα μπορούσε να αντικαταστήσει την Ελλάδα ως ηγέτιδα χρέους
Βέβαιος είναι και ο οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, ο οποίος χάρισε στην Ελλάδα ξανά την επενδυτική βαθμίδα στις αρχές Σεπτεμβρίου για πρώτη φορά έπειτα από 13 χρόνια.
Η DBRS δικαιολογεί την αναβάθμιση επικαλούμενη, μεταξύ άλλων, τη «σημαντική βελτίωση των αποτελεσμάτων του προϋπολογισμού και του χρέους».
Εκτός όμως από την οικονομική ανάπτυξη, η πιο σημαντική προϋπόθεση για τη συνεχή μείωση του χρέους είναι η δημοσιονομική πειθαρχία.
Η κυβέρνηση θέλει να επιτύχει πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ στον πρωτογενή προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους, χωρίς την εξυπηρέτηση του χρέους.
Σύμφωνα δε με το πρόγραμμα σταθερότητας της κυβέρνησης, το εποπτεύει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο δείκτης χρέους θα πρέπει να μειωθεί στο 135,2% έως το 2026.
Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να παραδώσει τη σκυτάλη του πρωταθλητή του χρέους σε άλλη χώρα.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το δικό της πρόγραμμα σταθερότητας, η Ιταλία θα έχει δείκτη χρέους 140,4% το 2026.
Ωστόσο, θα χρειαστεί ακόμη πολύς χρόνος μέχρι να εκπληρώσει η Ελλάδα το ανώτατο όριο χρέους του Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ (στο 60% του ΑΕΠ).
Η υπηρεσία κρατικού χρέους (ΟΔΔΗΧ) προβλέπει ότι ο δείκτης χρέους θα πέσει κάτω από το 100% το 2038 για πρώτη φορά μετά από 47 χρόνια.
Σύμφωνα με την πρόβλεψη, το σημείο αναφοράς του 60% δεν θα επιτευχθεί μέχρι το 2051.
www.bankingnews.gr